«10»: Οι δίσκοι που θα μπορούσαν να είχαν αλλάξει τη ζωή σου

...αν τους είχες ακούσει όταν κυκλοφόρησαν

Από τον Τάκη Κρεμμυδιώτη, 19/02/2014 @ 12:48
Τα πράγματα είναι απλά: Σε περίπτωση που ακούσατε αυτούς τους δίσκους την εποχή που κυκλοφόρησαν και άλλαξε όντως η (μουσική) ζωή σας, τότε μάλλον αναπόφευκτα θα διαβάσετε τις γραμμές που ακολουθούν, για να βιώσετε για άλλη μια φορά την κοινοκτημοσύνη των συναισθημάτων που μόνο η μουσική μπορεί να προκαλέσει (sic)! Αν πάλι οι δίσκοι αυτοί δεν «άλλαξαν» έστω και λίγο τη ζωή σας (ή την ευρύτερη οπτική σας απέναντι στη μουσική), τότε ο μόνος λόγος να τις διαβάσετε, αφού χαμογελάσετε δύσπιστα έως ειρωνικά, είναι η περιέργεια του τύπου: «Για να δούμε τι στην ευχή τους βρήκε αυτός ο τύπος». Αν όμως δεν τους γνωρίζετε καν, τότε, μάλλον θα ήταν καλύτερο να μην τους μάθετε ποτέ, αν δεν έχετε σκοπό να τους ακούσετε όπως ακουγόταν η μουσική στην εποχή που κυκλοφόρησαν.

Μην προσπαθείτε να μου κρυφτείτε! Ξέρω ότι οι πιο ευγενικοί από εσάς σκέφτηκαν κάτι ανάλογο του: «Τι μας λες τώρα, ρε φίλε»; Κι όμως, δεν προσπαθώ να πω κάτι έξυπνο ή περίεργο, αλλά απλά να δώσω το «κλειδί» που χρειάζεται για να ανοίξουν οι ήχοι και οι στίχοι τους μπροστά σας. Θα μου πείτε «Γιατί; Χωρίς το κλειδί αυτό, δεν ακούγονται»; Μα, φυσικά και ακούγονται, αλλά δεν «ξεδιπλώνονται». Ξέρετε, κάποια πράγματα μένουν στο σκοτάδι, γιατί ποτέ δεν τα κοιτάζουμε. Ή μάλλον, γιατί τα κοιτάζουμε, αλλά δε μπορούμε να τα δούμε. Έτσι και στη μουσική. Κυρίως, στη μουσική. Εδώ, λοιπόν, το κλειδί είναι ένα: ο χρόνος. Οι δίσκοι αυτοί απαιτούν αποκλειστικότητα. Θέλουν να τους αφιερώσετε χρόνο. Να μην τους ακούσετε βιαστικά. Χρειάζονται τις παλιομοδίτικες ακροάσεις της εποχής που μεσουρανούσε το βινύλιο. Τότε που έπαιρνες στα χέρια σου το δίσκο, παρατηρούσες ευλαβικά για αρκετή ώρα το εξώφυλλο, μεθούσες από τη μυρωδιά του, μελετούσες τους στίχους και καθόσουν μπροστά από το στερεοφωνικό για όση ώρα έπαιζε ο δίσκος, χωρίς να κάνεις απολύτως τίποτε, εκτός από το να τον ακούς με προσήλωση.

Πώς; Βαρεθήκατε μόνο και μόνο που το διαβάσατε; Συγγνώμη, αλλά κάτι τέτοιο είναι αντιληπτό, αλλά όχι αποδεκτό. Πραγματικά, καταλαβαίνω πως η παλιά εποχή θα πρέπει πλέον, όχι μόνο να μη σας μοιάζει ευχάριστα νοσταλγική, αλλά να φαίνεται τελείως γραφική. Κι όμως, γιατί να είναι; Καλώς ή κακώς, αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος να δώσεις στην (καλή) μουσική τη θέση που της αξίζει στη ζωή σου. Βέβαια, στις μέρες του downloading, της πληθώρας των κυκλοφοριών και της κατά κανόνα ανέξοδης πρόσβασης και απόκτησης μεγάλου μέρους των κυκλοφοριών όλων των εποχών, μπορεί δικαιολογημένα κάθε δημιουργός να «απαιτήσει» τη σπατάλη μεγάλου χρονικού διαστήματος για ακρόαση του δίσκου του; Η απάντηση εξαρτάται από τον καθένα από εσάς και μπορεί, φυσικά, να είναι είτε αρνητική, είτε θετική. Αρνητική, στις περιπτώσεις που κάποιοι παρασύρονται από τους ξέφρενους σύγχρονους ρυθμούς στη σχέση τους με τη μουσική. Θετική, για εκείνους που προτιμούν να προσπαθούν να μεταμορφώνουν κάποιες ακροάσεις σε εμπειρίες ζωής.

Σ' αυτούς ακριβώς απευθύνονται οι προτάσεις που ακολουθούν. Δηλαδή, σε όσους ψάχνουν στη μουσική κάτι παραπάνω. Για να μην παρεξηγηθώ, όμως, σπεύδω να διευκρινίσω ότι δεν υπαινίσσομαι πως αυτός ο τρόπος ακρόασης ή στάσης απέναντι στη μουσική είναι ο ορθός, ενώ όλοι οι άλλοι είναι λανθασμένοι. Εδώ δεν υπάρχει ούτε σωστό, ούτε λάθος. Υπάρχει μια καθαρά προσωπική σχέση ακροατή και δημιουργού, που γεφυρώνεται με το δίσκο, χωρίς να έχει κανόνες ή συνταγές επιτυχίας.

Στις μέρες μας, που όλοι έχουμε μαγευτεί από την εύκολη πρόσβαση στη μουσική πληροφορία και την ταχύτατη απόκτηση τεράστιου όγκου κυκλοφοριών, προτείνω να κάνουμε ένα διάλειμμα και να ξοδέψουμε λίγο περισσότερο χρόνο σε κάποιες ακροάσεις. Άντε, καλά, μπορείτε να κατεβάζετε κι άλλα άλμπουμ την ώρα που θα ακούτε, αλλά, τουλάχιστον, μην κοιτάτε συνέχεια την πρόοδο του κατεβάσματος! Πριν αρχίσει η απαρίθμηση των δίσκων, πρέπει να διευκρινίσω ότι δεν συμπεριέλαβα στις προτάσεις μου άλμπουμ, τα οποία είναι πολύ καταξιωμένα και -πιθανότατα- έχουν ήδη γεμίσει με χρώμα τη ζωή σας. Φυσικά, οι δίσκοι που επέλεξα τελικά (μετά από ατελείωτο σβήσε - γράψε) δε μπορούν με τίποτα να θεωρηθούν ως άγνωστοι. Το αντίθετο, μάλιστα. Προτίμησα μια μέση οδό, μιλώντας για άλμπουμ που αποδείχτηκαν (κατά τη γνώμη μου) διαχρονικά και έτυχαν μεν απήχησης στην εποχή τους, αλλά σίγουρα όχι εκείνης που όντως άξιζαν. Θα μιλήσουμε, λοιπόν, βάσει του χρόνου κυκλοφορίας τους, για δίσκους που μπορούσαν να είχαν αλλάξει τη ζωή σας, αν τους είχατε ακούσει όταν κυκλοφόρησαν. Δηλαδή, με τις μουσικές συνθήκες τις εποχής τους. Εύλογο, φυσικά, είναι να αναρωτηθείτε αν θα είχαν την ίδια δύναμη και σήμερα, σε κάποιον που δεν τους γνωρίζει ή που τους έχει μεν ακούσει, αλλά δεν τους έχει «ξεκλειδώσει».

Καλά, σοβαρολογείτε τώρα πως περιμένετε από εμένα απάντηση στο ερώτημα αυτό; Στο χέρι σας είναι...





10. Jean Michel Jarre - "Oxygene"
Disques Dreyfus (Δεκέμβριος 1976)

Διάρκεια: 39:44

Λίστα τραγουδιών: "Oxygène Part I", "Oxygène Part II", "Oxygène Part III", "Oxygène Part IV", "Oxygène Part V", "Oxygène Part VI".

Ενδιαφέροντα στοιχεία:
Με την κυκλοφορία του "Les Granges Brûlées", που είχε γίνει τρία χρόνια νωρίτερα, κανείς δε μπορούσε να φανταστεί τι επρόκειτο να ακολουθήσει. Ο Γάλλος Jean Michel Jarre ξεπέρασε τα σύνορα της χώρας του (για να παίξει μετά από λίγα χρόνια ακόμα και στην Κίνα!) ως συνθέτης, παραγωγός και μόνος εκτελεστής του δίσκου που όρθωσε το ανάστημά του, σε μια εποχή που η ηλεκτρονική μουσική είχε πολύ περιορισμένη εμβέλεια. Ηχογράφησε το δίσκο σε οκτακάναλο στο σπίτι του, χρησιμοποιώντας αναλογικά συνθεσάιζερς (αναρωτιέστε ακόμα γιατί ο ήχος δεν είναι «ξερός»;), mellotron και πρώιμους υπολογιστές. Η έμπνευση του δίσκου ήταν απότοκη ενός πίνακα του Michel Granger, που χάρισε στον Jarre η μέλλουσα σύζυγός του, Charlotte Rampling. Ο εκπληκτικός πίνακας αυτός, τελικά, αποτέλεσε το εξώφυλλο του δίσκου, ο οποίος έφτασε το #1 στη Γαλλία, το #2 στη Βρετανία και το #78 στην Αμερική.

Τι κρύβει μέσα του:
Ό,τι καλύτερο μπορούσε να φανταστεί ο νους. Πιστεύω ακράδαντα πως το "Oxygene" είναι το μοναδικό άλμπουμ που θα ήθελε να είχε γράψει ο ΤΕΡΑΣΤΙΟΣ Βαγγέλης Παπαθανασίου! Η μουσική του έχει κάτι που σπανίζει στους καθαρόαιμους δίσκους ηλεκτρονικής μουσικής. Τι είναι αυτό; Μα φυσικά, συναίσθημα! Μη βιαστείτε να διαφωνήσετε. Μιλάω για απέριττο συναίσθημα και όχι για δημιουργία ατμόσφαιρας. Εδώ οι αλλεπάλληλοι ήχοι ακούγονται πολυεπίπεδοι, λυτρωτικοί και (κυριολεκτικά) ψυχαγωγικοί, με τα ηχητικά εφέ συχνά να παίζουν σημαντικό ρόλο. Τελικά όμως, μήπως το "Oxygene" δεν είναι μονάχα ένας από τους κορυφαίους δίσκους ηλεκτρονικής μουσικής; Εδώ θα απαντούσα και πάλι καταφατικά, αφού τον θεωρώ ένα κλασικό δείγμα progressive (όχι, βέβαια rock) δημιουργίας. Οι απανταχού περιβαλοντολόγοι βρήκαν στα πλήκτρα του Jarre τον εθνικό τους ύμνο, πριν καν ευαισθητοποιηθεί αρκετά η παγκόσμια κοινότητα, ενώ το ομολογουμένως καταπληκτικό εξώφυλλο του δίσκου μαγνήτιζε από την πρώτη στιγμή το βλέμμα, όταν έπεφτες πάνω του σκαλίζοντας τα βινύλια σε κάποιο δισκοπωλείο. Το αριστούργημα αυτό, που τάραξε τα μουσικά δρώμενα εν μέσω της punk έκρηξης, ο ταλαντούχος Γάλλος συνθέτης δεν μπόρεσε καν να προσεγγίσει ούτε με το "Equinoxe", αλλά ούτε και με τα υπόλοιπα άλμπουμ που κυκλοφόρησε. Η ένταση των ήχων σε συνδυασμό με τις συγκλονιστικές πολύβουες στιγμές ηρεμίας και τη διάχυτη ανατριχιαστική γαλήνη, στοίχειωσε το δικό του μουσικό μέλλον, αλλά ταυτόχρονα φώτισε το δικό μας παρόν.

Γιατί μπορούσε να σου αλλάξει τη ζωή:
Επειδή σου έδειχνε μια πρωτόγνωρη (ηλεκτρονική) συναισθηματική διάσταση.




9. Peter Hammill - "Over"
Charisma Records (Απρίλιος 1977)

Διάρκεια: 46:27

Λίστα τραγουδιών: "Crying Wolf", "Autumn", "Time Heals", "Alice (Letting Go)", "This Side Of The Looking Glass", "Betrayed", "(On Tuesdays She Used To Do) Yoga", "Lost And Found".

Ενδιαφέροντα στοιχεία:
Όχι πως δεν ήμασταν υποψιασμένοι για κάτι το μεγαλειώδες μετά το "Nadir's Big Chance", αλλά και το Van Der Graaf Generator παρελθόν. Κι όμως το "Over" μας ταρακούνησε. Η κεντρική ιδέα του χωρισμού σε μια σχέση πήρε σαφώς ευρύτερη υπαρξιακή διάσταση, με παράλληλο θέμα την αίσθηση του κενού που νιώθουν οι γονείς όταν τα παιδιά τους εγκαταλείπουν την οικογενειακή εστία. Ήρθαμε αντιμέτωποι με ενοχή, οργή, προδοσία και έλλειψη κατανόησης, για να βιώσουμε μέσω του δημιουργού την (απέλπιδα;) αναζήτηση της μακρόχρονης θεραπείας. Όλα τα τραγούδια γράφτηκαν από τον Hammill και αποτυπώθηκαν με δική του παραγωγή. Άλλωστε, δεν ήταν δυνατό να παρέμβει άλλος. Συμμετέχουν οι παλιόφιλοι από τους  Van Der Graaf Generator Guy Evans και Nic Potter, αλλά και ο Graham Smith (πρώην μέλος των εξαιρετικών String Driven Thing).

Τι κρύβει μέσα του:
Τι να πω, τώρα; Ό,τι κι αν πω, θα το μικρύνω... Κι είναι από μόνο του τόσο τεράστιο άλμπουμ, που you cannot get “Over” it. Εδώ που τα λέμε, ούτε κι ο ίδιος ο Hammill δε μπορεί. Το γεγονός ότι ο Hammill σπανιότατα έπαιζε ζωντανά, παρά τις ικεσίες του κόσμου, τραγούδια του δίσκου αυτού αποδεικνύει πόσο αληθινός είναι και εξηγεί το γιατί τον επέλεξα σε αυτή τη λίστα. Θυμάμαι ακόμα το Σπύρο, που είχε φτιάξει μια αυτοσχέδια κονκάρδα με το όνομα της Alice. Αυτή η κοπέλα από τη μια όλους μας λύπησε, αλλά αν πάλι δεν υπήρχε, δε θα είχαμε βιώσει ποτέ αυτό το αριστούργημα. Λοιπόν, η ανυπέρβλητη δύναμή του, όπως είπαμε, είναι η αλήθεια! Όχι όποια κι όποια αλήθεια. Εδώ εξωτερικεύονται αφτιασίδωτα τα μύχια συναισθήματα του μεγαλύτερου φιλόσοφου της μουσικής. Γι’ αυτό και τον πονούν τόσο πολύ, ώστε να γίνονται αληθινά όμορφα. Οι στίχοι είναι επώδυνοι και συνάμα καθαρτικοί, τη στιγμή που η μουσική επιτίθεται σαρωτικά. Έτσι είναι ο ήχος και τα λόγια του ανθρώπου που τραγουδά για να διεκδικήσει το δικαίωμά του να ζήσει έντονα και με αξιοπρέπεια. Έτσι ηχεί η αναζήτηση της αγάπης, μέσα από το δρόμο του πόνου. Ακόμα κι αν αρχικά μπλέχτηκε με κάποιον χαμένο έρωτα. Ο Hammill εξομολογείται πότε με βρυχηθμούς και πότε με ψίθυρους και σε καθηλώνει με μιας. Σε πιάνει πάντα απροετοίμαστο με το "Crying Wolf" και πριν πάρεις ανάσα, έρχεται το ταρακούνημα του "Autumn", για να ακολουθήσει το "Time Heals" που σε αφήνει εμβρόντητο. Κι ύστερα έρχονται χωρίς ανάσα και τα υπόλοιπα. Τέτοιοι δίσκοι (αλήθεια, δεν είναι και πάρα πολλοί) δε σου αφήνουν ποτέ περιθώρια να ανασάνεις. Ανασαίνουν αυτοί για σένα. Αφού σε κάνουν πρώτα δικό τους. Ανεπιστρεπτί.

Γιατί μπορούσε να σου αλλάξει τη ζωή:
Επειδή ήταν σα να είχες κρυφακούσει μια εκ βαθέων εξομολόγηση.




8. Mecano - "Autoportrait"
Torso Divine (Δεκέμβριος 1982)

Διάρκεια: 42:45

Λίστα τραγουδιών: "Profile", "The Suggestive Sleep", "Entr'acte", "Becipnbophgie", "Autumnmatic Play", "The Mutant Jasz", "March Of The Iron Worker", "To Life's Re-union".

Ενδιαφέροντα στοιχεία:
Η καλλιτεχνική κολεκτίβα των Mecano ξεκίνησε να εκφράζεται το 1977 με μπροστάρη τον Ολλανδό Dirk Polak, ο οποίος συνέλαβε την ιδέα της δημιουργίας τους παρατηρώντας ένα φυλλάδιο κατασκευών από εξαρτήματα Meccano (κάτι ανάλογο των Lego). Πρόθεσή του ήταν να ασχοληθούν κυρίως με τη ζωγραφική και τη γλυπτική, αλλά, τελικά, η μουσική έμελλε να αποτελέσει τον αποτελεσματικότερο τρόπο έκφρασής τους. Η μουσική τους κατ’ εξοχήν δεν επιδέχεται ετικέτες, αν και κατά καιρούς έχει χαρακτηρισθεί ως new wave με ισχυρές δόσεις από ποίηση. Αρχικά, λόγω του κορυφαίου single "Escape The Human Myth" (deep respect) χαρακτηρίστηκαν ως dark wave μπάντα, με επιρροές από το industrial και το avant garde. Όταν ήλθε όμως το "Autoportrait", κάθε επίδοξος κριτικός της τέχνης τους μπήκε στο καβούκι του και σιώπησε.

Τι κρύβει μέσα του:
Ο δίσκος αυτός κλόνισε τα (καθόλου λιμνάζοντα εκείνη την εποχή) μουσικά ύδατα, αποτελώντας κυριολεκτικά την επιτομή της Ευρωπαϊκής μουσικής. Κατάργησε τις αποδεκτές φόρμες, φέρνοντας και πάλι στο προσκήνιο (απατηλά, ομολογουμένως) το ξεχασμένο δόγμα «η τέχνη για την τέχνη». Εδώ υπήρχαν τα πάντα. Από μετέπειτα χαρακτηριζόμενους ως ambient, ήχους εστιατορίων, από επιρροές Ρωσικής folk, από αποσαρθρωτικές φόρμες με πιάνο και έγχορδα, από βαρύγδουπο industrial, μέχρι το ορόσημο "To Life's Reunion" (eternal respect) που κήδεψε βίαια το new wave την εποχή που όλοι νόμιζαν πως μεσουρανούσε. Όταν άκουσα το δίσκο αυτό για πρώτη φορά από το ραδιόφωνο, ήμουν σε υπερένταση. Τον αγόρασα την επόμενη μέρα, εμφανώς ανακουφισμένος που τον πρόλαβα, επειδή ήταν εισαγόμενος. Μη μου ζητάτε να καταλογίσω στους Mecano όσα πραγματικά πέτυχαν. Πιστεύω, ύστερα από όσα έχω αποκομίσει από συζήτηση με τον Polak, ότι δεν είχαν συνειδητοποιήσει καλά-καλά το τι έφτιαξαν με αυτόν τον δίσκο. Ποιό είναι το αποτέλεσμα αυτής της άγνοιας; Το αντίκτυπο του δίσκου να είναι τρομακτικά μεγιστοποιημένο. Στην περίπτωση αυτή, κινδυνεύοντας να παρεξηγηθώ από αναμασήματα, αρνούμαι να μιλήσω άλλο για επιμέρους τραγούδια. Δεν πιστεύω ότι θα μπορούσα να πω κάτι που να μην τα βλάψει.

Γιατί μπορούσε να σου αλλάξει τη ζωή:
Επειδή σου έδινε τελείως αβίαστα την αίσθηση ότι όλα, πλέον, είχαν συμβεί.




7. Ben Watt - "North Marine Drive"
Cherry Red (Φεβρουάριος 1983)

Διάρκεια: 33:00

Λίστα τραγουδιών: "On Box Hill", "Some Things Don't Matter", "Lucky One", "Empty Bottles", "North Marine Drive", "Waiting Like Mad", "Thirst For Knowledge", "Long Time No Sea", "You're Gonna Make Me Lonesome When You Go".

Ενδιαφέροντα στοιχεία:
Αυτό είναι το ντεμπούτο άλμπουμ του Ben Watt και ταυτόχρονα η μοναδική προσωπική μεγάλης διάρκειας δουλειά του, πριν την εποχή των Everything Βut the Girl. Έφτασε στην πρώτη θέση του UK Indie Chart (και λίγο του ήταν!). Συμμετείχε ο πολύ εκφραστικός σαξοφωνίστας Peter King, που αργότερα έγινε αξιόπιστος συνοδοιπόρος του κορυφαίου αυτού ντουέτου. Κάθε τραγούδι είναι απλά συγκλονιστικό, με αποτέλεσμα να μη μπορώ να καταλήξω (μετά από άπειρες ακροάσεις) ποιο είναι το αγαπημένο μου. Εντάξει, το "Waiting Like Mad" εξακολουθεί να με ανατριχιάζει, αλλά και το "Some Things Don't Matter" ακόμα καταφέρνει να γυρίζει τον κόσμο μου ανάποδα. Οι παλιοί χάρηκαν με τη διασκευή του "You're Gonna Make Me Lonesome When You Go" (Bob Dylan), αλλά η αληθινή απόλαυση ήρθε με την κυκλοφορία του cd, στην οποία ενσωματώθηκε το E.P. “Summer Into Winter”, που ο Ben έφτιαξε με τον Robert Wyatt. Πού να έβαζε και το (καλύτερο ever) επτάιντσο με τα "Can't", "Tower Of Silence" και "Aubade”. Να πω και τον καημό μου: Μέχρι και ο Ben μου απάντησε σε προσωπική επιστολή ότι δε μπορεί πλέον να μου το βρει, προτείνοντάς μου να αποτανθώ στην Cherry Red (κάτι που έκανα, χωρίς αποτέλεσμα. Α, ρε Μάνο! Ούτε τώρα που σε απήγαγε η world music δε μου το χαρίζεις;). Για την ιστορία, η συμπαραγωγή είναι των Ben Watt και Mike Gregovich (New Model Army).

Τι κρύβει μέσα του:
Την ταφόπλακα της singer - songwriter φάσης. Μετά από αυτόν τον δίσκο, όλοι οι επόμενοι του είδους μοιάζουν περιττοί. Στο "North Marine Drive" η ομορφιά ντύνεται μελαγχολία για να μας ξεγελάσει, αλλά (ευτυχώς) δεν τα καταφέρνει. Τέτοια τραγούδια φουσκώνουν τα στήθη και δημιουργούν ένα απαράμιλλο αίσθημα πληρότητας. Από τη μια λέω ευτυχώς που ο Ben δεν επιχείρησε να επαναλάβει το εγχείρημα του σόλο άλμπουμ, αλλά από την άλλη θλίβομαι από τη μεταστροφή της εποχής του "Walking Wounded". Κι όμως, «όλα έπρεπε να 'ρθουν, καθώς ήρθαν», που λέει κι ποιητής (και κάτι περισσότερο από εμένα θα ξέρει). Το "North Marine Drive", αν και δεν έχω πάει ποτέ, εξακολουθεί να με συγκινεί, όπως τότε. Κι αυτό, διότι το επισκέπτομαι τακτικότατα με την ψυχή μου.

Γιατί μπορούσε να σου αλλάξει τη ζωή:
Επειδή η θλίψη μια φορά μονάχα μπορεί, όχι μόνο να ξορκίζει κάθε είδους μιζέρια, αλλά και να είναι τόσο ψυχαγωγική.




6. Penguin Cafe Orchestra - "Broadcasting From Home"
E.G. (Ιανουάριος 1984)

Διάρκεια: 47:27

Λίστα τραγουδιών: "Music For A Found Harmonium", "Prelude & Yodel", "More Milk", "Sheep Dip", "White Mischief", "In The Back Of A Taxi", "Music By Numbers", "Another One From The Colonies", "Air", "Heartwind", "Isle Of View (Music for Helicopter Pilots)", "Now Nothing".

Ενδιαφέροντα στοιχεία:
Η κολεκτίβα των Penguin Cafe Orchestra φτιάχτηκε από τους Simon Jeffes και Helen Liebmann με μια ευρεία γκάμα μουσικών που είχαν κλασική παιδεία και ανησυχίες για σύγχρονες μουσικές εκφράσεις. Το άλμπουμ αυτό, που είναι το  τέταρτό τους, συνετέλεσε στον επαναπροσδιορισμό της χρήσης των οργάνων κλασικής στη σύγχρονη ηλεκτρική μουσική. Στον πρωτότυπο δίσκο βινυλίου ακουγόταν ένα εμφανές κλικ στο πρώτο τραγούδι, λόγω προβλήματος στη μήτρα της εταιρείας, γεγονός που δυσαρέστησε πολλούς φίλους τους (εκτός ίσως από εμένα, που δεν περίμενα το CD για να δω «άσπρη μέρα»). Η κλασική μουσική δωματίου δεν είχε ποτέ ακουστεί πιο rock friendly!

Τι κρύβει μέσα του:
Δεν είναι εύκολο να πει κανείς τι κρύβεται ανάμεσα στα αυλάκια (μη ξεχνάτε πως μιλάμε για την εποχή που κυκλοφόρησαν τα άλμπουμ, άρα για βινύλιο) του "Broadcasting From Home". Ακούγοντας συνθέσεις όπως τις "Air", "Isle Of View (Music For Helicopter Pilots)" και "Now Nothing" νιώθεις να «αδειάζεις». Αλήθεια, τι θα μπορούσε να ήταν αυτό που έκανε κάθε ευρύνοα ροκά της δεκαετίας του '80 να λατρέψει αυτόν τον κάθε άλλο παρά rock δίσκο; Εδώ υπάρχει κυρίως jazz και neo-classical, με στοιχεία από ethnic και ambient. Με μία όμως διαφορά: όλα αυτά είναι δοσμένα με rock έκφραση και πολύ διεισδυτικό μουσικό βλέμμα. Η απουσία του στίχου αποδεικνύεται καθοριστική για την πολλαπλότητα των εικόνων που προκαλεί η, ούτως ή άλλως, πανίσχυρη μουσική. Εδώ όλα γίνονται απλά και χωρίς περιττές εξάρσεις. Όμως, η μεγάλη δυσκολία είναι να κάνεις κάτι απλό, να είναι περιεκτικό. Η (μάλλον απαραίτητη) μελαγχολία παίζει κι εδώ το ρόλο του ιχνηλάτη, προσπαθώντας να βοηθήσει τον κάθε ακροατή να εξερευνήσει αδιάβατα μονοπάτια. Αν θέλετε με πιστεύετε: οι κόσμοι που ανοίγονται με το άλμπουμ αυτό είναι γαλήνια μαγικοί.

Γιατί μπορούσε να σου αλλάξει τη ζωή:
Επειδή σε μάθαινε να διευρύνεις τους ορίζοντές σου.




5. Everything But The Girl - "Eden"
Blanco Y Negro (Μάιος 1984)

Διάρκεια: 33:40

Λίστα τραγουδιών: "Each and Every One", "Bittersweet", "Tender Blue", "Another Bridge", "The Spice Of Life", "The Dustbowl", "Crabwalk", "Even So", "Frost and Fire", "Fascination", "I Must Confess", "Soft Touch".

Ενδιαφέροντα στοιχεία:
Αφήνοντας κατά μέρος τις προσωπικές πορείες τους, ο Ben Watt και η Tracey Thorn ενώθηκαν και μουσικά, παίρνοντας ως όνομα την επωνυμία ενός μικρού μαγαζιού. Το κύριο χαρακτηριστικό του ντεμπούτου αυτού άλμπουμ τους, σε σύγκριση με τις προσωπικές τους δουλειές, είναι η πολύχρωμη αίσθηση που αποπνέει. Η ανταπόκριση ήταν αρκετά καλή, με το "Each and Every One" να φτάνει μέχρι το # 28 του UK Indie Chart. Το πολύ καλό εξώφυλλο ήταν δημιουργία της Jane Fox, με την οποία συνυπήρξε η Tracey στις αγαπημένες μου Marine Girls. Από τους συμμετέχοντες μουσικούς ξεχωρίζει ο Simon Booth, που είχε παίξει στους καταπληκτικούς Weekend, στους υπέροχους Working Week και στους James Taylor Quartet. Στο δίσκο αυτόν δεν υπάρχει τραγούδι που υστερεί. Το "Crabwalk" έδειξε πώς πρέπει να ακούγεται η πολύφωτη jazz, το "Another Bridge" έγινε πρόωρα η επιτομή του ήχου των Everything But The Girl και το "Tender Blue" έβαλε ήδη υποψηφιότητα για το καλύτερο τραγούδι τους ever! Η παραγωγή είναι του Robin Millar (Fine Young Cannibals, Sade, Style Coluncil, Weekend κλπ).

Τι κρύβει μέσα του:
Ό,τι και να πει κανείς για το "Eden" θα είναι λίγο. Με το άλμπουμ αυτό ντύθηκε με μουσική η καθημερινότητα της δεκαετίας του '80. Οι Everything But The Girl χρησιμοποιώντας ένα μαγικό τρόπο, ο οποίος δεν ήταν καταρχήν ξένος σε φίλους των mainstream ήχων, έφτιαξαν ένα πανέμορφο δίσκο που συγκινεί ακόμα και τους πιο απαιτητικούς μουσικόφιλους. Ένωσαν περίτεχνα την pop με την soft jazz και τις μπαλάντες, χάρη στα 70s βιωματικά ακούσματα του Ben Watt και τη μινιμαλιστική 60s έκφραση της Tracey Thorn. Πέρα όμως από αυτά, έχοντας ως ατού την αδύνατο να χαρακτηριστεί με λέξεις εκφραστική φωνή της Tracey Thorn, η απογείωση των τραγουδιών ήταν μάλλον προδιαγεγραμμένη. Η δε μαεστρία του αγαπημένου (και στη ζωή) ζευγαριού έγινε σαφής και από το ότι κατόρθωσε ακόμα και με στίχους που αναφέρονται σε πόνο ή αδιέξοδο, να βγάζει μια αύρα αναγωγική.

Γιατί μπορούσε να σου αλλάξει τη ζωή:
Επειδή κάνει το χρωματιστό να φαίνεται πανέμορφα ασπρόμαυρο.




4. This Mortal Coil - "It'll End In Tears"
4AD (Οκτώβριος 1984)

Διάρκεια: 44:12

Λίστα τραγουδιών: "Kangaroo", "Song To The Siren", "Holocaust", "Fyt", "Fond Affections", "The Last Ray", "Another Day", "Waves Become Wings", "Barramundi", "Dreams Made Flesh", "Not Me", "A Single Wish".

Ενδιαφέροντα στοιχεία:
Οι This Mortal Coil (φράση από τον Άμλετ) δεν υπήρξαν καν συγκρότημα με την τυπική έννοια του όρου, αλλά ένα σχήμα εναλλασσόμενων μουσικών που λειτουργούσε υπό την καθοδήγηση του ιδρυτή της 4AD Ivo Watts-Russell. Τόσο η μαεστρία του αφεντικού, όσο και η απόλυτη σύμπνοια των μελών του «γκρουπ» συνετέλεσε στο να μη μπορεί κανείς να πιστέψει ότι και οι τρεις δίσκοι που κυκλοφόρησαν δεν είχαν γραφτεί από τα ίδια ακριβώς άτομα. Το "It'll End In Tears", που είναι η μοναδική μη διπλή κυκλοφορία τους, υπερτερεί απειροελάχιστα από τις επίσης μνημειώδεις άλλες δύο. Στο άλμπουμ αυτό τα μέλη των Dead Can Dance και Cocteau Twins έχουν την τιμητική τους, ενώ στους επόμενους ο κύκλος των συμμετεχόντων διευρύνθηκε σημαντικά. Αν και τα πρωτότυπα τραγούδια κόβουν την ανάσα (η φράση είναι κοινότυπη, αλλά ας μείνω σε αυτήν), οι This Mortal Coil έγιναν ιδιαίτερα γνωστοί από τις διασκευές τους. Κι όταν λέμε «διασκευές» κυριολεκτούμε και δεν εννοούμε επανεκτελέσεις. Όλες, μα όλες, είναι καλύτερες από τις πρωτότυπες. Σόρυ Tim Buckley, Alex Chilton, Roy Harper (ξέρετε, άλλωστε πόσο πολύ σας εκτιμώ). Μην παρεξηγηθείτε κι εσείς Rema Rema και Colin Newman, γιατί γνωρίζω από ένστικτο πως θα θέλατε πολύ να είχατε παίξει έτσι τα τραγούδια σας. Η καθαρόαιμη ατμοσφαιρική 80s παραγωγή οφείλεται στον ίδιο τον Ivo και στον John Fryer (Fields Of The Nephilim, Clan Of Xymox, Cocteau Twins, Depeche Mode κλπ). Το άλμπουμ έφτασε μέχρι το # 38 στο UK Album Chart, ενώ διάφορα singles πήγαν πολύ καλά και εμπορικά, λειαίνοντας το δρόμο για τις επόμενες δύο αιώνιες ανατριχίλες.

Τι κρύβει μέσα του:
Δε χρειάζονται πολλά λόγια. Η μουσική αυτή είναι πραγματικά «επικίνδυνη». Όχι γιατί προσπαθεί να σε μυήσει σε κάποια αποκρυφιστική λατρεία, αλλά γιατί σε μαθαίνει να λατρεύεις τη ζωή. Θα μπορούσε να πει κανείς κι εδώ το κλισέ ότι παίρνει το χρώμα που εσύ της δίνεις. Κι όμως, προσωπικά αμφιβάλλω. Είναι μεν αυτονόητο πως όλα τα μεγαλειώδη άλμπουμ προϋποθέτουν τη «συμμετοχή» του ακροατή, αλλά εδώ τα πράγματα δεν είναι μόνο έτσι. Εδώ πόνος και αγάπη συστρέφονται μαζί σε μια πορεία ατέλειωτης συγκατάβασης. Προς τα πού; Ξεκινούν από το νου, για να περάσουν από την καρδιά και να προσπαθήσουν να φτάσουν στην ψυχή. Η μουσική είναι εξαγνιστική και οι στίχοι λυτρωτικοί. Νομίζεις πως γράφτηκε μέσα σε ψηλοτάβανα δωμάτια με μοναδική έμπνευση μια-δυο ακτίνες που τρυπώνουν μέσα από τις τραβηγμένες κουρτίνες. Ο δίσκος αυτός ακούγεται διαρκώς σαν μια καινούργια εμπειρία, γιατί αποκαλύπτεται αργά. Και μάλλον, αν κρίνω από τις πολλές εκατοντάδες φορές που τον έχω ακούσει χωρίς κανένα ίχνος κορεσμού, είναι απλά ανεξάντλητος. Ή μήπως αέναος;

Γιατί μπορούσε να σου αλλάξει τη ζωή:
Επειδή είναι ένα νέο αυτοτελές συναίσθημα.




3. Cocteau Twins - "Treasure"
4 AD (Νοέμβριος 1984)

Διάρκεια: 41:19

Λίστα τραγουδιών: "Ivo", "Lorelei", "Beatrix", "Persephone", "Pandora (For Cindy)", "Amelia", "Aloysius", "Cicely", "Otterley", "Donimo".

Ενδιαφέροντα στοιχεία:
Το "Treasure" είναι το τρίτο και αξεπέραστο άλμπουμ των Cocteau Twins. Στο δίσκο αυτό συναντάμε την πιο σταθερή σύνθεση του γκρουπ, με τον κιθαρίστα Robin Guthrie, το μπασίστα Simon Raymonde και τη φωνητική μούσα της δεκαετίας του '80, Elizabeth Fraser, που δε δίσταζε να αψηφά το look της εποχής της και να φορά φούστες και φορέματα! Οι συχνά δυσνόητοι στίχοι προσέδωσαν στην εικόνα τους ένα υπέροχο πέπλο μυστηρίου, για τη δημιουργία του οποίου δούλεψαν πάρα πολύ. Όχι μόνο έφτασε ως το # 29 του UK Albums Chart, παραμένοντας οκτώ εβδομάδες στα 40 πρώτα, αλλά σημείωσε και μεγάλη εμπορική επιτυχία, γεγονός το οποίο δυσαρέστησε το συγκρότημα! (γι' αυτό άξιζαν τα 80s). Οι δύο άντρες του γκρουπ μεταγενέστερα, προφανώς για λόγους εντυπωσιασμού, απομυθοποίησαν το δίσκο, χωρίς ούτε κατά διάνοια να μπορέσουν να προσεγγίσουν το επίπεδό του στις μετέπειτα προσωπικές διαδρομές τους. Η σύνθεση και η παραγωγή έγινε από το ίδιο το συγκρότημα.

Τι κρύβει μέσα του:
Το απόγειο των Cocteau Twins, που κατεξοχήν αντανακλά το όραμα του Ivo Watts-Russell, είναι βουτηγμένο στην ομίχλη κάποιου απάτητου δάσους. Ο «Θησαυρός» κυριολεκτικά συνόψισε τον ήχο της 4AD, δηλαδή της εταιρείας ορόσημο του ατμοσφαιρικού μη ηλεκτρονικού ήχου. Ανέδειξε όσο τίποτα τα συναισθήματα των εσωστρεφών ανθρώπων, προτού γίνουν οικουμενικά, πριν καν υπάρξει το Tumblr και "Misread" των Kings Of Convenience. Βροντοφώναξε την απαράμιλλη ομορφιά ήχων που μοιάζουν βγαλμένοι από τη βρετανική πεζογραφία του 19ου αιώνα και επαναπροσδιόρισε τον όρο «αιθέριο».

Γιατί μπορούσε να σου αλλάξει τη ζωή:
Επειδή, απλά, ήταν το σάουντρακ ενός άλλου κόσμου.




2. Dead Can Dance - "Spleen And Ideal"
4AD (Σεπτέμβριος 1985)

Διάρκεια: 38:11

Λίστα τραγουδιών: "De Profundis (Out Of The Depths Of Sorrow)", "Ascension", "Circumradiant Dawn", "Brave Your Heart", "Mesmerism", "Enigma Of The Absolute", "Advent", "Avatar", "Indoctrination (A Design For Living)".

Ενδιαφέροντα στοιχεία:
Το Αυστραλέζικο σχήμα των Dead Can Dance είχε ως πυρήνα τον Brendan Perry, που είχε παίξει στην punk μπάντα των άσημων The Scavengers και τη Lisa Gerrard. Μετά τη μετακίνησή τους στο Λονδίνο και το ενδιαφέρον της 4AD κέντρισαν αμέσως το ενδιαφέρον με τις υπαρξιακού περιεχομένου gothic συνθέσεις τους, αλλά κέρδισαν οριστικά την εκτίμηση του κοινού με το άλμπουμ αυτό, όπου η μεσαιωνική ατμόσφαιρα έγινε κυρίαρχη. Ήταν πολύ δύσκολο για μένα να προκρίνω το δίσκο αυτόν από τον φερώνυμο, λόγω μιας ελαφράς αδυναμίας που τρέφω μόνο για την πολύ καλή gothiά (γιατρέ μου, είναι σοβαρό;), αλλά το "Spleen And Ideal" νίκησε στα σημεία ως πιο προσηλωμένο σε έναν ιδιόρρυθμο progressive χαρακτήρα. Την παραγωγή έκανε το γκρουπ με τον John A. Rivers (Love And Rockets, The Specials, Fun Boy Three κλπ). Ο δίσκος έφτασε στο # 2 του U.K. Indie Chart.

Τι κρύβει μέσα του:
Το "Spleen And Ideal" είναι ένα βαθιά αναγωγικό άλμπουμ. Με τέτοιο τίτλο, άλλωστε, δε θα μπορούσε να ήταν κάτι άλλο. Είναι ακραιφνώς ποιητικό. Έχει διαποτιστεί με την υγρασία των κάστρων του μεσαίωνα και παίρνει τα χρώματα του χειμωνιάτικου δειλινού. Η μουσική του έχει μια εμφανή επική διάσταση, που προκαλεί ανατριχίλες. Αιχμαλωτίζει τις αισθήσεις σου από την πρώτη κιόλας στιγμή, με ήχους από τρομπέτες, σήμαντρα και με τα βαρυσήμαντα φωνητικά του Brendan και της Lisa. Κάθε φορά που ξεγλιστρά από τα ηχεία το "Ascension", το "Advent", το "The Cardinal Sin" και ιδίως το "De Profundis (Out Of The Depths Of Sorrow)" δε μπορείς να μείνεις ασυγκίνητος. Νομίζεις πως ο κόσμος κοντοστέκεται! Θέλει μεγάλη προσπάθεια να μην τους στρέψεις αποκλειστικά την προσοχή σου. Οι συνθέσεις σε παρασύρουν διαρκώς σε πρωτόγνωρα τοπία, διαρκώς εναλλασσόμενα στις διαδοχικές ακροάσεις. Σπάνια οι νότες υπήρξαν τόσο λυτρωτικές.

Γιατί μπορούσε να σου αλλάξει τη ζωή:
Επειδή σε έκανε να πιστεύεις πως ό,τι νιώθεις, το έχεις ζήσει.




1. Godspeed You! Black Emperor - "F♯ A♯ ∞"
Constellation/Kranky (Αύγουστος 1997)

Διάρκεια: 63:30

Λίστα τραγουδιών: "The Dead Flag Blues", "East Hastings", "Providence".

Ενδιαφέροντα στοιχεία:
Οι Καναδοί Godspeed You! Black Emperor, που σχηματίστηκαν το 1994 από τους Efrim Menuck, Mike Moya και Mauro Pezzente, πήραν το όνομά τους από ένα Ιαπωνικό ντοκιμαντέρ του 1976. Το ντεμπούτο αυτό άλμπουμ τους κυκλοφόρησε αρχικά από την εταιρεία Constellation και προωθήθηκε κυρίως με βάση την παλιά συνταγή του «word of mouth». Δέκα μήνες αργότερα η Kranky παρέδωσε στην κυκλοφορία μια πλουσιότερη εκδοχή του. Ο τίτλος προφέρεται "F-sharp, A-sharp, Infinity". Τα πρώτα πεντακόσια αντίτυπα είναι συλλεκτικά, διότι είναι χειροποίητα και έχουν κολλημένες φωτογραφίες, ζωγραφιές και σχέδια των μελών του γκρουπ. Η δε αρχική απουσία από το δίσκο των τίτλων των συνθέσεων και εικόνας των μελών, συνδυαζόμενη με τα πιστεύω και την (τουλάχιστον αρχική) επιφυλακτική στάση τους απέναντι στον τύπο, συνέτεινε στο να δημιουργηθεί ένας μύθος γύρω από το όνομά τους. Οι διθυραμβικές κριτικές που απέσπασε το άλμπουμ, του προσέδωσαν τα επίθετα «εσχατολογικό» και «Αποκαλυπτικό», ενώ ο σκηνοθέτης Danny Boyle, που δήλωσε γοητευμένος από τη μουσική του, αποκάλυψε πως το είχε στον νου του κατά την κινηματογράφηση του "28 Days Later". Χαρακτηριστική του ύφους του δίσκου είναι η χρήση του βιολιού, του τσέλο, της γκάιντας και της slide κιθάρας, που πρώτη φορά ακούστηκε τόσο επιβλητική και ανατριχιαστική.

Τι κρύβει μέσα του:
Το "F♯ A♯ ∞" είναι ο τελευταίος σημαντικός δίσκος της μουσικής. Κάθε πόσο έχουμε την ευκαιρία να ακούμε κάτι το αληθινό, το ανατρεπτικό, κάτι που πήγε τη μουσική λίγο παραπέρα, κάτι που έχει πραγματικό λόγο ύπαρξης; Ε, λοιπόν, αυτό το άλμπουμ έχει τα πάντα. Μην πέσετε στην «παγίδα» του τίτλου «post rock». Τέτοιες ονομασίες αποσκοπούν αποκλειστικά στο να ανανεώσουν κατά καιρούς το ενδιαφέρον του μουσικόφιλου κοινού και να δώσουν συγκεκριμένη ταυτότητα ή αίγλη στις κυκλοφορίες. Συχνά όμως είναι τελείως ανέμπνευστες και απολύτως αποπροσανατολιστικές. Άκου «post rock»... σαν να λέμε «after funk» ή «before punk»! Δεν είμαστε καλά... Και μόλις εμφανιστεί ένα «νέο είδος», να ’σου και ξεπετάγονται δεκάδες συγκροτήματα που ανήκαν σε αυτό, χωρίς καν να το ξέρουν ή να το επιθυμούν. Λοιπόν: ο δίσκος αυτός δεν είναι «post rock». Δεν είναι απολύτως τίποτα και ταυτόχρονα είναι τα πάντα. Έχει δύναμη, έχει αλήθεια, έχει επανάσταση και, κυρίως, έχει ελπίδα για λύτρωση. Δηλαδή, έχει ό,τι λείπει από την τέχνη σήμερα: κάθαρση. Δείτε πόσο επιδραστικός αποδείχτηκε στα χρόνια που ακολούθησαν και θα συνειδητοποιήσετε την αξία του. Έναν τέτοιο δίσκο δεν μπορείς απλά να τον ακούσεις, αλλά υποχρεωτικά τον ζεις. Μπαίνεις μέσα του. Ακούς τη φωνή του σαλού αφηγητή, ανακαλύπτοντας πως λέει όσα ακριβώς ήθελες να πεις. Βιώνεις πως η αλλαγή (που κάποιοι βάφτισαν «επανάσταση») αρχίζει από μέσα σου και μαθαίνεις να μετουσιώνεις την οργή σου σε αγάπη. Θυμάμαι ακόμα την αγωνία μέχρι να μπώ στην sold out πρώτη συναυλία τους στο Ρόδον και τη μυσταγωγία της συναυλίας (ευτυχώς, μετά ακολούθησαν κι άλλες). Το άλμπουμ αυτό είναι φτιαγμένο για να απογειώνεται τόσο από τη στούντιο ηχογράφηση, όσο και σε ζωντανές εμφανίσεις. Από τους πρώτους κιόλας ήχους του "The Dead Flag Blues" η μουσική μπαίνει μέσα σου, με σκοπό να μη βγει ποτέ. Και το πετυχαίνει!

Γιατί μπορούσε να σου αλλάξει τη ζωή:
Επειδή, απλούστατα, δεν φτιάχτηκε γι' αυτόν τον λόγο.

  • SHARE
  • TWEET