Roadburn Festival @ Tilburg, Netherlands, 23-24/04/22

Επεισόδιο ΙΙ: Η ανώτερη των προσδοκιών εξέλιξη και ολοκλήρωση του κορυφαίου indoor μουσικού φεστιβάλ

Διαβάστε το πρώτο μέρος για τις ημέρες 21-22/04/22 εδώ.

Ημέρα 3

Σαββατιάτικο πρωινό και μετά τον πανικό των δύο προηγούμενων ημερών, το ξεκίνημα με Midwife έκατσε σαν μία ανάσα γαλήνης. Οι ταχύτητες παρέμειναν σταθερά κάτω από τη μέση και τα εφέ δεν έφυγαν από το μικρόφωνο. Οι ακραία προσκείμενοι πιθανότατα βγήκαν από το Engine Room όπως μπήκαν. Οι υπόλοιποι χαλαρώσαμε και απολαύσαμε μια απλή αλλά πανέμορφη φωνή. Οι Divide & Dissolve δεν ήταν απλώς μια ακόμα προσθήκη. Σχεδόν το ίδιο θα μπορούσε να ειπωθεί και για την εμφάνισή τους. Για σχεδόν μια ώρα έκαναν το Terminal να υποκλιθεί στη γοητεία του ωμού μα ευαίσθητου "Gas Lit", ενώ τα πολιτικά μανιφέστα μεταξύ των συνθέσεων συντάραξαν εξίσου με τα σαξόφωνα μέσα στον ηχητικό sludge βούρκο, παρά την αίσθηση πως κάτι (ίσως οπτικό) έλειπε για να απογειωθεί το σετ τους.

Ο λαλίστατος και πολύ επεξηγηματικός Andreas Kohl (Optimal Media), η manager των Solstafir και Oranssi Pazuzu, Erin Lynch και ο ατζέντης των Neurosis, Ansgar Glade, συντονίστηκαν από την εκλεκτή Becky Laverty σε μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση. Μας μιλήσανε για κόστη, φετιχισμό, δύσκολες συνθήκες εργασίας στα εργοστάσια παραγωγής δίσκων βινυλίου, ηλικιωμένους μαστόρους που περάσανε τη γνώση στους νεότερους, αποφάσεις εταιρειών να «κόβουν» albums σε όλα τα χρώματα του ουρανίου τόξου. Η υπομονή του Andreas δοκιμάστηκε και μετά το τέλος του panel, όπου έμεινε και απάντησε πρόθυμα και υπομονετικά σε κάθε απορία. Και ναι, μας επιβεβαίωσε το ότι είναι παραμύθι πως οι μαζικές παραγγελίες για τον τελευταίο δίσκο της Adele καθυστερούν τις παραδόσεις βινυλίων των μικρότερων.

Jo Quail Roadburn

Στη λίστα με τα άτυπα θύματα των αναβολών του Roadburn, η Jo Quail και το "The Cartographer" είχαν κλεισμένη μία θέση ψηλά. Το πρότζεκτ αρχικά προοριζόταν να παρουσιαστεί το 2020, αλλά αφού όλα πήγαν κατά διαβόλου, μπήκε στο συρτάρι. Δύο χρόνια αργότερα η ώρα είχε φτάσει. Η αγαπημένη τσελίστρια ανέβηκε στη μεγάλη σκηνή του 013 συνοδευόμενη από οκτώ πνευστά, δύο κρουστά, πιάνο, βιολί, και το αποτέλεσμα ήταν τουλάχιστον επιβλητικό. Μία ολοκληρωμένη contemporary classical σουίτα, με όλη την ένταση και τις ιδιοτροπίες της, παιγμένη στον ίδιο χώρο που κάποιες ώρες μετά θα ακούγονταν blast beats και κραυγές. Αναμφίβολα από τις πιο ξεχωριστές στιγμές του τετραημέρου.

Η ακύρωση της εμφάνισης του Lustmord δημιούργησε ένα κενό που καλύφθηκε από το σετ έκπληξη των Gnod. Αυτό το σχήμα είναι τόσο νευρώδες, τόσο cool, τόσο ισοπεδωτικό, τόσο ωμό και τραχύ επί σκηνής, όσο οι δίσκοι του. Η ανάσα ενέργειας που έδωσαν με την παρουσία τους ήταν αρκετή για να δώσει απεριόριστη ώθηση σε μια γεμάτη ημέρα. Το Paradox αποδείχτηκε πολύ φιλόξενο για να το αγνοήσουμε κι έτσι παρακολουθήσαμε εκεί και την εμφάνιση των Βέλγων John Ghost. Ορχηστρική και σε σημεία ίσως και αυτοσχεδιαστική μουσική επηρεασμένη από rock και jazz, με το σαξόφωνο να ηγείται, το βιμπράφωνο να χρωματίζει και τη μπυροποσία σχεδόν να επιβάλεται.

Emma Roadburn

Δεν ήταν εύκολο ούτε προφανές το επόμενο καλλιτεχνικό βήμα για την Emma Ruth Rundle. Η επιλογή δε να παρουσιάσει στο Main Stage ολόκληρο το ψυχολογικό ξεγύμνωμα του "Engines Of Hell" δεν ήταν η προβλέψιμη. Η μεγάλη αυτή καλλιτέχνιδα όμως, κατάφερε, με την ειλικρίνεια, την απλότητα, τις ανάσες, την ερμηνεία και την αμεσότητά της να καθηλώσει και να συγκινήσει σχεδόν 4 χιλιάδες άτομα που σιώπησαν για να αφήσουν σε κάθε στιγμή της εμφάνισης να γεμίσει τον χώρο. Αυτό που πέτυχε η Emma είναι ο ορισμός του πρέπει να το ζήσεις για να το καταλάβεις, καθώς και πως μουσική είναι πολλά περισσότερα από στείρες νότες.

Arabrot Roadburn

Τρέχοντας για να χωρέσουμε στο Next Stage γίναμε μάρτυρες της φουριόζας συναυλιακής εκδοχής των Årabrot. Η πειραματική τους χροιά κρύφτηκε (όπως λίγο και η κιθάρα) κάτω από τις ρεφραινάρες και με κορυφαία τα χιτάκια από το "Norwegian Gothic" το σετ τους ήταν απολαυστικό. Αυτό όμως θα ήταν η μισή αλήθεια αν δεν δηλώσουμε, ξανά, όρκους πίστης προς την Karin Park η οποία ήταν συγκλονιστική ερμηνευτικά και μουσικά. Σε μια ακόμα έκπληξη που ανακοινώθηκε λίγη ώρα πριν συμβεί, οι Primitive Man κατέλαβαν τη χαμηλή σκηνή του Skatepark για ένα set μικρότερο από της προηγούμενης μέρας, αλλά πιο οικείο και πιο ιδρωμένο. Στον συγκεκριμένο χώρο παίζεις σχεδόν μέσα και συνδέεσαι καλύτερα με το κοινό κι αυτό ακριβώς συνέβη κι εδώ.

Nothing Roadburn

Πίσω όμως στο Main Stage γιατί η πρώτη, εκ των δύο, εμφάνιση των Liturgy ήταν γεγονός. Μια μέρα μετά τη μεστότητα των απόψεών της στο σχετικό panel, η Hunter - Hunt Hendrix παρουσίασε ολόκληρο το "H.A.Q.Q." του 2020 με το δυσαρμονικό avant-garde metal να αποκτά μια χροιά κάθαρσης η οποία, και το υπογράφουμε, δεν κέρδισε απλώς αρκετούς νέους οπαδούς για την μπάντα, αλλά κυρίως μετέδωσε έναν ανείπωτο πόνο. Πραγματικό black metal. Για την ομορφιά του shoegaze των Nothing κάποιοι τα φώναζαν, κάποιοι τα ξαναφώναζαν, και κάποιοι ήμασταν ανεπίδεκτοι. Ο αέρας της τετράδας από τη Philadelphia στο Terminal όμως δε γινόταν να περάσει απαρατήρητος. Από τα χαμηλωμένα μικρόφωνα ως τα ξεσπάσματα κι από τα ταιριαστά οπτικά ως το κλείσιμο με "The Dead Are Dumb", το πενηντάλεπτο πήγαινε από κορυφή σε κορυφή.

Kaelan Mikla Roadburn

To φεστιβάλ στήριξε την τοπική σκηνή και η πρώτη ζωντανή εμφάνιση των Silver Knife ήταν ένα τρανό παράδειγμα. Το παραδοσιακό black metal του σχήματος κλπ συνεπήρε το γεμάτο Hall Of Fame και τα riff του σχήματος ηχούσαν ιδιαίτερα πειστικά. Δεν υπήρξαν πολλές εμφανίσεις που να μας προβλημάτισε τόσο το ενδεχόμενο γεμάτου stage όσο για τις Kælan Mikla. Οι μάγισσες δεσποινίδες από την Ισλανδία με έναν φανταστικό δίσκο στις αποσκευές και κάμποσο συνοδευτικό ντόρο, απέδειξαν ότι έχουν κερδίσει με τα σπαθιά τους μία θέση στα πιο ενδιαφέροντα σύγχρονα darkwave. Τα πταίσματα των προηχογραφημένων συγχωρούνται. Το πέρασμα του Neige έβαλε το κερασάκι. To πόσο γρήγορα οι Senyawa μετέτρεψαν τον ήχο τους από επιβλητικό drone σε έναν αδυσώπητο πειραματισμό, θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί και σοκ αντάξιο του πρόσφατου "Alkisah". Το bamboo spear «ούρλιαζε και κραύγαζε» μαζί με τις λούπες σε δύστροπα ηχητικά μονοπάτια και το ντουέτο δικαίωσε τον ντόρο γύρω από το όνομά του, πανεύκολα.

Ulver Roadburn

Όσο ψηλά κι αν είχε κάποιος τον πήχυ για τους Ulver, πιστεύω ότι νικήθηκε από τη συγκεκριμένη εμφάνιση των Νορβηγών στο φετινό Roadburn. Μιλάμε ίσως για το highlight ολόκληρου του φεστιβάλ, μια τρομερή παραγωγή που ήμασταν τυχερά που απολαύσαμε σε έναν κλειστό χώρο που μάλιστα ίσως φάνηκε και οριακά μικρός γι' αυτήν. Η αρτιότητα του οπτικοακουστικού θεάματος κατά την απόδοση του σπουδαίου "Flowers Of Evil" αλλά και ολίγης από Καίσαρα, δεν είναι ιεροσυλία να πούμε ότι έφερε στο μυαλό τους Pink Floyd, δηλαδή την τελευταία πίστα. Μέχρι και τα δύο μακρόσυρτα τζαμαρίσματα με την έντονη παρουσία κρουστών, το ένα στη μέση και το άλλο στο τέλος, ακούστηκαν ταιριαστά.

Παρόλα αυτά όμως, η απόδοση ολόκληρου του σεμιναριακού "Mortal Coil" από τους Dödsrit στο Hall Of Fame ήταν must. Τόσο απλά. Τι και αν μπήκαμε τελευταίοι, τι και εάν οι υψωμένες μπύρες και ο καπνός έκρυβαν τη σκηνή, ή αν ο ήχος είχε σκαμπανευάσματα. Το κοινό ήταν εξίσου ταγμένο όσο και η μπάντα στο black/crust και το αποτέλεσμα ήταν ένα κολασμένο 40λεπτο που μας εγκλώβησε από το να δούμε, οι απαράδεκτοι, τους Duma. Όσα όμως βιώσαμε κατά το ξέσπασμα του ομότιτλου θα τα θυμόμαστε για πάντα.

Full Of Hell x Nothing Roadburn

Παρά το προχωρημένο της ώρας, δεν γινόταν να μην παραστούμε στο συνεργατικό σετ των Full Of Hell και Nothing. Οι πρώτοι, έχουν καθιερωθεί (με τις συνεργασίες και τους δίσκους τους), δικαίως, ως ένα από τα πιο πολυσχιδή σχήματα του ακραίου ήχου, ενώ οι δεύτεροι ωθούν το shoegaze στα σύγχρονα άκρα του. Η Full Of Nothing (sic) σύμπραξη εξώθησε κοινό και μπάντες στα όρια του. Ηλεκτρονικό, αποδομημένο, θορυβώδες, έρπον και περιπετειώδες, το σκηνικό που έστησαν οι μουσικοί ήταν ξεχωριστό ακριβώς επειδή δεν επέλεξαν τον εύκολο (ας πούμε), δρόμο. Είναι τέτοιες στιγμές που ανάγουν συγκροτήματα όπως οι Full Of Hell σε δίκαια πρόσωπα μιας ασυμβίβαστης γενιάς οπαδών του ακραίου ήχου.

Ημέρα 4

Το παραδοσιακό Q & A session με τον Walter, την Becky και τους curators, Milena Eva & Thomas Sciarone, λειτούργησε ευχάριστα ως συνοδευτικό για το ξεκίνημα της τελευταίας ημέρας του φεστιβάλ. Ανάμεσα στις οπαδικές εκρήξεις, ακούσαμε μεταξύ άλλων για τη σημασία της φιλίας και της εμπιστοσύνης στο στήσιμο του Roadburn, για το παραλίγο πέρασμα των Dead Can Dance και για τις προκλήσεις των μικρών venues.

Τελευταίο panel, αυτό της κοινότητας και συνεργασίας. Bryan Funck (Thou), A.L.N. (Mizmor), Emma Ruth Rundle, Dylan Walker (Full Of Hell) και Ethan Lee McCarthy (Primitive Man) αποκάλυψαν τα μυστικά της ολοκλήρωσης (ή αποτυχίας) συνεργατικών άλμπουμ, τη σημασία των κοινωνικών δεσμών καθώς και τη διαφορά του Roadburn έναντι άλλων φεστιβάλ σε αυτό τον τομέα. Απαντώντας σε ερώτησή μας σχετικά με τη διαφορά split από collaborations, οι μουσικοί τόνισαν το πώς η συνεργασία μπορεί να υλοποιήσει φιλόδοξα συνθετικά οράματα, δίνοντας το στίγμα για τις πραγματικές εξελίξεις του σκληρού ήχου.

Liturgy Roadburn

Ορχήστρα δωματίου, ερασιτεχνική ταινία μικρού μήκους γυρισμένη σε ένα δωμάτιο, και μια black metal μπάντα στο σκοτάδι. Αυτού του είδους η απόδοση του "Origin Of The Alimonies" από τους Liturgy δεν ήταν ένα υπερθέαμα ή ένα ακόμη installation. Η ιδέα της μεταμόρφωσης, απέκτησε οπτικοακουστική σάρκα και οστά με έναν τρόπο βίαιο, μα και καθαρτικό. Η νεοκλασική βάση του ήχου τους έδεσε άψογα με τις πνευστές και έγχορδες παρεμβάσεις και η άψογη δομή και εναλλαγή των «πράξεων» ξεδίπλωσε μια άλλη οπτική σε ένα δύσβατο έργο. Το πολύπλοκο κατέστη άμεσο και το 2/2 του σχήματος της Hendrix έδειξε πόσο μακριά έχει φτάσει ο ακραίος ήχος από όλες τις απόψεις. Ευτυχώς.

Οι πρώτες νότες της ημέρας ακούστηκαν στο απρόσμενα κατάμεστο Next Stage δια χειρός Dávid Makó και αδελφών Sejersen (βλ. LLNN). Παρουσιασμένη κάτω από την ταμπέλα The Devil's Trade x John Cxnnor, η συνεργασία ακροβατούσε ανάμεσα στο αργό, σκοτεινό ύφος του Ούγγρου και τις ηλεκτρονικές, post-apocalyptic πινελιές των Δανών. H "Embers Beget The Divine" σύμπραξη των Solar Temple και Dead Neanderthals απαιτούσε ιδιαίτερη προσέγγιση. Αποπνικτικό extreme metal με στιγμές ιδιαίτερα ψυχοτρόπες. Οι οποίες όμως δεν κράτησαν πολύ, γιατί έπρεπε να χωρέσουμε στο Skate Park. Λίγες μόνο ώρες πριν, είχε ανακοινωθεί η εμφάνιση έκπληξη των Dawn Ray'd. Δεν θα τη χάναμε για κανένα λόγο. Το μεταδοτικό, ωμό πάθος της τριάδας ήταν κολασμένο. Από το μπλουζάκι Discharge του ντράμερ, μέχρι τις πανέμορφες ανάσες του βιολιού, και από τα τόσο στοχευμένα riffs, έως τις ερμηνείες δίχως αύριο, όλα ένιωθαν (μαυρο)κόκκινα. Ακούσαμε και νέο τραγούδι με πιο καθαρά φωνητικά, ενώ στο "Wild Fire I", παραδώσαμε ψυχή. Φυσικά και μας τα είπαν όσο καλά αναμέναμε.

Lingua Ignota Roadburn

Πίσω στο 2019 η Lingua Ignota μας έδωσε τα μυαλά στο χέρι, έκανε περίπου όσους την είδαν να παραμιλάνε, κι άφησε εκείνους την έχασαν με παράπονο. Τρία χρόνια και δύο δίσκους αργότερα, μπήκαμε στο 013 σε τελείως διαφορετικό πλαίσιο και με τις απαιτήσεις περίπου στο ταβάνι. Χωρίς μπάντα ή ζωντανά δεύτερα φωνητικά πίσω της, η Kristin Hayter παρουσίασε για πρώτη φορά το "Sinner Get Ready" σε μία performance που αν μη τι άλλο δεν μπορούσε να περάσει στα ψιλά. Το λιτό σκηνικό και η ένταση στα προηχογραφημένα σε στιγμές αποπροσανατόλιζαν. Το επίπεδο του υλικού και οι συνοδευτικές προβολές εξισορροπούσαν την κατάσταση. Οι ερμηνείες και οι κορυφώσεις μοίραζαν ρίγη.

Mizmor Ignota Roadburn

Η παρουσίαση ολόκληρου του "Cairn" από τους Mizmor θα αρκούσε για να παραμιλήσουμε λίγο παραπάνω για τον Α.L.N. Δεμένη και συμπαγής, η live σύνθεση της μπάντας απέδωσε στην εντέλεια ένα απαιτητικό extreme metal έργο που «απλώθηκε» στον χώρο. Κάθε εναλλαγή, κάθε κραυγή και κάθε riff χτυπούσαν ανελέητα και ένα από τα καλύτερα metal άλμπουμ της προηγούμενης δεκαετίας κυριάρχησε και ζωντανά. Αν έπρεπε να συνοψιστεί σε τρεις λέξεις η σύμπραξη Hangman's Chair & Regarde Les Hommes Tomber, αυτές θα μπορούσαν να είναι γκρίζο ηχητικό τείχος. Τα διπλά ντραμς και τα μπάσα έβαζαν γερά τις βάσεις. Οι κιθάρες άλλαζαν διαθέσεις ασταμάτητα. Τα ακροβολισμένα μικρόφωνα αλληλοσυμπληρώνονταν ιδανικά. Μιας και δε θέλαμε να απομακρυνθούμε πολύ από το Terminal, τσεκάραμε ένα μέρος του set των Mandy, Indiana στο διπλανό Hall Of Fame. H ενεργητική frontwoman οδηγούσε - με γαλλικό στίχο, παρακαλώ - περισσότερο ένα πάρτυ παρά μια συναυλία και το κοινό ακολουθούσε, με συνοδεία αλκοόλ.

Lamp Of Murmuur Ignota Roadburn

Πολλά μπορούν να ειπωθούν για το underground hype των Lamp Of Murmuur, άσχετα αν εμείς δηλώνουμε αμετανόητοι οπαδοί. Τo Terminal γέμισε για το, πιθανώς πιο πολυαναμενόμενο black metal set του φεστιβάλ, και η (βορειοευρωπαϊκά) επανδρωμένη ζωντανή αρμάδα του mainman M. βγήκε στη σκηνή δίχως αύριο. Η punk ενέργεια της μπάντας δεν στέρησε από τη γοτθική αισθητική τους (παρά τα προηχογραφημένα πλήκτρα), ενώ συνολικά νιώθαμε πως βιώνουμε κάτι ανίερο, βγαλμένο από προ 30ετίας τιμημένα υπόγεια. Οι συνθέσεις (ακόμη και οι σολάρες) του "Submission And Slavery" αποδόθηκαν στην εντέλεια, το κοινό δεν έμεινε άπραγο και η κολασμένη εμφάνιση της μπάντας αύξησε τα μποφόρ στον αέρα με τον οποίο παρέσυραν τα πάντα.

Τα πειραματικά kraut γούστα των Die Wilde Jagd τα είχαμε καμαρώσει εις διπλούν στο περσινό Redux. Φέτος ήταν η στιγμή να τα ζήσουμε από κοντά. Το τρίο γέμισε με άνεση τη σκηνή και μας βούτηξε χωρίς να το καταλάβουμε στους ψυχεδελικούς ήχους του. Οι φωνές, οι χοροί και το encore ήρθαν ως απόδειξη επιτυχίας. Η δεύτερη εμφάνιση των Full Of Hell στην κεντρική σκηνή (και τελευταία τους στο φεστιβάλ) επιστέγασε την προσήλωσή στο καλλιτεχνικό τους όραμα. Μαζί με το Spiritual Poison (Ethan McCarthy) έδωσαν μια πιο ολοκληρωμένη και πολυδιάστατη όψη στο περσινό "Garden Of Burning Apparitions" η οποία, αν και αναμενόμενα χειμαρρώδης και εκρηκτική, μας άφησε με μια μικρή δίψα για κάτι (ακόμα) περισσότερο. Πάντως, αυτή η κατεύθυνση ομολογουμένως τους ταιριάζει.

Green Lung Ignota Roadburn

Όταν στο 90φεύγα χώνονται στο billing οι Alkerdeel, τότε λογικό το φιλοθεάμον ακραιομέταλλο κοινό να αγαλλιάσει. Οι Βέλγοι, σε μια εντός έδρας εμφάνιση, βγήκαν, έπαιξαν ολόκληρο το φανταστικό "Slonk", και όχι μόνο, και μετέτρεψαν το Terminal σε αρένα. Μεθυστικά beats, κοφτερά riffs, επιτέλους πραγματικά mosh pits, χαμόγελα, γκριμάτσες, κοπάνημα, ουρλιαχτά, μπύρες παντού. Η αναπάντεχη ενέργεια της τετράδας αρκούσε για να απορροφήσει ολόκληρη τη δική μας. Το "Black Harvest" το είχαμε λιώσει πέρσι. Η ανακοίνωση ότι οι Green Lung θα το έπαιζαν ολόκληρο στο Roadburn δεν μπορούσε παρά να μας βρει στο Next Stage, στην καλύτερη δυνατή θέση. Την ίδια επιθυμία είχαν και πολλοί άλλοι, αρκετοί εκ των οποίων δεν κατάφεραν καν να μπούνε σε μια από τις πιο καλές και, τελικά, περιζήτητες εμφανίσεις όλου του φεστιβάλ. Φοβεροί!

Για το σβήσιμο του τετραημέρου κληθήκαμε να διαλέξουμε ανάμεσα σε σετ-έκπληξη διασκευών Sabbath στο Next Stage και Radar Men From The Moon x Twin Sister στη μεγάλη σκηνή. Επειδή είμαστε αυτοί που είμαστε, η απόφαση δεν πήρε πάνω από μερικά δευτερόλεπτα. Ό,τι σχόλια μπορεί να υπήρχαν για τα ξεκουρδίσματα των Thou στην αρχή του σετ δεν κράτησαν πολύ. Μέχρι και το χάσιμο της Lingua Ignota στο δεύτερο κουπλέ του "Black Sabbath" δεν μπορούσε να χαλάσει το γλέντι. Στην οριστική καληνύχτα με cowbell και "Supernaut", δε, το ξύλο, το τραγούδι και το crowdsurfing ήταν απλά αναπόφευκτα.

Σύνοψη

Highlights:

Α.Μ.: Οι Messa. Η συνεργασία James Kent & Johannes Persson. Το ιπτάμενο μπουκάλι και τα σπρωξίματα στους Health. Ο αποχαιρετισμός με Thou x Sabbath.

Π.Κ.: Οι Ulver και οι Russian Circles παίξανε μπάλα μεγάλου παίκτου και κυριάρχησαν στην κεντρική σκηνή. Από εκεί και πέρα, πολύ μου άρεσε το set των Red Kite με τον κιθαρίστα να σκάει παρακαλώ με πατερίτσα, των Thou στο Skatepark, των Green Lung και τα δύο των Messa για διαφορετικούς λόγους το καθένα.

A.Z.: O Mizmor (με και χωρίς Thou, αλλά και αυτοί στο skate park). Η συγκίνηση στους Dawn Ray'd. Το τρέξιμο από Senyawa σε Ulver και μετά σε Dödsrit για να προλάβω και τα τρία. Η Emma και οι Liturgy που με καθήλωσαν. Oι Lamp Of Murmuur που με έκαναν να επιδοθώ σε air-guitar. Οι ξεριζωμένες κονκάρδες στο pit των Alkerdeel. Οι κραυγές στο "Sólstöður". Ο ήχος όλων των venues.

Απογοήτευση:

Α.Μ.: Κάποια σκαμπανεβάσματα σε τιμές του merch. Τα επαναχρησιμοποιούμενα ποτηράκια που δεν ήταν ειδικά για το φεστιβάλ. Οι απουσίες Partonaat και Αντώνη Καλαμούτσου.

Π.Κ.: Οι Solstafir δεν συνάντησαν τις πολύ υψηλές προσδοκίες που οι ίδιοι μου έχουν δημιουργήσει. Η εμφάνιση της Midwife επίσης δεν ήταν ακριβώς αυτό που περίμενα. Η μεγαλύτερη απογοήτευση όμως, ήταν η συνειδητοποίηση ότι στη χώρα που ζω, έχουμε τη συμπεριφορά που έχουμε σε θέματα όπως κάπνισμα, οδήγηση, αντιμετώπιση ατόμων με αναπηρίες.

Α.Ζ.: Έχω τόσες απαιτήσεις από την Καλλιτέχνιδα Lingua Ignota που δυστυχώς μια τέτοια εμφάνιση με άφησε πεινασμένο, επισκιάζοντας τυχόν παράπονα μου από άλλες εμφανίσεις. Οι τιμές του merch που δεν συνάδουν με τον, κοινώς αποδεκτό, audience friendly χαρακτήρα του φεστιβάλ.

Λυπάμαι που έχασα:

Α.Μ.: Τα έχω με τον εαυτό μου για Bruit και Svalbard. Επίσης, για κάμποσα που έπαιξαν σε Hall Of Fame και Paradox (κυρίως The Ballet Bombs και Red Kite αντίστοιχα).

Π.Κ.: Αν γύριζε πίσω ο χρόνος, θα αγνοούσα ολόκληρο το set The Devil's Trade για να μη χάσω δευτερόλεπτο από τους καταπληκτικούς Maggot Heart. Αποδείχτηκε το μεγαλύτερο λάθος μου. Θα ήθελα να είχα δει περισσότερο τους Slift. Επίσης, λίγο παραπάνω Paradox και Little Devil, δε θα μου είχαν κακοπέσει.

Α.Ζ.: Δεν υπάρχει δικαιολογία για τους Duma και δεν ξέρω πως θα αποδεχθώ τη βλακεία μου. Το Thou & Friends σετ στο skate park. Ένα βινύλιο Paysage D' Hiver σε ανθρώπινη τιμή που εκεί αποφάσισα να κάνω κράτει και φτερούγισε. Τους Freja, τη συνεργασία Regarde Les Hommes Tomber και Hangman's Chair, το "Nihil" σετ των Vitriol καθώς και Svalbard και LLNN. Λάθη του πρωτάρη τα λέω αυτά.

Η καλύτερή μου ανακάλυψη:

Α.Μ.: Ήμουν απροετοίμαστος για την υπέροχη λασπουριά των Helms Alee και το σεμινάριο shoegaze των Nothing. Όσο δεν με είχαν αγγίξει στουντιακά οι Årabrot, τόσο με κέρδισαν από κοντά.

Π.Κ.: Οι Lamp Of Murmuur, οι Svalbard, οι Nothing και το πόσο καλοί είναι ζωντανά οι Red Kite και οι Dawn Ray'd, περί των οποίων μου άνοιξαν τα μάτια ο Καλαμούτσος και ο Ζαμπάρας, αντίστοιχα. Να ακούτε αυτούς που εμπιστεύεστε, τα έχω ξαναπεί.

Α.Ζ.: Οι Sordide, οι Ggu:ll, και γενικότερα τα τοπικά ολλανδικά σχήματα που στήριξε το φεστιβάλ. Το πόσο ανεπιτήδευτα cool είναι μουσικοί από αγαπημένες μου μπάντες. Οι στυλιστικές επιλογές του κόσμου, ειδικά ο χαμός με patches. Ότι το κοινό του Roadburn είναι εντυπωσιακά ενημερωμένο και φιλικό.

Πιο παράξενη στιγμή:

Α.Μ.: Το μανιφέστο των Divide & Dissolve. Η contemporary classical σφήνα του "The Cartographer". Το αναπάντεχο πάρτι στους Die Wilde Jagd. Το σερί από φαντεζί καπέλα. Γενικά.

Π.Κ.: Όταν συνειδητοποίησα ότι δεν μπορώ να κουβαλήσω όλα όσα ήθελα να αγοράσω. Το ότι ο κορονοϊός στην Ολλανδία είναι περίπου σα να μην υπήρξε ποτέ. Ο φόβος ότι θα χάσω το set των Thou στο Skatepark περιμένοντας σε μια ουρά. Η απλότητα όσων μουσικών είδαμε να σουλατσάρουν μέσα στον κόσμο.

Α.Ζ.: Το ότι «τράκαρα» με ποδηλάτη μισή ώρα αφού πάτησα πόδι στην Ολλανδία. Όταν έπρεπε να υποδείξω τη συνταγή ενός απλού ρούμι-κόλα σε σερβιτόρο. Η αφοπλιστικότητα της Emma Ruth Rundle σε σκηνή και panel. Όταν συνειδητοποίησα πως έχω αδικήσει κατάφορα τους Liturgy, νευριάζοντας στην πορεία με τον εαυτό μου. Τα "f*ck Ulver" που έπεφταν βροχή στο Hall Of Fame από ενώ αυτοί παρέσερναν το Main Stage. Η ταχύτητα με την οποία εξαφανιζόταν το merch, δηλαδή κάπου ώπα. Το Full Of Nothing σετ. Όταν τελείωσε το φεστιβάλ και ένιωσα πως δεν είχα δει πολλά από όσα περίμενα, αλλά και ότι δεν είχα φάει καθόλου πίτσα.

Aντί Επιλόγου

Το Roadburn του 2022 συνέπεσε με την εποχή όπου τα συναυλιακά δρώμενα επιστρέφουν. Τα φριχτά χρόνια της αβεβαιότητας εξαιτίας της πανδημίας, στέρησαν την κοινωνικότητα των συναυλιών και παρά το εντυπωσιακό Redux, η επιστροφή του φεστιβάλ έπειτα από το 2019 είχε σημαίνοντα ρόλο. Η παρέα που ταξιδέψαμε μαζί, για την οποία δεν διαβάσατε εδώ αλλά της χρωστάμε πολλά (και όχι μόνο για τις 2 ανταποκρίσεις) και κυρίως ένα μεγάλο ευχαριστώ, αποτελούμασταν από πρωτάρηδες επισκέπτες καθώς και από άτομα που μεταλαμπάδευσαν σε αυτούς το πνεύμα της διοργάνωσης.

Η στροφή του Roadburn προς ένα εντονότερο αίσθημα κοινότητας, τόσο με τη στήριξη τοπικών καλλιτεχνών όσο και των αυξημένων commissioned συνεργασιών, λειτούργησε ως ένα μουσικό παράλληλο. Το φεστιβάλ απέδειξε πως το όραμά του, παρά τους αναπόφευκτους συμβιβασμούς σε διαδικαστικά θέματα, είναι εν κινήσει και κυρίως πως δεν αφουγκράζεται απλώς τις εξελίξεις στον σύγχρονο σκληρό ήχο, αλλά τις διαμορφώνει. Η έμφαση σε ακραία και πειραματικά ηχοχρώματα ήταν συγκριτικά εντονότερη του παρελθόντος, δικαίως αν μας ρωτάτε, αλλά το επιμύθιο της φετινής εκδοχής του είναι πως η πίστη στο περίφημο "redefining heaviness" βρίσκει στήριγμα από τους ίδιους τους καλλιτέχνες, των οποίων η δημιουργικότητα δεν στέρεψε παρά την καθίζηση της καραντίνας, καθώς και το απαιτητικό κοινό. Πολλά από όσα βιώνουμε ως μουσικόφιλα κάθε χρόνο έχουν ένα ασυναίσθητο έρεισμα στην ταυτότητα αυτού του φεστιβάλ και την ικανότητά της να διευρύνει τους ασφαλείς χώρους για όλα τα άτομα μέσα και πέρα από σκηνές και ιδιώματα.

Ευελπιστώντας πώς σε λιγότερο από ένα χρόνο, το επόμενο ταξίδι θα βρει την παρέα μας διευρυμένη, διορθώνοντας την ατυχία φετινών απουσιών, ένα πράγμα καθίσταται σαφές. Πρωτού το Roadburn ανακοινώσει το επόμενο lineup του, θα έχουμε φροντίσει να καλλιεργήσουμε ακόμη περισσότερο τα αισθητικά μας κριτήρια, σκάβοντας πιο βαθιά στο φλεγόμενο underground. Δεν θα είμαστε πλήρως έτοιμα και οι ανακαλύψεις στο φεστιβάλ θα συνεχίσουν (ευτυχώς) να έρχονται, αλλά ο δρόμος δεν θα έχει φτάσει σε αδιέξοδο. Και του χρόνου με υγεία και πάθος.

Photo Credits:

Κώστας Λιλιόπουλος

Facebook
Instagram: @kostasliliopoulos

Dante Torrieri

Website
Facebook
Instagram: @uselessrebel

  • SHARE
  • TWEET