Death Disco Athens Festival Day 1: Peter Hook & The Light, Anja Huwe & Xmal Deutschland, Buzz Kull κ.ά. @ Τεχνόπολη, 20/09/25
Η απόλυτη επιστροφή του φεστιβάλ που δικαίως έντυσε την Αθήνα σε μαύρη δαντέλα
Δύο χρόνια μετά την παρθενική του εμφάνιση στα συναυλιακά δρώμενα της Αθήνας, το Death Disco Open Air Festival επέστρεψε και μάλιστα με ένα line-up φύσει αδύνατο να αγνοηθεί. Αρχικά να σημειώσουμε πως δεν υπήρξε πιο σωστή απόφαση από τη μεταφορά ημερομηνιών διεξαγωγής του festival από τον Ιούλιο στο Σεπτέμβρη, χαρίζοντας μας ιδανικές θερμοκρασίες για την περίσταση. Κατά τα άλλα, όλες οι επιτυχίες της προηγούμενης εκδοχής του festival έμειναν σταθερές. Ο πανέμορφος χώρος της Τεχνόπολης με εξαιρετικά προσεγμένο ήχο, δύο σκηνές, σκοτεινοί μα πανέμορφοι άνθρωποι από όλα τα μέρη του πλανήτη συγκεντρώθηκαν για να απολαύσουν μερικές ιστορικές μπάντες και μερικά διαμάντια από τα εγχώρια σκοτάδια μας. H Αθήνα είναι μια πόλη ζωντανή τη νύχτα, μια πόλη που τα πλήκτρα της ταιριάζουν, ένα σημείο που του αρμόζει να σηματοδοτεί τη συνάντηση τέτοιων ήχων.
Με το πρόγραμμα να τηρείται στο δευτερόλεπτο, έξι και είκοσι ακριβώς, η Valisia Odell βρισκόταν στην κεντρική σκηνή του φεστιβάλ, μαζί με τον Αριστομένη Θεοδορόπουλο που παρέα διατηρούν το σχήμα που δανείζεται το όνομά της. To darkwave και τα πλήκτρα μπαίνουν από πολύ νωρίς στο προσκήνιο και τα κομμάτια της φετινής τους κυκλοφορίας, “Shadow Of A Dream” παίρνουν σάρκα και οστά. Ίσως να ξέρεις αν την έχεις ξαναδεί να ερμηνεύει, πως είναι πολύ δύσκολο να πάρεις τα μάτια σου από πάνω της.
Η κορμοστασία της, οι χαρακτηριστικές χορευτικές της κινήσεις και τα φωνητικά με την έντονη άρθρωση ξεχωρίζουν – όπως ξεχωρίζουν και τα κομμάτια με ελληνικό στίχο. Το “Makria” έχει τη δική του στόφα, ενώ η εκδοχή του ντουέτου στη μεγάλη επιτυχία του πρότερου ενεργού σχήματος της Valisia Strawberry Pills, “Ola Kaine”, μας δίνει μια πιο βασανιστική, αργόσυρτη μορφή του. Ιδανικό άνοιγμα για το φεστιβάλ παρά τον ακόμη ορατό ήλιο.
Για να κρυφτούμε λίγο στα σκοτάδια, μπαίνουμε για πρώτη φορά στο Dreadbox Stage, το μικρότερο, εσωτερικό stage του φεστιβάλ που καλούσε για ατμόσφαιρα club. Πρόπερσι η ζέστη μας βασάνισε, φέτος τα πράγματα ήταν πολύ καλύτερα – αν και πάλι λίγο αποπνικτικά, μας έλειψε όμως το bar εντός του χώρου. Στη σκηνή μας περίμενε η Aux Animaux, κατά κόσμον Gözde Düzer. Η καλλιτέχνης με βάση τη Σουηδία και καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη δραστηριοποιείται ήδη δέκα χρόνια σε ένα darkwave που έχει κάνει ιδιαιτέρως δικό της – στη σκηνή αλλά και δισκογραφικά παίζει μπάσο, theremin, synths, τραγουδά.
Με έντονα horror στοιχεία, η εμφάνιση της είναι σκόπιμα σοκαριστική. Αίματα σε γυμνό δέρμα και πρόταγμα της το κίνημα των δικαιωμάτων των ζώων – όπως φαίνεται και από το όνομα του προσωπικού της σχήματος – η Aux Animaux στέκει ως απόλυτη βασίλισσα του τρομακτικού εφιάλτη που δημιουργεί. Με το πάθος της κάνει πανεύκολα ώπα απογευματιάτικα όλο το Dreadbox Stage. Μόνον το πάθος μας για τον ημίτρελο (με την καλή έννοια) Cold Cave θα μας κάνει να την αποχωριστούμε.
Η αντίθετη λέξη της κατάρας είναι αυτή της ευλογίας, και απ’ ότι φαίνεται, όλοι οι καλλιτέχνες που κόσμησαν το line up του Death Disco Festival ήταν ευλογημένοι να παίξουν όλοι, υπέροχα. Καθώς το σκοτάδι αργά και σταδιακά έπεφτε, το σχήμα του Cold Cave, σαν στολίδι βγαλμένο από το Blade Runner αλλά με πρόθεση – παρουσιαστής του Disney Club, ήταν πολύ έτοιμο να τα δώσει όλα.
Ο Wesley Eisold, ο άνθρωπος που έχτισε σταδιακά το συγκεκριμένο σχήμα, θυμίζει έναν νεαρό, σκοτεινό ξάδερφο του Jarvis Cocker, αφού δεν ξεχνά να χορεύει, να είναι ευδιάθετος, να επικοινωνεί με το κοινό, και να μοιράζει ενέργεια σε κάθε ευκαιρία. Η σύντροφος του στη ζωή και στο συγκρότημα Amy Lee (όχι αυτή η Amy Lee), προδιέθετε σωματικά για πολύ διαφορετικά πράγματα από την ερμηνεία της – μπορεί να μην κούνησε ρούπι από το σταυροπόδι που καθόταν όσο έπαιζε πλήκτρα αλλά η συμβολή της ήταν αναπόσπαστη.
Άτομο στην πρώτη σειρά παρατείνει μια ανθοδέσμη με ηλιοτρόπια στον Wesley, ο οποίος τα αρπάζει με χαρά μικρού παιδιού και συνεχίζει να μας ξεσηκώνει, όσο ιδανικά η νύχτα γίνεται σύντροφός μας. Το σκληρό παρελθόν του Eisold στο hardcore και των υπόλοιπων συνοδοιπόρων του στο σχήμα φέρνουν έστω και νοερά, το punk λίγο πιο μπροστά από το post μα πάντα πίσω από το synthwave. Μιλάμε για μια τρομακτική μεταδοτικότητα χορευτικής διάθεσης και ενέργειας, που μόνο μας μπρίζωσε για να τρέξουμε στους τέσσερις τοίχους και να νιώσουμε πως είναι «Όταν Το Ταβάνι Με Πλακώνει» στα χέρια του δικού μας Blakaut. (E.T.)
Στις 20:10 και με το σκοτάδι να έχει απλωθεί, όπως άρμοζε, πάνω από την Τεχνόπολη κινήσαμε για το λαγούμι μας, επιστρέφοντας στην εσωτερική σκηνή για να ακούσουμε τον Blakaut. Έχοντας πάρει θέση πίσω από την κονσόλα του, ο – κατά κόσμον - Άλκης Χατζόγλου γρήγορα μετέτρεψε τον χώρο σε club βγαλμένο από κινηματογραφική ταινία όπου όλοι αφεθήκαμε στον ρυθμό του και αυτός μας παρέδωσε μια τέλεια εμφάνιση που μας συνεπήρε, κάνοντας μας να ξεχάσουμε που είμαστε, ποιοι είμαστε, και τι κάνουμε.
Σε έναν ιδανικό κόσμο, η εμφάνιση του Blakaut θα έκλεινε το Φεστιβάλ και θα διαρκούσε μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες. Το μόνο δίκαιο λοιπόν ήταν η αποθέωση, κάτι που έγινε και με το παραπάνω καθώς ο κόσμος δεν σταμάτησε στιγμή να χειροκροτά, να χορεύει, και να τον επευφημεί.
Ελαφρώς μπερδεμένοι λόγω μια αλλαγής τελευταίας στιγμής της ώρας της εμφάνισης της – αλλά και ομολογουμένως ξεμυαλισμένοι από το party στο Dreadbox Stage – επιστρέψαμε με μικρή καθυστέρηση στην κεντρική σκηνή όπου η Anja Huwe, όσο πιο fabulous μπορούσε να εμφανιστεί, ήδη χάριζε στοιχειωμένες ερμηνείες βγαλμένες από το ένδοξο παρελθόν των Xmal Deutschland. Έχοντας συνδέσει την πορεία τους με την άνοδο της 4AD, οι Γερμανοί μπορεί να μην έγιναν ποτέ superstars αλλά όρισαν, σε μεγάλο βαθμό, τον εναλλακτικό σκοτεινό ήχο της δεκαετίας του ’80 και επηρέασαν ό,τι ακολούθησε. Το φοβερό όμως είναι πως, 35 χρόνια μετά την διάλυση τους, τα κομμάτια τους παραμένουν πρωτοποριακά και ζωτικά ενώ, το ακόμη πιο εντυπωσιακό, είναι πως η φωνή της Anja Huwe ακούγεται αγέρωχη και αγέραστη όπως το 1983, όταν κυκλοφόρησε το “Fetisch”.
Δεν ξέρω λοιπόν τι μπορεί να περίμενε κανείς από την εμφάνιση της αλλά εγώ προσωπικά έμεινα με το στόμα ανοιχτό, παρακολουθώντας την να μπερδεύει κομμάτια από το περσινό “Codes” με αυτά του σχήματος με την οποία την γνωρίσαμε. Όπως βέβαια είναι λογικό, οι ύμνοι τύπου "Young Man", “Mondlicht”, κτλ. πάντα θα κερδίζουν καθώς δεν μπορούν να μπουν σε συγκρίσεις, όμως δεν υπήρχε ούτε μια στιγμή στην εμφάνιση της που να σου επέτρεπε να πάρεις το βλέμμα σου από πάνω της, κάνοντας σαφές πως, όσα χρόνια και αν περάσουν, οι πραγματικοί καλλιτέχνες παραμένουν τεράστιοι. Με φοβερή ενέργεια στη σκηνή κι ένα εξαιρετικό σχήμα πίσω της, η Anja Huwe κέρδισε για τα καλά τις εντυπώσεις και χάρισε μια αξέχαστη συναυλιακή εμπειρία στο κοινό που πλέον είχε κατακλύσει για τα καλά την Τεχνόπολη.
Όπως καταλαβαίνετε λοιπόν, η επιστροφή στην εσωτερική σκηνή αποδείχθηκε μια σχετικά δύσκολη υπόθεση καθώς ο κόσμος που ήθελε να χωρέσει εκεί, ήταν πλέον αρκετός. Τα καταφέραμε όμως και ανταμειφθήκαμε με το παραπάνω καθώς τα δύο μέλη των Buzz Kull, project του Marc Dwyer από το Σίντνεϊ, είχαν αρχίσει τον πόλεμο μπλέκοντας industrial, synthwave, και post-punk μελωδίες.
Δημιουργώντας μια χορευτική (στα όρια του moshpit) ατμόσφαιρα κι απελευθερώνοντας μια εκρηκτική ενέργεια πάνω στη σκηνή με τα φώτα να δένουν τέλεια με την εμφάνιση τους και τον ήχο να τους ευνοεί, το τελευταίο σχήμα που ανέβηκε στο Dreadbox Stage μας έκανε να ιδρώσουμε και να κοπανηθούμε, επιβεβαιώνοντας την αίσθηση ότι δεν θα δούμε μέτρια εμφάνιση σε αυτό το Φεστιβάλ.
Με το κεφάλι ακόμη γεμάτο μουσικές λοιπόν και χωρίς να έχουμε προλάβει να επεξεργαστούμε όσα είχαν ήδη συμβεί, κατευθυνθήκαμε στην κεντρική σκηνή για τον μεγάλο headliner της βραδιάς. Το όνομα του Peter Hook ήταν βέβαιο πως θα μάζευε πολύ κόσμο στην Τεχνόπολη ακόμη και αν οι The Light αποτελούν απλώς ένα όχημα για να μπορεί να παίζει ζωντανά τα παλιά του κομμάτια (ε, ίσως και για να του φύγει λίγο το απωθημένο του frontman αλλά μικρή σημασία έχει).
“Three, five, zero, one, two, five go!” και το “Warsaw”, το κομμάτι που άνοιγε το θρυλικό “An Ideal for Living” και, λόγω των αναφορών στον Rudolf Hess, σε συνδυασμό με το εξώφυλλο και το όνομα του γκρουπ, κατέστησε τους Joy Division αμφιλεγόμενους, ήταν αρκετό για να σκορπίσει έναν πρώτο πανικό προτού το “Interzone” κάνει τους πάντες να τραγουδήσουν “And I was looking for a friend of mine” και το “Isolation” μας ταξιδέψει στο μακρινό 1980 και το “Closer”.
Και κάπως έτσι, πολύ σύντομα, έγινε σαφές πως το σχήμα του Peter Hook θα μας χάριζε μια εκπληκτική βραδιά με τεράστια κομμάτια που έγραψαν ιστορία. Και για να τα λέμε όπως είναι, οι The Light σε ένα άλλο παράλληλο σύμπαν θα μπορούσαν να είναι οι New Order του σήμερα. Δηλαδή, αν ο Greg Ginn μπορεί να λέει το σχήμα του Black Flag, ο Andy Gill να το έλεγε Gang of Four, και o Steve Diggle να το λέει Buzzcocks, τότε σαφώς και ο Hooky, αν τα πράγματα είχαν πάει λίγο διαφορετικά, θα μπορούσε να περιοδεύει ως New Order. Κι αυτό το λέω για όσους μπορεί να έσπευσαν να χαρακτηρίσουν το συγκρότημα cover band, κάτι που βρίσκω αρκετά άδικο. Legacy act σαφώς αλλά όταν έχεις τέτοια κληρονομιά, αυτό έλειπε να την αφήσεις ανεκμετάλλευτη. Δεν υπάρχουν εξάλλου και τόσοι πολλοί άνθρωποι εκεί έξω που έχουν καταφέρει να κάνουν δύο γκρουπ που το καθένα από αυτά να έχει γεννήσει και επηρεάσει τόσες μα τόσες σκηνές. Γι’ αυτό εξάλλου και είναι αστοχία να προσπαθείς να διαλέξεις ανάμεσα στα δύο σχήματα αφού το ένα με το άλλο είναι αλληλένδετα, και, μαζί, συμπληρώνουν μια πορεία που μπορεί να συγκριθεί με ελάχιστα πράγματα εκεί έξω.
Στο δικό μου σύμπαν λοιπόν, παρόλο που θα ήθελα πολύ να ξαναδώ τους New Order μαζί – όπως τους είχαμε δει το 2006, αν και τότε έλειπε η Gillian Gilbert – δεν με χαλάει καθόλου που εκεί έξω υπάρχουν αυτή τη στιγμή δύο γκρουπ που περιοδεύουν, παίζοντας την μουσική των Joy Division και των New Order. Ακόμη και αυτοί που μπορεί να είχαν αμφιβολίες όμως νομίζω πως με το σερί των “Shadowplay”, “Disorder”, “Digital”, και “Transmission”, όπου ξεβιδώθηκαν τα άκρα μας και έκλεισαν οι φωνές μας, πείστηκαν πως αυτή θα ήταν μια εμφάνιση άνω των προσδοκιών. Και κάπου εκεί, το συγκλονιστικό “Atmosphere” απλώθηκε πάνω από την ημι-φθινοπωρινή Τεχνόπολη, μεταφέροντας μας στο δικό μας Manchester.
Και μπορεί λόγω του πρόσφατου χειρουργείου του, ο Hook να μην έπιασε καθόλου το μπάσο όμως, αμέσως μετά, στο “Your Silent Face” έπιασε την μελόντικα (και δεν την έσπασε όπως ο κύριος Bernard το 2019), κηρύσσοντας το πέρασμα στους New Order. Και αν στο πρώτο μέρος χοροπηδούσαμε μανιασμένοι, τώρα είχε έρθει η ώρα για χορό! Και μιλάμε για πολύ χορό αφού, κάπου εκεί, ξεκίνησε ένα πάρτι με άρωμα Hacienda υπό τους ηλεκτρονικούς ήχους του “Blue Monday” το οποίο ολοκληρώθηκε με μια συγκλονιστική εκτέλεση του “True Faith” προτού o Hook αφιερώσει στον Ian Curtis το “Ceremony”, το σπουδαίο αυτό κομμάτι που αποτελεί τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στους Joy Division και τους New Order . “You are probably asking yourself how do we top that? This is how!” μας είπε ο Hook καθώς πίσω του ξεκινούσε να παίζει η χαρακτηριστική εισαγωγή του “Love Will Tear Us Apart”, και η στιγμή που περίμεναν όλοι όλο το βράδυ είχε έρθει και ήταν όσο μαγική ελπίζαμε, προτού το τέλος έρθει για να μας προσγειώσει στην πραγματικότητα.
Συγκρότημα και κοινό, ιδρωμένοι και κατάκοποι, με τον Hook να έχει βγάλει και το πουκάμισό του, μαζέψαμε τα κομμάτια μας και πήραμε το δρόμο της επιστροφής με ένα χαμόγελο στο στόμα και την αίσθηση πως αυτό που είδαμε ήταν ανάλογο της ιστορίας του μεγάλου αυτού μουσικού. Οι The Light, παρά κάποια ανεπαίσθητα μικρά λαθάκια, αποδείχθηκαν αντάξιοι της αποστολής τους ενώ ο Hook έδειξε να περνάει καλά, να ευχαριστιέται αυτό που κάνει, και κατάφερε να μεταδώσει στο 100% αυτή την ενέργεια και στο κοινό. Α, κι εδώ να πω επειδή άκουσα κάτι σχόλια για την φωνή του, πως είναι και άδικο και αδύνατο να κρίνουμε τον Hook σαν τραγουδιστή (οριακά δηλαδή μπορούμε τον Summer). Αυτό που μπορούμε να κρίνουμε είναι αν η ερμηνεία του διέθετε ψυχή και, αν ρωτάτε εμένα, από αυτό είχε μπόλικη και με το παραπάνω, κλείνοντας τέλεια μια εξαιρετική πρώτη μέρα για το Death Disco Open Air. (A.A.)
Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής
Warsaw (Joy Division cover)
Interzone (Joy Division cover)
Isolation (Joy Division cover)
She's Lost Control (Joy Division cover)
Shadowplay (Joy Division cover)
Disorder (Joy Division cover)
Digital (Joy Division cover)
Transmission (Joy Division cover)
Atmosphere (Joy Division cover)
Your Silent Face (New Order cover)
Blue Monday (New Order cover)
Regret (New Order cover)
Crystal (New Order cover)