A Beginner's Guide: Ευρωπαϊκό Power Metal - Part II

Από την άνοδο στην πτώση του πιο μελωδικού κι ανατατικού heavy metal παρακλαδιού

Η δεκαετία του '90 υπήρξε η πλέον καθοριστική για το ευρωπαϊκό power metal οικοδόμημα, αφού είναι εκείνη κατά την οποία αυτό γιγαντώθηκε, προσέφερε την πλειονότητα των σπουδαιότερων δουλειών του και αποτέλεσε ένα κυρίαρχο ιδίωμα του σκληρού ήχου, σε μια περίοδο μάλιστα που εκείνος διαρκώς εξελισσόταν.

Παράδοξο, βέβαια, υπήρξε το γεγονός της αναντίρρητης πτώσης των δημιουργών του είδους, Helloween, την ίδια στιγμή που νέοι «σφετεριστές» του euro-power θρόνου εμφανίζονταν και τραβούσαν τα βλέμματα προς το μέρος τους. Stratovarius, Blind Guardian, Angra, αλλά και οι Gamma Ray του Kai Hansen, μεταξύ άλλων, κέρδιζαν πολύτιμο έδαφος, την ίδια στιγμή που οι Κολοκύθες βυθίζονταν στην αβεβαιότητα και τις εσωτερικές διαμάχες, με αποτέλεσμα δύο άνισους δίσκους, δύο τρανταχτές αποχωρήσεις βασικότατων μελών και την αυτοκτονία του Ingo Schwichtenberg να επισκιάζει το όποιο μέλλον τους.

Ευτυχώς για όλους, η είσοδος του Andi Deris (πρώην Pink Cream 69) υπήρξε καθοριστική και γρήγορα τους έδωσε σημαντική ώθηση, σε ένα περιβάλλον που πλέον έβριθε από αξιόλογες μπάντες που είχαν επηρεαστεί πρωτίστως από εκείνους, αλλά ήταν καθ'όλα ικανές συνθετικά και, το σημαντικότερο, παρουσίαζαν τη δική τους προσωπικότητα δίχως φόβο. Αυτή, άλλωστε, είναι και η περίοδος που χάρισε τις περισσότερες από τις πλέον εδραιωμένες και κυρίαρχες μπάντες του ιδιώματος, από τους Edguy και τους HammerFall, έως τους - κατόπιν super stars - Nightwish και τους Ιταλούς Rhapsody.

Έτσι, οι αρχές τις δεκαετίας του 2000 ήθελαν το είδος να αποτελεί την εμπορική αιχμή του δόρατος για τη metal μουσική βιομηχανία, με πλήθος νέων σχημάτων να ιδρύεται, να ακολουθεί τον ήχο και να υπογράφει σε σημαντικά labels και τις ηγετικές του μπάντες να κυκλοφορούν τις τελευταίες καθ'ομολογία σπουδαίες τους δουλειές. Αρχή του τέλους κρίνεται η διετία 2003 - 2005, τότε που οι Helloween επέλεγαν την άτακτη υποχώρηση στον "happy happy" euro-power ήχο (βλέπε "Rabbit Don't Come Easy") ως αντίδραση στον πιο ευρύ και σκοτεινό ήχο του "Dark Ride" που είχε προηγηθεί, την ίδια στιγμή που οι Stratovarius αυτοκαταστρέφονταν με την κυκλοφορία του (τραγικού από κάθε άποψη) ομότιτλου δίσκου τους και τις ποικίλες εσωτερικές τους διαμάχες, οι Gamma Ray αποτύγχαναν να γοητεύσουν με το κάθε άλλο παρά «μεγαλοπρεπές» (και με πολλές άμεσες παραπομπές στις επιρροές του) "Majestic" και οι Running Wild κυκλοφορούσαν το αδιάφορο "Rogues En Vogue".

European Power Metal

Εκείνη την εποχή, η μόνη πραγματική αχτίδα φωτός για το ιδίωμα ερχόταν από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, με τους Kamelot (του πρώην τραγουδιστή των Conception, Roy Khan) να εξελίσσονται δίσκο με το δίσκο και να φτάνουν στο αποκορύφωμα τους με το αλάνθαστο "The Black Halo", και τους Angra να επανέρχονται με νέα σύνθεση και το αλαβάστρινο "Temple Of Shadows". Συνεπικουρούμενοι από τους εξωτικούς Shaman του Andre Matos, αλλά και τους πάντα συνεπείς Edguy, που έφταναν στο απόγειο τους με το εντυπωσιακό "Hellfire Club", εκείνοι ήταν οι τελευταίοι ποιοτικοί πυλώνες ενός είδους σε ελεύθερη πτώση, στο οποίο ο ηχητικός κορεσμός και η επανάληψη είχαν γίνει πλέον συνώνυμα του.

Τα αίτια της πτώσης, πολλά και ποικίλα. Η πιο εύκολη ερμηνεία θα ήταν το απλό, λιτό και περιεκτικό «ό,τι ανεβαίνει, κατεβαίνει», μα το πραγματικό πρόβλημα τελικά υπήρξε πιο σύνθετο. Ο κορεσμός από μπάντες που επέλεγαν να ηχούν το ίδιο, η τυποποίηση του ήχου και οι ελάχιστοι δημιουργικοί ορίζοντες των νεότερων σχημάτων, οδήγησε στην απαξίωση του ιδιώματος και στο μετέπειτα χλευασμό του. Οι παλιότερες μπάντες έπαψαν να είναι δημιουργικά απρόβλεπτες, επιλέγοντας πια να στραφούν σε νοσταλγικές τακτικές για να επανακτήσουν τη χαμένη τους αίγλη. Έτσι, τα sequels άρχισαν να αποτελούν συνήθεια, με το τρίτο μέρος της "Keeper Of The Seven Keys" κληρονομιάς, το δεύτερο μέρος του "Land Of The Free", την ηχητική και ιστορική συνέχεια του "Tunes Of War" και ούτω καθεξής, να αποτελούν μάλλον απέλπιδες κινήσεις για να σωθεί ό,τι μπορούσε να σωθεί, παρά ουσιαστικά καλλιτεχνικά έργα.

Εξίσου προβληματικό μπορεί να κριθεί και το γεγονός πως οι νεότερες μπάντες επέλεγαν να επηρεαστούν από τους κυρίαρχους της σκηνής, «αγνοώντας» το υπόβαθρο του ήχου στον οποίο κινούνταν. Έτσι, την ίδια στιγμή που οι Helloween στο "Metal Jukebox" δίσκο διασκευών τους συμπεριελάμβαναν τραγούδια των Scorpions, Focus και Jethro Tull, μεταξύ άλλων, οι Gamma Ray διασκεύαζαν το "Look At Yourself" των Uriah Heep και οι Blind Guardian διατυμπάνιζαν την αγάπη τους για τους Queen, σχήματα σαν τους Heavenly και τους Stormwarrior κινούνταν στα όρια της tribute υπόστασης, στα χνάρια των πρωτοπόρων euro-power συγκροτημάτων, όσο διασκεδαστικές κι αν μπορούσαν να κριθούν οι δουλειές τους.

Ως ένας κοιμώμενος γίγαντας πια, το ευρωπαϊκό power metal περιμένει να επιστρέψει στο προσκήνιο, με το reunion των Helloween με τους Kai Hansen και Michael Kiske να φαντάζει ως η ιδανική συγκυρία για κάτι τέτοιο. Άλλωστε, είτε μας αρέσει, είτε όχι, σχήματα όπως οι Sabaton και οι Powerwolf ήδη διεκδικούν εμπορικές πρωτιές και headline εμφανίσεις σε σημαντικά venues, ενώ μια νέα φουρνιά σχημάτων αρχίζει να αφήνει ελπίδες για κάτι καλύτερο από τα όσα συνέβησαν στο είδος τα τελευταία 15 χρόνια. Αν θα συμβεί το - πολυπόθητο για εμάς τους οπαδούς του ήχου - revival, κανείς δεν ξέρει. Τα σπουδαία άλμπουμ που μας έχει χαρίσει, ωστόσο, θα μας συντροφεύουν μια ζωή, ζωντανεύοντας ξανά μνήμες που δεν σβήνουν, με κάθε επιπλέον ακρόαση. (Σ.Κ.)

Διαβάστε το πρώτο μέρος του οδηγού μας για το ευρωπαϊκό power metal εδώ.


Labyrinth - Return To Heaven Denied
(Metal Blade, 1998)

Labyrinth - Return To Heaven Denied

Σε μια εποχή που το power/progressive μεσουρανούσε σε όλη την Ευρώπη, μια νέα ιταλική μπάντα από τη Massa της Τοσκάνης, κατάφερε να στρέψει πάνω της πολλά βλέμματα θαυμασμού. Έπειτα από ένα αξιόλογο ντεμπούτο ("No Limits", 1996) και με την υποστήριξη πια της μεγάλης Metal Blade, το δεύτερο άλμπουμ τους έμελλε να είναι η αδιαμφισβήτητη κορυφή της δισκογραφίας τους: εμπλέκοντας από τη μία τα τυπικά στοιχεία του ιταλικού power ήχου - συμφωνικά και νεοκλασικά στοιχεία σε πλήκτρα και κιθάρες - και από την άλλη μια ενισχυμένη μελωδικότητα και έναν progressive metal λυρισμό, απευθείας επηρεασμένο κυρίως από τους Fates Warning, το "Return To Heaven Denied" αποτέλεσε μια λαμπρή στιγμή του ευρωπαϊκού power metal της εποχής. Ακόμα και σήμερα, ο δίσκος ακούγεται λαμπερός και διαυγής, με δυνατές συνθέσεις, μεγάλο εκτελεστικό κέφι και τις θαυμάσιες ερμηνείες του Roberto Tiranti. (A.K)


Nightwish - Oceanborn
(Spinefarm, 1998)

Nightwish - Oceanborn

Από τις πιο ξεχωριστές κυκλοφορίες του οδηγού. Καθαρά μουσικά δεν έφερε κάποια καινοτομία. Αυστηρά μιλώντας, στην ουσία του, δεν απείχε τρομερά από την πλειονότητα των δίσκων που προηγήθηκαν. Από πού προκύπτει το τόσο ξεχωριστό αποτέλεσμα, λοιπόν; Μα από την παρουσία πίσω από το μικρόφωνο, προφανώς! Σε έναν χώρο που οι προσεγγίσεις στα φωνητικά έμοιαζαν λίγο-πολύ με παραλλαγές του ίδιου θέματος, η Tarja Turunen εμφανίστηκε από το πουθενά, κι έδειξε ότι υπάρχουν εναλλακτικές. Ήχος βγαλμένος από τη μεγάλη του Tolkki σχολή, σε σημεία στα όρια της υπερβολής, αλλά συμπατριώτες και δηλωμένοι οπαδοί γαρ. Οι παραμυθένιοι στίχοι και τα γεμάτα πλήκτρα του Tuomas Holopainen άφησαν το στίγμα τους. Εκ των υστέρων δεν έμειναν για πολύ στα power μονοπάτια. Για όσο κράτησε όμως ήταν κάτι μοναδικό. Ακριβώς όπως και η συνέχεια. (A.M.)


Nocturnal Rites - The Sacred Talisman
(Century Media, 1999)

Nocturnal Rites - The Sacred Talisman

Ξεκινώντας ως μια death metal μπάντα, όπως ίσως προϊδεάζει και το όνομα τους, οι Nocturnal Rites μετατράπηκαν σταδιακά και πριν το πρώτο τους άλμπουμ σε ένα μελωδικό σχήμα που φλέρταρε συγχρόνως με τον επικό και τον power metal ήχο. Το "In A Time Of Blood And Fire" αποτέλεσε ένα ιστορικό και υποδειγματικό ντεμπούτο, μα είναι το τρίτο τους άλμπουμ, "The Sacred Talisman", που φαντάζει πιο ταιριαστό και χαρακτηριστικό για ένα αφιέρωμα σαν το εν λόγω. Στην τελευταία τους δουλειά με τον Anders Zackrisson, τραγουδιστή των θρύλων της σουηδικής σκηνής Gotham City, οι Nocturnal Rites σμιλεύουν ένα δίσκο δίχως περιττή νότα, απολύτως υμνικό, με μεγάλες μελωδίες και refrain που σου μένουν, παραμένοντας ακόμη κι έξι δίσκους αργότερα ένα παραγνωρισμένο σχήμα που ο φίλος του είδους οφείλει να ανακαλύψει. (Σ.Κ.)


Avantasia - The Metal Opera Part I
(AFM, 2001)

Avantasia - The Metal Opera Part I

Εκεί που έλεγες ότι όλα έχουν παιχθεί και όλα έχουν ειπωθεί, σκάει ο Sammet και χαλάει την πιάτσα. Δεν είναι ότι δεν τον ήξερες. Είχε ήδη κυκλοφορήσει (και θα συνέχιζε να κυκλοφορεί) κάτι περισσότερο από αξιόλογους δίσκους με τους Edguy. Από εκεί μέχρι το μεγαλείο του "The Metal Opera" όμως υπάρχει απόσταση. Εδώ δεν έχουμε έναν δίσκο που απλά πατάει στα γνωστά θεμέλια του ύφους και πηγαίνει μπροστά στηριζόμενο στα τραγούδια του. Όχι, εδώ έχουμε κάτι πραγματικά μεγάλο. Υπάρχει το fantasy concept. Υπάρχει το ροκ όπερα στήσιμο. Υπάρχει η αψεγάδιαστη παραγωγή. Υπάρχει ένα αξεπέραστο καστ που περιλαμβάνει από Michael Kiske και Andre Matos μέχρι Kai Hansen και Sharon Den Adel. Και, φυσικά, υπάρχουν οι συνθέσεις. Θέλετε δίκασες; Θέλετε σόλο; Θέλετε εναλλαγές σε φωνητικά μέχρι εκεί που δεν πάει; Θέλετε θεατρικότητα; Θέλετε συναίσθημα; Θα τα βρείτε όλα, κι ακόμα περισσότερα. (Α.Μ.)


Kamelot - Karma
(Noise, 2001)

Kamelot - Karma

Από τις πρώτες τους μέρες, οι Αμερικανοί Kamelot υπήρξαν μια ξεχωριστή κι ιδιαίτερα εκλεκτική περίπτωση μπάντας, για τον power metal χώρο. Αρκετά ακόμα άλμπουμ τους θα μπορούσαν να βρεθούν σε αυτό το αφιέρωμα, δεν μπορούμε όμως να κρύψουμε την αγάπη μας για το πέμπτο τους άλμπουμ, για μία δουλειά δηλαδή που βρίσκει το γκρουπ να αγγίζει την τελειότητα. Το καθαρά euro-power rhythm section των Barry/Grillo σαρώνει στο πέρασμα του, οι συμφωνικές πινελιές του Miro είναι άριστα ενορχηστρωμένες, η κιθάρα του mastermind Thomas Youngblood είναι μια μπάντα μόνη της κι οι ερμηνείες του Roy Khan απλώς συγκλονιστικές. Το "Karma" κυρίως όμως είναι γεμάτο από εκπληκτικές συνθέσεις, ένας δίσκος όπου γρήγορα έπη (όπως το ομώνυμο και το "Forever) εναλλάσσονται με mid-tempo δυναμίτες ("The Spell", "The Light I Shine On You") κι ελεγειακές μπαλάντες ("Temples Of Gold") σε ένα μαγικό, αδιαπέραστο πλέγμα. Σε ένα αγνό power metal θαύμα. (Α.Κ.)


Shaman - Ritual​
(Lucretia, 2002)

Shaman - Ritual​

Το "Ritual" δεν είναι απλά το «μικρό αδερφάκι» του "Holy Land", δεν είναι ο δίσκος που περιέχει μόνο το "Fairy Tale", δεν (θα πρέπει) να λογίζεται ως ένας απλά εξαιρετικός δίσκος στη σκιά των Angra. Το αστείρευτο ταλέντο του Andre Matos, μαζί με τους αδερφούς Mariutti και Ricardo Confessori, στο ντεμπούτο των Shaman, πήρε τις βασικές διδαχές του euro-power ύφους, που, όπως έχετε διαπιστώσει ήδη, κατείχαν σε υπερθετικό βαθμό, και σε πείσμα της εποχής, όπου το ιδίωμα στρεφόταν είτε σε πιο speed ή σε πιο symphonic/hard rock φόρμες, κυκλοφόρησαν μια μεγαλειώδη σαμανική τελετή. Προφανώς, η ιδιοφυία του Matos δεν θα μπορούσε να παραδώσει έναν by the numbers δίσκο. Η ισορροπία tribal στοιχείων, πλήκτρων και εφέ με τον γνώριμο καταιγιστικό ήχο, οι εξαιρετικοί καλεσμένοι, οι ιδιαίτεροι στίχοι, η τεχνική και οι άριστες ερμηνείες, συνθέτουν ένα "Mystic Metal" έργο τέχνης, αποθέωση του σοφιστικέ ύφους και της καλαίσθητης επίδρασης που αποκτά το ιδίωμα στα κατάλληλα χέρια. (Α.Ζ.)


Primal Fear - Black Sun
(Nuclear Blast, 2002)

Primal Fear - Black Sun

Η μοίρα φαίνεται πως χρωστούσε στον Ralf Scheepers την επιτυχία που απολαμβάνει πια με τους Primal Fear, αφού πρώτα μια σειρά από άστοχες επιλογές και ατυχείς συγκυρίες τον ήθελαν ως τον σωστό άνθρωπο τη λάθος στιγμή. Βλέπετε, μια η άρνηση της θέσης του τραγουδιστή στους Helloween, λίγο πριν εκείνοι αλλάξουν επίπεδο με τα δύο "Keeper...", μια η αποχώρηση του από τους Gamma Ray για να περάσει από audition στους Judas Priest (και την μπάντα του Kai Hansen να κυκλοφορεί αμέσως μετά το σπουδαίο "Land Of The Free"), ο Γερμανός τραγουδιστής έσωσε την παρτίδα με την ίδρυση των Primal Fear, μιας από τις πλέον συνεπείς μπάντες του χώρου. Έτσι, με ένα ντεμπούτο που επανέφερε στο προσκήνιο τις τεράστιες φωνητικές του δυνατότητες, οι Primal Fear δεν θα αργούσαν να εδραιωθούν στις συνειδήσεις του κόσμου ως ένα ξεχωριστό heavy/power act που δεν απογοήτευε. Αντιθέτως, και φτάνοντας στον τέταρτο δίσκο τους, παρέδωσαν μαθήματα ποιοτικής τραγουδοποιίας με εικόνισμα τους Judas Priest, σε έναν δίσκο γεμάτο εντυπωσιακές τσιρίδες, ταχύτητες και μελωδίες στο κόκκινο, παραγωγή για σεμινάριο και την έμπνευση να μην στερεύει δευτερόλεπτο. (Σ.Κ.)


Masterplan - Masterplan
(AFM, 2003)

Masterplan - Masterplan

Σε παραλληλισμό με τους Gamma Ray, όταν κατά την περιοδεία, του εξαιρετικού "The Dark Ride" των Helloween, αποχώρησαν από την μπάντα οι Grapow και Kusch, το επόμενο βήμα τους, μπορεί να μην είχε τον αντίκτυπο της μπάντας του Hansen, αλλά πέτυχε κάτι εξίσου σημαντικό. Ο Jørn Lande (κυρίως γνωστός από τους Ark), αναλαμβάνει τα φωνητικά, και το ομώνυμο ντεμπούτο των Masterplan είναι ο πραγματικός διάδοχος ενός από τους καλύτερους δίσκους των Helloween. Ο ήχος των Masterplan, είναι, μια ισορροπημένη συνέχεια του "The Dark Ride", η συμπαραγωγή του Sneap συνεισφέρει τα μέγιστα, οι συνθέσεις ισορροπούν με μαεστρία μεταξύ του σκοταδιού, του hard rock, ελέω και της φωνής του Lande, και του παραδοσιακού euro-power και αυτή η απρόσμενη έκπληξη επιτυγχάνει μέχρι και σχετική εμπορική επιτυχία. Οι Masterplan παρατάξανε κλασικές συνθέσεις ("Spirit Never Die", "Sail On"), hits, ("Enlighten Me", "Kind Hearted Light") ένα τρομερό ντουέτο Lande-Kiske ("Heroes"), αλλά τίποτα δεν συγκρίνεται με την ανατριχίλα της Νύχτας των Κρυστάλλων. (A.Z.)


Lost Horizon - A Flame To The Ground Beneath
(Music for Nations, 2003)

Lost Horizon - A Flame To The Ground Beneath

Πιθανότατα μιλάμε για το μεγαλύτερο "what if" του ευρωπαϊκού power metal ήχου, για την μπάντα εκείνη που όπως εμφανίστηκε, κάνοντας πάταγο, έτσι κι εξαφανίστηκε, αφήνοντας ως παρακαταθήκη δύο σπουδαίες δουλειές. Από τις δύο, το καταληκτικό "A Flame To The Ground Beneath" φαντάζει ως η αποκορύφωση του euro-power ήχου των ‘00s (κι ας κυκλοφόρησε μόλις στις αρχές της δεκαετίας), ωθώντας στα άκρα κάθε χαρακτηριστικό του γνώρισμα (είτε μιλάμε για Maiden-ικές δισολίες και Helloween εμπνεύσεις τις Hansen περιόδου, είτε για ατμόσφαιρες και επικότροπες διαθέσεις) και ντύνοντας το με την εικόνα μιας οπτικής εξτραβαγκάντζας που θα έκανε υπερήφανους τους Manowar του "Into Glory Ride". Οι συνθετικές υπερβάσεις είναι μόνιμες, είτε δομικά και χρονικά, αλλά πολύ περισσότερο στον τομέα της έμπνευσης, ενώ ο περιβόητος Ethereal Magnanimus (κατά κόσμον Daniel Heiman) αποτελεί μια από εκείνες τις one of a kind φωνές και από μόνος του ένας παράγοντας που ανεβάζει το αποτέλεσμα σε δυσθεώρητα ύψη. (Σ.Κ.)


Sonata Arctica - Winterheart's Guild
(Spinefarm, 2003)

Sonata Arctica - Winterheart's Guild

Όταν οι Sonata Arctica εμφανίστηκαν στη δύση της προηγούμενης χιλιετίας πολλοί αναφερόντουσαν σε αυτούς μειωτικά ως «κλώνους» των Stratovarius. Ο χρόνος όμως δικαίωσε την παρέα του Tony Kakko, καθώς εξελίχθηκαν, μεγάλωσαν και επιβίωσαν μέσα σε ένα ιδίωμα που διαρκώς έφθινε, ενώ τόσο το "Ecliptica" (1999), όσο και το "Silence" (2001) αποδείχτηκαν πραγματικά καλά άλμπουμ για αυτό που ήταν. Όμως, ήταν το τρίτο κρίσιμο άλμπουμ το "Winterheart's Guild" που τους άλλαξε επίπεδο και παραμένει ως σήμερα όχι μόνο η καλύτερη δουλειά τους, αλλά και ένα από τα καλύτερα euro-power άλμπουμ της νέας χιλιετίας. Φανταστικές μελωδίες ξεπροβάλλουν από παντού, με τις ταχύτητες να αυξομειώνονται συνεχώς και τονTony Kakko να λάμπει τόσο ως συνθέτης όσο κι ως ερμηνευτής. Περιλαμβάνοντας power ύμνους σαν το "The Cage", δυνητικά χιτ σαν το "Broken", μεγάλα ρεφρέν σαν αυτά των "Silver Tongue" και "Victoria's Secret" και φυσικά την καταπληκτική μπαλάντα "The Misery", στο "Winterheart's Guild" κρύβεται συμπυκνωμένη λίγη από τη μαγεία που είχε κάποτε το euro-power ως ιδίωμα. (X.K.)


Tad Morose - Modus Vivendi
(Century Media, 2003)

Tad Morose - Modus Vivendi

Ξεκινώντας από το απίστευτα κολλητικό hit "Anubis" με το βαρύ κι ασήκωτο ανατολίτικο του riff και καταλήγοντας στο ατμοσφαρικό "When The Spirits Rule The World", το "Modus Vivendi" φαντάζει ένας δίσκος που μπορεί να υπερηφανεύεται την "all killer - no filler" υπόσταση του χωρίς δισταγμό. Δείχνοντας πως το ευρωπαϊκό power δεν έχει να κάνει μονάχα με τη γερμανική σκηνή, τις happy happy - Helloween αναφορές και την ταχύτητα, οι Tad Morose, μαζί με τους εξίσου ενδιαφέροντες συντοπίτες τους Morgana Lefay, συνέχισαν από εκεί που το παραγνωρισμένο power/doom των Memento Mori σταματούσε. Ογκώδεις, πειστικές συνθέσεις γεμάτες πομπώδεις ατμόσφαιρες και μπόλικη προσωπικότητα συνθέτουν έναν δίσκο στον οποίο δύσκολα βρίσκεις ψεγάδι και που αποτελεί την κορυφαία ερμηνευτική στιγμή (ίσως μαζί με το πιο κλασικά euro-power "Nosferatu" των Bloodbound) του Urban Breed. (Σ.Κ.)


Dragonforce - Sonic Firestorm
(Noise, 2004)

Dragonforce - Sonic Firestorm

Η παρέα του Herman Li είναι ό,τι κοντινότερο σε one hit wonder στον power metal χώρο. Η επιτυχία του "Through The Fire And The Flames" ήταν τεράστια. Σε βαθμό που από το πουθενά έβαλε τους δημιουργούς του στις πρώτες γραμμές του μεταλλικού χάρτη, ξεπερνώντας ταμπέλες και ιδιώματα. Από το πουθενά; Όχι ακριβώς. Το LP που είχε προηγηθεί του αδιαφιλονίκητου σουξέ είχε τα πάντα όλα· τις τεχνικές κιθάρες των Li & Totman, την επιμονή σε υστερικά υψηλές ταχύτητες, τις χωρίς ανάσα εναλλαγές, τη στρογγυλεμένη παραγωγή, τα αναπάντεχα τεράστια ρεφρέν, την anime-meets-video-game-meets-fantasy αισθητική, τα σινγκλ και τα έπη (βλ. "Fury Of The Storm" και "Soldiers Of The Wasteland"). Σε μια εποχή που οι ρωγμές είχαν αρχίσει να φαίνονται, οι Βρετανοί έκαναν ένεση φρεσκάδας στο ύφος. Ήρθαν μετά τα Guitar Hero και παρέσυραν τα πάντα στο διάβα τους. (A.M.)


Angra - Temple Of Shadows
(SPV/Steamhammer, 2004)

Angra - Temple Of Shadows

Κι ενώ μεγάλη μερίδα του power metal κοινού εξακολουθούσε να αναρωτιέται αν θα υπάρχει ζωή για την μπάντα μετά τον Andre Matos, οι Angra στο πέμπτο τους άλμπουμ παρέδωσαν ένα από τα ποιοτικά και φιλόδοξα έργα της καριέρας τους. Το "Temple Of Shadows" είναι καταρχήν ένα σχεδόν μεγαλεπήβολο concept άλμπουμ το οποίο, αφηγούμενο τη ζωή του σταυροφόρου του 11ου αιώνα Shadow Hunter, ανοίγει τη θεματική του σε θρησκευτικά, φιλοσοφικά και λαογραφικά μονοπάτια. Πιστές στις Helloween καταβολές τους, οι συνθέσεις είναι ορμητικές και πλούσιες, οι κιθάρες των Bittencount και Loureiro είναι σκέτη φωτιά, ενώ δίπλα στο υψιτενές performance του Edu Falaschi στέκονται και οι υψηλοί προσκεκλημένοι Kai Hansen, Hansi Kursch και Milton Nascimento. Το "Temple Of Shadows" ακόμα ηχεί όσο καλό όσο τα καλύτερα δείγματα του euro-power, ενώ οι latin/folk αναφορές, όπου υπάρχουν, θυμίζουν πάντα το πόσο μοναδική μπάντα υπήρξαν οι Angra. Μόνο κρίμα, το reunion που ποτέ δεν θα γίνει πραγματικότητα. (Α.Κ.)


Edguy - Hellfire Club
(Nuclear Blast, 2004)

Edguy - Hellfire Club

Έχοντας κάνει πολύ ελπιδοφόρα/εντυπωσιακή είσοδο στα metal δρώμενα της εποχής με το "Vain Glory Opera" οι Edguy είδαν το side project του ηγέτη και τραγουδιστή τους Tobias Sammet, τους Avantasia, να εκτοξεύουν και τη δική τους εμπορικότητα. Αλλά, δεν ήταν μόνο αυτό που τους ανέβασε και τους κατέστησε ως μια από τις σημαντικότερες δυνάμεις στο μελωδικό (εν γένει) metal της νέας χιλιετίας. Ήταν και δουλειές όπως το "Mandrake" (2001) και κυρίως το "Hellfire Club". Το πρώτο που μπορεί να πει κάποιος ακούγοντας το "Hellfire Club" είναι ότι η παραγωγή έχει βελτιωθεί σημαντικά κι ο ήχος είναι πιο «γεμάτος», ενώ και οι συνθέσεις έχουν μεστότητα και ποικιλία. Από ξεδιάντροπα χιουμοριστικά singles ("King Of Fools", "Lavatory Love Machine") ως δεκάλεπτα έπη ("The Piper Never Dies") κι από φουλ ταχύτητες ("Mysteria") ως mid-tempo ("Navigator") και power μπαλάντες ("Forever"). Κυρίως όμως είναι γεμάτο καλά τραγούδια, που καθιστούν το "Hellfire Club" ως την πιο ολοκληρωμένη δουλειά των Edguy ως και σήμερα. (Χ.Κ.)


Firewind - The Premonition​
(Century Media, 2008)

Firewind - The Premonition​

Όταν, οι Firewind διαδέχονταν το πετυχημένο, από κάθε άποψη, "Allegiance", είχαν ήδη καταφέρει να βάλουν τη χώρα στο διεθνή power metal χάρτη. Το "The Premonition", πιστοποίησε και στον πιο δύσπιστο, πως η μπάντα του Gus. G, δεν ήταν one hit wonder. Αντιθέτως, διέθετε την ποιότητα, τον επαγγελματισμό και την αντίληψη, να αναλάβει τα ηνία της σκηνής. Η σύνθεση των Firewind σταθεροποιήθηκε, το "Mercenary Man" επέφερε αναγνώριση και σε εγχώριο επίπεδο με την πορεία του στα charts, το "Head Up High" αποτελεί το πιο αναγνωρίσιμο κομμάτι των Firewind, οι χαρακτηριστικοί power metal καταιγισμοί δεν λείπουν με τα ‘Remembered", "Angels Forgive Me" και "The Silent Code", ενώ τα ηχητικά άκρα του δίσκου είναι το "Battery"-ικό εναρκτήριο έπος "Into The Fire" και η τρομερά απολαυστική διασκευή στο "Maniac". Αυτά συμβαίνουν όταν ταλαντούχοι μουσικοί αποδίδουν συνειδητά στα κόκκινα, μια μοντέρνα μπλε πανδαισία και ένα από τα τελευταία πραγματικά σπουδαία άλμπουμ του χώρου. (Α.Ζ.)

  • SHARE
  • TWEET