AFI

Burials

Island (2013)
Από τον Ιάσονα Τσιμπλάκο, 11/11/2013
Αξιοσέβαστα ποιοτικοί, ενοχλητικά πιασάρικοι, επιτηδευμένα ατμοσφαιρικοί
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Ετούτος εδώ είναι ένας αρκετά δύσκολος δίσκος να κρίνεις. Είναι αρκετά παράξενο να σκεφτείς πως η μπάντα μετρά πλέον πάνω απο είκοσι χρόνια καριέρας, ειδικά αν κάποιος τους έχει ακόμα στο μυαλό του (εξαιρετικά λανθασμένα) ως κάποιο ξέβρασμα του «emo» κινήματος των μεσιανών 00s. Όντας απρόσμενα ποιοτικοί από πάντα, συνεχώς όμως εξερευνόντας τον ήχο τους και εξελίζοντας την ταυτότητά τους, κυκλοφορούν τον ένατό τους δίσκο, "Burials".

Κατ' αρχάς, οι τύποι ξέρουν να γράφουν πιασάρικη μουσική. Τελεία... Οι μελωδίες τους -είτε  φωνητικές, είτε κιθαρίστικες- χαρακτηρίζονται από μία σχεδόν μαθηματική φόρμουλα «γαντζώματος» (aka hook, βλέπε σχεδόν αστεία προσαρμογή στο Hooke's Law) οι οποίες προσκολούνται στο κεφάλι σου με τα πρώτα ακούσματα. Καλύτερο παράδειγμα αυτού, το "Deep Blue Panic" (το οποίο πάει για single απ' ότι κατάλαβα), του οποίου το ρεφρέν το κατατάσσει ανάμεσα στα αγαπημένα μου κομμάτια για φέτος αλλά και στην εκτενή δισκογραφία τους.

Ο, για πολλούς εκνευριστικός, Davey Havoc με την ιδιαιτέρως χαρακτηριστική ντεμιένρινη φωνή, προσαρμόζεται τέλεια στη μουσική της μπάντας και οι προαναφερθείρσες φωνητικές μελωδίες είναι ξεκάθαρα στο προσκήνιο, με απότελεσμα, δυστυχώς, να θαφτούν άλλα. Γενικά, έχω ένα μικρό θέμα με την παραγωγή του δίσκου, καθώς μου έχει δωθεί η εντύπωση της επιτηδευμένης ατμοσφαιρίλας. Οι κιθάρες σε πολλές φάσεις είναι αρκετά θαμμένες, και στα σπάνια σημεία που θέλουννα τις φέρουν στην επιφάνεια, το κάνουν αφού τις έχουν λούσει με τρία τελάρα reverb, το οποίο γενικά φτάνει και περισσεύει για ακόμα δυο-τρεις δίσκους τους.

Όλα αυτό έχει σαν συνέπεια μερικές στιγμές του δίσκου να εκπέμπουν λίγο από τη γνωστή μίρλα των 80s, με κάτι Depeche Mode και Smiths να μου πετάγονται εμένα στο κεφάλι, και όχι τόσο με την καλή έννοια. Αυτό που θέλω να πω δηλαδή είνα πως, στα μάτια μου, κάποιες ιδιαιτέρως καλές στιγμές στο "Burials" -ιδίως στα πανέμορφα leadάκια του Paget- χάνονται στην δηθενιάρικη ατμόσφαιρα της παραγωγής, ενώ θα μπορούσαν να ήταν μπροστά μπροστά και να λάμπουν.

That being said, η αγαπημένη μου στιγμή στον δίσκο βρίσκεται στο "Heart Stops" που όλα τα προαναφερθέντα πάνε περίπατο, και οι απλοϊκή μελωδία είναι απλά εκεί, ξεκάθαρη, στη μάπα σου. Η εναλλαγή των συγχορδίων στο ρεφρέν είναι τόσο προκλητικά απλή, σχεδόν πονηρή, αν αυτό έχει νοήμα. Άλλη μεγάλη στιγμή βρίσκουμε στο "Rewind", που για άλλη μια φορά οι μελωδίες στις κιθάρες εντυπωσιάζουν καθ' όλη τη διάρκεια του κομμάτιου, με το ρεφρέν και την ερμηνεία του Havoc τελικά να το απογειώνουν το κομμάτι.

Ο δίσκος είναι αναμφισβήτητα καλός, και ακρόαση με την ακρόαση γίνεται σαφώς καλύτερος, καθώς αρχίζουν να ξεχωρίζουν άλλα διαμαντάκια όπως το "Greater Than 84" (άλλη μελωδιάρα εκεί). Kάποια όμως μεμονομένα σημεία του με εμποδίζουν να βγω στους δρόμους να φωνάξω. Φταίει μήπως η επίδραση της δισκογραφίας τους που μου τους έχει χτίσει εκεί ψηλά; Φταίει το ότι είμαι ένας γεροπάραξενος; Γιατί νιώσατε ρε παιδιά την ανάγκη να βάλετε τα μπλιμπλίκια στο "Wild"; Τόσο ωραία πήγαινε. Να ακουστεί όπως-και-δήποτε από οπαδούς του μοντέρνου ήχου. Χαίρε μέγα Paget!
  • SHARE
  • TWEET