Athens Spooks: Lucifer, The Abbey, Black Soul Horde, The Blackwall, Virgin Mary's Eyes @ Κύτταρο, 30/10/25

Όλοι δικαιούνται μια καλή τρομάρα το Halloween

Δεν το γιορτάζαμε στο χωριό μας, αλλά το αγαπάμε όπως και να 'χει. Επαναλαμβανόμαστε; Μικρό το κακό. Και, προφανώς, η παρουσία μας ήταν δεδομένη ανεξαρτήτως, αλλά το δρακουλιάρικο αμπαλάζ των ημερών έδεσε τέλεια στο πακέτο των Lucifer κι έδωσε το κάτι παραπάνω που δεν μπορούσαμε να αρνηθούμε. Αν ποντάραμε σε περισσότερες στολές κάτω από τη σκηνή; Σαφέστατα. Αν το σφιχτό πρόγραμμα που είχε ανακοινωθεί ήταν αισιόδοξο; Εκ των υστέρων, ναι. Αν περιμέναμε μεγαλύτερη προσέλευση συνολικά; Πιθανότατα, ακόμα και παίρνοντας ως δεδομένο το συνδυασμό του περάσματος το πρωταγωνιστικού ονόματος την περασμένη άνοιξη με το γενικότερο συναυλιακό πανικό. Αν το πάρτι στάθηκε αντάξιο των προσδοκιών τελικά; Ας σοβαρευτούμε.

Virgin Mary's Eyes

Την εκκίνηση της βραδιάς όρισαν οι Virgin Mary’s Eyes, με το ελπιδοφόρο εγχώριο σχήμα να στέκει ως το πιο ποικιλόμορφο και δημιουργικά «αλλοπρόσαλλο» από τα όσα θα είχαμε την τύχη να απολαύσουμε. Ανερχόμενοι και με μια εμφάνιση που σίγουρα δημιούργησε εντυπώσεις, οι νεαροί all around metallers έχουν αυτό το «κάτι» που σου τραβάει την προσοχή, είτε αυτό έχει να κάνει με την συνθετική τους τρέλα, συνδυάζοντας τα πάντα ανάμεσα στο surf rock και το black metal, είτε με το αυθόρμητο κι ενεργητικό της παρουσίας τους. Μια μπάντα που θα έκανε τους Mr. Bungle υπερήφανους, σίγουρα μόλις ωριμάσουν δημιουργικά και βρουν τα συνθετικά όρια που αναδεικνύουν τις καλές τους ιδέες, θα μας απασχολήσουν ακόμη περισσότερο.

The Blackwall

Χωρίς πολλές καθυστερήσεις, το κλίμα σκοτείνιασε, η θερμοκρασία σαν να έπεσε κάνα-δυο βαθμούς και όλα ήταν έτοιμα για το δεύτερο γύρο. Ανάμεσα στο αυστηρά μαύρο ενδυματολογικό της τετράδας, το face paint και τις γραμμές του "Spooky Stories" για καλησπέρα, οι όποιες αμφιβολίες μπορεί να υπήρχαν σχετικά με το τι εστί The Blackwall εξανεμίστηκαν. Μουντά βαρύς ήχος, με ολίγη από την παλιά, καλή κλασική συνταγή, αρκετά περισσότερα από τη δεκαετία του 2000, με τα πόδια ωστόσο να πατάνε γερά στο εδώ και το τώρα. Η goth-y πινελιά στο "Square Hammer", ειδικά στο συγκεκριμένο πλαίσιο, δε γινόταν να χάσει. Οι προπόσεις του "Skål", παρομοίως. Για την αφιέρωση στον Ozzy δεν χρειάζεται καν λόγος.

Black Soul Horde

Για τους Black Soul Horde δεν χρειάζεται να πούμε πολλά. Μιλάμε, άλλωστε, για μια μπαντάρα που επιδίδεται στο αγαπημένο heavy/power metal με περίσσεια μαεστρία, και συναυλιακά αποτελεί πάντοτε εγγύηση. Έτσι, τα όσα μας παρουσίασαν δεν ήταν έκπληξη για όσους τους έχουμε ξαναπολαύσει επί σκηνής, θέτοντας, όμως, τον εκτελεστικό πήχη πολύ ψηλά για όσους προηγήθηκαν ή ακολούθησαν. Μάλιστα, με νέο δίσκο στις αποσκευές τους, η μπάντα μας απασχολεί αυτήν την περίοδο για όλους τους σωστούς λόγους, συνεχίζοντας την απρόσκοπτη πορεία της στο χώρο. Highlights της εμφάνισης τους, το μπλουζάκι Coven του Δημήτρη Κότση, αλλά και τα αγαπημένα "Beware The Deep" και "Gods Of War" που, πλέον, δεν λείπουν από τις ζωντανές τους εμφανίσεις.

Black Soul Horde

Το πρόγραμμα δυστυχώς είχε μείνει αρκετά πίσω και δύσκολα μαζευόταν πια. Αρκετά γρήγορα πάντως μετά τους Black Soul Horde, οι Φινλανδοί The Abbey έπιασαν τα πόστα τους στη σκηνή του Κυττάρου. Οι The Abbey αποτελούνται κατά βάση από βετεράνους της φινλανδικής metal σκηνής, με πιο γνωστό μάλλον τον Vesa Ranta, που ήταν ο drummer των Sentenced καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής τους. Ο ήχος τους όπως υποψιάζεται κανείς λόγω της καταγωγής τους και του ότι έχουν πάρει το όνομά τους από ένα κοινόβιο που είχε φτιάξει ο διαβόητος Aleister Crowley στη Σικελία πριν από έναν αιώνα, κινείται σε doom, occult και γοτθικά μονοπάτια.

The Abbey

Με έναν δίσκο στις αποσκευές τους, το προ διετίας "Word Of Sin", ήταν επόμενο και τα έξι κομμάτια που ακούσαμε μέσα στα τρία τέταρτα που είχε στη διάθεση της η μπάντα να είναι μέσα από αυτόν. Η αρχή με το γρήγορο "A Thousand Dead Witches" ξεγέλασε λίγο, μιας και δεν είναι αυτό ακριβώς το στυλ της μπάντας. Το "Widow’s Will" αμέσως μετά είχε αυτές τις χαρακτηριστικές καταθλιπτικές κιθάρες στο ρεφραίν που θα ξανασυναντούσαμε κι άλλες φορές στο set των The Abbey.

The Abbey

Στο μελωδικό "Queen Of Pain" η Natalie Koskinen (ναι, σχετίζεται με τον Pasi, είναι η πρώην σύζυγός του) πήρε το μεγαλύτερο μέρος των φωνητικών. Ακολούθησε το ατμοσφαιρικό "Crystallion". Το παράδοξο ήταν ότι ενώ το συγκρότημα έπαιζε μια χαρά, ο κόσμος είχε μάλλον λιγοστέψει ελαφρώς, πιθανόν λόγω του προχωρημένου της ώρας. Ακάθεκτοι οι The Abbey μας έδωσαν τη γοτθικούρα "Starless" με το ωραίο ρεφραίν και κλείσανε μακρόσυρτα με το "Old Ones", το μεγαλύτερο σε διάρκεια κομμάτι τους, που ενσωματώνει και κάποια prog στοιχεία. Τίμια εμφάνιση, περασμένη ώρα.

Lucifer

Μετά από μια γενναία αλλά απαραίτητη τελευταία παύση ώστε να γίνουν οι οριστικές αναδιατάξεις και να διπλοτσεκαριστεί ο ήχος, το ρολόι έδειχνε αισίως δώδεκα παρά. Τα φώτα έσβησαν. Το βγαλμένο από ταινία τρόμου του 70-κάτι εισαγωγικό άρχισε να παίζει. Τα πάντα θα ανέβαιναν κάμποσα σκαλιά. Παρά τις μεταμορφώσεις που κατά καιρούς έχουν περάσει οι Lucifer, η Johanna Sadonis με ένα διαβολικό τρόπο πετυχαίνει κάθε φορά να διατηρεί αλώβητη την κατάμαυρη καρδιά της μπάντας της, και αυτό δεν άλλαξε τώρα. Λίγα μέτρα από το "Ghosts" ήταν αρκετά για να πειστούν και οι δυσκολότεροι. Καθόλου μικρό επίτευγμα, καθόλου εύκολο, καθόλου αυτονόητο.

Lucifer

Στο πλευρό της μπροστάρισσας πλέον στέκονται οι Rosalie Cunningham, Coralie Baier και Claudia González Díaz (βλ. Purson, Atlantean Kodex και Cachemira αντίστοιχα), αλλά και ο Kevin Kuhn στα τύμπανα. Στρογγυλό 0/4 σε σύγκριση με το 2018. Κι αν κάποιος χρησιμοποιούσε τη λέξη 'supergroup', παρά τους όποιους αστερίσκους, στην πραγματικότητα δεν θα μπορούσαμε να διαφωνήσουμε τελείως. Πολύ περισσότερο από τη στιγμή που το κουιντέτο παρουσιάστηκε συντονισμένο σε βαθμό που θα μπορούσε εύκολα να ξεγελάσει κάποιο ανυποψίαστο, που δεν γνωρίζει ότι μιλάμε για νέα σύνθεση.

Lucifer

Από τα μεταλλικά χρώματα του "Crucifix" στις διπλές κιθάρες του "Riding Reaper" και από το γράμμα αγάπης στους Sabbath του "Wild Hearses" στο απολαυστικό hook του "At The Mortuary", τα χτυπήματα έπεφταν το ένα μετά το άλλο, με τα κενά για ανάσες να διατηρούνται στο ελάχιστο. Η ισορροπία στον δικαίως γεμάτο ένταση ήχο δε χάθηκε στιγμή. Οι εναλλαγές στα σόλο ήταν σκέτη μούρλια. Τα παιχνίδια με τις μπροστινές γραμμές ξεχείλιζαν αντί-rock-star φυσικότητα. Οι ευδιάκριτες και λικνίζουσες μπασογραμμές (Ρώσσης, 2020) αποδόθηκαν στο απόλυτο. Τα πέντε μικρόφωνα δε βρίσκονταν εκεί απλά για το θεαθήναι. Η χροιά της Sadonis παραμένει ασυναγώνιστη.

Lucifer

Υπάρχουν καλλιτέχνες που απογειώνονται λόγω τεχνικής κατάρτισης και σχήματα που τραβάνε την τέχνη στα όριά της. Οι Lucifer ανήκουν σε μια άλλη κατηγορία, εκείνων που μπορούν να στήσουν γλέντι σε όποια συνθήκη. Το έχουν αποδείξει ξανά και ξανά στην πορεία τους, μας το απέδειξαν άλλη μία φορά εκεί που μετράει περισσότερο, στο σανίδι. Μοναδικό παράπονο η διάρκεια, μετρημένη στην ώρα, που ακόμα και σε μεταμεσονύκτιο μικρό-φεστιβαλικό πλαίσιο άφησε κάποια κουτάκια άδεια. Σε κάθε περίπτωση, το σβήσιμο με "Bring Me His Head", "Because The Night" (επειδή ναι) και "Fallen Angel" μοίρασε sing-along και πόζες σα να μην υπήρχε αύριο και μας έστειλε στα φέρετρα κρεβάτια μας με πλατιά χαμόγελα.

Lucifer

Φωτογραφίες: Παντελής Κουρέλης

SETLIST

Ghosts
Crucifix (I Burn For You)
Riding Reaper
Wild Hearses
Lucifer
At The Mortuary
Slow Dance In A Crypt
The Dead Don't Speak
California Son

Encore:

Bring Me His Head
Because The Night [διασκευή Patti Smith Group]
Fallen Angel

  • SHARE
  • TWEET