Ibrahim Ag Alhabib - Ο ήχος της αληθινής επανάστασης
Ένας μικρός φόρος τιμής στον ηγέτη των Tinariwen και στην ιστορία ενός αντάρτη που κατέκτησε τον κόσμο της μουσικής
Λίγους μήνες πριν είδα για πρώτη φορά ζωντανά τους Tinariwen στην Ιρλανδία κι ένιωσα ένα παράξενο, άγνωστο είδος δέους όταν εμφανίστηκε στη σκηνή ο ηγέτης τους Ibrahim Ag Alhabib. Μια ψηλόλιγνη, ξερακιανή φιγούρα στα λευκά, με μια κιθάρα-κειμήλιο, την αλήτικη φωνή του και το γλυκύτερο είδος χαμόγελου, αυτό του ανθρώπου που έχει δει πάρα πολλά στη ζωή του και απολαμβάνει και τα απλούστερα.
Ο David Maines του Popmatters έγραψε πριν μερικά χρόνια ότι οι Tinariwen είναι η σπουδαιότερη μπάντα στον κόσμο. Μια τέτοια δήλωση μπορεί εκ πρώτης όψεως να φαίνεται από υπερβολική ως αστεία, στηρίζεται όμως σε συγκεκριμένα και σοβαρότατα επιχειρήματα που ξεπερνούν τον καλλιτεχνικό μικρόκοσμο της μουσικής και άπτονται από ζητήματα ευρύτερης κοινωνικής σημασίας.
Η λέξη Επανάσταση και οι συμβολισμοί που αυτή φέρει αποτελούν ένα πολυχρησιμοποιημένο μοτίβο στην ιστορία της μουσικής. Σύμφωνα με τον δυτικό τρόπο σκέψης, μουσικές που χαρακτηρίζονται επαναστατικές αφορούν είδη και κινήματα που ξεκίνησαν από το περιθώριο, δηλαδή από μικροαστικές/φτωχές/λαϊκές καταβολές και μουσικούς με ταπεινά ξεκινήματα. Λίγο ως πολύ, αυτό είναι το παραμύθι πίσω από το rock, το blues, την jazz, το punk και, βασικά, από τα περισσότερα δημοφιλή δυτικά είδη. Τί συμβαίνει όμως όταν η επανάσταση είναι κυριολεξία και όχι μεταφορά; Πως θα συγκρίνουμε τις ζωές και τα έργα παιδιών/μουσικών από τα λαϊκά στρώματα του πρώτου κόσμου με τα αντίστοιχα ανθρώπων που πλάι στις κιθάρες κουβαλούν και τα όπλα τους; Πόσο αξίζει να πολλαπλασιαστεί η αξία των μουσικών τους έργων; Αντί για απάντηση, ας μιλήσουμε λίγο για τη συγκλονιστική ζωή του Ibrahim Ag Alhabib, του ιθύνοντα νου και δημιουργού των Tinariwen.
Η άγνωστη ιστορία
Ο Ag Alhabib ανήκει στη φυλή των Tuareg, γεννήθηκε στο βορειοδυτικό Mali το 1960 και, σε ηλικία τεσσάρων ετών, είδε τον πατέρα του να εκτελείται ως μέλος της επανάστασης των Tuareg εναντίον της τότε κυβέρνησης. Η οικογένεια του δραπέτευσε στην Αλγερία όπου πολλοί Tuareg βρήκαν καταφύγιο, κυνηγημένοι από τον στρατό της πατρίδας τους. Αφού αντίκρισε μία σε κάποιο αμερικανικό film, έφτιαξε την πρώτη του κιθάρα από ένα πλαστικό δοχείο, ένα κομμάτι ξύλο και πετονιά και, ζώντας σε καταυλισμούς προσφύγων και στην έρημο κοντά στην πόλη Tamanrasset, απέκτησε την πρώτη του κανονική κιθάρα το 1979 από έναν Άραβα της πόλης. Ξεκίνησε να παίζει παλιά folk τραγούδια των Tuareg αλλά και τη μουσική του Hendrix, του Santana και όποιου άλλου δυτικού κιθαρίστα άκουγε συμπτωματικά. Εκείνη τη χρονιά ξεκίνησε να παίζει με άλλους μουσικούς και στην πόλη Tamanrasset έφτιαξε μια μπάντα με συντρόφους νεαρούς Tuareg μουσικούς με σκοπό να παίζουν σε γάμους και κοινωνικές εκδηλώσεις. Η μπάντα δεν είχε όνομα αλλά σύντομα ο κόσμος άρχισε να τους αποκαλεί ως Kel Tinariwen: οι άνθρωποι των ερήμων.
Συνεχίζοντας να ζουν με το νομαδικό τρόπο ζωής των Tuareg της Sahara, ο Ag Alhabib και οι σύντροφοι του ήταν σε μια διαρκή κίνηση ανάμεσα σε Λιβύη και Αλγερία, όταν ο Λίβυος ηγέτης Muammar Al Qaddafi απηύθυνε κάλεσμα στους εξόριστους Tuareg της Λιβύης: θα τους παρείχε άσυλο και στρατιωτική εκπαίδευση, με σκοπό να τους χρησιμοποιήσει στο μέλλον σε απελευθερωτικές επιχειρήσεις στο Mali, στο Chad και στη Niger. Ο Ag Alhabib απάντησε στο κάλεσμα και πέρασε εννέα μήνες σε στρατόπεδο εκπαίδευσης. Η ίδια διαδικασία επαναλήφθηκε και το 1985. Στα στρατόπεδα, γνωρίστηκε και με άλλους Tuareg μουσικούς και η κολεκτίβα που αποκαλείτο πια Tinariwen - έχοντας πάντα ρευστό line up μέχρι και σήμερα - έπαιζε μουσική στα στρατόπεδα, μουσική που μιλούσε για τα βάσανα των λαών της ερήμου, για την καταπίεση και την ελευθερία. Η κολεκτίβα έφτιαξε ένα αυτοσχέδιο studio και ηχογραφούσε μουσική για οποιονδήποτε τους το ζητούσε και τους έδινε μια άδεια κασέτα. Πολλές κασέτες τους άρχισαν να κυκλοφορούν στην περιοχή της Sahara και οι άνθρωποι των ερήμων είχαν ήδη αρχίσει να γίνονται θρύλοι, 25-30 χρόνια πριν τον πρώτο τους επίσημο δίσκο.
Ο Ag Alhabib μετείχε στην απελευθέρωση του Mali στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και μπόρεσε να επιστρέψει στη γενέτειρα του 26 χρόνια μετά την εξορία του. Οι Tinariwen ήταν πια σε θέση να παίζουν τη μουσική τους ελεύθερα στην πατρίδα τους και, έχοντας αποκτήσει το όνομα μιας μπάντας που διαδραμάτισε ενοποιητικό ρόλο για τους καταπιεσμένους λαούς της Αφρικής, ήταν σε θέση να περιοδεύουν στις χώρες της περιοχής. Ακόμα και τα χρόνια που ακολούθησαν την επιτυχία τους στη Δύση, οι Έρημοι ή οι Ανοιχτοί Χώροι (όπως μεταφράζεται η λέξη Tinariwen), δεν έχασαν ποτέ την επαφή τους με τα γεγονότα που αφορούσαν τους Tuareg, μπλέκοντας σε ακόμα μία πολιτική εξέγερση το 2012 (όπου κυνηγήθηκαν άγρια από ένα ισλαμικό κόμμα ως μουσικοί του Σατανά) αλλά και το 2018 όπου η είσοδος τους στο Mali θεωρήθηκε επικίνδυνη. Το 2014 μάλιστα ήταν η μόνη φορά που ο Ag Alhabib δεν περιόδευσε με την υπόλοιπη κολεκτίβα, μένοντας στο Mali για να διευθετήσει ζητήματα που προέκυψαν από την πρόσφατη εξέγερση.
Η επιτυχία
Ως εδώ, αξίζει να πούμε ότι άνθρωποι σαν τον Ag Alhabib και σχήματα σαν των Tinariwen υπάρχουν σε άγνωστους αριθμούς πάνω στον πλανήτη, μουσικές που διατηρούν ζωντανά διάφορα βιώματα που εμείς οι δυτικοί δεν μπορούμε καν να φανταστούμε. Το ότι οι Tinariwen έγιναν τελικά γνωστοί ήταν μάλλον θέμα τύχης και σύμπτωσης: δικτυώθηκαν με τους Γάλλους Lo'Jo σε μια αφρικανική περιοδεία τους και, με κάποιο μαγικό τρόπο, μια κασέτα τους βρέθηκε στο γαλλικό ραδιόφωνο. Προφανώς αυτό ήταν αρκετό και το κοινό έδειξε αμέσως ιδιαίτερο ενθουσιασμό για αυτήν τη μουσική που βιαστικά ταμπελοποιήθηκε ως desert blues. Αξίζει εδώ να επισημανθεί ότι η ίδια η μπάντα έχει πει ότι άκουσαν για πρώτη φορά blues στην πρώτη τους διεθνή περιοδεία, αμέσως μετά το ντεμπούτο τους το 2001.
Έκτοτε, ο Ag Alhabib και η παρέα του κυκλοφόρησαν οκτώ ακόμα album, έπαιξαν στα μεγαλύτερα φεστιβάλ και κέρδισαν πολλές διακρίσεις, με αποκορύφωμα το Grammy για το αριστουργηματικό "Tassili" του 2012. Από το 2001 στις τάξεις των Tinariwen μπήκαν και νεότεροι Tuareg μουσικοί - χωρίς στρατιωτικό υπόβαθρο - και το live line-up της κολεκτίβας είναι διαφορετικό σε κάθε περιοδεία, με τον Ag Alhabib πάντα σε ρόλο μέντορα και οδηγού. Όμως για τους ίδιους τους Tinariwen, αυτά δεν είναι και τόσο σημαντικά. Όπως λένε και οι ίδιοι, υπήρχαμε πολλά χρόνια πολύ πριν βγάλουμε δίσκο και θα υπάρχουμε κι αφού σταματήσει η δισκογραφική μας υπόσταση. Διότι οι Tinariwen ως μπάντα δεν είναι οι δίσκοι τους: είναι «οι νύχτες γύρω από μια φωτιά στην έρημο, όπου οι μουσικοί πίνουν το τσάι τους λέγοντας παλιές ιστορίες, βγάζουν τις κιθάρες τους και τραγουδάνε».
Και επιστρέφω στο παράξενο δέος που νιώθω κάθε φορά που ακούω τη φωνή του Ibrahim Ag Alhabib. Είναι μια φωνή που τραγουδάει για βάσανα και για τη λαχτάρα της ελευθερίας όπως πολλές άλλες, όμως η δική του είναι ενός ανθρώπου που εξορίστηκε, κυνηγήθηκε, αιχμαλωτίστηκε, έζησε στις ερήμους, ταξίδεψε, ενδεχομένως να τράβηξε και τη σκανδάλη. Όλα αυτά δεν τον κάνουν καλύτερο άνθρωπο ή καλύτερο μουσικό. Τον κάνουν όμως αυθεντικό με έναν τρόπο που εμείς οι ευημερούντες δύσκολα θα μπορούσαμε να κατανοήσουμε και να αντέξουμε. Η επανάσταση του είναι μια επανάσταση αληθινή κι όχι αληθοφανής. Και οι Tinariwen αποτελούν τον επίσημο ήχο της.
Ναι λοιπόν, αν συνυπολογίσει κανείς τα βιώματα και τις μνήμες που κουβαλούν ο Ag Alhabib και οι υπόλοιποι άνθρωποι της ερήμου, ο David Maines ίσως να είχε δίκιο.