
Iron Lung
Adapting // Crawling
Η καλύτερη powerviolence μπάντα του σύμπαντος επιστρέφει με νέο δίσκο έπειτα από 12 χρόνια
Τον Απρίλιο, οι τιτάνες Iron Lung από το Seattle, κυκλοφόρησαν το τέταρτο full-length τους, και πρώτο έπειτα από το 2013. Αφού μαζέψαμε τα κομμάτια μας, ας πουμε μερικά πράγματα για αυτό. Το "Adapting//Crawling", που κυκλοφορεί από το τεράστιο ομώνυμο label, βρίσκει το δαιμονισμένο ντουέτο των Jensen Ward (επίσης Innumerable Forms) και John Kortland, να ηχεί αμείληκτο. Σεμιναριακός ήχος, ακόμη και στις γεμάτες delay παύσεις του, με κομμάτια όπως το φρικαλέο "Virus" να πνίγουν οτιδήποτε στο διάβα τους, τα 18 λεπτά του νέου άλμπουμ των Αμερικανών είναι υπέρ του δέοντος πλούσια και περιεκτικά. Από τα τρομερά γυρίσματα στα τύμπανα μέχρι τις νευρώδεις κραυγές, οι 21 συνθέσεις του δίσκου υπενθυμίζουν τη ζωτικότητα του ιδιώματος σήμερα. Οι Iron Lung επέστρεψαν, και το κρίμα στο λαιμό σας.

Combust
Belly Of The Beast
Έλα εδώ το άψογο νεοϋορκέζικο crossover
Μεγάλη η κληρονομιά των Cro-Mags. Ειδικά το δεύτερο LP τους, "Best Wishes", παίζει να είναι στη ζούλα, από τα πιο επιδραστικά hardcore άλμπουμ έβερ. Πάμε τώρα στους Νεοϋορκέζους Combust. Στο δεύτερο άλμπουμ τους, "Belly Of The Beast", παίζουν αυτής της κοπής το crossover hardcore. Το μισάωρο του δίσκου, είναι όχι απλά υποδειγματικό, στα όρια του σεμιναριακού. Ευτυχώς όμως, τόσο στα φωνητικά, αλλά και στην προσέγγιση, που φέρνει κατά νου σύγχρονα σχήματα όπως οι Mindforce, Warfare, Age Of Apocalypse, και πάει λέγοντας, οι Combust έρχονται και με κρότο μας ωθούν να τους αποδεχθούμε ως ένα από τα καλύτερα σχήματα στον ήχο σήμερα. Τα 12 κομμάτια του άλμπουμ, αν και συχνά εξελίσσονται αναμενόμενα, δεν παύουν να είναι τρομερή ένεση αδρεναλίνης, και μπαχάλου. Δηλώνουμε πλέον, οπαδοί τους.

Osmium
Osmium
Χορεύοντας στα συντρίμμια αγέννητων πολιτισμών
Η ένωση της πολυβραβευμένης τσελίστριας Hildur Guðnadóttir με τον τραγουδιστή Rully Shabara (Senyawa), τον παραγωγό Sam Slater και τον James Ginzburg δεν θα μπορούσε παρά να αποτελεί, με ασφάλεια, ένα supergroup από contemporary πειραματιστές, η τετράδα όμως έχει διάθεση να βγει έξω από το comfort zone της. Με έναν συνδυασμό ιδιόχειρων υβριδικών οργάνων, οι Osmium στο ντεμπούτο τους δημιουργούν παγωμένη και πυκνή μουσική που βασίζεται στον συνδυασμό μιας tribal ρυθμικότητας και μιας μετά-industrial αισθητικής που κοιτάει στα άκρα - στο πιο θολό παρελθόν και στο πιο ευφάνταστο μέλλον. Αρχέγονο και πυκνά αδιαπέραστο σαν το μέταλλο που τους ονοματίζει, το άλμπουμ των Osmium καταφέρνει να χτίσει έναν αμίμητο ήχο - λίγο folk, λίγο metal, λίγο minimal - χωρίς να χάνει ποτέ την ψυχρή του συνοχή και τα αινιγματικά ηχοτοπία που δημιουργούν τα παράξενα όργανα. Στο προσκήνιο παραμένει πάντα μια αιχμηρή τελετουργία, ένας άγριος χορός δίπλα από τα συντρίμμια πολιτισμών που δεν γεννήθηκαν ακόμα. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα experimental έργα της φετινής χρονιάς.

Leaf Hound
Once Bitten
Για όσους ακόμα καλλιεργούν μανιτάρια...
Είναι σαφές πως όσο θα ζει ο Peter French θα υπάρχουν οι Leaf Hound. Είναι επίσης σαφές πως είναι παντελώς αδύνατο να ξαναπιάσουν την μαγεία που έκανε το “Growers Of Mushroom” όχι μόνο κλασικό αλλά σε μεγάλο βαθμό και το πατρόν πάνω στο οποίο πάτησαν γενιές και γενιές στονεράδων. Οπότε σε τι αποσκοπεί η συγκεκριμένη κυκλοφορία; Το σημαντικότερο υποθέτω είναι ότι δίνει την ευκαιρία σε έναν βετεράνο αλλά ουχί αποσυρμένο μουσικό να κάνει τη φασάρα του. Και φασάρα κάνει όντως. Επίσης διατηρεί το πνεύμα των Leaf Hound ζωντανό φωνάζοντας «είμαστε ακόμα εδώ» σε φίλους και εχθρούς (αν υπάρχουν οι τελευταίοι δηλαδή, δε μοιάζει πολύ πιθανό). Τρίτο και σημαντικότερο, προσφέρει σε όσους ακροατές δεν τους εγκατέλειψαν ποτέ, είτε σύγχρονούς τους είτε νεόκοπους, αυτούς που επιστρέφουν συχνά-πυκνά στο εμβληματικό ντεμπούτο τους αλλά και όσους θυμούνται το ποιοτικό αλλά ξεχασμένο δεύτερο δίσκο τους του 2007, μία συνέχεια και μία δικαίωση.
Με το ίδιο προσωπικό εκεί που μετράει, δηλαδή στη φωνή και την κιθάρα, τόσο ο Peter French όσο και ο Luke Rayner αντίστοιχα, δε νοιάζονται τόσο να επαναλάβουν τον ήχο των '70s (το fuzz απουσιάζει αισθητά) αλλά να παραδώσουν έναν σύγχρονο μεν, επηρεασμένο από τα '70s δε, hard rock δίσκο. Και το καταφέρνουν θαυμάσια. Κι αν για τους νεότερους ηλικιακά είναι πιο αναμενόμενο, η δύναμη και το κέφι και η αμείωτη ποιότητα της φωνής του Peter French είναι σίγουρα έκπληξη. Μακάρι όλες οι «επιστροφές» να ήταν τέτοιες.

Full Of Hell
Broken Sword, Rotten Shield
Αγάπη, απώλεια, riffs, βία, το aftermath μιας δισκάρας
Οι Full Of Hell, κόντρα στις προβλέψεις κάθε παντογνώστη, κυκλοφόρησαν εν έτει 2024 το καλύτερο άλμπουμ της καριέρας τους. To "Coagulated Bliss", ανανέωσε τρομακτικά την προσέγγιση των αμερικανών χαμαιλεόντων, όντας από τα πιο προσιτά και ταυτόχρονα δαιδαλώδη τους. Η αγάπη της μπάντας για το noise rock και τα κοφτά riffs, επιστρέφει φέτος στο δεκαεξάλεπτο EP τους, "Broken Sword, Rotten Shield". Με θεματικές που εκτείνονται στο υπαρξιακό κενό που προκαλούν η αγάπη και η απώλεια, οι Full Of Hell αποδεικνύουν πως διαθέτουν στα επτά κομμάτια του δίσκου μερικά ακόμη συγκλονιστικά κομμάτια, όπως το "Knight's Oath" ή το "From Dog's Mouth, A Blessing", ενώ στο sludge φινάλε, αλά Thou, με το "To Ruin And The World's Ending", αναφορά στον λόγο του Theoden από το LOTR, συμμετέχουν οι Ιάπωνες καμικάζι Kruelty. Κάθε κυκλοφορία των Full Of Hell, παρούσης συμπεριλαμβανομένης, οφείλει να μελετάται εις βάθος.

Doomsday
Never Known Peace
Το crossover thrash ντεμπούτο της χρονιάς
Οι Doomsday έρχονται από τα σοκάκια του Oakland της Καλιφόρνια, και παίζουν crossover thrash. Σκέψου Power Trip, Enforced, Judiciary & Incendiary (ΟΚ λιγότερο), Drain, και φυσικά Cro-Mags, Anthrax, Slayer. Και για τους μύστες Détente. Το "Never Known Peace", είναι το ντεμπούτο των Αμερικανών, και επιτυγχάνει με εκνευριστική ευκολία να ισορροπήσει ανάμεσα στις ξεκάθαρες ορυμαγδικές thrash metal ονειρώξεις των μελών της μπάντας, αλλά και το αδιαπραγμάτευτο, hardcore ήθος και νοοτροπία. Τα μπασοτύμπανα συνοδεύουν τις κιθάρες που σηκώνουν, είτε με riffs, είτε με δισολίες, την μερίδα του λέοντος του εντυπωσιασμού, και έτσι τα 32 λεπτά του άλμπουμ, ιδανική διάρκεια, καταφέρνουν να σε κρατήσουν δέσμιο της σκόνης που σηκώνουν. Οι Doomsday γνωρίζουν επακριβώς τα όριά τους, και δίχως να εκβιάζουν τη μουσική τους, ηχούν ανεπιτήδευτοι και απολαυστικοί. Αναμένουμε την εξέλιξή τους.

Teaser Sweet
Nightstalker
Made in Huskvarna: όχι μόνο αλυσοπρίονα αλλά και διασκεδαστικές ριφάρες ρε γαμώτο
Huskvarna, Σουηδία: από κει φαντάζομαι θα προέρχονται τα γνωστά δισκοπρίονα, αλυσοπρίονα, πριόνια, που όμως πρόκειται και για τον τόπο καταγωγής τούτων των heavy metallers/hard rockers. Έφτασαν στον τέταρτο δίσκο τους για να τους πάρω χαμπάρι, είναι κάργα διασκεδαστικοί, τα μελωδικά hooks τους σε γραπώνουν αμεσότατα και ναι, πρόκειται για ακόμα μία μπάντα με γυναικεία φωνητικά. Therese Damberg, εξελίσσεσαι κι εσύ σε αδυναμία. Παθιασμένο μελωδικό hard rock/metal που καλύπτει τα έσχατα των '70s έως τα μέσα των '80s, οπότε μπορείτε με ευκολία να εντοπίσετε επιρροές και αδυναμίες. Αποζητούν συνειδητά τη retro αισθητική και παραδόξως δεν ακούγονται ως παρωχημένοι επουδενί. Ο δίσκος ξεχειλίζει από ενέργεια, «κοιλιά» δεν υφίσταται ούτε για δείγμα, ο ήχος της κιθάρας μαγνητίζει με την ατόφια rock'n'roll ζέση του, η μπάντα ακούγεται λες και έβγαλε το δίσκο σε ένα take και ζωντανά. Ακούστε τη σερί τριάδα "Night Stalker", "Deep In The Woods" & "Living in Sin" για μέγιστη ικανοποίηση, χαλαρώστε με το hard rock/blues του "Blue Sky" και ολοκληρώστε με ένταση στον επίλογο του "Cold is the Fire". Κάτι μου λέει πως πρόκειται για διαμαντάκι και σημείο ανυψωτικής καμπής για την μπάντα.

Livania
Children Of Tragedy
Μικρές ώρες, μεγάλα συναισθήματα
Η Livania κάνει την πρώτη της επίσημη μουσική εμφάνιση με το "Children of Tragedy", στο οποίο κι ακολουθεί μία αρκετά DIY προσέγγιση στην ήδη lo-fi πλευρά της dream pop. Ακολουθώντας πιστά τις διδαχές της Mazzy Star και της Αρλέτα, υπογράφει σχεδόν μία ώρα αργόσυρτης μουσικής που ακροβατεί στο μεταίχμιο μεταξύ απώλειας και κάθαρσης. Βασική αρετή η φωνή της, που με παρέπεμψε αρκετές φορές στο μέταλλο της Mimi Parker των Low. Η μινιμαλιστική, αλλά ωστόσο ζεστή ενορχήστρωση ταιριάζει με την νοσταλγική ατμόσφαιρα, κι ακόμη κι οι τίτλοι των κομματιών ("The World Is My Grave", "Childhood Fvneral", "Τη Μέρα Που Θα Φύγεις Κανείς Δεν Θα το Παρατηρήσει"), θυμίζουν αναδρομικό θρήνο για πτυχές του εαυτού που παρήλθαν με τα χρόνια.
Το άλμπουμ ποντάρει αρκετά στην ακατέργαστη ενορχήστρωση για να κάνει πιο διαυγή την ωμότητα, σαν αλάτι για να νοστιμίσουν οι συνθέσεις – αν και ίσως βγήκε λίγο πιο αλμυρό απ’ όσο θα έπαιρνε. Αντίστοιχα, η πληθώρα διαθέσιμων κομματιών θα επέτρεπε ένα καλό κλάδεμα, ώστε το "Children of Tragedy" να αναπνεύσει και να γίνει πιο μεστό. Τούτων λεχθέντων, όμως, το πρώτο βήμα της Livania πείθει με την ειλικρίνεια και τις ιδέες του, και ανοίγει μπροστά μας έναν σκοτεινό ορίζοντα, όπου μόνη πυξίδα ήταν και παραμένουν τα παιδικά μας χρόνια.

The Periods
The Periods
Πολυπρόσωπη punk επίθεση με δυνατές πρώτες υλες
Οι The Periods από την Αθήνα είναι ακόμα ένα γκρουπ της ημεδαπής που μέχρι πρότινος αγνοούσα κι έρχεται τώρα να κερδίσει τις εντυπωσεις. Αν δεν κάνω λάθος, πρόκειται για την τρίτη τους κυκλοφορία - και πρώτο full-length - κι αποτελούν ένα σχήμα που γεννήθηκε μέσα από punk καταβολές, σταδιακά όμως εμπλουτίζει το στυλ του με διάφορα στοιχεία. Υπάρχουν πιο post-punk ατμόσφαιρες και στιγμές που γκαραζίζουν, δίπλα σε προσεκτικούς πειραματισμούς και κακοφωνίες που κοιτάζουν πράγματα όπως ο κινηματογράφος ή το νεοϋορκέζικο nowave. Το άλμπουμ έχει μπόλικες καλές συνθέσεις, και μάλιστα γίνεται καλύτερο όσο προχωράει προς το τέλος του, με κομματάρες όπως το "A Dead Man’s Code" να ισορροπούν δυναμίτες όπως το "Every Face". Ηχεί χύμα και γεμάτο τσαγανό, ευνοούμενο εξάλλου από την lo-fi παραγωγή του, θα ήθελα όμως να ακούσω τους The Periods και λίγο πιο ραφιναρισμένους, με καλύτερο ήχο και πιο προσεγμένα τα νευρικά φωνητικά της Νάσιας. Έχω την αίσθηση ότι κάτι τέτοιο θα τους πάει ακόμα περισσότερο - έχουν εξάλλου ήδη την πιο σημαντική πρώτη ύλη: τα τραγούδια.