«A Beginner's Guide»: Speed Metal
Satanic Speed Metal! I fuckin need it!
Ας μιλήσουμε για ταχύτητα. Στην δημιουργική κοσμογονία των μεταλλικών ‘80s, οι ζυμώσεις και οι εξελίξεις υπήρξαν συνεχείς, με τις μπάντες και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού να προσπαθούν να παίξουν πιο γρήγορα, πιο ακραία, πιο δυνατά. Από το hard rock στο heavy metal και από εκεί στο thrash και τα λοιπά extreme παρακλάδια που γεννήθηκαν σε αυτήν τη διαδρομή, υπάρχει ένα missing link, μια στιγμή στο χωροχρόνο που έδωσε ένα ιδίωμα τόσο αντισυμβατικό και απροσδιόριστο, αλλά και τόσο αυθεντικά αντιδραστικό, που κατέληγε δύσκολα προσδιορίσιμο.
Speed metal, το. Ανάμεσα στο heavy και το thrash, γειτονικά με το power αλλά σαφώς πιο τραχύ και άξεστο, με τσιρίδες, κιθάρες - ξυράφια και ακραίο attitude, είναι το ιδίωμα που γέννησαν οι ταχύτερες των στιγμών των πρώιμων Judas Priest (βλ. "Exciter", "Running Wild"), παρέα με το NWOBHM και τους Motorhead (βλ. "Overkill"). Περασμένο από το φίλτρο της υπερβατικότητας - shock value της ακραίας ορμής, δεν όρισε κατευθύνσεις αλλά ορίστηκε από στιγμές.
Ως επίσημη πρώτη του μπορούμε να θεωρήσουμε το ντεμπούτο των Καναδών Exciter, παρά την διεκδίκηση των πρωτείων από σχήματα όπως οι Raven του "Rock Until You Drop", οι Venom των δύο πρώτων δίσκων που πρακτικά επηρέασαν ό,τι ακολούθησε, και οι Anvil του "Metal On Metal", ή ακόμη - ακόμη και οι Accept των early ‘80s. Συγχρόνως, όμως, εδώ αρχίζουν και οι παραδοχές του ιδιώματος. Είναι οι Metallica του "Kill ‘Em All" μέρος του ιδιώματος; Είναι, όπως και οι Slayer του ντεμπούτου, οι Megadeth του "Killing Is My Business…" και οι Anthrax του "Fistful Of Metal", οι Running Wild προ "Under Jolly Roger", οι πρώιμοι Blind Guardian, οι Destructor, οι Tank, οι Overkill και οι τεράστιοι Γάλλοι ADX.
Ως speed metal θα μπορούσες να κατατάξεις τους Annihilator των δύο πρώτων (με σημαντικό αστερίσκο), τους Ιταλούς Bulldozer, τους πρώιμους Grave Digger, τους δικούς μας Convixion και Sacral Rage ή τους Γερμανούς Paradox και Living Death και, γενικότερα, ο χαρακτηρισμός είναι τόσο ευρύς, που καταλήγει διαισθητικός, παρά κάτι περισσότερο. Με αυτό κατά νου, οι επιλογές των άλμπουμ που παρουσιάζονται παρακάτω έχουν σαν πρώτο κριτήριο την κάλυψη της έκρηξης του ιδιώματος, όπως αυτή συνέβη την περίοδο 1983 - 1986, αλλά και την αναβίωση της φάσης στα τέλη των ‘10s, που έφερε στο προσκήνιο ξανά τον ξεχασμένο όρο.
Έτσι, με τη διαλογή να αφήνει στον προθάλαμο οτιδήποτε θεωρήθηκε περισσότερο power, crossover, metal-punk, tech - thrash, black ή ό,τι, τουλάχιστον επιπλέον 15 άλμπουμ να χτυπούσαν την πόρτα μέχρι τελικής συγγραφής και το συντακτικό δίδυμο ακόμη να «τσακώνεται» για τις επιλογές, ιδού: ο απόλυτος speed metal οδηγός - μετά από εκείνον του Fenriz, φυσικά.
Exciter - Heavy Metal Maniac (Shrapnel, 1983)
Όνομα μπάντας: φόρος τιμής στους μέγιστους. Τίτλος δίσκου: παραληρηματική δήλωση αγάπης. Εξώφυλλο: Οριοθέτηση αισθητικής. Το ντεμπούτο των Καναδών θεμελιωτών του ιδιώματος εν πολλοίς το οριοθετεί. Όπως θα αντιληφθείτε πιθανώς, η τοπική σκηνή έβραζε κακοτράχαλο heavy metal προς πάσα κατεύθυνση, και το "Heavy Metal Maniac", εν έτει 1983 μάλιστα, στα απόνερα δηλαδή της βρετανικής επιδρομής στο ιδίωμα, το κονιορτοποιεί. Εδώ βρισκόμαστε στο μεταίχμιο μεταξύ γκαζιών και θρασιάς, εδώ βρισκόμαστε στις ρίζες του εκκολαπτόμενου metal/punk από και πέρα από τις επιρροές του. Οι Exciter παίρνουν την πρώτη ύλη, δεν την σμιλεύουν καθόλου, αλλά την καθιστούν συνάμα φονικό όπλο, χαράζοντας το ιδίωμα με ουλές που μέχρι σήμερα μπορείς να τις ψηλαφίσεις. {Α.Ζ.}
Razor - Evil Invaders (Viper/Roadrunner Records, 1985)
Σε μια χρονιά - σταθμό για το speed metal, ο Καναδάς σηκώνει εκ νέου την σημαία του ιδιώματος. Δεν νοείται οδηγός για τον ήχο δίχως μια εκτεταμένη αναφορά στους πρώιμους Razor, και δη στον κορυφαίο τους δίσκο. Το "Evil Invaders", ιερό δισκοπότηρο του ιδιώματος, πέρα από άκρως επιδραστικό εδώ και δεκαετίες, στέκει και ως το χαρακτηριστικό δείγμα speed/thrash metal που γέρνει προς τον πρώτο πόλο. Κοινώς, αν παίζεις όπως οι Razor του "Evil Invaders" (και γενικότερα των αρχών τους), μάλλον ανήκεις στην μεγάλη αυτή αγκαλιά. Βάλε τώρα να παίξει το "Legacy Of Doom", οπλίσου με σκουριασμένο ατσάλι και ξεφτυσμένο δέρμα, άσε τις γωνίες του ήχου και τα ποδοβολητά να σε μαγέψουν, και ούρλιαξε στο λυκόφως. Οι Razor δεν είναι για τους άτολμους. {Α.Ζ.}
Agent Steel - Skeptics Apocalypse (Combat, 1985)
Στη διαγαλαξιακή περιοδεία στα speed metal εδάφη, οι Agent Steel πιθανότατα είναι οι tour guides, θέτοντας τις εξωγήινες αναζητήσεις και το ταχυδύναμο μουσικό ξυλίκι σε πρώτο πλάνο ήδη από τα μέσα των ‘80s. Ταχύτητα, μελωδία, ένταση, αλλά πάνω απ' όλους και απ' όλα η διαστρική τσιρίδα του John Cyriis, η περσόνα του οποίου (και οι πολλαπλές παραλλαγές αυτής) υπερβαίνει τα πλαίσια της κοινής λογικής. Η πιο πεζή πραγματικότητα, πάντως, θέλει τον Juan Garcia να στέκει ως ηγετική μορφή της σκηνής, με τη συμμετοχή του στους Abattoir και την προσχώρηση του στους Agent Steel να κρίνεται καθοριστικής σημασίας για τις εξελίξεις του πλέον αντισυμβατικού ιδιώματος του σκληρού ήχου. {ΣΚ}
Helloween - Walls Of Jericho (Noise, 1985)
Μπορεί οι Γερμανοί να θεωρούνται - δικαίως - ως οι Πατέρες του ευρωπαϊκού power metal, μα, προτού καθορίσουν τις εξελίξεις σε εκείνο, όρισαν το πώς ακούγεται το speed metal. Κακοτράχαλο, ατσούμπαλο, ορμητικό, αλλά ταυτόχρονα εκλεκτικό και με κλασική παιδεία που ξεχωρίζει, το ντεμπούτο των Helloween, μαζί με το θρυλικό, ομώνυμο EP που προηγήθηκε, φανέρωσαν μια μπάντα που ακροβατούσε μεταξύ της heavy metal απόδοσης και της thrash metal αντίδρασης με τρόπο ιδανικό. Ο Kai Hansen ηγείται της φάσης χάρη στο τόσο χαρακτηριστικό ερμηνευτικό του vibe, «αναγκασμένος» να τραγουδήσει και κάνοντας το τόσο εντασιακά και παθιασμένα, την ίδια στιγμή που οι μελωδικές εμπνεύσεις του Weikath (βλ. "Guardians, "How Many Tears") καμουφλάρονται κάτω από τα ορμητικά τύμπανα του Schwichtenberg . Δίσκος - δήλωση, το δίχως άλλο, ακόμη και αν οι ίδιοι ποτέ δεν ακούστηκαν ξανά έτσι. {ΣΚ}
Savage Grace - Master Of Disguise (Black Dragon, 1985)
Το 1985 είναι η χρονιά - σταθμός για το speed metal, αφού αποτελεί το έτος της κοσμογονίας κυκλοφοριών που μπορούν να προσδιοριστούν με αυτήν την all around ταμπέλα. Από αυτές, το ντεμπούτο των Savage Grace στέκει ως ένα από τα πιο οπτικά αναγνωρίσιμα άλμπουμ της φάσης, χάρη στο απόλυτα cult - ο Τζόνυ Βαβούρας σε ‘80s βιντεοκασέτα παρωδία του "Police Academy" - εξώφυλλο του. Ταυτόχρονα, όμως, μουσικά έχει αυτό το know how του ιδιώματος, αυτή την απόλυτα συμπυκνωμένη διασκέδαση, την μπουνταλάδικη ορμή, την άξεστη μελωδία που σε παρασέρνει σε καταστάσεις ακρόασης που μπορούν να παρομοιασθούν με μια κλωτσιά στα άχαμνα της ευπρέπειας και του καθωσπρεπισμού. {ΣΚ}
Abattoir - Vicious Attack (Combat, 1985)
Το "Vicious Attack" δεν είναι απλώς ένας δίσκος· είναι μια κραυγή αντίδρασης, ένα αντισυμβατικό μανιφέστο, ένα κάλεσμα σε όσους ζουν και αναπνέουν για τον θόρυβο, την αδρεναλίνη και την απόλυτη κυριαρχία του metal. Το ντεμπούτο των Αμερικάνων στέκει ως το πρόσωπο του πραγματικού speed metal, μακριά από heavy εξάρσεις, power δαντέλες ή thrash πριόνια. Σπασμωδικά riffs και μια φωνή γεμάτη λύσσα κι ένταση, το άλμπουμ μεταδίδει την ενέργεια μιας εποχής εξελίξεων για το σκληρό ήχο, ξεσπώντας ως φυσικό επακόλουθο και αποτελώντας, πλέον, ένα παράγωγο μιας μουσικής εποχής, που όσο κι αν επιχειρείται η αναβίωση της, η ωμότητα της δεν μπορεί να προσομοιωθεί. {ΣΚ}
Iron Angel - Hellish Crossfire (Steamhammer, 1985)
To ντεμπούτο των Iron Angel ήταν η γερμανική «απάντηση» εν πολλοίς στους Razor. Το σχήμα του τεράστιου Dirk Schröder στο "Hellish Crossfire" πήρε όλο τον όγκο του metal και τις ταχύτητες σε δισολίες και mid-tempo σημεία των προπατόρων και τις μετέτρεψε σε κάτι κολασμένο, πραγματικά. Οι Iron Angel συνδύασαν άψογα πρώιμο US Power με τις υψηλών οκτανίων μεταλλάξεις του πρώιμου thrash, και ηγήθηκαν της τοπικής σκηνής που έδωσε πολλά αξιομνημόνευτα άλμπουμ στον κοινό τόπο όλων των προαναφερθέντων επιρροών. Τo "Hellish Crossfire", έχει επιγόνους μέχρι και σήμερα όπως θα δεις παρακάτω, και αποτελεί ένα ιδανικό αλήτικο και γεμάτο θειάφι speed metal ντεμπούτο. {Α.Ζ.}
Warfare - Metal Anarchy (Neat Records/Roadrunner, 1985)
Ένα από τα πρώτα ονόματα που ξεπετάχθηκαν κατά το brainstorming μας ήταν οι Αγγλέουρες Warfare. Κοινώς, δεν νοείται οδηγός στο speed metal χωρίς το δεύτερο LP της μπάντας από το Shildon. Με τον Paul Evo να δίνει το στίγμα σε τύμπανα και φωνητικά, το "Metal Anarchy" παίρνει την κληρονομιά των Venom, της αφαιρεί την σατανίλα και της δίνει έναν crossover/metal-punk αέρα που τους καθιστά μονομιάς διακριτούς μέσα στην σωρεία τεράστιων σχημάτων των μέσων των ‘80s. Μάλιστα, με τα κιθαριστικά leads και σόλο στο προσκήνιο, το "Metal Anarchy" έχει μι άγρια ομορφιά ενός φουσκωμένου ποταμού. To σκηνικό δε, με την άρνησή τους να σαπορτάρουν τους Metallica τότε με δικά τους έξοδα και να παίξουν ανταυτού χύμα έξω από το Hammersmith Odeon, καταλήγοντας σε μικρού βεληνεκούς μπάχαλα, τους καθιστά ακόμη πιο καλτ. Μέταλ αναρχία, indeed. {A.Z.}
KAT - 666 (Polmark/ Klub Płytowy Razem/Ambush Records, 1986)
Κυκλοφορώντας ως "Metal And Hell" στα αγγλικά, αλλά ως "666" στα πολωνικά, το ντεμπούτο του proto-black metal σχήματος από το Κατοβίτσε, είναι πολλά περισσότερα από απλά αυτό. Όπως είπε και ο εν πολλοίς, αισθητικός διαμορφωτής του κριτηρίου μας περί speed metal, Fenriz, το πρώτο LP των KAT, όταν το απεγδύσεις από την μπουντρουμίλα και την υμνητική, σατανίλα των Bathory/Mercyful Fate επιρροών του, και το αποδομήσεις στα εξ' ων συνετέθη, αποτελεί ένα άριστο δείγμα πραγματικού speed metal. Όταν σπάει τα mid-tempo δεσμά και ξεφεύγει από τα παγανιστικά εδάφη της ανατολικής Ευρώπης με φρενήρεις ρυθμούς, το "666" σε καλεί να το μελετήσεις ως προς την riff-o-λογία, το κούρδισμα, την οικοδόμηση, την λιτότητα στις αρμονίες και τα leads, και γενικά στο μερακλωμένο Μπιλμπάο στο οποίο μπορεί να φτάσει όταν βαρέσει κόκκινα. Οι KAT είναι αισθητικά speed metal και αφήνουμε τις αποστειρωμένες αναλύσεις για τους χιπστεράδες απόντες από το χορό. {Α.Ζ}
Flotsam & Jetsam - Doomsday For The Deceiver (Metal Blade, 1986)
Από την βαθμολογία - σταθμό του Kerrang, στη Newsted μυθολογία και τη σύνδεση με τους πρώιμους Metallica, το ντεμπούτο των Flotsam & Jetsam έχει καταλήξει να είναι περισσότερο γνωστό για αυτά, παρά για το πλέον σημαντικό, τη μουσική του καθεαυτή. Και αυτό κρίνεται πέρα για πέρα άδικο, αφού μιλάμε για ένα άλμπουμ - αποκάλυψη. Καταιγιστικές κιθάρες, ανελέητα τύμπανα και η διαπεραστική φωνή του Eric A.K. δημιουργούν έναν ήχο ταυτόχρονα μελωδικό και συντριπτικό, ο οποίος ξεχωρίζει για τη φιλοδοξία και το epicness του. Δυστυχώς, παρά την εξίσου καλή συνέχεια (βλ. "No Place For Disgrace"), η μπάντα ποτέ δεν ξανάπιασε τέτοια επίπεδα ποιότητας και αγνής ορμής, φλερτάροντας άλλοτε με το thrash και άλλοτε με το us power των διαθέσεων της. {ΣΚ}
Inepsy - City Weapons (Feral Ward, 2005)
Στο δεύτερο full-length τους, οι Inepsy είχαν καταστεί ήδη ήρωες της D.IY. metal & punk σκηνής του Μοντρεάλ. Η καταγωγή τους από τις ρίζες των Discharge και Anti-Cimex όσo και της burning spirits εποποιίας της Άπω Ανατολής, τους είχε επιτρέψει να ακροβατούν παρτάρουν στο μεταίχμιο δύο ιδιωμάτων. Το "City Weapons" που τους βρίσκει να ενισχύουν την metal πτυχή τους, μετατρέπει τους Inepsy σε εκφραστές, μαζί με σχήματα όπως οι Toxic Holocaust, Children Of Technology, και τους από κάτω, ως την εμπροσθοφυλακή του ιδιώματος στο νέο αιώνα, μια εποχή όπου βρήκε ανάσα στο κολασμένο metal/punk και το black ‘n' roll για να διατηρήσει την καιριότητά του. Και κακά τα ψέματα, κάποια στιγμή η κληρονομιά των Inepsy πρέπει να αναγνωριστεί ως έχει και στους πιο παραδοσιακούς metal κύκλους. Δόξα και τιμή στο metal/punk και τους Inepsy {A.Z.}
Midnight - Satanic Royalty (Hells Headbangers Records, 2011)
Αφού για μια δεκαετία μας μεράκλωνε με demos, splits, και Eps o Athenar αποφάσισε να «ωριμάσει» με ένα full-length. Βάζουμε λοιπόν σε ένα τσουκάλι πρώτο κύμα black metal, crust punk, Abigail, Barbatos, Bulldozer, βραζιλιάνικη ‘80s σκηνή, κλπ, προσθέτουμε τόνους Venom-ικού sleaze, και ιδού. You can't stop steel. Οι Midnight στην εποχή που το black ‘n' roll άρχισε να γίνεται τάση χάρη και στην στροφή των Satyricon, με νέα σχήματα να εμφανίζονται και οριακά να ξεχειλώνουν την ταμπέλα πριν η τάση παρασυρθεί από το post-everything στον ακραίο ήχο, διατήρησαν μια σταθερά. Στο "Satanic Royalty" αρχίζει ένα σπουδαίο σερί κυκλοφοριών, που σε συνδυασμό με τις ζωντανές εμφανίσεις της μπάντας έκανε το speed metal άποψη και σε ετερόκλητα μουσικά κοινά, προαναγγέλοντας την εποχή δεύτερης νιότης του. {Α.Ζ}
Vulture - Ghastly Waves & Battered Graves (Metal Blade, 2019)
Πιθανώς η κορυφαία σύγχρονη pure speed metal μπάντα. Οι Γερμανοί στο κορυφαίο τους μέχρι στιγμής δίσκο, το τιτάνιο "Ghastly Waves & Battered Graves" παίρνουν όλες τις προαναφερθείσες κορυφές/επιρροές του ιδιώματος, τις απορροφούν σε σημείο μικροσκοπικής ανάλυσης με μεράκι και γνώση, και σε 45 λεπτά σαρώνουν οτιδήποτε στο διάβα τους. Φυσικά, τόσο πριν τον προ εξαετίας άθλο όσο και μετέπειτα, οι Vulture δεν σταμάτησαν να μερακλώνουν το σύμπαν με τις υψηλών οκτανίων μουσικές τους. Έχει κάτι όμως αυτός ο δίσκος και τα ηχοτοπία του, που τον συνιστά ως την πεμπτουσία του ήχου στον 21ο αιώνα, εξίσου παλιακό όσο και με νεανική ενέργεια. Οι Vulture μπορούν να περηφανεύονται πως ανήκουν στο πάνθεον του speed metal ιδιώματος. {Α.Ζ}
Witches Hammer - Damnation Is My Salvation (Nuclear War Now! Productions, 2020)
Όταν το 1987 οι Καναδοί Witches Hammer κυκλοφόρησαν τa καλτ demo και το ομότιτλο EP τους, το ιδίωμα βρισκόταν σε καμπή. Το thrash metal όχι μόνο είχε κατακλύσει τα πάντα, έχοντας ήδη μετεξελιχθεί σε tech/death επιγόνους, το black metal είχε αρχίσει να διαμορφώνεται, το crossover και το stenchcore ήταν στα πάνω τους, η αγνή τέχνη της κλωτσοπατινάδας φαινόταν πως θα αγνοούνταν. Το καναδικό ατσάλι όμως δεν είχε πει την τελευταία του λέξη. Οι Witches Hammer άφησαν υποσχέσεις και επηρεάζοντας τον πολύ underground ήχο των ‘90s που ήταν λίγο στα αζήτητα όσον αφορά το speed, μαζί με τους Kat, τους Blasphemy και την βραζιλιάνικη σχολή, όρισαν τις επιρροές των επιρροών των μεγάλων του χώρου. Το πρώτο τους full-length, "Damnation Is My Salvation" εν τέλει κυκλοφόρησε το 2020, και έβαλε το αιώνιο σύμβολο του speed metal ξανά στο προσκήνιο, πάντα με τις extreme πινελιές. Ασύγκριτοι, παρανοϊκοί, ανεπανάληπτοι, μύστες, ακρογωνιαίοι λίθοι του underground, μπαντάρα. {Α.Ζ}
Bütcher - 666 Goats Carry My Chariot (Osmose, 2020)
Ας μιλήσουμε για κατσίκες. Μερικές εκατοντάδες, βασικά, οι οποίες ξεχύθηκαν προ πενταετίας, σέρνοντας με ορμή το ξεχασμένο άρμα του speed metal ξανά προς την επιφάνεια. Οι Βέλγοι μπαχαλάκηδες μας έδωσαν τα μυαλά στα χέρια με το υπέροχα cult sophomore άλμπουμ τους, έχοντας γαλουχηθεί κι ενστερνιστεί όλες τις ιδιωματικές «περιέργειες» του speed metal - είτε αυτή λέγεται Slayer των δύο πρώτων, είτε Agent Steel και Razor - και μπορώντας να προσδιοριστούν μονάχα με αυτόν τον χαρακτηρισμό. Παρόλα αυτά, το τραγίσιο black υπόβαθρο αναδεικνύεται, η ταχύτητα και η τσιρίδα - γκαρίδα έχουν τη τιμητική τους, με τους Butcher να μετουσιώνουν όλο αυτό το τουρλουμπούκι επιρροών σε κάτι που γαργαλάει με ευχαρίστηση τα νευρικά σου κύτταρα. {ΣΚ}