Σε διαρκή εξερεύνηση μουσικών που εμπίπτουν στην κατηγορία του "Ηχητικού Εξτρεμισμού". Έχει εισέλθει, οικειοθελώς, στην αιώνια φλόγα της αναζήτησης συναισθήματος στον ακραίο ήχο, πάντα ευγνώμων για...

Coilguns
Odd Love
Εκκεντρικό και καλειδοσκοπικό post-hardcore που ερωτεύεται έναν αλλοτριωμένο κόσμο που φλέγεται
Πόσα EP άκουσες φέτος που άνετα θα διεκδικούσαν τον άτυπο τίτλο του «δίσκου της χρονιάς»; Ελπίζω στην απάντησή σου να συμπεριλαμβάνεις και την μεθυστική σύμπραξη των Birds In Row με τους Coilguns στο φετινό "You And I In The Gap". Και ναι μεν οι Γάλλοι πέρσυ άφησαν ανεξίτηλο στίγμα με το "Gris Klein", αλλά η όρεξη είχε ανοίξει για μια «κανονική» δισκογραφική επιστροφή από τους Ελβετούς. Πέντε χρόνια λοιπόν έπειτα από το "Watchwinders", και μερικούς μήνες μετά το προαναφερθέν EP, οι Coilguns επέστρεψαν αυτές τις ημέρες με το "Odd Love". Και εμείς μείναμε με το στόμα ανοιχτό να χειροκροτάμε ανάμεσα στις κιθαριστικές παραμορφώσεις μια ιδιοφυή κατάθεση ψυχής.
Η πλειονότητα του τέταρτου full length του συγκροτήματος δημιουργήθηκε την περίοδο της πανδημικής απομόνωσης από τον κιθαρίστα και ιθύνοντα νου της μπάντας, Jona Nido. Ο, επίσης συνιδρυτής του label, παρουσίασε τα 14 demo στην υπόλοιπη μπάντα, και σε ένα δημιουργικό κρεσέντο, οι Coilguns αποφάσισαν να επιστρέψουν στις προ δεκαετίας ρίζες τους, όσο και να ενδώσουν στο αχαλίνωτο χάος. Το αποτέλεσμα; Σχεδόν 50 λεπτά οργιαστικού post-hardcore που άφοβα μεταπηδά από το noise rock στο hardcore/extreme/sludge, και από τα jazzy/πειραματικά περάσματα σε post-rock ελεγείες και post-punk χορούς. Και στον πυρήνα αυτού του ηχητικού καλειδοσκοπίου, βρίσκεται ένας διαρκής διάλογος με έναν κόσμο, και μια τέχνη συγκεκριμένα, που μόνιμα φλέγεται αλλάζει.
Το "Odd Love" κοινωνεί από μια ρευστή, τρωτή μα και ιδιαίτερα σκοτεινή πηγή. Δεν είναι τυχαίο, πως από τα sessions της συγγραφής του, ξεπήδησε το αχαλίνωτο extreme/avant metal/punk μανιφέστο του ντεμπούτου των Trounce, έτερου σχήματος του Nido, που ακούει στο όνομα "The Seven Crowns". Αρκεί να προσέξεις τα riffs. Υφίσταται ένα μαύρο σύννεφο που πλανάται απειλητικά πάνω από αυτές τις έντεκα συνθέσεις. Οι Coilguns, επιχείρησαν με παρόμοιο τρόπο να ενώσουν τις hardcore καταβολές τους, που αντηχούν και στον ελπιδοφόρο μα ωμό ρεαλισμό των στίχων, με μια πολυσχιδή επιθετικότητα που δεν περιορίζεται απλά σε λογικές υψηλών ταχυτήτων και εντάσεων. Είμαι βέβαιος πως τους συνειρμούς με τους Refused ή τους Fugazi θα τους κάνεις από την πρώτη ακρόαση, ή με τους πλέον ακατανόμαστους, αλλά θαρρώ πως οι Coilguns μοιράζονται μια παρόμοια, ευαίσθητη και μελαγχολική οπτική με σχήματα όπως οι Brutus, αλλά κυριότερα με την κοινωνικοπολιτική αιχμή των Tvivler. Αν δε, στους κορμούς των συνθέσεων βρεις απομεινάρια από το ουδέποτε λησμονημένο αριστούργημα μιας άλλης εποχής, των Jungbluth που ονομάζεται "Lovecult" , τότε κάτι μου λέει πως έπιασες το νόημα.
Οι επιρροές όμως των Coilguns όσο και αν χαρτογραφηθούν, δεν αποτελούν παρα κατευθυντήριες γραμμές σε ένα δαιδαλώδες έργο, που όμως διαθέτει απαράμιλλη εσωτερική συνοχή. Από την εκκίνηση του δίσκου με τις ερωτεύσιμες συγχορδίες του πάνκικου εναρκτήριου "We Missed The Parade" μέχρι τον αλά Cult Of Luna βρυχηθμό του φινάλε του άλμπουμ με το συγκλονιστικό "Bunker Vaults", οι Coilguns κοντρολάρουν σεμιναριακά ένα άρτια δομημένο χάος, καθοδηγώντας μαεστρικά τις ακροάσεις προς μια εκτενή συναισθηματική παλέτα. Το "Placeholders" με το στρατιωτικό/εμβατηριακό σφύριγμα του τραγουδιστή Luis Jucker που παραδίδει μια από τις ερμηνείες της χρονιάς, κατακεραυνώνεται η αλλοτρίωση στην εποχή της μετα-αλήθειας και των ελεγχόμενων αφηγημάτων. Στο "Generic Skincare" κάποια στιγμή θα ξεσηκώσει ένα αδιανόητο riff από τις χρυσές εποχές των Sepultura (μην πω των Nevermore), εντάσσοντας το σε ένα ρυθμικό παραλλήρημα.
Σε μια από τις κορυφές του δίσκου, το αδυσώπητο και απρόβλεπτο "Bandwagoning", οι Coilguns σε λιγότερο από πέντε λεπτά, συνδυάζουν κραυγές με αφηγήσεις, μονόπαντα riffs με αλλαγές ρυθμών, βία με λύτρωση. Στο "Κάραβελ" (sorry, not sorry) που ακολουθεί, την πιο συναισθηματική στιγμή του δίσκου οικοδομούν ένα θόρυβο που διαπερνάται από στίχους όπως "can we fix this game and try not to call it off ?" ενώ ένα δυσαρμονικό πιάνο συνεισφέρει στη δραματουργία. Ομολογουμένως, κάποιες επαναλήψεις σε riffs ή συνθετικές συνενώσεις και υλοποιήσεις, θα μπορούσαν να εκλείπουν, αλλά το "Odd Love" δεν είναι απλώς ένα άλμπουμ γεμάτο θράσος και όραμα. Είναι μια εξαντλητική κατάθεση από μουσικούς που αναζητούν την πληρότητα στο ημιτελές, στις προοπτικές, στην βαθιά πίστη στην ανθρωπιά που εδράζει στο βαθύ συλλογικό υποσυνείδητο, στην αυτοκριτική, στο απαλό χάδι του, βγαλμένου, ως βίος παράλληλος, από ένα πιο δρομίσιο "Crawler", "The Wind To Wash The Pain", στον έρωτα για τη ζωή που δεν διαβάλλεται από έναν αντιδραστικό ρομαντισμό.
Είναι ένα από τα σπουδαιότερα τέκνα του σύγχρονου underground. Μια από αυτές τις αστραπές που χάνονται στην μονιμότητα του προσωρινού, στο μοντάζ του εφήμερου, σε εκείνη την καρτέλα που άνοιξες αλλά ποτέ δεν πάτησες play. Μέχρι που κάποια στιγμή, σε ένα χειμωνιάτικο βράδυ, θα θελήσεις να πολεμήσεις την αποξένωση. Εκεί, θα σε περιμένει μια εκκεντρική αγάπη, άρτια τεχνικά, συναισθηματική και αλληλέγγυα, λες και είναι βγαλμένη από την πολιτική παράδοση των ωρολογοποιών της περιοχής της.