Linkin Park, Spiritbox, Jimmy Eat World, JPEGMafia @ Μιλάνο, 24/06/25
Ciao ragazzi, ή: το βράδυ που 75+ χιλιάδες ανέλαβαν το ρόλο του Chester Bennington
Ας βγάλουμε το προφανές από τη μέση εξαρχής. Το βράδυ της περασμένης Τρίτης ο ιππόδρομος La Maura γέμισε με 78.500 παρευρισκόμενους, τοποθετώντας τη συναυλία ανάμεσα στις μεγαλύτερες των Linkin Park. Όχι για την περιοδεία του "From Zero", συνολικά. (Ψιλά γράμματα: το I-Days λογίζεται ως φεστιβάλ, οπότε η εμφάνιση τυπικά δε μπαίνει στην ίδια μοίρα με Olympiastadion και Wembley.) Αν ο αριθμός δεν διαγράφει αυτόματα όποιες αμφιβολίες μπορεί να υπήρχαν ακόμα για το στάτους του σχήματος, δεν ξέρω τι θα μπορούσε να το κάνει. Σαν σημείο αναφοράς, όχι ακριβώς σχετικό κι όχι απαραίτητα χρήσιμο για συμπεράσματα αλλά σίγουρα αξιοσημείωτο, στον ίδιο χώρο μερικές βδομάδες η Dua Lipa μάζεψε 74.
Αφήνοντας νούμερα και συνειρμούς στην άκρη, το πράγμα είχε αρχίσει να φαίνεται από μία μέρα νωρίτερα, στο pizza pop-up shop που στήθηκε υπό το όνομα της μπάντας στο κέντρο της πόλης. Γενναίες ουρές, άπειρα χαμόγελα, λίγο πλατύτερα για όσους κατάφεραν να συναντήσουν τα μέλη που έκαναν ένα σύντομο πέρασμα ή/και να προλάβουν το συλλεκτικό merchandise πριν εξαντληθεί, και γενικά μία αίσθηση ότι κάτι σπουδαίο ερχόταν. Έστω κι έτσι, πλησιάζοντας το venue κάπου μετά τις 16:00, ενενήντα λεπτά μετά τις πόρτες, αλλά σχεδόν μία ώρα πριν το επίσημο ξεκίνημα και με τη θερμοκρασία σε απελπιστικά καλοκαιρινά επίπεδα μεσογείου, το σοκ της λαοθάλασσας στην είσοδο ήταν αναπόφευκτο.
Η παρουσία του JPEGMafia στη σύνθεση της ημέρας, από την πρώτη στιγμή, ήταν ένα μεγάλο θαυμαστικό. Ή ερωτηματικό, ανάλογα με την οπτική. Η σχέση των μεγάλων πρωταγωνιστών με το hip hop και οι επαφές του Αμερικάνου με τον ευρύτερο σύγχρονο σκληρό ήχο, θεωρητικά θα έπρεπε να αρκούν ως αιτιολόγηση. Στην πράξη, από τις εισαγωγικές στροφές το στοίχημα έμοιαζε χαμένο από χέρι. Είτε χρεωθεί στις αντίξοες συνθήκες και τη διαφορά νοοτροπίας, είτε στην κατάρα της αυλαίας σε συναυλίες τέτοιου μεγέθους ή όπου αλλού, το αποτέλεσμα δεν θα μπορούσε να αλλάξει. Όπως και να είχε, ο 'Peggy' ίδρωσε με πείσμα τη φανέλα και το καουμπόικο καπέλο του, ενώ ο αντίλαλος της ειρωνείας στο τιτάνιο "Protect The Cross" πιθανότατα έφτασε μέχρι το Βατικανό.
Πριν τα της συνέχειας, κάποιες σημειώσεις για τα διαδικαστικά, με προφανείς παραδοχές ότι (α) event αυτού του βεληνεκούς μπορούν να διαλύσουν προσεκτικά σχεδιασμένα πλάνα χωρίς δυσκολία και (β) άλλα ήθη, άλλα έθιμα. Οι ουρές για μάρκες και μπαρ αναμενόμενες μεν, επώδυνες δε, ειδικά μέχρι να χαμηλώσει ο ήλιος. Η απουσία σκιερών σημείων γενικά τεράστιος πόνος. Τα σποτ για διαχείριση έκτατων καταστάσεων καλοδεχούμενα, ως τη συνειδητοποίηση της απόστασης από το 'please stay hydrated' στο τρίευρω για ένα μπουκαλάκι νερό. Στο ακριβώς αντίθετο άκρο, μόνο σεβασμός στο διαβασμένο κι ευγενικό προσωπικό, και θαυμασμός για το στήσιμο σκηνής και ηχείων, με τα 8 (ολογράφως, οχτώ) επιπλέον σετ για να καλύπτεται σωστά το μήκος και το πλάτος του χώρου.
Πίσω στην κανονική ροή, τα κάτι παραπάνω από πενήντα λεπτά της παύσης πριν τους Jimmy Eat World γέμισαν με ένα άτυπο ποτ πουρί από τις μεγαλύτερες ροκ επιτυχίες της δεκαετίας του 2000, πλήρες με ραδιοφωνικό γαρνίρισμα και γηπεδικά παιχνίδια με κάμερες και απ' όλα, όπου η αναπάντεχα θερμή υποδοχή έδωσε ελπίδες για τη συνέχεια, ιδιαίτερα κρίνοντας από τα sing along σε συνήθεις υπόπτους της pop-punk συνομοταξίας. Η προσγείωση στο, βγαλμένο απευθείας από το κλασικό πια "Futures", άνοιγμα με "Pain" και "Just Tonight" ήρθε απότομα. Το υπέρ-hook του "Sweetness", στρατηγικά τοποθετημένο νωρίς, δικαιολογημένα τράβηξε κάμποσα βλέμματα προς τη σωστή κατεύθυνση, ακόμα όμως κάτι έλειπε.
Η παρέα από την Αριζόνα επί τριανταφεύγα χρόνια έχει γράψει μουσικάρες, έχει γυρίσει τον κόσμο ξανά και ξανά, έχει μοιραστεί το σανίδι με κάμποσους τεράστιους, και γενικά κατέχει το παιχνίδι όσο λίγοι. Το ότι ανέκαθεν έμοιαζαν προσγειωμένοι και ποτέ δεν έγιναν φίρμες σε βαθμό αντίστοιχο με εκείνο άλλων συνοδοιπόρων τους δεν έχει να πει πολλά. Τα παιξίματά τους ήταν σφιχτοδεμένα. Τα λόγια διατηρήθηκαν στο ελάχιστο δυνατό. Οι αναφορές στο "Surviving" παρομοίως. Η ζέστη δεν θα μπορούσε να παίξει το παραμικρό παιχνίδι στα μαθημένα από την έρημο μυαλά τους. Προς έκπληξη κανενός, η κορύφωση πριν τον αποχαιρετισμό με "Bleed American" και "The Middle" έβαλε και τους περαστικούς στον χορό.
Προτού προλάβει να δροσίσει στοιχειωδώς, με το ρολόι να δείχνει 19:15, τα μπουμπουνητά που ακούστηκαν από τα ηχεία κέρασαν χαμόγελα. Το μπάσιμο του "Fata Morgana" έσκασε όλο όγκο, γκριζάροντας την ατμόσφαιρα. Από τα πρώτα βήματα στα τέλη των '10s μέχρι την άνοδο και την καθιέρωση ανάμεσα στα πλέον εξέχοντα ονόματα του μοντέρνου metalcore στερεώματος, η επιμονή και η προσήλωση στους στόχους που οι Spiritbox θέτουν πρώτα οι ίδιοι στους εαυτούς τους είναι άξιες θαυμασμού. Ο τρόπος που μεγαλώνουν βήμα-βήμα τα σόου τους κι επιλέγουν τις μάχες περιοδείες τους, δείχνει ένα συγκρότημα που κοιτάζει ψηλά, έχοντας επίγνωση του πλαισίου καθώς και την απαραίτητη εμπειρία.
Η απόδοση των "Black Rainbow" και "Perfect Soul" άγγιξε το άψογο σε βαθμό που κάποιος καχύποπτος θα ήταν οριακά δικαιολογημένος να αρχίσει το ψάξιμο για διαφορές με το δισκάκι. Μόνο ορισμένα μικρά σπασίματα στα σκληρά φωνητικά της Courtney LaPlante ξεχώριζαν, ακόμα και γι' αυτά όμως χρειαζόταν μια κάποια υποψιασμένη προσοχή. Η βουτιά στο φανταστικό "The Fear Of Fear", με τα "Jaded" & "The Void", έφερε τις μελωδίες και την εφτάχορδη του Michael Stringer ακόμα περισσότερο στο προσκήνιο. Κι αν ως εδώ οι αντιδράσεις θα χρειάζονταν γενναίες δόσεις επιείκειας για να χαρακτηριστούν ως κάτι διαφορετικό πέρα από «χλιαρές», η ανατροπή βρισκόταν ένα 'cut down the altar!' μακριά.
Το πιτ άνοιξε σχεδόν αυτόματα. Δίπλα στα μετρημένα κερατάκια που είχαν υψωθεί νωρίτερα, ήρθαν να προστεθούν πολλαπλάσια. Οι λάμψεις στα βλέμματα τριγύρω τα είπαν όλα. Η τριπλέτα "Circle With Me" / "Holy Roller" / "Soft Spine", το τελευταίο με την απαραίτητη αφιέρωση, κόλλησε το γκάζι στο πάτωμα και για πρώτη φορά το άρωμα του καλοκαιρινού-φεστιβάλ-νωρίς-το-απόγευμα έδωσε θέση σε ένα πραγματικό live party. Αν ρωτάτε εμένα, η επιλογή του "Crystal Roses" για συνέχεια δεν έβγαλε ακριβώς νόημα, ένα "Sun Killer", ένα "Cellar Door" ή όποιο άλλο τσιτωμένο άσμα του "Tsunami Sea" θα ταίριαζαν καλύτερα, αλλά ας είναι. Το σβήσιμο με "No Loss, No Love" επανέφερε την τάξη.
Ο χώρος είχε γεμίσει ασφυκτικά. Οι διάλογοι, σε ιταλικά κι ένα σκασμό διαφορετικές γλώσσες, που μέχρι τη δεδομένη στιγμή ακούγονταν δυνατότερα ή χαμηλότερα ακόμα στα πιο επιφανή τραγούδια από τα προηγούμενα ονόματα, άρχισαν να χάνουν την έντασή τους. Η ανυπομονησία ήταν τόσο έντονη που μπορούσες να την κόψεις με μαχαίρι. Η αντίστροφη μέτρηση, καρμπόν με εκείνη που είχε τρέξει πριν τη ζωντανή επιστροφή της μπάντας τον περασμένο Σεπτέμβρη και την παγκόσμια πρώτη του "The Emptiness Machine", ξεσήκωσε φωνές. Το "La Solitudine" της Laura Pausini (η αναφορά σε «Το Νου Σου Κύριε Οδηγέ» κρίνεται ως επιβεβλημένη) έπαιξε σαν εθνικός ύμνος πριν την έναρξη.
Στα αντί καλησπέρας αρπίσματα του "Somewhere I Belong" η έκρηξη ήταν φραγμένη. Ο ήδη σεμιναριακός ήχος ανέβηκε μερικά σκαλιά ψηλότερα σε δύναμη, παραμένοντας πεντακάθαρος. Χέρια υψώθηκαν στον ουρανό. Αγκαλιές. When this began. Τραγούδι που κάλυπτε τα μικρόφωνα. Οι Linkin Park παραμένουν αυτή η μπάντα. Ακόμα κι αν τα χρόνια πέρασαν. Ακόμα κι αν κάποια πρόσωπα έχουν αλλάξει. Είναι διαφορετικοί αλλά ίδιοι. Το εισαγωγικό κουπλέ του "Crawling" βγήκε καραόκε. Και το ρεφραίν, σαφέστατα. Το πρώτο πέρασμα από το νέο υλικό με τα πάνω-κάτω του "Cut The Bridge" ήρθε ως απόδειξη ότι, στη σύγκριση με το ένδοξο παρελθόν, το παρόν είναι κάθε άλλο παρά καταδικασμένο.
Με κλειστά τα μάτια, το ξεκίνημα του "Lying From You" θα μπορούσε να πείσει ότι το ημερολόγιο γράφει 2008. Τα ρυθμικά, οι γραμμές του Mike Shinoda, ο αέρας από Μετέωρα, τα scratches του Joe Hahn. Ανοίγοντάς τα, η χροιά της Emily Armstrong στέκεται σαν επαναφορά στην πραγματικότητα. Στη δεύτερη ζωή του σχήματος οι ισορροπίες έχουν αλλάξει, σε καμία περίπτωση όμως δεν έχουν χαθεί. Οι χαμηλές του 'Phoenix' Pharell συνεχίζουν να λειτουργούν σαν την κόλλα που κρατά τα πάντα ενωμένα. Τα γεμίσματα του Colin Brittain έχουν ταιριάξει γάντι. Ο Alex Feder παίζει σαν ιδανικός touring αντικαταστάτης του Brad Delson, του οποίου η παρουσία στα πλάγια της σκηνής πέρασε κάθε άλλο παρά απαρατήρητη.
Αν έπρεπε να ξεχωρίσω το στοιχείο που μου έκανε μεγαλύτερη εντύπωση από το όλο πακέτο, αυτό κατά πάσα πιθανότητα θα ήταν ο συνδυασμός του θεόρατου stage presence της εξάδας με το πόσο καλοπροβαρισμένη αλλά άμεση ήταν η ενέργειά της. Από τις μικροφωνικές πάσες και τα πειραγμένα πρελούδια/ιντερλούδια, μέχρι τα γουστόζικα παιχνίδια στις ενορχηστρώσεις και τα περάσματα από τις λιγότερο δημοφιλείς εποχές, ακόμα κι αν υπήρχαν περιθώρια για κάτι ακόμα από "Living Things" και "The Hunting Party", το σετ έπαιζε μερακλίδικα με όλη τη σημασία της λέξης. Κλασικά και φρέσκα σουξέ, κρυμμένα διαμάντια, b-sides-που-έγιναν-χιτ, σόλο μπλιμπλίκια, πειραγμένα mash-ups, για όλα υπήρχε χώρος.
Οι σύντομες παύσεις που χώριζαν τις πράξεις του setlist, που στο χαρτί θα μπορούσαν να σπάνε τη ροή, έκατσαν τέλεια σαν μικρά διαλείμματα για ανάσες. Σε μία σειρά από κορυφές, απολύτως υποκειμενικά, το "Up From The Bottom" έκλεψε τις εντυπώσεις και στο πάντρεμα του "Where'd You Go" με το "Waiting For The End" τα ρίγη ήρθαν αναπόφευκτα. Αντικειμενικά, τα σπρωξίματα στο διπλό χτύπημα "Two Faced" & "One Step Closer" έβαλαν περήφανα σφραγίδα αιώνιας nu-metal υπεροχής, το "Lost" επιβεβαίωσε με τον τρόπο του το άγγιγμα του Μίδα που είχε η μπάντα στα πρώιμα zeroes, ενώ στο κλείσιμο κανονικής διάρκειας με το πλατινένιο σερί "Numb" / "In The End" / "Faint" δε χάθηκε στίχος, επειδή προφανώς.
Η επιστροφή για το encore με "Papercut" ήταν λίγο-πολύ κλειδωμένη. Το ανέβασμα στη γέφυρα ήταν, είναι και θα είναι για πάντα εκεί ψηλά, όπως κι αν το κοιτάξει κανείς. Τo γρατζούνισμα του "A Place For My Head" έπεσε σα βόμβα από το πουθενά για τους μετρίως προετοιμασμένους σαν και του λόγου μου. Η παύση πριν μπουν τα ντραμς, το επιβεβλημένο moshing, οι κραυγές, το σπάσιμο. Για ένα τετράλεπτο, ο χωροχρόνος λύγισε και η Λομβαρδία έγινε ένα με το Τέξας. Το οριστικό σβήσιμο με "Heavy Is The Crown" και "Bleed It Out" κράτησε την ενέργεια ψηλά και ολοκλήρωσε ένα χορταστικό δίωρο με τον σωστότερο τρόπο. This is what we asked for, ιδρώτας, χοροί, φωνές. Θρίαμβος, χωρίς υποψία υπερβολής.
Φωτογραφίες από τον επίσημο λογαριασμό του I-Days Milano Coca-Cola.
Somewhere I Belong
Crawling
Cut The Bridge
Lying From You
The Emptiness Machine
The Catalyst
Burn It Down
Up From The Bottom
Where'd You Go [διασκευή Fort Minor]
Waiting For The End
Joe Hahn Solo
When They Come For Me / Remember The Name
Two Faced
One Step Closer
Lost
Stained
What I've Done
Overflow
Numb
In The End
Faint
Encore:
Papercut
A Place For My Head
Heavy Is The Crown
Bleed It Out