Roadburn Festival @ Tilburg, Netherlands, 18-19/04/24

Ταξίδι στο κέντρο του σύγχρονου παγκόσμιου underground σκληρού ήχου - Μέρος Α'

Εισαγωγή

Η συναυλιακή και μουσική βιομηχανία έχουν αλλάξει σε βαθμό που δεν έχει χαρτογραφηθεί πλήρως. Σε αυτό τον διόλου θαυμαστό, νέο κόσμο, φεστιβάλ και συναυλίες οποιασδήποτε μορφής, έρχονται αντιμέτωπα με νέα προβλήματα, προκλήσεις, επιλογές και αντιφάσεις. Το Roadburn Festival, αφοσιωμένο πεισματικά τον καλλιτεχνικό του σκοπό, αυτό του “redefining heaviness”, ή όπως διαβάσαμε φέτος, του “underground futurism”, δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση. Η ομάδα μας, διευρυμένη πλέον, πιστή στο ετήσιο ραντεβού της εξερεύνησης και της συνδιαλλαγής που προσφέρει το μοναδικό αυτό φεστιβάλ, δεν θα μπορούσε να απουσιάζει. Σε μια εποχή που η αναγκαιότητα της βιωσιμότητας ενός τέτοιου εγχειρήματος, συγκρούεται με μια ασυμβίβαστη και ανορίοτη αγάπη για την μουσική την ίδια καθώς και την κοινότητα που την περιβάλλει, όπως απέδειξε και το φετινό line-up, ταξιδέψαμε στο Tilburg για να διαπιστώσουμε, αλλά κυρίως να επιβεβαιώσουμε, πως αυτό το underground φεστιβάλ παραμένει ασύγκριτο.

Ημέρα 1

Η πρώτη ημέρα δεν δίστασε να υψώσει τον πήχη από πάρα πολύ νωρίς, αφού ήδη από το μεσημέρι μας περίμεναν σε ρόλο υποδοχής στο Terminal stage οι Hexvessel αγκαλιά με το πανέμορφο "Polar Veil" που θα ακούγαμε στην ολότητά του. Η σκηνή διακοσμημένη με κλαδιά, και ο χειμώνας των Hexvessel, σε δυνατό συνδυασμό με τον καιρό έξω, μας ζέστανε την ψυχή, παρά τα λίγα ηχητικά προβληματάκια που υπήρξαν - εντάξει, ήταν και η πρώτη εμφάνιση του φεστιβάλ ολόκληρου, δεν άργησαν άλλωστε όλα να πάρουν το δρόμο τους. Παραδίπλα, το post-punk alter ego των Yellow Eyes, οι Sunrise Patriot Motion έβγαλαν τα σκληρά τους synth-ια, το metal attitude σε τύμπανα και ρυθμικά, και τις hardcore καταβολές στα φωνητικά, και δημιούργησαν ένα επιθετικό και άβολο κλίμα μπροστά σε ένα εκδηλωτικό κοινό.

Κεντρική σκηνή του 013. Wiegedood. Αχ, τα πρώτα deja-vu άρχισαν να σκάνε. Οι Φλαμανδοί μορφοποιητές του σύγχρονου black metal έβγαλαν τις κονσόλες, τα synths, ηλεκτρακουστικό σετ, και καθήμενοι, μας παρουσίασαν ζωντανά το soundtrack τους για το "A Page Of Madness" (1926). Η ιαπωνική ταινία σουρεαλιστικού τρόμου έπαιζε ολόκληρη μέσα στη μεγαλοπρέπειά της, αλλά η αλήθεια είναι πως το εφιαλτικό ambient της τριάδας κέρδιζε εύκολα τις εντυπώσεις. Οι σκηνές έδεναν άψογα και μας μεταφερόταν πειστικά η αίσθηση του παραλόγου. Όταν δε οι Wiegedood αποφάσισαν ύπουλα να ηλεκτρίσουν το σύμπαν με riffs, blastbeats, samples και τρόμο μέσα από το "There’s Always Blood On The Road", πιαστήκαμε απροετοίμαστοι. Υπάρχει λόγος που το στριφνό black metal γεννά αυτά τα συναισθήματα, και δεν είναι αποκύημα της φαντασίας μας. Η πρώτη ανατριχίλα του φεστιβάλ ήταν γεγονός. “Now Will Always Be”…

Κόκκινο χρώμα, φωτιά, απελπισία. Με ένα απόλυτα συγχρονισμένο headbanging, οι Body Void μας υποδέχτηκαν στο Terminal σε μία σοκαριστική εκτέλεση του νέου, αδυσώπητου δίσκου τους, "Atrocity Machine", δείχνοντας χωρίς περιορισμούς τι θα πει πραγματική ορμή στη σκηνή. Με τα πατήματα σιγά-σιγά να βρίσκονται και τα clashes να κάνουν την εμφάνισή τους, οι Arms And Sleepers έφεραν ένα δροσερό αεράκι στο Next Stage. Τα σύνθια έλαμπαν, οι trip-hop πινελιές ξεχείλιζαν χρώμα, και τα συνοδευτικά οπτικά ταίριαζαν σαν φεγγάρι σε έναστρο ουρανό. Επιστρέφοντας στην κεντρική σκηνή, τα ηλεκτρονικά παρέμειναν στο επίκεντρο, αλλά οι εντάσεις ανέβηκαν απότομα. Κι όταν λέμε απότομα, το εννοούμε. Αν ρωτάς εμάς, η τσιτωμένη ebm-y αισθητική των Scaler θα ταίριαζε πολύ καλύτερα στις βραδινές ώρες.

Στην απέναντι μεριά του Tilburg, η Uboa ως artist in residence έστηνε το πρώτο της set, Meltdown. Το κορίτσι αυτό μας συστήθηκε στο Roadburn και μας άφησε σύξυλους από την πρώτη κιόλας στιγμή, αφού το industrial noise σετ της μας άφησε παγωμένους από τη δύναμη των συναισθημάτων κάθε της κραυγής - ευτυχώς, δεν είχαμε δει τίποτε ακόμη. Στο Next Stage, η εαυτού μεγαλειότης, ο Ούγγρος Ηγεμόνας Attila Csihar, βγήκε ακαπέλα χωρίς μικρόφωνο και με τους λαρυγγισμούς του χάρισε φρίκες. Το ambient project του Void Ov Voices, όταν μικρόφωνα, μανδύες, και field recordings μπήκαν στην εξίσωση, αποτέλεσε μια στιγμή αρχέγονου, παγανιστικού τρόμου. Μόνο με μία κιθάρα και την υπέροχη χροιά της, η Brigid Mae Power δεν δυσκολεύτηκε να τραβήξει το μικρό αλλά εκλεκτό κοινό που τίμησε το σετ της σε γλυκιά ονειροπόληση. Ανάμεσα στην αφιέρωση του "I'm Grateful" και το φορτισμένο "Sometimes", η πρώτη ιρλανδική σφραγίδα του τετραημέρου μπήκε περήφανα.

Τι κι αν το συγκλονιστικό "New Heaven" των Inter Arma δεν είχε δει ακόμη το φως της δημοσιότητας, εμείς είχαμε την τύχη να προλάβουμε να το αγαπήσουμε. Εκείνο το βράδυ όπως φάνηκε και μερικές χιλιάδες κόσμου ακόμη, αφού οι Inter Arma παρουσίασαν το νέο τους δίσκο στην ολότητά του, σοκάροντας με τον πολυσχιδή πλέον χαρακτήρα της μουσικής τους αλλά και την αφοπλιστική σκηνική τους παρουσία. Έξι άτομα ικανά να ταξιδέψουν σε death, black, doom, stoner, sludge, post metal με άνεση αξιοζήλευτη και ροή που λίγοι έχουν καταφέρει. Η εκφραστικότητα του Mike Paparo δε, άφησε τον κόσμο να παραμιλά, για πρώτη έστω φορά, όπως θα δούμε στη συνέχεια. Έχουν να μας πουν άλλωστε και οι ίδιοι πολλά γι' αυτό… Αφήσαμε λίγο από το τέλος για να τρέξουμε σε μία από τις πραγματικά μεγάλες στιγμές του φεστιβάλ.

Στο main stage, οι Clipping. θα έκαναν την πρώτη τους προγραμματισμένη εμφάνιση, πράγμα το οποίο πολλοί περιμέναμε διακαώς, εν τέλει, όχι άδικα. Μία σαρωτική εμφάνιση που έβαλε όλο το Roadburn στον κόσμο του hip-hop, στην αρχή με διστακτικά βήματα, μα στο τέλος ένα ολόκληρο 013 ράπαρε στους τρελούς φωνητικούς ρυθμούς του γλυκύτατου και πάντα χαμογελαστού λαοπλάνου Daveed Diggs και δάκρυζε μπροστά στη συγκλονιστική φωνή της καλεσμένης τους, Counterfeit Madison. Ακούσαμε το "Story 2", ωστόσο οι Clipping. άφησαν την τελευταία τους λέξη για αύριο. Μερικά μέτρα παραδίπλα, ο Lord Spikeheart, frontman των Duma ένας από τους «μαθητές» των clipping., χτυπιόταν σαν ένα τρομακτικό δαιμόνιο που μοίραζε όμως αγάπη υπό τα σκληρά death industrial/electronics μπασίματα, αφιέρωσε κομμάτια στους τιτάνες Senyawa (να μας διαβάζετε) και απέδειξε πως αυτή η σκηνή ήταν πολύ μικρή. Μην πεις πως δεν σε είχαμε προειδοποιήσει. Βέβαια, αυτοί είμαστε, τέτοια βλέπαμε και η ουρά για την πολυαναμενόμενη και πολυταλαιπωρημένη εμφάνιση των White Ward δεν μας επέτρεψε να βιώσουμε την πολυσήμαντη σημειολογία του σετ τους.

Για όλα τα ονόματα που θα μπορούσε κανείς να ρίξει στο τραπέζι, δεν υπάρχουν πολλά που να ταιριάζουν τόσο ολοκληρωτικά με το Roadburn, όσο εκείνο της Chelsea Wolfe. Από κάθε άποψη και με το χέρι στην καρδιά. Το κατάμεστο Main Stage αρκετά πριν την ώρα έναρξης ήταν μόνο η πρόγευση. Ο συντονισμός και η ψιθυριστή συνοδεία από τα πρώτα μέτρα του "Whispers In The Echo Chamber" είχαν κάτι από σεάνς. Τα τραγούδια του ολοκαίνουριου "She Reaches Out To..." θα μπορούσαν να περάσουν για κλασικά. Στα περάσματα από το παρελθόν, το ταβάνι του 013 στιγμιαία εξαφανίστηκε. Το ανέβασμα του "Feral Love" και το γύρισμα σε "House Of Metal" έσβησαν ακόμα και τη μουτζούρα από την απουσία ζωντανού μπάσου.

Το ντουέτο των Spill Gold είχε ήδη τραβήξει κάμποσα βλέμματα από τις μακρινές ημέρες του Redux. Το γεμάτο Hall Of Fame έμοιαζε σχεδόν αναπόφευκτο. Τα φώτα έπαιζαν πρακτικά ως τρίτο μέλος. Οι γκρούβες δεν σταμάτησαν δευτερόλεπτο. Τρανή απόδειξη πως το Roadburn εκτιμά τον πραγματικά πρωτοποριακό ήχο, είναι η προσθήκη των Thantifaxath. Οι Καναδοί avant-garde black metal τρομοκράτες, εμφανίστηκαν με μια (1) κιθάρα, με theremin, με την κατάλληλη σκηνική παρουσία, και παρουσίασαν σχεδόν στην ολότητά του, με ένα συγκλονιστικό ήχο, το τιτάνιο “Hive Mind Narcosis”, αποτελώντας για όσους τολμηρούς τους είδαν, ένα από τα απόλυτα highlights του φεστιβάλ.

Ένα ντράμκιτ, μία κιθάρα, ένα μπάσο, ένα μικρόφωνο, μία μικρή αλλά γεμάτη σκηνή. Δεν χρειάζεται κάτι περισσότερο. Κι αν μετά τη βουτιά στον κατάλογό τους, το Next έμοιαζε μικρό για τους Royal Thunder, εν τέλει η συνθήκη ήταν ακριβώς αυτή που έπρεπε. Αψεγάδιαστο heavy rock γλέντι, με τη βουτιά της Mlny ανάμεσά μας για κερασάκι. Από την περίσσια συγκίνηση ενός τέτοιου γεμάτου set, στο διπλανό main stage μας περίμενε και η μεγάλη «κρυφή» εμφάνιση του φετινού Roadburn Festival. Θα μαθαίναμε την τελευταία μέρα γιατί η μυστικοπάθεια, ωστόσο η περσινή έκπληξη του φεστιβάλ, Backxwash, επέστρεψε για να ταράξει τα νερά του φεστιβάλ για άλλη μία φορά, καθώς πολλοί πέρυσί έμειναν παραπονεμένοι ότι δεν τη χάρηκαν και το Roadburn δεν θα επέτρεπε ποτέ στον εαυτό του να αφήσει το κοινό του με παράπονο. Φυσικά, η Backxwash τα σάρωσε όλα και μας έστειλε σπίτια μας να μαζέψουμε δυνάμεις…

Ημέρα 2

Μια πρωινή ειλικρινής κουβέντα με τους Royal Thunder ανάμεσα στα δύο τους set που θα φτάσει τις οθόνες σας σύντομα, εκκίνησε με ζεστό καφέ και βροχούλα τη δεύτερη μέρα του Roadburn Festival, για να τη συνεχίσει μια πολύ αληθινή συζήτηση στο panel των Khanate μαζί με τον Seldon Hunt που πολύ χιουμοριστικά τους απηύθυνε ερωτήσεις. Ήταν τόσο ζεστό να βλέπεις τους Khanate ξανά μαζί να συζητάνε για την κάθαρση της δύσβατης μουσικής τους και την ανάγκη να βρεθούν ξανά μαζί καλλιτεχνικά. Ξεκάθαρο comic relief της ημέρας όταν όσο ο Alan Dubin μιλούσε για το πως ο ήχος τους μοιάζει με ανθρωποκτονία κι εκείνη τη στιγμή πίσω από τη τζαμαρία εμφανίστηκαν δύο έφιπποι αστυνομικοί… Πέρα από τα γέλια όμως οι Khanate μας προσέφεραν μια εις βάθεων κουβέντα για το πως γράφεται αυτό το drone που σου αδειάζει την ψυχούλα, ήταν όμως ανίκανοι να μας προετοιμάσουν γι' αυτό που μας περίμενε αύριο.

Οι Ragana είμασταν βέβαιοι πως θα έκλεβαν τις εντυπώσεις στο Tilburg, και η commissioned σύμπραξή τους με τον label-mate και ομοϊδεάτη Drowse ήταν άχαστη. Το The Ash From Mount Saint Helens, παρά τα μικρά τεχνικά προβλήματα, ήταν καθαρτικό. Από μονολιθικό, αναρχικό post/sludge, μέχρι την φορτισμένη εκτόνωση του blackgaze, η ροή σε συνθετικό κορμό, αλλά και οι εναλλαγές των Ragana σε κιθάρες και τύμπανα κατά την πορεία, ήταν οριακά αψεγάδιαστα. Ο πήχης ξεπεράστηκε με εκνευριστική ευκολία, αλλά κυρίως με συνεργατικότητα. Η πρώτη εμφάνιση των ντόπιων Fluisteraars έγινε σε κλειστό κύκλο στο Next Stage, όπου μας παρουσίασαν το νέο τους ambient δίσκο "Manifestaties Van De Ontworteling". Με σιωπηρή ευλάβεια, το κοινό παρακολούθησε τις θορυβώδεις αναζητήσεις των Fluisteraars που είχαν συνοδευτεί από χρυσές μπομπίνες και ηχητικά κατασκευάσματα κάθε λογής, αποδίδοντας έναν τρομακτικής ποιότητας ήχο.

Το κάγκελο του Main Stage όμως μας περίμενε. Η δευτέρα παρουσία του Mat McNerney ήταν το commissioned "Music For Gloaming: A Nocturne By The Hexvessel Folk Assembly". Ο Kvohst, έπιασε ξανά κιθάρα, επιδόθηκε (και) σε growls, πλαισιώθηκε από μέλη των Hexvessel, Grave Pleasures και Šamane. Φόρεσαν το corpsepaint, το στράς, τις κάπες, έφεραν καμπανάκια και βιολί, και προεξαρχούσης της Saara που μαγνήτισε το 013 με τις φωνητικές της ελεγείες, μας ταξίδεψαν στα χιονισμένα όρη της μελαγχολίας και της δυσθυμίας. Από το folk black metal σε καθαρά ατμοσφαιρικά σημεία και post-punk ρυθμικά, η εξάμηνη προσπάθεια που αφιέρωσε για αυτό το έργο ο πολυσχιδής frontman σημάδεψε το φεστιβάλ. Όταν δε, ένα avant-garde riff άνοιξε το δρόμο για την επέλαση του Vicotnik (τι ποιών;) στη σκηνή, όσα είδαμε, ακούσαμε και βιώσαμε, σε μια παροξυσμική, κοσμική και τόσο αρμονική κορύφωση, δεν μεταφέρονται με λέξεις. Abstract tears to the ground, βλέπετε…

Αφού συγκροτηθήκαμε ψυχικά, μεταβήκαμε στο panel με τη συμμετοχή των clipping., Backxwash και King Yosef. Με τίτλο "Exploring Heavy Music Through An Experimental Lens", η συζήτηση είχε ως στόχο μια βιωματική προσέγγιση, από τους καλλιτέχνες τους ίδιους, πάνω στην κοσμοθεωρία που διέπει καλλιτεχνικά το φεστιβάλ. Οι μουσικοί, τόνισαν τις κοινές αισθητικές συνιστώσες που διαπερνούν στεγανά ιδιωμάτων, καθώς και πώς οι ζυμώσεις που συχνά με ηθικό άξονα, επιτρέπουν τέτοιες μουσικές συγκλίσεις. Με τη συζήτηση αναπόφευκτα να οδεύει προς την ελευθερία που παρέχει το D.I.Y. πλαίσιο, καθώς και τις όποιες δυσκολίες που συναντά η καλλιτεχνική έκφραση μέσω αυτού (καθώς και τι σημαίνει η υποστήριξή του), επιβεβαιώθηκαν οι εικασίες μας: ο πειραματισμός, η πρωτοπορία, αποκτά μεγαλύτερο νόημα σε ένα κοινωνικό και πολιτικοποιημένο πλαίσιο. Και ας έχουν διανυθεί χιλιόμετρα, οι ρίζες δεν ξεγράφονται.

Το πρώτο εκ των δύο σετ των Blood Incantation, με τίτλο “Timewave Zero” ήταν το πιο “κοσμικό” και ένα από τα τεχνικά πιο δύσκολα σετ του τετραημέρου. Μετά απο δύο χρόνια προεργασίας απο το φεστιβάλ ώστε να βρεθεί ο εξοπλισμός, η μπάντα εμφανίστηκε στη σκηνή με οχτώ (!) synthesizers απο τα 70s. Αυτό που ακολούθησε, ήταν ένα μοναδικό ambient ταξίδι στο διάστημα. Και με Attila guest παρακαλώ! Παράλληλα, οι καναδοί anarcho/post-punks Home Front, είχαν γεμίσει το Terminal μπροστά σε ένα κοινό έτοιμο να ξεσπάσει υπό τους ήχους τους. Με έμφαση στο “Games Of Power”, με όμορφα λογύδρια και τρομερή ενέργεια, το σχήμα ξεσήκωσε το κοινό, και αποδείχθηκε κρυφό χαρτί του φεστιβάλ. Κι αφού τραγουδήσαμε το "Nation", ακριβώς δίπλα μας περίμενε η ολοκληρωτική κατεδάφιση που προσέφεραν απλόχερα οι Deaf Club στο Engine Room. Ένα συγκρότημα βγαλμένο από τη χειρότερη power violence κόλαση, έδειξε όλη τη δύναμή του στη σκηνή αλλά και εκτός αυτής εφόσον ο πολυτάλαντος Justin Pearson δεν έμεινε και πολλά λεπτά επί της σκηνής παρά έβγαζε τα πνευμόνια του σε διάφορα σημεία του Engine. Καθηλωτικοί. Στο πέρασμα των χρόνων, η 'believe the hype' λίστα του φεστιβάλ φαντάζει ατελείωτη. Όπως (ευλογώντας τα γένια μας) περιμέναμε, οι Lucy Kruger & The Lost Boys προστέθηκαν πανάξια. Δίπλα στις φορτισμένες ερμηνείες, η Jenny Beth-ική ενέργεια της μπροστάρισας ήταν το τουίστ που δεν ξέραμε ότι χρειαζόμασταν.

Κάποιος ωστόσο μας σφύριξε ότι οι Inter Arma δεν είχαν πει την τελευταία τους λέξη, και ετοίμαζαν δεύτερη γύρα με κλασσικά τους κομμάτια στο Hall Of Fame. Το ρίσκο για να χωρέσουμε εφόσον όλοι είχαν πάθει καρδιακό με την χθεσινή τους εμφάνιση πάρθηκε και ευτυχώς, νικήσαμε! Για δεύτερη φορά οι Inter Arma δεν λυπήθηκαν τίποτα. Η ενέργειά τους ίδια και καλύτερη ίσως με εχθές, τους έσπρωξε για τα καλά στα μάτια μας σε επίπεδα συγκροτήματος μεγάλου βεληνεκούς. Παράλληλα, η επιμονή μας νίκησε κρύο και βροχή και έτσι χωθήκαμε στο Paradox για να απολαύσουμε το Hedvig Mollestad Trio. Θα είμαστε λακωνικοί. Το (κόντρα) μπάσο και ο αλήτης ντράμερ έδωσαν νόημα στα αρπίσματα ενός τζαμαρίσματος που όταν ξέσπασε, ένωσε Νορβηγία με Birmingham με τρόπο που το riffing έκανε ένα τζαζόμπαρο να κοπανιέται με μπύρες. Απίστευτη αλητεία.

Μία στιγμή συναισθηματικής χαλάρωσης μας βρίσκει στο main stage και τα σκαλάκια του, όταν οι Dool θα βρεθούν στη σκηνή για να μας παρουσιάσουν τον ολοκαίνουριο δίσκο τους "The Shape Of Fluidity". Εμφανώς με πιο prog διάθεση μουσικά και με την εντυπωσιακή Raven να εξερευνά με τα διττά ηχοχρώματα της φωνής της τη διεμφυλική της ταυτότητα που της στερήθηκε, οι Dool μας χάρισαν μια εμφάνιση που θα μας μείνει και παράλληλα έναν δίσκο που θα αγαπηθεί. Το οτι βρέθηκαν οι Xiu Xiu (σου-σου) στο φετινό line up, ήταν μια ευχάριστη έκπληξη που οδήγησε σε μια απο τις μεγαλύτερες ουρές που είδαμε φέτος στο Next Stage. Η μπάντα εμφανίστηκε ως duo για πρώτη φορά τα τελευταία 12 χρόνια, αλλά οι Jamie και Angela, γέμισαν τη σκηνή χωρίς πρόβλημα, με πολλή ενέργεια και ακόμα περισσότερα μουσικά props. Το σετ τους με τίτλο “The police bear such resemblance to those they pursue” ήταν μοιρασμένο σε παλαιότερο και ακυκλοφόρητο υλικό από το επερχόμενο άλμπουμ τους. Τελειώνοντας, μας παρότρυναν να κατευθυνθούμε στο Main Stage, που λίγα λεπτά αργότερα ξεκινούσε το σετ μιας από των δικών τους αγαπημένων μπαντών.

Το πραγματικό μεγαθήριο της ημέρας δεν δυσκολεύτηκε να φανεί, μιας που οι Health γέμισαν και παραγέμισαν το main stage και πως να μην το κάνουν άλλωστε, η στιγμή για σκοτεινό χορό ήταν λίγο παραπάνω από τέλεια. Φώτα στην εντέλεια, κινήσεις σαν από χορογραφία από τον ακούραστο John Famiglietti, και οι μεθυστικοί ρυθμοί των Health μας παρέσυραν σε ένα ξέφρενο χτύπημα, με ένα σετ βασισμένο γύρω από αλλά όχι μόνο, την εκπληκτική πρόσφατη δουλειά τους, "Rat Wars". Μαζί μας στο κοινό βρέθηκε και ο αδερφικός τους φίλος και συνεργάτης Perturbator απλά για να τους απολαύσει, θυμίζοντας μας τι οικογένεια είναι το Roadburn για κοινό και καλλιτέχνες. Με σετ σχεδόν 20 (!) κομματιών, κορυφαίες στιγμές τα "Ashamed" και "DSM-V", μέχρι και διασκευή σε Deftones, οι Health μας άφησαν να τους χαζεύουμε και να βρούμε τους εαυτούς μας να τρέχουνε για το δεύτερο χτύπημα των Clipping. απέναντι στο Terminal.

Αν η πρώτη εμφάνιση των Clipping. ήταν φαντασμαγορική και κέρδισε το κοινό, η δεύτερη ήταν one for the books. Για μένα, το περσινό και φετινό Roadburn αποτέλεσαν ιστορική συγκυρία παγίωσης της σχέσης σκληρού ήχου και hip-hop, αυτή τη σχέση που οι Clipping. με αμείωτο ενδιαφέρον πρεσβεύουν από το ξεκίνημά τους. Ο κόσμος αγάπησε, όσος ήδη δηλαδή δεν βρισκόταν σε αυτό το σημείο, τους Clipping. σε μία μέρα, και στη δεύτερη τους εμφάνιση ακολουθούσε τον παλμό τους με τραγούδι χωρίς ανάσα. Αυτή τη φορά οι Diggs με τη σιγουριά ότι έχει τους πάντες μαζί του, δεν προσπάθησε να τους σαγηνέψει, αλλά τους έστειλε στη δική τους, χαοτική διάσταση. Για άλλη μία φορά η Counterfeit Madison βρέθηκε στη σκηνή να δώσει όλο το πνευματικό ντύσιμο που αυτή η εμφάνιση χρειαζόταν για να εκτοξευθεί στα ύψη, δημιουργώντας μια διήμερη εμφάνιση που είμαι σίγουρη πως και εμείς και οι Clipping. θα θυμόμαστε με συγκίνηση για καιρό.

Κι εκεί που κάθεσαι ωραία και καλά, σκάει ένας μάγος και σου βαράει ένα φλάουτο κατακέφαλα. Δεκτό, οφείλαμε να είχαμε ακούσει τους μεγάλους σοφούς και να είχαμε μπει περισσότερο ψυχολογικά προετοιμασμένοι. Σε κάθε περίπτωση, οι παγανιστικές prog ψυχεδέλειες των Tusmørke μας πήραν και μας σήκωσαν. Κάτι όμως μας έκανε να τρέξουμε με ταχύτητα προς το φρέσκο Skate Hall, κι αυτό ήταν η άξαφνη εμφάνιση των Agriculture που ούτως ή άλλως τους περιμέναμε διακαώς για αύριο. Η είσοδος στο Skate Hall ήταν πραγματικός αγώνας που για άλλη μια φορά νικήθηκε και το έπαθλο ήταν δέος. Οι Agriculture είναι η σκηνική αποκάλυψη που φοβάστε ότι δεν θα βρείτε. Με έναν αυτοσχεδιασμό με την special guest Uboa που παρά τα κουραστικά τρία set την περίμεναν τις υπόλοιπες μέρες του φεστιβάλ, δεν δίστασε να δημιουργήσει πονεμένο χάος σε μια στιχομυθία κραυγής με τη Leah Levinson, αλλά και το δικό τους δίπολο κομματιών "The Well" που παρακολουθήθηκε με θρησκευτική, σιωπηλή ευλάβεια και το ξέσπασμα του "Look, pt. 1", κέρδισαν με το σπαθί τους μια από τις καλύτερες εμφανίσεις του φεστιβάλ.

Με νωπές τις μνήμες από τον μικρό θρίαμβο της προηγούμενης μέρας, η προσγείωση στην κεντρική σκηνή για τους Royal Thunder ήρθε κάπως απότομα. Από άποψη μεγέθους χώρου πάντα, γιατί η ίδια η μπάντα δεν έχασε ούτε λίγο από τον όγκο ή την ουσία της, ενώ η απόδοση του "Rebuilding The Mountain" ήταν να την πιεις σε παγωμένο ποτήρι. Σε μια άλλη «τρύπα», οι Ιταλοί Stormo μπροστά σε φανατικούς πάνκηδες, κέρασαν αδιανόητο blackened screamo, με κόσμο να τραγουδά (!) στίχους, ολόσωστα moshpits και pogo, και εμάς να ζούμε εκστασιασμένοι το χαμένο extreme underground όνειρο που μόνο εδώ μπορούμε να βρούμε. Για το τέλος, το Engine Room μας φύλαγε την χορευτική, σε υπερθετικό βαθμό εμφάνιση των Patriarchy. Το ντουέτο που αποτελεί τους Patriarchy έδωσε το δικό του ρυθμό στο κλείσιμο της δεύτερης ημέρας, όπου σε ένα act με άκρως ενδιαφέρουσα μουσική αλλά και παρουσία σεξουαλικής υπερβολής δίχασαν όσους δεν άντεξαν τους θεατρινισμούς τους και όσους τους λάτρεψαν, σίγουρα όμως, μονοπώλησαν το ενδιαφέρον.

Μπορείτε να διαβάσετε το δεύτερο μέρος για τις ημέρες 20-21/04/24 εδώ.

Photo Credits:

Κώστας Λιλιόπουλος

Facebook
Instagram: @kostasliliopoulos

Μαριλένα Τσίγκου
Instagram: @earthbound42

  • SHARE
  • TWEET