Roadburn Festival @ Tilburg, Netherlands, 21-22/04/22

Επεισόδιο I: Η επιστροφή του σημαντικότερου ευρωπαϊκού indoor μουσικού φεστιβάλ ήταν επιβλητική

  Εισαγωγή   

Κάποιοι είχαν κρατημένα εισιτήρια από το 2019. Κάποιοι θα πατούσαν στο Tilburg για πρώτη φορά. Κάποιοι ήταν υπέρ-προετοιμασμένοι και κάποιοι άλλοι όχι τόσο. Τους τελευταίους μήνες, ωστόσο, όλοι ανά τακτά χρονικά διαστήματα κοιτούσαμε τα ημερολόγια και ρίχναμε από μία ευχή στο σύμπαν να μην στραβώσει κάτι. Η γιορτή του Roadburn μας είχε λείψει αφάνταστα. Το περσινό ψηφιακό Redux ήταν εξαιρετικό μεν, υποκατάστατο δε. Η αίσθηση ενός χώρου γεμάτου από ήχους και κόσμο δεν θα χωρέσει ποτέ σε μία οθόνη. Ούτε εκείνη του να βλέπεις πρόσωπα που μπορεί να είναι εκεί για ένα σκασμό διαφορετικούς λόγους από εσένα, αλλά την επόμενη στιγμή δεν αποκλείεται να ζήσετε το ίδιο σετ παρέα. Ανάμεσα στις δύο αναβολές και τον τεράστιο κατάλογο ονομάτων, οι προσδοκίες βρίσκονταν ψηλά. Αν ανταπεξήλθε το φεστιβάλ; Ας σοβαρευτούμε.

Ημέρα 1

Big Brave Roadburn

Πέμπτη μεσημέρι, σε πλήρως ανοιξιάτικο κλίμα, ο χώρος έξω από το Koepelhal είχε ήδη αρχίσει να γεμίζει. Μετά το πρώτο απαραίτητο πέρασμα από τους πάγκους του merch, οι Big|Brave ανέβηκαν στη σκηνή του Terminal κι έβαλαν γερά τις βάσεις για τα όσα θα ακολουθούσαν. Το υλικό του "Vital" αποδόθηκε με τον όγκο και το νεύρο που του άρμοζε. Η ένταση και τα φωνητικά έσπασαν στιγμιαία μόνο για την καλησπέρα και τις ευχαριστίες. Η πρώτη μας επαφή με το Main Stage του 013 δεν ήταν άλλη από την πρώτη (από τις πάρα πολλές), συνεργασίες που προσέφερε το φεστιβάλ. Vile Creature και Bismuth παρουσίασαν το μονοκόμματο κτήνος του "A Hymn Of Loss And Hope" το οποίο αν και δεν ξέφυγε από τα στενά όρια του sludge δεν παρέλειψε να δώσει μια ανιδιοτελή γεύση κάθαρσης.

Προηγουμένως, στο Next Stage ο Forndom (Ludwig Swärd) απέδειξε πως το Nordic folk έχει ισχυρό λόγο στη σημερινή ανάγκη της μουσικής κοινότητας για επικοινωνία, καθηλώνοντας το κοινό με τον κινηματογραφικό του ήχο. Το σετ των Bruit δυστυχώς πλήρωσε τον μικρό (sic) αποπροσανατολισμό του ξεκινήματος, αλλά το κενό καλύφθηκε ευχάριστα από τους θολωμένους kraut ήχους των Oslo Tapes. Η πρώτη μας επίσκεψη στον χώρο του Terminal έγινε για χάρη των Year Of No Light, οι οποίοι με εντυπωσιακά κρυστάλλινο και ταυτόχρονα δυνατό ήχο ήταν το πρώτο δυνατό set που είδαμε. Εκτός του ήχου, εντυπωσιακός ήταν και ο φωτισμός που είχαν φέρει μαζί τους οι Γάλλοι.

Messa Roadburn

Η πρώτη μεγάλη εμφάνιση του φεστιβάλ δεν άργησε πολύ. Μπαίνοντας στη main stage του 013 για τους Messa οι προσδοκίες ήταν πολλές. Το 2019 είχαν αποδείξει περίτρανα ότι εκτός από το στούντιο, το έχουν και στο σανίδι. Δεδομένου του ύφους και του στησίματος της τετράδας, η μεγάλη σκηνή δεν θα ήταν παράλογο να δημιουργήσει θέματα. Από τις πρώτες στροφές του "If You Want Her To Be Taken" οι αμφιβολίες εξαφανίστηκαν. Τα ρυθμικά κυριαρχούσαν. Η φωνή της Sara έλαμπε. Οι καλεσμένοι που μας είχαν τάξει πρόσθεσαν το κάτι παραπάνω. Το σύνολο έβγαζε έναν πιο παλιομοδίτικο αέρα από το αναμενόμενο. Με την καλύτερη δυνατή έννοια.

Το πάρτυ ζεστάματος της Τετάρτης ήταν καμένο από χέρι. Το μεγαλύτερο σχετικό παράπονο είχε να κάνει με τη Linnéa Olsson και τους Maggot Heart. Η ανακοίνωση ενός επιπλέον σετ στο Lady Bird skate park ήρθε ως καλοδεχούμενο δώρο. Ο ήχος ήταν όσο φασαριόζικος έπρεπε. Το attitude ολόσωστο. Τα γεμίσματα μανιασμένα. Το μικρόφωνο λίγο κάτω από την κιθάρα. Μικρό το κακό. Γυρνώντας γρήγορα στο κυρίως venue, καταφέραμε να δούμε το τελείωμα της εμφάνισης των 40 Watt Sun στην κεντρική σκηνή. Κρίνοντας από το το φοβερό "Stages" που προλάβαμε, θα θέλαμε να είχαμε προλάβει λίγο παραπάνω.

Cloud Rat

Στο πρώτο από τα δύο τους σετ, οι Cloud Rat ξεδίπλωσαν τη μινιμαλιστική και ηλεκτρονική χάρη του "Do Not Let Me Off The Cliff" κερδίζοντας τις εντυπώσεις ακόμη και των πιο αφοσιωμένων grindcore-άδων (και υπήρχαν πολλοί τέτοιοι), χάρη στην εμβάθυνση στο εναλλακτικό τους σύμπαν. Γρήγορη μετάβαση στο Next Stage, όπου ο κύριος Dávid Makó ή αλλιώς The Devil's Trade κατάφερε να γεμίσει τον χώρο με κόσμο. Η αλήθεια είναι ότι εμάς δε μας κράτησε μέχρι το τέλος της εμφάνισής του - της πρώτης από τις τρεις στο φεστιβάλ - και προτιμήσαμε κάτι λιγότερο ψυχοπλακωτικό μετά τη μέση.

Αφού καταφέραμε να προσανατολιστούμε και να εντοπίσουμε το Paradox, μπορέσαμε στη συνέχεια και να χωρέσουμε για να βιώσουμε την εμπειρία των Autarkh III. Με σετ βασισμένο στο αντίστοιχο από το περσινό Redux, αλλά και με ενορχηστρωτικές εκπλήξεις, οι Ολλανδοί ήταν ένα κερδισμένο στοίχημα, ακόμη και εάν οι συνθήκες της εμφάνισης, ελέω ομιλιών, δεν ήταν και οι ιδανικές. Η βαριά, εναλλακτική πρόταση των Helms Alee ήδη από τα χαρτιά έδειχνε να ταιριάζει ωραιότατα στην αισθητική του Roadburn. Το ότι στην πράξη θα κούμπωνε ακόμα καλύτερα μάλλον έπρεπε να το περιμέναμε. Οι εναλλαγές ανάμεσα στα τρία μικρόφωνα έδιναν κι έπαιρναν. Η παραμόρφωση χαλάρωσε μόνο για μικρές ανάσες.

Solstafir

Εκπλήξεων συνέχεια, η εμφάνιση των Thou στο skatepark δημιούργησε αναστάτωση και αναμενόμενα τεράστια ουρά. Επιμείναμε όμως και έτσι καταφέραμε να συντονιστούμε με τις δονήσεις και τον χαμό που επιφέρει μια ζωντανή τους εμφάνιση, την οποία χαρακτήρισαν warm-up. Και που να ξέραμε τι θα ακολουθούσε με δαύτους… Στον αντίποδα, η παρουσίαση ολόκληρου του "Svartir Sandar" ήταν μια από τις πιο πολυαναμενόμενες του τετραημέρου. Ο δίσκος, κομβικής σημασίας για τους Solstafir και τον σύγχρονο ακραίο ήχο, μπορεί τεχνικά να αποδόθηκε άψογα, με έμφαση στο δεύτερο, συγκλονιστικό του μισό, αλλά από την εμφάνιση, δυστυχώς έλειπε το πάθος, η χημεία και η φόρτιση που φανταζόμασταν με κάθε ακρόαση, στον επιθυμητό τουλάχιστον βαθμό.

Russian Circles

Οι Russian Circles ήταν ένα από τα ονόματα που περιμέναμε να δούμε και τελικά έκαναν μια από τις καλύτερες εμφανίσεις σε όλο το φεστιβάλ, κατακτώντας με ευκολία τη μεγάλη σκηνή και δίνοντάς μας τα μυαλά στο χέρι. Με τρία μόνο όργανα κατάφεραν να γεμίσουν τον χώρο με έναν εκπληκτικό ήχο (ίσως τον καλύτερο που ακούσαμε ζωντανά) και μας έκαναν να φύγουμε σαν πατημένοι από τραίνο. Τα λόγια πραγματικά μερικές φορές μας περιορίζουν στις περιγραφές. Οι Αμερικανοί έκαναν μια ηγετική, αρχοντική εμφάνιση, αντάξια του headliner ενός τόσο σημαντικού φεστιβάλ. Ευτυχώς, σε μερικές μέρες θα είναι στην Ελλάδα.


Ημέρα 2

Η Παρασκευή μας βρήκε από νωρίς στον χώρο του φεστιβάλ, αλλά όχι για αμιγώς μουσικούς λόγους. Το πρώτο panel του φεστιβάλ ήταν γεγονός και άκρως σημαντικό. Με θεματική τη σχέση του σκληρού ήχου και της queer κοινότητας, Hunter - Hunt Hendrix (Liturgy), K.W. Campol (Vile Creature) και Meredith Graves (ex - Perfect Pussy) μέσα από τα βιώματά τους, εξήγησαν τη σημασία των safe spaces εντός του Roadburn όσο και των D.I.Y. κοινοτήτων, τον ρόλο της αισθητικής τόσο του metal όσο και γενικότερα της pop κουλτούρας καθώς και των ακραίων ήχων ως μέσο έκφρασης και διεξόδου. Όσον αφορά τις συζητήσεις στα panels βέβαια, βεβαιωθείτε πως θα επιστρέψουμε.

Συνεχίζοντας στο διπλανό κτηριακό συγκρότημα, το Terminal μας υποδέχτηκε για πρώτη φορά για τη μέρα. Έξω ήταν 2 το μεσημέρι, αλλά στον χώρο επικρατούσε σχεδόν απόλυτο σκοτάδι που αποδείχτηκε ...κατανυκτική ατμόσφαιρα για το μεταλλίζον doom των Primitive Man. Μετά από μια ακόμα βόλτα στο merch, επόμενη στάση ήταν το Engine Room και το set των Svalbard. Μπορεί αρχικά να σε ξεγελάσουν με τα ήρεμα και ατμοσφαιρικά σημεία των τραγουδιών τους, αλλά νομοτελειακά κάποια στιγμή σκάει η ένταση και σε παίρνει παραμάζωμα. Μπάντα γεμάτη ενέργεια..

James Kent & Johannes Persson Roadburn

Τσιτωμένα synth. Κραυγές γεμάτες ψυχή. Διπλά ντραμς. Κιθάρες για γαρνιτούρα. Φουτουριστικά χρώματα. Και φώτα. Πολλά φώτα. Η συνεργασία James Kent & Johannes Persson βρισκόταν στη λίστα μας με τις πιο αναμενόμενες εμφανίσεις του φεστιβάλ από τότε που είχε ανακοινωθεί. Οι απαιτήσεις ήταν πολλές. Τα δύο χρόνια καθυστέρησης μόνο τις ανέβασαν. Το αποτέλεσμα τις ξεπέρασε με χαρακτηριστική άνεση. Λίγους μήνες πίσω ο μπροστάρης των Cult Of Luna ευχόταν να παρουσιάσουν το "Final Light", έστω κι αργά. Για καλή μας τύχη τα κατάφεραν, κουβαλώντας κάμποσο σκοτάδι με λεπτομέρειες από νέον, δάκρυα και λίγη βροχή στο Popodium.

Στο δεύτερο panel, το επίκεντρο ήταν η μετάβαση από την κλασική στη σύγχρονη μουσική. Hendrix, Kristin Hayter (Lingua Ignota) και Karin Park εξήγησαν τη σημασία της επαφής σε νεαρή ηλικία με κλασικά μουσικά έργα, της πειθαρχημένης προσέγγισης στην εκπαίδευση, καθώς και τη μουσική θεωρία ως γλώσσα επικοινωνίας, με όλα τα σχετικά εμπόδια. Η ιδιαίτερη μνεία στη συμβολή του Stravinsky στην εξέλιξη του σύγχρονου ακραίου ήχου επιβεβαίωσε πως το Roadburn συνειδητά συμβάλλει στις εξελίξεις του σκληρού ήχου, αντί απλώς να τις ακολουθεί.

Με ακόμα λιγότερα χρήματα στο πορτοφόλι μας, επιστρέψαμε στο Terminal για το set των Slift. Τους χάσαμε την προηγούμενη μέρα που έπαιξαν το "Ummon", τους είδαμε όμως να παρουσιάζουν νέα κομμάτια. Το βαρύ, φουτουριστικό ψυχεδελικό τους rock μας έκανε να καθήσουμε σχεδόν μέχρι το τέλος, οπότε και φύγαμε για το διπλανό Skatepark. Μία μέρα μετά την εμφάνισή στην κεντρική σκηνή, οι Messa μας κέρασαν εκεί έναν δεύτερο γύρο, και δεν μπορούσαμε να τους αρνηθούμε. Κάτι το πιο προσγειωμένο πλαίσιο, κάτι η επιλογή κομματιών που δεν περιορίστηκε στο "Close", η μία ώρα κύλησε νεράκι. Για το ξέσπασμα του "Leffotrak" τα λόγια περιττεύουν.

Wiegedood Roadburn

Μια από τις τελευταίες ανακοινώσεις του φεστιβάλ ήταν η curated, δια χειρός Milena Eva και Thomas Sciarone, εμφάνιση των Wiegedood στην κεντρική σκηνή. Οι Φλαμανδοί όρμησαν και παρουσίασαν, ξερά, πνιγηρά, αδυσώπητα και μανιακά, ολόκληρο το φετινό παρανοϊκό έπος που ονομάζεται "There’s Always Blood At The End Of The Road". Χωρίς μπάσο, αλλά με κατάλληλο φωτισμό και ταγμένο πολυπληθές κοινό, η τριάδα ξεπέρασε της προσδοκίες και τις αμφιβολίες της παρουσίασης ενός δύσβατου black metal έργου μπροστά σε τρεις χιλιάδες άτομα. Οι Wiegedood μετέδωσαν πειστικά τη συναισθηματική πίεση της κορυφαίας τους στιγμής και επισφράγησαν την ηγεμονία τους στη σύγχρονη σκηνή.

GGGOLDDD Roadburn

Ανάμεσα στα ετερόκλητα σετ, η ολοζώντανη (επιτέλους) παρουσίαση του "This Shame Should Not Be Mine" των GGGOLDDD ξεχώρισε με έναν απολύτως δικό της τρόπο, κι αυτό λέει πολλά. Τα έγχορδα κόλλησαν ιδανικά πάνω από τον ηλεκτρισμό του σχήματος. Οι ερμηνείες έκοβαν βαθιά. Η ησυχία κάτω από τη σκηνή ήταν τέτοια που αν έπεφτε καρφίτσα, την άκουγες. Την ίδια ώρα, οι Red Kite ξεδίπλωσαν το jazz rock τους μπροστά σε ένα ενθουσιώδες κοινό που γέμισε ασφυκτικά το φιλόξενο Paradox. Με συνοδεία από τις απαραίτητες μπύρες και με πολύ λίκνισμα, για σχεδόν 80 λεπτά οδηγηθήκαμε σε απολαυστικά αυτοσχεδιαστικά μονοπάτια. Ο απίθανος drummer Torstein Lofthus έκλεψε πρώτος-πρώτος την παράσταση.

Καρφί μετά τη λήξη, σειρά είχε η πρώτη εμφάνιση επί ευρωπαϊκού εδάφους των Lamp Of Murmuur σε ένα απροειδοποίητο set-έκπληξη. Καταφέρνοντας με δυσκολία να ελιχθούμε ανάμεσα στον κόσμο, τρυπώσαμε στη σπηλιά του Little Devil και είδαμε με τα ίδια μας τα μάτια γιατί τέτοιος ντόρος με τους συγκεκριμένους. Είναι δίκαιος. Μπορεί να χάσαμε τη χθεσινή εμφάνιση των Full Of Hell αλλά η απόδοση, ολόκληρου του "Weeping Choir" μας αποζημίωσε με το παραπάνω. Το συγκρότημα ήταν εντυπωσιακά δεμένο αλλά και απαράμιλλα ισοπεδωτικό, ενώ το επί σκηνής πέρασμα της Lingua Ignota στο στοιχειωτικό "Armory Of Obsidian Glass" αποτελεί μια από τις στιγμές του φεστιβάλ. Μπαντάρα! Στριμωγμένη ανάμεσα σε μία σειρά από πλήκτρα και synth, η Karin Park γέμισε το Next Stage με αποκαλυπτικές ποπ μελωδίες. Όλη η ουσία βρισκόταν στις γραμμές και τις λούπες. Όσοι περίμεναν ένα φαντεζί σόου και παιχνίδια με το κοινό, μάλλον έμειναν με την όρεξη. Αυτά θα έρχονταν μία μέρα μετά.

Alcest Roadburn

Αναγνωρίζοντας την πιθανότητα να ακουστούμε σαν χαλασμένο μαγνητόφωνο, αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν εκεί έξω πολλά συγκροτήματα στον ευρύτερο metal χώρο που να βγάζουν με τόση άνεση μία τόσο γλυκιά μελαγχολία όσο οι Alcest. Χωρίς πόζες, χωρίς υπερβολές, χωρίς πολλά λόγια. Μόνο με τις κιθάρες τους, τα απαραίτητα φορτισμένα ξεσπάσματα και τις αιθέριες γραμμές του Neige. Από τα πρώτα γρατζουνίσματα ως το τελικό σβήσιμο σε μαύρο, μία δεκαετία και κάτι μετά την κυκλοφορία του, το "Écailles De Lune" μοιράζει ακόμα τα ίδια ρίγη με τότε. Τα περάσματα από την πρόσφατη δισκογραφία του σχήματος, ταίριαξαν ωραιότατα σαν ορεκτικό και επιδόρπιο.

Το grindcore set των Cloud Rat αναμενόμενα αποτέλεσε πόλο έλξης αρκετού κόσμου και έτσι το Engine Room γέμισε και έγινε μάρτυρας σε μια εμφάνιση που απέδειξε ότι οι Αμερικανοί έχουν αλλάξει επίπεδο. Η Madison Marshall είναι τρομερή frontwoman, το crust/grind της τριάδας φρενήρες και με σύμμαχο ηχάρα απλά και λιτά κατεδάφισαν. Η συνεργασία της Παρασκευής μπορεί να μας άφησε με ανεκπλήρωτες υποσχέσεις, αλλά μία επιπλέον δόση Vile Creature στις ράμπες του Lady Bird ήταν κάτι παραπάνω από ευπρόσδεκτη. Το ημί-ομώνυμο του "Glory, Glory! Apathy Took The Helm!" παίχτηκε με όλο τον τσαμπουκά που θα περίμενε οποιοσδήποτε υποψιασμένος. Το αναπάντεχο πέρασμα από Placebo μας έπιασε αδιάβαστους.

Mizmor Thou Roadburn

Ειδοποιήσεις για συνεργατικό σετ - έκπληξη Mizmor και Thou. Στην κεντρική σκηνή. Σε λίγες ώρες. Στα καπάκια, mail από το bandcamp πως κυκλοφόρησε το "Myopia", η σύμπραξη των κυρίων. Με κομμένα τα πόδια, αναρωτιόμασταν πως θα ηχούσε. Επιλέξαμε να το βιώσουμε για πρώτη φορά ζωντανά. Η στιγμή έφτασε, τα φώτα έσβησαν και ο A.L.N. με ένα ουρλιαχτό σήμανε την έναρξη. Για την επόμενη ώρα, η εμπειρία ήταν στοιχειωτική. Θα μιλήσουμε αναλυτικά για τη δισκάρα, αλλά το γεγονός πως κατάφεραν, αποξενωμένοι μα και οικείοι, οδυνηροί μα ένθερμοι, να μας αφήσουν αποσβολωμένα να ταξιδεύουμε στη μέση Γη των ηχοχρωμάτων τους, αποτελεί πανηγυρική δικαίωση της μεγαλύτερης έκπληξης (και ρίσκου) που επιφύλαξε το φεστιβάλ.

Θα είμαστε ειλικρινείς. Το μεταμεσονύκτιο πάρτι με μπλιμπλίκια των Health το περιμέναμε. Αυτό που δεν περιμέναμε ήταν το μέγεθος του πάρτι. Ο συνδυασμός της ασταμάτητης επίθεσης από φώτα, των έντονων ρυθμών και της industrial αισθητικής παρέσυρε τα πάντα. Το τρίο ξέρει πολύ καλά τι κάνει. Το αποτέλεσμα; Φωνές, χοροί, σπρωξίματα, και λίγοι χοροί επιπλέον. Για να κλείσει σωστά η μέρα.

Διαβάστε το δεύτερο μέρος για τις ημέρες 23-24/04/22 εδώ.

Photo Credits:

Κώστας Λιλιόπουλος
Facebook
Instagram: @kostasliliopoulos

Dante Torrieri
Website
Facebook
Instagram: @uselessrebel
     

  • SHARE
  • TWEET