Blood Incantation: «Δεν θα υπήρχε death metal χωρίς progressive rock»

Εφ' όλης της ύλης συνέντευξη του ιθύνοντα νου Paul Riedl λίγο πριν την πολυαναμενόμενη πρώτη εμφάνιση του κορυφαίου progressive death metal σχήματος στη χώρα μας

You can read the english version of the interview here.

 Ελάχιστες μπάντες του ακραίου ήχου έχουν κερδίσει το καθολικό ενδιαφέρον των σύγχρονων ακροατηρίων όσο οι Blood Incantation. To progressive death metal σχήμα από το Κολοράδο, σε μια δεκαετία περίπου, έχει καταφέρει με τα 3+1 full-length του να συνθέσει μια, ήδη κλασική δισκογραφία, με γνώμονα έναν εντυπωσιακό συγκερασμό τεχνικού/old-school death metal και ‘70s progressive rock & ambient. Αν δεν ζεις κάτω από κάποια ιντερνετική πέτρα, σίγουρα έχεις ακούσει το περσινό "Absolute Elsewhere", ένα άλμπουμ που δεν έλειπε από τα υψίπεδα καμίας ενημερωμένης λίστας με τους κορυφαίους δίσκους του 2024.

Οι Blood Incantation όμως, έκαναν εντύπωση εξαρχής με το σαρωτικό τους ντεμπούτο "Starspawn", και φυσικά με το προ εξαετίας "The Hidden History Of The Human Race", ένα άλμπουμ που διεύρυνε εντυπωσιακά το ακροατήρίο τους. Στα πλαίσια της, σχεδόν πανευρωπαϊκά sold-out "Absolute Elsetour" περιοδείας, οι Αμερικανοί έρχονται για πρώτη φορά στη χώρα μας και δη στην Αθήνα στις 16 Οκτωβρίου στο Floyd μαζί με τους funeral doomsters Esoteric, και γνωρίζοντας τι εστί Blood Incantation live, προετοιμαζόμαστε για μια ανεπανάληπτη βραδιά.

Έτσι, επικοινωνήσαμε με τον κιθαρίστα, τραγουδιστή και βασικό συνθέτη της μπάντας, Paul Riedl, για να μυηθούμε στον λαβυρινθώδη κόσμο του εντυπωσιακού σχήματος. Ο ιθύνων νους της μπάντας μας, στην κάτωθι συνέντευξη, ανέλυσε εις βάθος τη συνθετική της προσέγγιση, το όραμα του "Absolute Elsewhere", την βαθιά γνώση και συσχέτιση progressive rock και death metal, καθώς και τις δυσκολίες μιας underground metal μπάντας σήμερα. Καλή απόλαυση!

Ερωτήσεις: Αποστόλης Ζαμπάρας

Συνέντευξη: Χρήστος Καραδημήτρης

Επιμέλεια & Πρόλογος: Αποστόλης Ζαμπάρας

Blood Incantation

Γεια σου, Paul. Τι κάνεις;

Καλά είμαι, εσύ πώς τα πας, φίλε;

Καλά είμαι. Χαιρόμαστε που σε έχουμε εδώ. Πού σε βρίσκει αυτή η συνέντευξη αυτή τη στιγμή;

Μένω στο Denver, Englewood, Colorado.

Έχει περάσει σχεδόν ένας χρόνος από την κυκλοφορία του "Absolute Elsewhere". Και νομίζω ότι ήταν ένας κομβικός δίσκος, ένας δίσκος που έτυχε ομόφωνης αποδοχής από κριτικούς και κοινό. Περίμενες με κάποιον τρόπο την αποδοχή;

Ξέραμε ότι θα είχε αντίκτυπο. Όσο για την αποδοχή ή τη μη αποδοχή, ξέρεις, αυτό δεν είναι στο χέρι μας, αλλά ξέραμε ότι είναι ένας δυνατός δίσκος. Βάλαμε ό,τι είχαμε μέσα του και ακούμε μουσική, ακούμε μπάντες, ξέρουμε τι συμβαίνει εκεί έξω. Και όταν τον γράφαμε, ακόμα και πριν μπούμε στο στούντιο, ξέραμε ότι ήταν πολύ διαφορετικός σε σχέση με ό,τι γινόταν τότε στη σκηνή, αλλά και σε σχέση με το δικό μας υλικό στο παρελθόν. Επέκτεινε πολλές ιδέες που είχαμε ξεκινήσει στους άλλους δίσκους μας. Και, ξέρεις, είμαστε πολύ περήφανοι για τον δίσκο. Είναι φοβερό να βλέπεις την επιτυχία που έφερε. Αλλά ακόμη κι αν είχε αποτύχει κριτικά, εξακολουθούμε να πιστεύουμε σε αυτή τη μουσική 100%. Και μπορούσες να νιώσεις αυτή την ενέργεια για χρόνια, όχι μόνο στην αίθουσα πρόβας. Κυριολεκτικά μπορούσες να τη νιώσεις στον αέρα κάθε πρωί που έμπαινες στον χώρο.

Είχαμε δημοσιογράφους να μπαινοβγαίνουν όλο τον μήνα, και γυρίζαμε ένα ντοκιμαντέρ ενώ ήμασταν στο στούντιο, και η ατμόσφαιρα ήταν ομόφωνη ότι κάτι ξεχωριστό και ενδιαφέρον συνέβαινε. Οπότε δεν ήταν απαραίτητα έκπληξη ότι άρεσε ο δίσκος. Αυτό που ήταν πιο έκπληξη ήταν το πόσοι άνθρωποι έξω από το κοινό των Blood Incantation τον αγάπησαν, που γενικά είναι ένα αρκετά ποικιλόμορφο κοινό. Ήταν πολύ έκπληξη να δεις πόσο μακριά έφτανε το άλμπουμ. Και κάθε λίγες εβδομάδες, ξέρεις, παίρναμε κάποια ειδοποίηση από το μάνατζμεντ μας για κάτι τρελό σχετικό με την ποπ κουλτούρα που είχε να κάνει με τον δίσκο ή κάτι πολύ mainstream. Και ξέρεις, αυτό είναι το πιο ενδιαφέρον και εκπληκτικό. Δεν ήταν έκπληξη ότι ο κόσμος το βρήκε ωραίο, αλλά η έκταση, η εμβέλεια, ήταν το πραγματικά εκπληκτικό.

H μεγάλη, ουσιαστική τέχνη μπορεί να υπερβεί περιορισμούς όπως ένα είδος, μια σκηνή, ακόμα και μια εποχή

Είχες κάποια εξήγηση για το τι συνέβαινε στην ποπ κουλτούρα και στα πιο «έξω από τα συνηθισμένα» media, με τον κόσμο να μιλά για αυτόν τον δίσκο; Σκέφτηκες κάποια στιγμή, «μα το καταλαβαίνουν όντως»;

Νομίζω ότι είναι επειδή είναι σπουδαία μουσική. Η μουσική είναι τέχνη και η τέχνη είναι μια υπερβατική δύναμη, και η μεγάλη, ουσιαστική τέχνη μπορεί να υπερβεί περιορισμούς όπως ένα είδος, μια σκηνή, ακόμα και μια εποχή, ένας τόπος ή μια κουλτούρα. Αυτό που κάνει την ισχυρή τέχνη να το καταφέρνει αυτό είναι η δυνατότητα ταύτισης. Το να μπορεί ο κόσμος να συντονιστεί με κάτι μέσα στη μουσική, ή σε όποιο άλλο μέσο επιλέγει για να εκφραστεί, είτε είναι μια καλή ταινία είτε ένα καλό βιβλίο. Και κατά τη γνώμη μου, μέσα στο "Absolute Elsewhere" υπάρχουν πολλά με τα οποία μπορείς να ταυτιστείς.

Η μουσική είναι επίσης πιο προσιτή από τους προηγούμενους δίσκους μας. Εσκεμμένα προσπαθήσαμε να απλοποιήσουμε μερικά από τα riffs. Για παράδειγμα, στο "Starspawn" είναι αυτός ο μεγάλος, βρασμένος, κολασμένος, βουητός με αυτά τα αργά, αηδιαστικά riffs. Και μετά το «σφίξαμε» στο "Hidden History…", που είναι ένας εξαιρετικά πυκνός, περίπλοκος και εκλεπτυσμένος δίσκος, με όσο το δυνατόν περισσότερα στριμωγμένα σε πολύ μικρό χώρο. Αλλά σε αυτό τον μικρό χώρο, σε αυτό το μήκος κύματος (σ.σ. "waveform"), μπορείς να έχεις μόνο τόσο εύρος ζώνης σε κάθε waveform της μίξης, ξέρεις. Οπότε στον καινούριο δίσκο, εσκεμμένα προσπαθήσαμε να απλοποιήσουμε μερικά riffs ώστε να υπάρχει περισσότερος χώρος για να προσθέσουμε πράγματα όπως synthesizers, ακουστικά όργανα και καθαρά φωνητικά, πράγματα που πιάνουν πολύ χώρο στη μίξη.

Υπάρχει τόση πολλή μελωδία σε όλα τα όργανα, ακόμα και στα φωνητικά

Για παράδειγμα, αν είχαμε έναν δίσκο σαν το "Hidden History…", δεν θα μπορούσες να βάλεις όλα τα τρελά πλήκτρα και όλα αυτά, γιατί δεν υπάρχει αρκετός φυσικός χώρος στο waveform για να τα χωρέσει. Οπότε προσπαθήσαμε να φτιάξουμε riffs πιο «συμμαζεμένα». Παραμένουν περίπλοκα, και εξακολουθούμε να προσπαθούμε όσο μπορούμε να τα κάνουμε ενδιαφέροντα, αλλά αφήνουν περισσότερο χώρο για να αναπνεύσουν άλλα πράγματα στη μίξη. Και όταν υπάρχει περισσότερος χώρος να αναπνεύσει το riffing, μπορείς να το διακοσμήσεις με προσιτά για το αυτί πράγματα, όπως synthesizers και καμπανάκια και όλα αυτά τα ωραία πράγματα που τραβούν τον ακροατή.

Επίσης, υπάρχει ένα πολύ ανθρώπινο μήνυμα μέσα στον δίσκο. Οι στίχοι, ειδικά, αγγίζουν ανθρώπους έξω από την αρχική τροχιά των Blood Incantation. Και αυτό επειδή δεν μιλάνε για metal θέματα, μιλάνε για ανθρώπινα θέματα, για θέματα ζωής, για το τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος, τι είναι η συνείδηση και όλα αυτά τα πράγματα που είναι παγκόσμια μέσα στον χρόνο, στην ιστορία, στη θέση μας στον κόσμο, στον πολιτισμό. Ο κόσμος πάντα θέτει αυτά τα ερωτήματα. Και έτσι, αν ακούς κάτι που ακούγεται ωραία, με καλή παραγωγή, καλά εκτελεσμένο, με αισθητικά ισορροπημένες ηχητικές διευθετήσεις και τέτοια, αν σου αρέσει η heavy μουσική, έχεις πολλά να αγαπήσεις εδώ. Είναι βίαιη και τεχνική, αλλά ταυτόχρονα πιασάρικη και μελωδική. Υπάρχει τόση πολλή μελωδία σε όλα τα όργανα, ακόμα και στα φωνητικά. Πάντα είχαμε πολλά μελωδικά μέρη στην κιθάρα, αλλά με τα synthesizers και τα καθαρά φωνητικά, ανοίγει πραγματικά το πεδίο για τον κόσμο να ακούσει τη μελωδία. Και αυτό, σε συνδυασμό με την απλοποίηση του riffing ώστε να γίνει λίγο λιγότερο πυκνό και λιγότερο «λασπώδες» στην παραγωγή, το ανοίγει για πολύ περισσότερους ανθρώπους να μπορέσουν να το ακούσουν.

Και νομίζω ότι το περίεργο στην πραγματικότητα είναι οι «mainstream» άνθρωποι που έρχονται και μπαίνουν σε αυτό. Το πιο ενδιαφέρον για μένα είναι πού το άκουσαν. Πώς εκτέθηκαν σε αυτόν τον σχετικά ακόμα βαρύ και βίαιο δίσκο; Για παράδειγμα, σε πολλούς που ήρθαν στις συναυλίες των τελευταίων τριών περιοδειών, όπου παρουσιάζουμε όλο τον δίσκο, όταν στο τέλος του σετ επιστρέφουμε να παίξουμε παλιά τραγούδια, το 70% του κοινού δεν είναι εξοικειωμένο με το "Hidden History" ή το "Starspawn", πράγμα τρελό. Οπότε με ενδιαφέρει πολύ να δω πού ή πώς μπήκαν αυτοί οι άνθρωποι στον κόσμο των Blood Incantation. Αλλά είναι πολύ ωραίο να το βλέπεις, γιατί είναι ένα ολοένα και πιο ευρύ φάσμα ανθρώπων. Δεν είναι απλώς ένας συγκεκριμένος τύπος μεταλλά ή κάποιος «κοντά στο metal» κανονικός τύπος· είναι κανονικοί άνθρωποι. Ξέρεις, η τέχνη είναι μια καλή ενωτική δύναμη στον κόσμο, ή τουλάχιστον μπορεί να χρησιμοποιηθεί για καλό αν το κάνεις συνειδητά. Και οπότε, είναι πραγματικά μεγάλη τιμή να βλέπεις την εμβέλεια να επεκτείνεται έτσι.

Blood Incantation

Λοιπόν, μέρος της προώθησης του "Absolute Elsewhere" είναι οι εντατικές περιοδείες. Και για παράδειγμα, πρόκειται να επισκεφτείτε την Ελλάδα και την Αθήνα για πρώτη φορά. Αν δεν κάνω λάθος, υπήρξε μια προηγούμενη προσπάθεια να έρθετε εδώ για συναυλία, αλλά χτύπησε η πανδημία. Πώς νιώθεις για αυτή τη ζωντανή εμφάνιση και τι να περιμένουμε;

Θα είναι υπέροχο. Μπορείτε να δείτε πολλά βίντεο της περιοδείας στο YouTube. Όπως είπα, παίζουμε ολόκληρο το άλμπουμ από την αρχή ως το τέλος, και μετά γυρνάμε πίσω στο χρόνο για να παίξουμε ένα τραγούδι από κάθε άλμπουμ, εκτός από το "Timewave Zero". Οπότε, όποια εποχή της μπάντας κι αν σε ενδιαφέρει, θα πάρεις έστω μια μικρή γεύση. Και εσκεμμένα προσπαθούμε να διαλέγουμε παλιά τραγούδια που ενισχύουν τη γενική θεματολογία της μπάντας. Έτσι, ακόμα κι αν είναι τραγούδι από το demo, υπάρχουν ακόμη synthesizers, υπάρχουν ακόμη καθαρά ψαλμωδικά φωνητικά, υπάρχουν ακόμα αυτά τα περίπλοκα μελωδικά riffs, αλλά υπάρχουν και βίαια riffs τύπου Morbid Angel. Οπότε μπορείς να δεις ότι εδώ και 15 χρόνια έχουμε μια πολύ γραμμική ιδέα που εξελίσσεται. Είναι πολύ ωραίο. Μας αρέσει να παίζουμε όλο τον νέο δίσκο. Κυλάει αρκετά γρήγορα. Και μετά παίζουμε ένα ολόκληρο ακόμα σετ, ουσιαστικά. Και το σετ που παίζουμε μετά το "Absolute Elsewhere" είναι τόσο μεγάλο όσο ήταν τα headline σετ μας στις δύο προηγούμενες περιοδείες. Οπότε στην ουσία παίρνετε δύο συναυλίες.

Ξέρεις, μέρος της ομάδας μας είχε το προνόμιο να δει τις δύο σας εμφανίσεις στο Roadburn Festival 2024 και γύρισε με δέος. Πόσο δύσκολο είναι για εσάς να αναπαράγετε αυτόν τον τεράστιο «τοίχο ήχου» σε ζωντανό περιβάλλον; Πώς προετοιμάζεστε και μεταμορφώνετε τις συνθέσεις σας για να τις παίξετε ζωντανά;

Νομίζω το κοιτάς ανάποδα. Δεν φτιάχνουμε τη μουσική μέχρι να μπορούμε να την παίξουμε. Τη γράφουμε ώστε να μπορεί να παιχτεί ζωντανά. Οπότε, όταν είμαστε στο στούντιο, είναι ήδη έτοιμη, απλώς την παίζουμε όπως είμαστε. Ξέρεις, έτσι ακριβώς ακούγεται και στην πρόβα. Ακόμα και στο σπίτι, στην προ-παραγωγή, όταν δεν είχαμε καν πληκτρά, εξακολουθούσαμε να ηχογραφούμε στον χώρο πρόβας, προσθέταμε τα πλήκτρα, μπορούσαμε να τα βγάλουμε από το PA και να παίζουμε πάνω τους. Οπότε το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να έρθουμε και να συνδέσουμε τον εξοπλισμό.

Δεν θέλουμε να φτιάξουμε μουσική που σπαταλά τον δικό μας και τον δικό σας χρόνο

Νομίζω ότι ανέφερες επίσης πως καταφέρνετε να αιχμαλωτίζετε την προσοχή του κοινού στις συναυλίες σας, παρά τη φύση των τραγουδιών σας, δημιουργώντας μια ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα. Γιατί πιστεύεις ότι οι άνθρωποι σήμερα, ειδικά σε μια εποχή όπου η συγκέντρωση είναι περιορισμένη, εκτιμούν τόσο πολύ τα live σας;

Είναι όπως το περιέγραψες. Σε μια εποχή όπου η προσοχή είναι τόσο περιορισμένη, όταν μια μπάντα αφιερώνει χρόνο στο να δώσει προσοχή στη δική της τέχνη και παρουσιάζει κάτι με σεβασμό στο κοινό, παρουσιάζουμε κάτι που πιστεύουμε ότι είστε ικανοί και πρόθυμοι να αφομοιώσετε. Δεν χρειάζεται να υποτιμούμε το κοινό και να κόβουμε τη μουσική μας σε μικρά, εύπεπτα κομματάκια για εσάς. Λόγω του ότι το ίντερνετ και τα social media έχουν βλάψει την προθυμία του κόσμου να ασχοληθεί με την τέχνη σε ουσιαστικό πλαίσιο, είναι πολύ εύκολο να απορρίψεις μεγάλα τραγούδια ή περίπλοκη μουσική ή μια μεγάλη ταινία, μια ταινία χωρίς πολλούς διαλόγους, πολλή συμβολική γλώσσα, ή ένα βιβλίο που «καίει αργά». Αλλά αυτού του είδους τα πράγματα, ακριβώς επειδή η προσοχή είναι περιορισμένη αλλού, έχουν πιο ισχυρή απήχηση στους ανθρώπους. Γιατί όταν βλέπεις κάποιον που αφιερώνει χρόνο, είναι το ίδιο με το σπιτικό φαγητό σε σχέση με το φαστ φουντ. Η πραγματική τέχνη είναι κάτι που κάποιος το έφτιαξε επίτηδες για να το μοιραστεί μαζί σου, επειδή πιστεύει ότι αξίζεις, ότι είσαι ικανός και πρόθυμος να ασχοληθείς με αυτή την τέχνη σε ένα υψηλό επίπεδο σεβασμού προς τον δημιουργό.

Και όπως είπα, δεν προορίζεται να είναι εύπεπτη «μουσική fast food». Υπάρχουν εκατομμύρια άλλα «εστιατόρια» στον κόσμο, για να το πω έτσι, οπότε δεν χρειάζεται να πάμε σε αυτά ή, ξέρεις, αν είχες ένα εστιατόριο, γιατί να έχεις μια ταμπέλα που διαφημίζει ένα άλλο εστιατόριο στη βιτρίνα σου; Δεν βγάζει νόημα. Οπότε θέλουμε να προσφέρουμε στον κόσμο ένα show που θα θέλαμε να δούμε κι εμείς οι ίδιοι. Δεν θέλουμε να σπαταλήσουμε τον χρόνο τους. Δεν θέλουμε να σπαταλήσουμε τον χρόνο μας. Το ίδιο ισχύει και με τη μουσική. Δεν θέλουμε να φτιάξουμε μουσική που σπαταλά τον δικό μας και τον δικό σας χρόνο στο άκουσμα. Δεν θα φτιάχναμε μια ταινία που σπαταλά τον χρόνο σας στο να τη δείτε, κτλ. Και έτσι, αυτού του είδους ο αμοιβαίος σεβασμός ανάμεσα στον καλλιτέχνη και το κοινό είναι σημαντικός. Και μόνο και μόνο επειδή ο mainstream διαδικτυακός κόσμος έχει προσπαθήσει να βλάψει την εκτίμηση του κόσμου για την τέχνη μέσα από όλο και μικρότερα attention spans, αυτό δεν έχει καμία πραγματική επίδραση στην ίδια την τέχνη.

Τώρα, πίσω στη μουσική του "Absolute Elsewhere". Ήταν διαφορετική η διαδικασία σύνθεσης αυτή τη φορά σε σχέση με τα δύο προηγούμενα full length σας; Και επίσης, πιστεύω ότι το single "Luminescent Bridge" ήταν καθοριστική στιγμή για την εξέλιξή σας ως συγκρότημα. Θα συμφωνούσες με αυτό;

Ναι. Το "Absolute Elsewhere" ήταν η πρώτη φορά που κάναμε σοβαρό pre-production. Πάντα ηχογραφούμε τις πρόβες μας και δουλεύουμε πολύ εντατικά τη μουσική μας. Κάναμε πρόβες 4 με 6 μέρες την εβδομάδα, 4 με 8 ώρες την ημέρα, για χρόνια συνεχόμενα. Και στη φάση του pre-production για το Absolute Elsewhere", ασχολούμασταν σε βάθος∙ μπορεί να περνούσαμε εβδομάδες συζητώντας για μια διαφορά 1 BPM. Παίζαμε το ίδιο σημείο 30 φορές για να αποφασίσουμε ποιο είναι το σωστό. Αυτό το κάναμε μέχρι και την τελευταία πρόβα στο Βερολίνο, λίγο πριν μπούμε στο στούντιο. Ήμασταν συνεχώς μέσα σε αυτό το εντατικό ξεψάχνισμα, πραγματικά προσπαθώντας να το τελειοποιήσουμε. Και όπως είπα, είχαμε ήδη demos με keyboards. Αυτό ξεκίνησε γύρω στον Νοέμβριο του 2022 και συνεχίστηκε μέχρι τον Απρίλιο του 2023. Μετά έπρεπε να βγούμε σε περιοδεία με τους Obituary και τους Immolation. Και αμέσως μετά, τον Ιούνιο, επιστρέψαμε και συνεχίσαμε κανονικά. Παίξαμε και στο Tuska Festival στη Φινλανδία, μετά κατευθείαν Βερολίνο, 10 μέρες πρόβες, από το πρωί ως το βράδυ, παίζοντας το άλμπουμ 50 φορές σε 10 μέρες, προσπαθώντας πραγματικά να το δουλέψουμε. Και μετά μπήκαμε στο στούντιο, όπου έπρεπε ξανά να ξεκινήσουμε τη διαδικασία. Εκεί ακόμη αλλάζαμε πράγματα, όπως φαίνεται και στο ντοκιμαντέρ μας All Gates Open, που είναι δωρεάν στο YouTube. Εκεί μπορείς να δεις πώς αναπτύσσαμε και απορρίπταμε ιδέες σε πραγματικό χρόνο.

Το "Luminescent Bridge" επίσης δουλευόταν εκείνη την περίοδο. Στην αρχή, η A-side, "Obliquity Of The Ecliptic", ήταν μόνο 5 λεπτά γιατί προοριζόταν για ένα 7ιντσο single στη σειρά της Sub Pop. Και ήμασταν σε διαπραγματεύσεις με τον δικηγόρο τους και τον δικό μας για έξι μήνες. Τελικά, το συμβόλαιο ήταν πολύ περιοριστικό γιατί θα κρατούσαν τα δικαιώματα για πάντα. Κι αυτό δεν ισχύει για τους BI. Εμείς κατέχουμε το 100% των δικαιωμάτων και των masters και έχουμε την πλήρη ιδιοκτησία της μουσικής μας, κάτι ασυνήθιστο για μπάντα σε major label σαν το δικό μας. Οπότε δεν θα το δίναμε στη Sub Pop, όσο ενδιαφέρον κι αν θα ήταν να κυκλοφορήσει ένα death metal τραγούδι σε δικό τους 7ιντσο. Αυτό το κομμάτι επρόκειτο να είναι 5 λεπτά. Όταν τελικά αποφασίσαμε να μην το κάνουμε έτσι, σκεφτήκαμε να βγάλουμε ένα δικό μας 2x7ιντσο. Αλλά σε major label, το κόστος ενός 7ιντσου ανεβαίνει πολύ λόγω του μεγέθους της παραγωγής και του προσωπικού. Για αυτό οι μεγάλες εταιρείες σπάνια κάνουν 7ιντσα. Έτσι, προτείναμε το maxi single, όπως στα ’80s. Αλλά ένα maxi single χρειάζεται μεγαλύτερη διάρκεια και θα ήταν σπατάλη να βάλεις μόνο 4-5 λεπτά μουσικής σε ένα format που χωράει 8-12. Οπότε, μέσα σε περίπου μία εβδομάδα στο τέλος του Μαρτίου 2023, αποφασίσαμε ότι έπρεπε να το επεκτείνουμε. Έτσι δημιουργήθηκε το δεύτερο μέρος του κομματιού, με το ατμοσφαιρικό prog metal στοιχείο και το επικό σόλο κιθάρας. Όλα αυτά ήρθαν πολύ αυθόρμητα, γιατί απλώς έπρεπε να το φτιάξουμε μέσα σε λίγες μέρες πριν μπούμε να το ηχογραφήσουμε.

Το ομώνυμο κομμάτι, "Luminescent Bridge", αρχικά προοριζόταν για ιντερλούδιο, σαν το "Meticulous Soul Devironment" στο "Starspawn" ή το "Mirror of the Soul" στο "Hidden History". Ένα ατμοσφαιρικό ακουστικό πέρασμα. Αυτό θα ήταν η B-side του 7ιντσου. Αλλά κατέληξε σε κάτι άλλο. Στο στούντιο αποφασίσαμε αυθόρμητα να μην χρησιμοποιήσουμε ακουστικά όργανα. Το παίξαμε με ηλεκτρικό μπάσο και κιθάρα, προσθέσαμε πιάνο, τύμπανα, τρομπόνι. Εγώ παίζω μόνο συνθεσάιζερ σε αυτό το κομμάτι. Εκεί υπήρχε μια ελεύθερη, δημιουργική ενέργεια που έφερε το αποτέλεσμα.

Tο υλικό που έχουμε τώρα είναι παρόμοια πιο «στρωτό» και κάπως πιο progressive και τεχνικό, αλλά και πιο μελωδικό και πιο εύπεπτο

Αυτό, όμως, ήταν το απότοκο μιας προηγούμενης μεταβατικής περιόδου: του "Timewave Zero". Εκεί για πρώτη φορά γράψαμε όλοι μαζί τα κομμάτια. Στους δύο πρώτους δίσκους, ο Isaac κι εγώ γράφαμε τα βασικά, φέρναμε τα riffs στις πρόβες και τα χτίζαμε με τους υπόλοιπους. Στο "Timewave Zero", ο καθένας έγραψε το 100% των μερών του. Αυτό ήταν ο πραγματικός καταλύτης για το "Absolute Elsewhere". Και μας έδωσε τη δυνατότητα να δημιουργήσουμε αυθόρμητα και το "Luminescent Bridge". Στο στούντιο είχαμε μαζί μας τα ακουστικά όργανα, αλλά αποφασίσαμε να μην τα χρησιμοποιήσουμε και να καλέσουμε τον φίλο μας τον Alex να παίξει τρομπόνι, να βάλουμε funeral doom τύμπανα και να δημιουργήσουμε μια ατμόσφαιρα πιο "space". Αυτή η αυθορμησία μεταφέρθηκε κατευθείαν στη διαδικασία του "Absolute Elsewhere". Και τώρα θέλουμε να δουλεύουμε έτσι: όλοι να έχουν λόγο, όλοι να μπορούν να φέρουν ιδέες στο τραπέζι. Ακόμα κι αν δεν λειτουργήσει, τουλάχιστον δοκιμάσαμε. Και αν δεν βγει, προχωράμε.

Και έτσι πιστεύω ότι, προχωρώντας, αυτό το υλικό που έχουμε τώρα είναι παρόμοια πιο «στρωτό» και κάπως πιο progressive και τεχνικό, αλλά και πιο μελωδικό και πιο εύπεπτο, παρόμοιο με το "Absolute Elsewhere". Και νομίζω ότι ο κόσμος θα εκπλαγεί, γιατί κάθε κυκλοφορία, είναι διαφορετική. Ξέρεις, δεν θέλουμε καμία από αυτές να είναι η ίδια. Δεν θα υπάρξει "Absolute Elsewhere Part 2", όπως δεν θα υπάρξει "Starspawn Part 2", αλλά η καθεμιά διατηρεί τα ουσιώδη στοιχεία που κάνουν τους BI αυτό που είναι. Και νομίζω ότι η συνεργατική, αμοιβαία δημιουργική ενέργεια είναι πραγματικά ένας δυνατός τρόπος για να φτιάξεις αυτό το πράγμα. Και μέχρι τώρα έχουμε βγάλει τα καλύτερα αποτελέσματα δουλεύοντας έτσι. Οπότε σίγουρα θα το συνεχίσουμε και στο μέλλον.

Είμαστε αγωγοί της τέχνης που υπάρχει έξω από τον εγκέφαλό μας και προσπαθούμε να την αποτυπώσουμε με τα χέρια μας

Ναι, το πιστεύω κι εγώ. Όταν ακούω Blood Incantation, αντιλαμβάνομαι μια βαθιά κατανόηση τόσο του death metal όσο και του progressive rock και της ambient μουσικής. Όταν περνάτε από ένα μουσικό θέμα σε άλλο, τι θέλετε να πετύχετε για να γίνεται αυτή η μετάβαση τόσο ομαλά;

Απλώς το κάνουμε. Βρίσκουμε τον τρόπο που ακούγεται καλύτερα όταν το παίζουμε. Δεν μας αρέσουν τα λεγόμενα «συνδετικά riffs» που υπάρχουν μόνο για να συνδέσουν δύο άλλα. Κάθε riff πρέπει να έχει σημασία. Αν η μετάβαση είναι πολύ απότομη, μερικές φορές προσθέτουμε 4 riffs ώστε να γίνει νέα ενότητα. Μου αρέσουν τα απότομα περάσματα, π.χ. μια κιθάρα, ένα drum roll και μετά κατευθείαν στο επόμενο beat. Αυτό το κάναμε υπερβολικά στους δύο πρώτους δίσκους. Αλλά στο "Absolute Elsewhere" προσπαθήσαμε συνειδητά να κάνουμε τις αλλαγές χωρίς να κόβουμε τα ντραμς ή να μένει μια κιθάρα μόνη. Έτσι, οι περισσότερες αλλαγές συμβαίνουν διαρκώς, κάτι που στο live σημαίνει ότι δεν υπάρχει χρόνος να πιεις νερό, να φτιάξεις τα μαλλιά σου ή να σηκώσεις μια πένα αν σου πέσει. Τα χέρια σου είναι πάνω στο όργανο όλο το κομμάτι. Σχεδόν δεν υπάρχει στιγμή ανάπαυλας. Όλα πρέπει να ακούγονται καλά, να είναι φυσικά. Το τραγούδι γράφει τον εαυτό του. Δεν το «χτίζουμε» σαν αρχιτέκτονες. Είμαστε απλώς αγωγοί της τέχνης που υπάρχει έξω από τον εγκέφαλό μας και προσπαθούμε να την αποτυπώσουμε με τα χέρια μας. Οπότε πρέπει να είναι έτσι. Ακούς αν η μετάβαση είναι άσχημη, ακούς αν είναι ομαλή. Και όλα πρέπει να υπηρετούν το τραγούδι. Το riff είναι το πιο σημαντικό μέρος. Για αυτό δεν μας αρέσουν τα συνδετικά riffs. Όλα πρέπει να έχουν λόγο ύπαρξης.

Μιλάμε πάντα για τον Conrad Schnitzler των Tangerine Dream ο οποίος έκανε το θρυλικό intro "Sylvester Anfang", για το "Deathcrush" των Mayhem

Πώς πιστεύεις ότι οι δύο καλλιτεχνικές περιοχές, το death metal και το prog rock, αλληλεπιδρούν όσον αφορά τα συναισθήματα και τα ηχοτοπία που μπορούν να προκαλέσουν;

Νομίζω ότι είναι απολύτως αλληλένδετα, πραγματικά. Δηλαδή, δεν θα υπήρχε death metal χωρίς progressive rock, αυτό είναι προφανές. Δεν θα υπήρχε καθόλου extreme metal χωρίς kraut rock, γιατί το kraut rock γέννησε άμεσα το post-punk και το punk. Το punk γέννησε το hardcore, που γέννησε το crust, που έγινε grind, που έγινε death metal, που έγινε black metal. Είναι μια άμεση γενεαλογία. Ξέρεις, για παράδειγμα, μιλάμε πάντα για τον Conrad Schnitzler, ιδρυτικό μέλος των Tangerine Dream και μέλος των Kluster και solo καλλιτέχνη, ο οποίος έκανε το θρυλικό intro, το "Sylvester Anfang", για το "Deathcrush" των Mayhem το 1986, όταν ηχογραφήθηκε. Και πήγαν κυριολεκτικά στο σπίτι του τύπου από τους Tangerine Dream και περίμεναν έξω από το σπίτι του, παρακαλώντας τον να τους δώσει μια κασέτα. Και τελικά τους έδωσε μια κασέτα με ό,τι τυχαία μουσική υπήρχε στο ράφι και τους είπε, «φύγετε από τον κήπο μου».

Οπότε δεν υπήρξε ποτέ εποχή, ούτε μία μέρα στον κόσμο, που το death metal και η προοδευτική/ηλεκτρονική μουσική να μην συνδέονται. Και είναι λίγο σαν να βλέπεις δύο αδέλφια, με μόνο έναν κοινό γονιό. Ας πούμε ότι θα επικεντρωθούν σε όλες τις διαφορές τους. Θα λένε, «εγώ έχω αυτή τη μύτη» και «τα μάτια μου μοιάζουν έτσι» και «έχω αυτά τα αυτιά». Αλλά κάθε άνθρωπος που βλέπει αυτούς τους δύο καταλαβαίνει ξεκάθαρα ότι είναι συγγενείς. Κάπως έτσι είναι και με τη μουσική, αν την κοιτάξεις έξω από την αγορά του niche. Δηλαδή, αν έρθεις στο death metal από το prog, μπορεί να σου φαίνεται λίγο περίεργο. Ή αν έρθεις στο prog από το death metal, μπορεί να πεις, «εντάξει, δεν το πιάνω». Αλλά αν πλησιάσεις οποιοδήποτε από τα δύο με μια μουσική προοπτική κατανόησης θεμάτων, σκοτεινών μοτίβων, τριτόνων, ατμόσφαιρας, όλων αυτών, κινηματογραφικών ποιοτήτων και των δύο, είναι και τα δύο είδη μια μορφή απόδρασης. Και τα δύο προσπαθούν να ωθήσουν τα όρια της φαντασίας σου, της αναστολής της δυσπιστίας. Και ένα άτομο που προσεγγίζει οποιοδήποτε από αυτά τα δύο είδη από αυτήν την οπτική θα δει ότι είναι πολύ παρόμοια, απλώς αρκετά διαφορετικά ώστε να έχουν σημασία γι’ αυτόν, αλλά όχι στη μεγάλη εικόνα.

Το πηγάδι του death metal είναι μόνο τριάντα-σαράντα ετών. Το πηγάδι του prog και του kraut rock είναι δύο δεκαετίες πιο παλιό

Ωραία, τώρα, μιλώντας λίγο για το prog, τα εξώφυλλα των άλμπουμ σας, οι μουσικές σας φράσεις, οι δηλώσεις σας και φυσικά η ύπαρξη του "Timewave Zero" υποδηλώνουν ότι είστε τεράστιοι θαυμαστές της μέσης δεκαετίας του ’70 του είδους. Αν μπορούσες να φτιάξεις μια αρχική λίστα για έναν extreme metalhead που θέλει να βουτήξει σε αυτόν τον ήχο, ποια πέντε άλμπουμ θα ονόμαζες και γιατί;

Πρέπει απλώς να αγοράσεις το δεύτερο άλμπουμ μας, το "The Hidden History of the Human Race", γιατί υπάρχει μια λίστα ευχαριστιών με πάνω από 400 συγκροτήματα στο οπισθόφυλλο. Και ευχαριστούμε prog συγκροτήματα, kraut rock συγκροτήματα, ambient καλλιτέχνες, new age καλλιτέχνες, dark ambient συγκροτήματα, metal συγκροτήματα. Και το κάναμε επίτηδες για να δώσουμε στους ανθρώπους μια άμεση εικόνα του τι είδους πράγματα μας ενδιαφέρουν. Ξέρεις, υπάρχει ένα άπειρο πηγάδι από άγνωστο, κλασικό και cult obscure death metal εκεί έξω. Και το πηγάδι αυτό βγάζει συνεχώς καινούρια, εμπνευσμένη μουσική. Αλλά το πηγάδι του death metal είναι μόνο τριάντα-σαράντα ετών. Το πηγάδι του prog και του kraut rock είναι δύο δεκαετίες πιο παλιό, οπότε έχεις δύο δεκαετίες παραπάνω μουσικής να εξερευνήσεις. Οπότε, να το περιορίσω μόνο σε πέντε; Δεν μπορώ ούτε πέντε death metal δίσκους να σου προτείνω. Ξέρεις, δεν είναι δυνατόν να πεις, «ορίστε πέντε πράγματα που θα στα εξηγήσουν όλα». Γιατί η εκτίμηση του καθενός για τη μουσική είναι τόσο υποκειμενική. Και αυτά που αρέσουν ειδικά στους Blood Incantation για το prog rock δεν είναι απαραίτητα τα ίδια με αυτά που αρέσουν σε όλους τους άλλους που αγαπούν το prog. Για παράδειγμα, μας αρέσουν οι Eloy, το γερμανικό συγκρότημα από την Κολωνία. Αλλά οι Eloy κοροϊδεύονταν για καιρό ως συγκρότημα που εκτιμούσαν μόνο οι πολύ nerdy kraut rock τύποι, γιατί δεν είναι πραγματικά kraut rock συγκρότημα. Είναι πολύ επαγγελματίες για να θεωρηθούν kraut. Αλλά είναι πολύ progressive space rock, και «κλέβουν» διάφορες περιόδους των Pink Floyd όπως περνάνε. Και ξέρεις, οι δίσκοι των Eloy έκαναν 10 δολάρια μέχρι πριν πέντε χρόνια, ακόμα και τα καλύτερά τους άλμπουμ. Οπότε, τέτοια πράγματα. Με ποιο δίσκο των Eloy να ξεκινήσεις; Υπάρχουν πέντε καταπληκτικοί που πρέπει να πάρεις.

Οπότε με κάθε ένα από αυτά τα συγκροτήματα, πρέπει να έχεις πολλά πράγματα. Αλλά, ένα συγκρότημα σαν τους Tangerine Dream, έχουν 100 άλμπουμ. Ο Klaus Schulze έχει πάνω από 100 άλμπουμ. Είναι αρκετά ακραίο. Και το να πεις με ποιο να ξεκινήσεις είναι λίγο πιο δύσκολο. Ξέρεις, μια λίστα με πέντε είναι υπερβολικά περιοριστική. Ίσως αν χρειαζόσουν 20. Θα μπορούσαμε να ξεκινήσουμε με 20, αλλά δεν έχουμε τον χρόνο αυτή τη στιγμή. Αλλά προτείνω να διαβάσεις τους στίχους ή το ένθετο στο Hidden History και να δεις αυτές τις 400 kraut rock, prog και ambient μπάντες που αναφέρονται. Και ξέρεις, αν το δεις ως metalhead, θα παρατηρήσεις όλα αυτά τα κλασικά death metal και black metal συγκροτήματα. Και αν δεν αναγνωρίζεις το όνομα δίπλα σε αυτά τα κλασικά metal συγκροτήματα, τότε πιθανότατα είναι prog συγκρότημα. Οπότε απλώς τσέκαρέ το.

Blood Incantation

Ωραία. Τι γίνεται με τη σύγχρονη prog σκηνή; Υπάρχει κάποιος καλλιτέχνης που βρίσκεις ενδιαφέροντα;

Δεν έχω απολύτως καμία ιδέα. Ο Steven Wilson έπαιξε χθες το βράδυ και ήταν απίστευτο. Ήταν καταπληκτικός. Ήταν στην περιοδεία "The Overview" και ήταν ένα μυαλοσπαστικό θέαμα δεξιοτεχνίας και επικής ενορχήστρωσης. Δεν μπορούσα να το πιστέψω. Και θα δούμε τους Secret Chiefs 3 στην Αυστραλία σε λίγους μήνες. Αλλά ξανά, ο Steven Wilson και οι Secret Chiefs 3 υπάρχουν και οι δύο πάνω από 30 χρόνια. Οπότε, καμία ιδέα.

Το 2005, κανείς δεν αποκαλούσε το "Altars Of Madness" ή τους Nihilist old school

Λοιπόν, ξέρεις, οι Blood Incantation είναι ένα από τα πιο προβεβλημένα ονόματα του μεγάλου death metal revival των τελευταίων περίπου 10 ετών. Γιατί πιστεύεις ότι ο κόσμος συνεχίζει να επιστρέφει σε αυτό το υποείδος; Υπάρχουν κάποιοι συνοδοιπόροι σας που θα ήθελες να προτείνεις από αυτό το revival των τελευταίων δύο χρόνων;

Στην mainstream metal κουλτούρα, το death metal δεν ήταν «cool» για πολύ καιρό, ειδικά το evil death metal ή αυτό που τώρα λέγεται old school ή όπως αλλιώς. Αλλά, ξέρεις, το 2005, κανείς δεν αποκαλούσε το "Altars Of Madness" ή τους Nihilist old school. Ξέρεις, απλώς το έλεγαν όχι τόσο cool όσο ό,τι υπερ-υπερ-τροφοδοτημένο, υπερ-ψηφιακά κομπρεσαρισμένο, αστείο slam brutal death συνέβαινε εκείνη την εποχή. Κι έτσι όταν μεγάλωνα, ξέρεις, ακούγοντας Morbid Angel, Autopsy, Grotesque, Nihilist και Crematory και όλες αυτές τις μεγάλες μπάντες, At The Gates, κλπ. Όλα αυτά τότε δεν θεωρούνταν old school. Απλώς θεωρούνταν άνευ σημασίας. Οι αρχικές εκδόσεις αυτών των δίσκων έκαναν γύρω στα 4 δολάρια. Δηλαδή αγόρασα το "Leprosy" για 4 δολάρια σε δισκάδικο, μόλις το 2011. Κανείς δεν ενδιαφερόταν για αυτά. Οπότε, ξέρεις, μπορούσες να αγοράσεις ένα tour shirt των Morbid Angel από τα ’80s με 28 δολάρια. Αλλά σήμερα ο κόσμος πουλάει μπλουζάκια Bolt Thrower για 700 δολάρια και ένας δίσκος των Gorguts κοστίζει 300. Είναι εντελώς σκατά. Εγώ ευτυχώς μπήκα σε αυτά πολύ πριν συμβεί αυτό. Αλλά τότε δεν το έλεγαν old school death metal. Ήταν απλώς death metal, αληθινό death metal.

Και όλες εκείνες οι μπάντες που συνέχισαν να το κάνουν μέσα στα 2000s, όταν δεν ήταν στη μόδα, ξέρεις, μπάντες σαν τους Immolation, οι περισσότερες δεν έμειναν τόσο δυνατές ως μπάντες. Κι όμως, συνεχίζουν να βγάζουν επίκαιρη και ουσιαστική τέχνη. Οι Gorguts, οι Autopsy, οι At The Gates, οι Carcass, γύρισαν και έβγαλαν μερικά από τα καλύτερα πράγματά τους. Αλλά δεν ήταν πολλές. Στις αρχές των 2000s υπήρχε πολύ death metal που ήταν καθαρά underground, γιατί το mainstream ήταν κυρίως death metal ή black metal συμφωνικό. Αλλά στα 00s, άρχισαν να βγαίνουν πράγματα σαν τους Necros Christos ή τους Dead Congregation ή τους Cruciamentum, Grave Miasma, Venenum. Πολύ από αυτό το υλικό ερχόταν ειδικά από την Ευρώπη. Και στις ΗΠΑ υπήρχαν μπάντες σαν τους Anhedonist, μία από τις αγαπημένες μου όλων των εποχών. Υπήρχαν πράγματα σαν τους Ritual Necromancy, αυτός ο σκοτεινός, σπηλαιώδης death metal ήχος, και μετά αυτό άρχισε να ανεβαίνει.

Ο βασικός πυλώνας ήταν οι Nekros Christos, Dead Congregation και Cruciamentum. Αυτές οι μπάντες άναψαν την αναζωπύρωση

Αλλά σήμερα, οι περισσότερες μπάντες που θα πρότεινα, όπως οι Faceless Burial ή οι Mortuous, υπάρχουν 15 χρόνια. Απλώς τώρα αρχίζουν να θεωρούνται ανερχόμενες. Πολλές μπάντες φίλων μας είναι έτσι, και μπάντες που όταν οι Blood Incantation ξεκίνησαν το 2011, κοιτούσαμε. Για παράδειγμα, το Bay Area, που είχε τους Mortuous, Vastum, Acephalic, Necrot. Εκεί νομίζαμε ότι γίνονταν τα πράγματα. Ή στην Κοπεγχάγη, προφανώς, με όλες τις μπάντες του David Mikkelsen όπως οι Undergang και Phrenelith και όλα αυτά. Εκεί νομίζαμε ότι ήταν οι σκηνές. Κι έτσι πασχίζαμε εδώ στο Κολοράντο να μπούμε και να συμβάλουμε σε αυτές τις σκηνές. Και αυτές ήταν οι μπάντες με τις οποίες παίξαμε στην πρώτη μας περιοδεία. Στον Καναδά υπήρχε το συγκρότημα του Phil, οι Chthe'ilist, και εκείνοι οι τύποι από το Covenant Festival στο Βανκούβερ, όπως οι Auroch και οι Mitochondrion. Πολλές από αυτές τις μπάντες ήταν από τις πρώτες που έκαναν αυτό το πράγμα. Προφανώς, το Πόρτλαντ είναι τεράστια εστία τώρα. Αλλά τότε δεν υπήρχαν πολλά πράγματα στο επίπεδο του mainstream death metal.

Νομίζω ειλικρινά, οι Incantation και οι Immolation ήταν ίσως οι μόνοι που περιόδευαν ενεργά κάνοντας απλό death metal τότε. Και οι περισσότεροι από τους καλύτερους που υπάρχουν σήμερα και είναι νεότεροι, όπως είπα, είναι μπάντες που υπάρχουν πάνω από 10 χρόνια. Αλλά όσον αφορά μια μπάντα κάτω από πέντε χρόνια ζωής, που να έλεγα «αυτό είναι που γίνεται τώρα», είναι δύσκολο να πω. Οι Bölzer επίσης εμφανίστηκαν, αλλά αυτό ήταν πριν 10 ή 15 χρόνια κι αυτό. Οπότε πολλά από αυτά, αλλά ο βασικός πυλώνας ήταν οι Nekros Christos, Dead Congregation και Cruciamentum. Αυτές οι μπάντες άναψαν την αναζωπύρωση. Και είναι όλες ακόμα ενεργές, υποθέτω ότι οι Nekros δεν υπάρχουν πια, αλλά οι Sijjin υπάρχουν. Θα φέρουμε τους Sijjin στην επόμενη Absolute Elsewhere περιοδεία στην Ευρώπη. Και, ξέρεις, αυτό είναι σίγουρα άρρωστο υλικό. Μπάντες σαν τους Teitanblood, και εκείνοι επίσης το προώθησαν πολύ.

Όλα είναι πάνω από δύο φορές ακριβότερα από ό,τι πριν πέντε χρόνια

Μία τελευταία ερώτηση: επειδή προέρχεσαι από το Κολοράντο και το αμερικανικό extreme metal underground, γνωρίζεις όλα τα εμπόδια που μια νέα metal μπάντα πρέπει να αντιμετωπίσει για να μπορέσει καν να κυκλοφορήσει τη μουσική της και να παίξει live. Πόσο δύσκολη είναι η κατάσταση τώρα;

Δεν ήταν ποτέ χειρότερα. Ξέρεις, είμαι σε περιοδείες 20 χρόνια. Η πρώτη μου περιοδεία ήταν το 2007. Το πρώτο μου βινύλιο βγήκε το 2006. Παίζω συναυλίες από το 2002. Και ποτέ δεν ήταν πιο ακριβό. Ποτέ δεν είχε περισσότερο χαρτούρα, περισσότερες αιτήσεις και όλα αυτά. Ποτέ δεν υπήρχε λιγότερη υποδομή για να στηρίξει τους καλλιτέχνες. Στην Ευρώπη πάντα υπήρχε περισσότερη. Ξέρεις, ένα τουριστικό λεωφορείο ήταν πολύ πιο προσβάσιμο στην Ευρώπη. Και ήταν ήδη πολύ ακριβό. Αλλά ακόμα και πριν τον COVID, ήταν κυριολεκτικά στη μισή τιμή. Και μόλις ήρθε ο COVID, δεν έπεσε ποτέ ξανά. Οπότε τώρα ένα tour bus κοστίζει κυριολεκτικά τα διπλάσια από ό,τι πριν πέντε χρόνια. Τα ενοίκια για backline, το φαγητό, οι πτήσεις, τα καύσιμα, οι βίζες, οι αιτήσεις, όλα είναι πάνω από δύο φορές ακριβότερα από ό,τι πριν πέντε χρόνια. Δηλαδή, όταν πήγα για πρώτη φορά περιοδεία το 2007, ένα γεμάτο ρεζερβουάρ βενζίνης κόστιζε 25 δολάρια, ακόμα και με βαν. Δεν μπορείς να αγοράσεις καν μπλουζάκι με 25 δολάρια σε συναυλία το 2025. Είναι τρελό.

Κατάγομαι από το Όρεγκον, δεν είμαι από το Κολοράντο. Μετακόμισα εδώ για να μπω σε μια μπάντα από τα παλιά που είχα περιοδεύσει μαζί της με τις μπάντες μου στο Όρεγκον. Και τότε τυπώναμε μόνοι μας μπλουζάκια, και μπορούσες να αγοράσεις ένα λευκό μπλουζάκι για 3 δολάρια και να το τυπώσεις και να το πουλήσεις για 8. Και έβγαζες τα λεφτά σου πίσω, έκανες ένα μικρό κέρδος και όλοι ήταν χαρούμενοι. Πουλούσαμε τα μπλουζάκια μας για 10 δολάρια με ταχυδρομικά πληρωμένα στις ΗΠΑ, 12 δολάρια διεθνώς. Και δεν μπορείς καν να στείλεις μια κασέτα στην Ευρώπη με λιγότερα από 23 δολάρια τώρα. Είναι λυπηρό. Είναι τραγικό. Και δεν πρόκειται να καλυτερέψει. Όλα τα υπόλοιπα θα συνεχίσουν να αυξάνονται σε τιμή για πάντα, για όλους, μέχρι να εκραγεί όλος ο κόσμος.

Blood Incantation

Δώσε μας ένα θετικό μήνυμα για να κλείσουμε τη συνέντευξη…

Ο κόσμος πραγματικά υποτιμά πόσο δύσκολο είναι να είσαι επαγγελματίας περιοδεύων μουσικός σήμερα. Ήταν πολύ πιο εύκολο ακόμα και πριν 10 χρόνια. Έχω δει πολλές αλλαγές και καμία δεν ήταν προς το καλύτερο. Υπήρξαν λίγοι μήνες που στις ΗΠΑ σταμάτησαν να παίρνουν προμήθεια από τις πωλήσεις merch, αυτή τη μαφία. Και όχι μόνο σταμάτησαν την προμήθεια, σου έδιναν και κάρτα βενζίνης, κάπου 750 δολάρια δωρεάν καύσιμα, και σου χάριζαν το selling fee. Και το έκαναν αυτό για πόσο; Έξι μήνες, οκτώ μήνες; Και κάθε άτομο που ήξερα έλεγε, αυτό είναι το καλύτερο πράγμα που συνέβη ποτέ. Και απλώς το σταμάτησαν γιατί σου κούνησαν το καρότο και είπαν «δεν θα ήταν ωραίο να σε φέρονταν σαν άνθρωπο που αξίζει σεβασμό ως καλλιτέχνης που παρέχεις αυτή την ωραία τέχνη και μουσική στην κοινωνία για να την απολαύσει σε όλο τον κόσμο;». Και το πήραν πίσω. Αλλά προφανώς ήταν ικανοί να το κάνουν χωρίς να καταρρεύσουν. Η βιομηχανία τους δεν έπαθε τίποτα. Έβγαλαν όλα τα λεφτά που έβγαζαν πάντα. Απλώς έδωσαν ένα μικρό κομμάτι πίσω στους μουσικούς που τα κάνουν όλα δυνατά. Δεν ξέρω πότε θα ξαναγίνει, αλλά ήταν απίστευτο. Εκείνοι οι έξι μήνες ήταν υπέροχοι.

Σε ευχαριστούμε πάρα πολύ για τον χρόνο σου. Τα λέμε στην Ελλάδα!

Ναι, πρώτη φορά. Ανυπομονούμε, φίλε.

Photo Credits: Julian Weigand, Κώστας Λιλιόπουλος (live) 

  • SHARE
  • TWEET