Geoff Tate, Sons Of Sounds, Irene Ketikidi & Jon Voyager @ Gagarin 205, 17/11/24
Το heavy metal στην καλύτερη δυνατή εκδοχή του από τον ερμηνευτή που άφησε εποχή με τους Queensrÿche
Τα τελευταία χρόνια έχει αναπτυχθεί μία ιδιαίτερη σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης ανάμεσα στον Geoff Tate και το ελληνικό κοινό. Ξεκίνησε το 2019, όταν ο ιστορικός frontman των θρυλικών Queensrÿche και κορυφαίος ερμηνευτής της metal μουσικής ζωντάνεψε στην σκηνή του Gagarin το εμβληματικό "Operation: Mindcrime". Συνεχίστηκε το 2022, με την back to back απόδοση των αξεπέραστων "Rage For Order" και "Empire". Τρίτη και φαρμακερή στον ίδιο χώρο, ένας τρόπον τινά συνδυασμός των προηγουμένων, υπό την ονομασία "The Big Rock Show".
Η πλούσια συναυλιακή δραστηριότητα την ημέρας ξεκίνησε στις οκτώ το βράδυ, καταρχάς με την Ειρήνη Κετικίδη και το συγκρότημά της. Η πιθανότατα πλέον αναγνωρίσιμη κιθαρίστρια στο ευρύ κοινό της rock και metal μουσικής που έχει αναδείξει η χώρα μας, ανέλαβε σε μερική συνέργεια με τον Jon Voager να προθερμάνει το κοινό που θα γέμιζε σταδιακά το Gagarin, αφήνοντας συνολικά εξαιρετικές εντυπώσεις, παρά την αντικειμενική δυσκολία λόγω του κατά βάση ορχηστρικού χαρακτήρα της εμφάνισης.
Η μπάντα που συνοδεύει την Ειρήνη είναι εξαιρετική, ο ήχος τρομερός, μάλλον με διαφορά ο καλύτερος της βραδιάς, και η lead κιθάρα ασφαλώς σε πρωταγωνιστικό ρόλο. Όσο κι αν είμαστε συνηθισμένοι στα καθιερωμένα τραγούδια, η ηλεκτρική κιθάρα, ως βασικότερο όργανο της rock και metal μουσικής ελκύει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον και τα solo αποτελούν νομοτελειακά σημείο αναφοράς. Ισορροπώντας ιδανικά είτε μεταξύ τεχνικής και μελωδίας, είτε μεταξύ σκληρού rock και metal, η Ειρήνη κατάφερε να εντυπωσιάσει εξαρχής με το πιο πρόσφατο single "Maggots", και στη συνέχεια με τέσσερα ακόμη κομμάτια από τους δύο προσωπικούς της δίσκους.
Τον ρόλο να «σπάσει την συρματίλα» ανέλαβε ο Jon Voyager, κατά κόσμον Γιάννης Βογιαντζής, ενώνοντας τις δυνάμεις με το τετραμελές σχήμα σε τρία τραγούδια από τον εξαιρετικό πρώτο του προσωπικό δίσκο "Monsters", δύο εμβόλιμα και το ανεβαστικό "Call Me When You're Drunk" στο φινάλε του πρώτου 45λέπτου. Πιθανώς η υπερπροσπάθεια της με τους Need στο Κύτταρο ή ο πολύ δυνατός ήχος να επηρέασαν σε ένα βαθμό το πώς έφτασε η φωνή του Γιάννη στο ακροατήριο, το σίγουρο είναι ότι η σκηνική του παρουσία και πολύ περισσότερο η ερμηνεία του στο "Minor Tom", ειδικότερα στο φινάλε, φανέρωσαν τις αστείρευτες δυνατότητές του επί σκηνής.
Έχοντας αποκομίσει τις καλύτερες των εντυπώσεων από το opening των Irene Ketikidi & Jon Voyager, με την βεβαιότητα ότι πρέπει να τους συναντήσουμε σύντομα σε κάποια σκηνή, περιμέναμε την εμφάνιση των Γερμανών αδελφών Sons Of Sounds και την «δοκιμασία τους» επί ελληνικού εδάφους. Με μια γρήγορη ακρόαση των τελευταίων τους δίσκων, απόρησα με τον χαρακτηρισμό τους ως progressive, και η εντύπωση αυτή δεν άλλαξε με το πέρας του 45λεπτου σετ τους, καθώς άκουσα συμβατικό hard 'n' heavy με έμφαση στα hooks.
Μείζον ζήτημα για τους Γερμανούς ήταν ο ήχος, ο οποίος υποβάθμιζε σε σημαντικό βαθμό την προσπάθειά τους. Χωρίς να έχει κάποια συγκεκριμένη αδυναμία, ήταν τόσο πολύ βαθύς που χανόταν τελείως η ζωντάνια της περίστασης και η ταυτότητα οργάνων και φωνής, με σημαντικότερο θέμα να έχει ο Hubert "H" Beselt πίσω από τα τύμπανα. Ένα θεματάκι επίσης ήταν η φωνή του μπασίστα και τραγουδιστή Roman "Morales" Beselt, τόσο παλιακά που έμοιαζε να είναι εκτός κλίματος, και σίγουρα θα ταίριαζε περισσότερο σε '70s classic rock παρά σε ένα στυλ πολύ κοντά στo τυπικό metal.
Παρά το κάπως αταίριαστο, ακοντρολάριστο στυλ τους όμως, οι Sons Of Sounds κατάφεραν να φέρουν εις πέρας την αποστολή και να το ευχαριστηθούν, παρουσιάζοντας συνολικά εννέα τραγούδια, τα περισσότερα από το περσινό "Seven". Τα solo του Johann "Wayne" Beselt ήταν εξαιρετικά και τα hooks ιδιαίτερα ενδιαφέροντα, υπενθυμίζοντας για μία ακόμη φορά την μαγική ικανότητα των Γερμανών να σκαρώνουν πιασάρικες μελωδίες. Εν τέλει το πρόσημο ήταν θετικό παρά τα επιμέρους ζητήματα, και αν κάποιος σκέφτηκε ότι θα ήθελε να ξαναδεί τους Γερμανούς σε μία πιο ταιριαστή περίσταση, δεν θα μπορούσε να διανοηθεί ότι αυτή η στιγμή θα ερχόταν το ίδιο βράδυ.
Λίγα λεπτά με τις δέκα, τα πάντα έμοιαζαν έτοιμα για τον Geoff Tate και το τετραμελές σχήμα που τον συνοδεύει, η διάθεση του κοινού φαινόταν να βρίσκεται σε πολύ καλά επίπεδα, και το καταπληκτικό εναρκτήριο "Empire" έμοιαζε να έρχεται από το λαμπρό μέλλον και όχι από το μακρινό πλέον 1990. Έχοντας κερδίσει εξαρχής το κοινό με χαρακτηριστική άνεση, ο Tate πολύ σοφά στριμώχνει τα λιγότερο εμπορικά κομμάτια στην αρχή του γεμάτου 90λεπτου, επιδεικνύει τις ικανότητές του στο σαξόφωνο στο "The Thin Line" και ακολούθως ζωντανεύει στην σκηνή του Gagarin τη μία κομματάρα μετά την άλλη.
Ο ήχος είναι πολύ καλός, κυρίως στα έγχορδα, καθώς τα ηλεκτρονικά τύμπανα σε κάποια σημεία ακούγονται ψεύτικα παρά το εξαιρετικό παίξιμο, ενώ η φωνή, ίσως και εσκεμμένα, δεν βρίσκεται πολύ ψηλά στη μίξη. Εξαιρετικό επίσης είναι και το στήσιμο της πεντάδας, με μοναδική τρόπον τινά παραφωνία το λιτό drum set, ειδικά αν φέρει κανείς στο μυαλό του τις από τα θηριώδη σετ της δεκαετίας του '80, μια εικόνα με την οποία η μουσική των Queensrÿche έχει συνδεθεί και αποτελεί μέρος της μυθολογίας. Σε αυτό, το πλαίσιο, τις εντυπώσεις κερδίζει το κιθαριστικό δίδυμο της βραδιάς, εκτελώντας στο ακέραιο τα ακαταμάχητα παιξίματα των DeGarmo/Wilton.
Από τα τρία κολλητά κομμάτια του εμβληματικού "Operation: Mindcrime" λίγο ψηλότερα στέκεται το ακαταμάχητο "I Don't Believe In Love" και στα καπάκια το "NM156" του "The Warning" με μασκοφόρο πλέον ντράμερ υπενθυμίζει ότι λίγο παλιακό metal, όχι απλά δεν έβλαψε κανέναν, αλλά πάντοτε είναι απαραίτητο. Δύο κολλητά κομμάτια του "Rage For Order" με ενιαία θεματική τις τότε προοπτικές τις τεχνολογίας φέρνουν το main σετ στην τελική ευθεία, με τελευταία εκκρεμότητα που πρέπει να διευθετηθεί το κάποτε παρεξηγημένο πλην πάντοτε κορυφαίο "Empire". Κορυφαία στιγμή αυτής της τριπλέτας το "Another Rainy Night (Without You)" με ένα ακαταμάχητο maidenικό sing along, ακολουθούμενο από το "Silent Lucidity", όπου οι Roman "Morales" Beselt και Johann "Wayne" Beselt των Sons Of Sounds συνόδευσαν παίζοντας βιολί!
Σε όλο αυτό το διάστημα, η έναρξη σχεδόν κάθε τραγουδιού δημιουργεί συνθήκες επίτευξης τριπόντων σε αιφνιδιασμό, το sing along είναι από βροντερό έως εντυπωσιακό και αναμενόμενα τα περισσότερα βλέμματα τραβάει ο λατρεμένος Geoff Tate. Εμφανώς ευδιάθετος καθ' όλη την διάρκεια, απέδωσε εξαιρετικά τηρουμένων των αναλογιών χωρίς να προσπαθήσει να κλέψει ανάσες, απευθυνόμενος δύο φορές στο κοινό. Την πρώτη ανέφερε πόσο ενδιαφέρουσα είναι η εποχή που ζούμε λαμβάνοντας υπόψιν τις τεχνολογικές εξελίξεις, υπενθυμίζοντας βεβαίως πόσο όμορφη εποχή ήταν σε αντιδιαστολή τα '80s, και την δεύτερη, πριν το "Silent Lucidity", αναφέρθηκε στην γνωστή ιδιαιτερότητα του κομματιού και στο πόσο πολύ λείπει από την βάση του, συστήνοντας παράλληλα τους συνεργάτες του από Ιταλία, Μετζ, Σίδνεϋ και Σιάτλ.
Το encore ξεκίνησε με μια ωραιότατη, ρυθμική απόδοση του "Welcome To The Machine", με το κλασικό κομμάτι των Pink Floyd να ντύνεται σχεδόν prog metal. Ακολούθησε τo "Take Hold Of The Flame" ως μία ακόμη υπενθύμιση της αξίας του παλιακού metal με εκκωφαντικό sing along του τίτλου, για να γραφτεί ο επίλογος αναμενόμενα και ιδανικά με το μέγιστο "Queen Of The Reich", τον ύμνο που έμπασε απευθείας τους Queensrÿche στα μεγάλα σαλόνια, πριν από τέσσερις και κάτι δεκαετίες. Αφού «το glass floor κόντεψε να σπάσει» από τις αντιδράσεις του εκστασιασμένου πλήθους αλλά τελικά άντεξε, η πεντάδα μας αποχαιρέτησε μέσα σε γενικότερο ενθουσιασμό, με τον ντράμερ να επιδεικνύει τις χορευτικές του ικανότητες και τα setlist να καταλήγουν τελικά στο κοινό περίπου με τον τρόπο που οι ανθοδέσμες αποδεσμεύονται από τα χέρια της νύφης στους γάμους.
Όπως είχε συμβεί και τις δύο προηγούμενες φορές, η εμφάνιση του Geoff Tate άξιζε με το παραπάνω. Το καθαρά μουσικό κομμάτι ήταν εξαιρετικό, αφενός σε όρους απόδοσης και πολύ περισσότερο ως ελάχιστη υπενθύμιση μιας μουσικής κληρονομιάς που δημιούργησε σχολή. Για τις εμπειρίες και το bucket list, είναι τεράστια τιμή να βλέπουμε από τόσο κοντά έναν ερμηνευτή που άφησε εποχή χωρίς καμία δόση υπερβολής. Για όσους αγαπούν το heavy metal στην καλύτερη δυνατή εκδοχή του, είτε ο Geoff Tate, είτε οι Queensrÿche θα πρέπει να θεωρούνται πάντοτε ευπρόσδεκτοι στη χώρα μας, όσο και αν μας στεναχωρεί να τους βλέπουμε χωριστά.
Φωτογραφίες: Γιώργος Κρίκος
Empire
Desert Dance
I Am I
Sacred Ground
The Thin Line
Operation: Mindcrime
Breaking The Silence
I Don't Believe In Love
NM156
Screaming In Digital
Walk In The Shadows
Another Rainy Night (Without You)
Jet City Woman
Silent Lucidity
Encore:
Welcome To The Machine (διασκευή Pink Floyd)
Take Hold Of The Flame
Queen Of The Reich