Release Athens: Megadeth, Blind Guardian, Grand Magus @ Πλατεία Νερού, 14/06/24

Μέγας Dave, τεράστια εμφάνιση, μεγάλες συγκινήσεις

Πέντε ημέρες μετά την μεγάλη γιορτή του punk rock που έστησαν οι Offspring στην πρεμιέρα του φετινού Release Athens, ήταν σειρά του heavy metal να έχει την τιμητική του, με μία από τις σημαντικότερες και σπουδαιότερες μπάντες που ανέδειξε. Ως απόλυτος συνδυασμός στρυφνότητας και μελωδίας, με ισχυρές δόσεις γαματοσύνης και περφεξιονισμού, οι Megadeth επανήλθαν στην χώρα μας σε θέση που αρμόζει στην ιστορία και την αξία τους, δηλαδή επικεφαλής ενός μεγάλου φεστιβάλ, με τον μέγα Dave να επιβεβαιώνει επί σκηνής όσα είχε αναφέρει στον Χρήστο Καραδημήτρη για το τωρινό στάτους του συγκροτήματος.

Το πακέτο συμπλήρωναν ιδανικά οι Blind Guardian, έχοντας φτάσει την σχέση τους με το ελληνικό κοινό σε άλλο επίπεδο από τον περασμένο Οκτώβριο, και οι Grand Magus, ένα από τα κορυφαία σχήματα κλασικού heavy metal για τον αιώνα που διανύουμε. Δυστυχώς οι Σουηδοί δεν κατάφεραν να πλησιάσουν την απόδοση που είχαν πιάσει στις προηγούμενες επισκέψεις τους στην χώρα μας, σε Gagarin με Candlemass το 2009, στο Κύτταρο το 2012, στο Fuzz με τους Amon Amarth το 2016 και ξανά στο Fuzz το 2017.

Θεωρητικά η παρουσία ενός opening act που θα έστρωνε την κατάσταση μπορεί να βοηθούσε, στην πραγματικότητα το power trio των JB Christoffersson, Fox Skinner και Ludwig Witt μάλλον δεν κατάφερε να ξεπεράσει την συναυλιακή αδράνεια στην πρώτη εμφάνιση μετά από 21 ολόκληρους μήνες, αλλά και την μεσογειακή ζέστη που μπορεί να λυγίσει ακόμη και τους πιο ατρόμητους Βίκινγκς. Από την άλλη μεριά, η διαμόρφωση του προγράμματος σε καθημερινή με ότι αυτό συνεπάγεται θα επέτρεπε την ολοκλήρωση του φεστιβάλ αρκετά πριν τα μεσάνυχτα, ενώ καθώς τα λεπτά περνούσαν και έπεφτε σκιά, περισσότερος κόσμος μπορούσε να πλησιάσει άφοβα τη σκηνή, γεμίζοντας σιγά σιγά τον χώρο μπροστά από τον πύργο.

Το λιτό και αντρίκειο στήσιμο ενώ trio μπορεί να πετύχει ίσως πιο εύκολα έναν ξεκάθαρο και σφιχτό ήχο, όπως καταλάβαμε και την πρώτη μέρα με τους Danko Jones και τους The Subways, μπορεί όμως και να φανερώσει αδυναμίες, όπως συνέβη στους Grand Magus. Η φωνή του JB δεν έβγαινε όπως έπρεπε, τα δεύτερα φωνητικά του Fox δεν βοηθούσαν και συνολικά ο ήχος από τα όργανα, χωρίς να είναι κακός, μεταδίδονταν πιο ωμός απ' ότι ταίριαζε στα ίδια τα τραγούδια. Μιλώντας για τραγούδια, ακόμη και υπό αυτές τις συνθήκες, προφανώς δεν ήταν καθόλου δύσκολο να αναδειχθεί η αξία των οκτώ που παρουσιάστηκαν στο σετ των 47 λεπτών.

Από τον Φεβρουάριο που έγινε γνωστή η προσθήκη των Grand Magus στο line-up θεωρούσαμε ότι η ανακοίνωση νέου δίσκου μετά από πέντε χρόνια ήταν θέμα χρόνου, ακόμη και ο JB μας προετοίμασε για την πρεμιέρα νέας μουσικής, εν τέλει όμως είχαμε μόνο τα πιο γνωστά και πολύ αγαπημένα που το κοινό φάνηκε να απολαμβάνει, με αποκορύφωμα το sing along στο φινάλε και το "Hammer Of The North". Όπως και να 'χει, δεν πτοούμαστε και θα συνεχίσουμε να απολαμβάνουμε τον καλύτερο συνδυασμό Judas Priest και Manowar, περιμένοντας ότι η επόμενη φορά θα είναι τόσο καλή όσο και οι προηγούμενες, αλλά και τον διάδοχο του "Wolf God".  [Θ.Ξ.]

SETLIST

I, The Jury
Sword Of The Ocean
Steel Versus Steel
Iron Will
Like The Oar Strikes The Water
Untamed
Ravens Guide Our Way
Hammer Of The North

Υπάρχει κάτι το οικείο, το σπιτίσιο, το εγκάρδιο για το ελληνικό metal κοινό όταν πρόκειται για μια συναυλία των Blind Guardian. Σχεδόν δεύτερο σπίτι τους πλέον, η Ελλάδα τους έχει αγκαλιάσει και τους προσφέρει πάντα αμέριστη αγάπη χωρίς πολλές απαιτήσεις. Μπορεί να μην πέρασε πολύς καιρός από την πολυσυζητημένη, τριπλή εμφάνισή τους στην Αθήνα, ωστόσο η συμμετοχή τους και φέτος στα πλαίσια του Release Festival, ειδικά μάλιστα τη συγκεκριμένη ημέρα στην οποία ήταν καθ' όλα ταιριαστοί, έδωσε ακόμη ένα λόγο για να παρευρεθεί κανείς σε μία συναυλία που εκπροσώπησε τους παλιούς αγαπημένους μας metal ήρωες κάτι παραπάνω από επάξια.

Λίγο πριν δύσει ο ήλιος λοιπόν, οι Blind Guardian ανεβαίνουν στη σκηνή και είναι κάπως πια σαν να βλέπεις μακρινούς συγγενείς. Από αυτούς που αγαπάς πολύ και χαίρεσαι που τους βλέπεις, αλλά μένουν μακριά. Το χαμογελαστό και πάντοτε γεμάτο αισθήματα αφοσίωσης και εκτίμησης για το κοινό, πρόσωπο του Hansi Kürsch, καλωσορίζει την οικογένειά του, χωρίς καμία δυσκολία με τη ζέστη που πλέον έχει συνηθίσει, βετεράνος πλέον στη χώρα μας, αστειευόμενος και ο ίδιος για το πόσο συχνά μας βλέπουν τώρα τελευταία αλλά και πως ταυτόχρονα, τίποτα δεν αλλάζει στο τι έχουν ετοιμάσει, και με πόση αγάπη για εμάς. Εμφανές θα πω, από την επιλογή να ανοίξουν με το "Imaginations From The Other Side".

Είναι εμφανές πλέον εδώ και αρκετό καιρό, πως η φωνή του Hansi έχει αρχίσει να φθείρεται με το χρόνο, δεν είναι άλλωστε και εύκολα όσα θα έπρεπε να μπορεί να καταφέρει σε θέμα απόδοσης αν αναλογιστούμε τα πολύ απαιτητικά σε σημεία φωνητικά που παρουσιάζει η δισκογραφία των Blind Guardian. Είναι όμως η αστείρευτη χημεία του τόσο με τους συντρόφους του, André Olbrich, Marcus Siepen και Frederik Ehmke που φαίνονται διαχρονικά ασταμάτητοι στις αποδόσεις των κομματιών τους, όσο και με το αφοσιωμένο κοινό των Blind Guardian, που σώζει όσα σημεία ο Hansi πια δεν μπορεί να φτάσει. Είμαστε εμείς εκεί για εκείνον. Στιγμές όπως τα "Nightfall", "Script Of My Requiem", "Time Stands Still" και "Mirror Mirror", είναι αναλλοίωτες αξίες μιας σχέσης αγάπης που έχει καλλιεργηθεί σε βάθος τριάντα και βάλε χρόνων, διψήφιων ζωντανών εμφανίσεων, και ασταμάτητου τραγουδιού από το κοινό, που δεν θα άφηνε ποτέ τον Hansi να κρύψει τις φωνητικές του αδυναμίες.

Σε άλλα σημεία πάλι, η πιο πρόσφατη δισκογραφία των Blind Guardian έχει φροντίσει να κολακεύσει τις τωρινές δυνατότητες του Hansi, ενώ παράλληλα κομμάτια σαν τα "Blood Of The Elves", "Violent Shadows" και "Secrets Of The American Gods" έχουν αγαπηθεί και παγιωθεί εξίσου. Άλλοτε πάλι, το κοινό δεν αφήνει καν τον Hansi να τραγουδήσει, αφού και απόψε, αλλά και αρκετά συχνά στις τελευταίες τους εμφανίσεις, τα "Lord Of The Rings" και "The Bard's Song (In The Forest)" αποδίδονται από το κοινό χωρίς ανάσα, είναι πλέον κάτι σαν τον εθνικό ύμνο των απανταχού Ελλήνων μεταλλαδων.

Ήταν μια ήσυχη, τιμητική εμφάνιση των Blind Guardian η αποψινή, που ζέστανε τις καρδούλες μας, σχεδόν μας ξεκούρασε και μας συγκίνησε, και μας επιβεβαίωσε ότι ξέρουμε πως θα είμαστε εκεί, στο πλευρό τους, για όσο αντέξουν εκείνοι. Καθιερωμένο πλέον κλείσιμο με "Valhalla", που μπορεί το τελείωμά της να μην κράτησε αιώνια όπως άλλες φορές έχει συμβεί, όλοι όμως νοητά προετοιμαζόμασταν για κάτι που δεν περιμέναμε καν πως θα μας έρθει. Οι βάρδοι από την άλλη, απέδειξαν πως θα είναι πάντα και χωρίς ποζεριές το λιγότερο μπροστά, αλλά το πιο σημαντικό μέλος του D&D αλλά και του συναυλιακού party. [Ε.Τ.]

SETLIST

Imaginations From the Other Side
Blood of the Elves
Nightfall
The Script for My Requiem
Violent Shadows
Lord of the Rings
This Will Never End
Time Stands Still (At the Iron Hill)
Secrets of the American Gods
The Bard's Song - In the Forest
Mirror Mirror
Valhalla

Μερικές φορές δεν χρειάζεσαι πολλά για να ζήσεις τον μύθο σου στο heavy metal. Το λογότυπο των Megadeth εμφανίζεται, η μπάντα βγαίνει στη σκηνή εν μέσω αποθέωσης, με τον Dave Mustaine πρώτο και καλύτερο να παίρνει τη θέση του στο κέντρο της. Πόσες πιο εμβληματικές φυσιογνωμίες μπορείς να σκεφτείς σε αυτή τη μουσική; Η μεγάλη ώρα είχε φτάσει, και η μπάντα κάνει έφοδο με το ομότιτλο μέσα από τον πιο πρόσφατο δίσκο της, το The Sick, The Dying…And The Dead”. Από το πρώτο riff, αντιλαμβανόμαστε πως έχουμε να κάνουμε με ηχάρα. Η συνέχεια με το "Dread And Fugitive Mind", σκληρό throwback στο "The World Needs A Hero", μας κάνει να διαπιστώσουμε πως και φωνητικά, το αφεντικό θα ήταν σε, απροσδόκητα μεγάλα, κέφια. Καλά ξεκινήσαμε. Ή μήπως και όχι;

Η πρώτη μεγάλη, αλλά και ιδιαίτερη στιγμή της βραδιάς θα ήταν η έκρηξη του "Skin Ο' My Teeth". Και εκεί που η διαχρονική ένρινη ειρωνία στα φωνητικά του Mustaine δίνει και παίρνει με τα ρυθμικά κιθαριστικά μέρη, ο ηγέτης των Megadeth αρχίζει να απευθύνει κάτι «γαλλικά» προς ένα άτομο της ασφάλειας μπροστά του, τα οποία συνεχίστηκαν για περίπου κανά λεπτό δίχως φυσικά να χάνει νότα από την riff-ο-λογία του, μέχρι η όποια παρεξήγηση να λυθεί. Ο MegaDave που ξέρουμε. Το "Angry Again" στη συνέχεια, από το οπαδικό αγαπημένο "Hidden Treasures" εκτιμήθηκε δεόντως από ένα κοινό που γέμισε την Πλατεία Νερού και διψούσε για ατόφιο metal. Και κάπου εκεί, η βραδιά άρχισε να ανεβάζει επικίνδυνα στροφές.

Το μπάσιμο του "Hangar 18" θα ηχεί στον αιώνα τον άπαντα ανατριχιαστικό. Αυτή η συνθετική εποποιία που κατάφερε να αναδειχθεί σε διαχρονικό άσμα παρά την ανελέητη κιθαριστική και σολιστική της επίθεση, βρήκε την τετράδα σε εργοστασιακές ρυθμίσεις να μην χάνει νότα, γνωρίζοντας την αποθέωση, ενώ άνοιξε και τα πρώτα ουσιαστικα mosh pits. Thrash metal, στην ύψιστη μορφή του. Κάπου εκεί, οι Megadeth δεν ξανακοίταξαν πίσω και η εμφάνισή τους έπιασε ιστορικά στάνταρ. Αν για τον LoMenzo, που όργωνε τη σκηνή διασκεδάζοντάς το στο έπακρο, ή τον Verbeuren ξέραμε από την προϋπηρεσία τους τι παικταράδες είναι, με τον δεύτερο στα τύμπανα να παραδίδει ένα κλινικό masterclass, το «στοίχημα» ήταν ο Teemu Mäntysaari στις κιθάρες. Μεταξύ μας, δεν παίρνεις αυτό το πόστο αν δεν κατέχεις το άθλημα. Επίσης μεταξύ μας, ο Φινλανδός ήταν άπαιχτος, οριακά αλάνθαστος, και ας παρα-ήταν προσηλωμένος στο ρόλο του. Δεν τον αδικείς, με τέτοιο τιτάνιο ηχητικό αποτέλεσμα.

Το «γραντζούνισμα» του "She-Wolf" θα φέρει το πρώτο μεγάλο sing along πέρα από τις γηπεδικές ιαχές που κυριαρχούσαν με κάθε ευκαιρία. Ο Mustaine αποδίδει τα φωνητικά άψογα, ο κρυστάλλινος ήχος της ‘90s δισκογραφίας του σχήματος φτάνει στα αυτιά μας άχρονος και συγκινητικός, και το "This Was My Life" στην συνέχεια επιβεβαίωσε πως το κλασικό "Countdown To Extinction" θα είχε την τιμητική του. Προλογίζοντάς το, ο Mustaine ανέφερε πως είναι το μόνο κομμάτι στην δισκογραφία του που σχετίζεται με τη διαβόητη ηλεκτρική καρέκλα, πετώντας και το καρφί του προς τον διαχρονικά αγαπημένο του στόχο... Καυστικός, εγωιστής, πεισματάρης, θρύλος. Μια ατελής, ασυμβίβαστη και παθιασμένη περσόνα που άφησε ιστορία με τους δικούς της όρους. Για αυτό και το αυτοβιογραφικό "Sweating Bullets" στη συνέχεια το απέδωσε πιο παθιασμένα, πιο αιχμηρά, και το κοινό ανταποκρίθηκε.

Τι ωραίο συναίσθημα να βλέπεις τους ύμνους της αγαπημένης σου μουσικής να αποδίδονται με τέτοιο τρόπο, μπροστά σε ένα αποθεωτικό κοινό; Μια αίσθηση δικαίωσης πλανιόταν στον αέρα της Πλατείας Νερού χθες το βράδυ. Μια αποκατάσταση της αλήθειας της metal ιστορίας. Μια άτυπη ενθρόνιση του Dave Mustaine στη συνείδηση και του τελευταίου ατόμου ως μιας πελώριας προσωπικότητας, ενός αντι-ήρωα μιας υποκουλτούρας. Διότι, όταν η δυάδα του συγκλονιστικού "Trust", συμπληρώνοντας το ζεύγος των hit μέσα από το "Cryptic Writings", και του ανατριχιαστικού "Tornado Of Souls" έσκασε έπειτα στα κεφάλια μας, πλέον είχαμε χάσει το μυαλό μας.

Είχαμε γίνει έρμαια ενός μουσικού μεγέθους από αυτά που όταν αποφασίζουν να ορθώσουν το πραγματικό τους ανάστημα, φαντάζουμε πολύ λίγοι. Και όταν αυτό το σόλο του Friedman στο ύστερο, μας τεμάχισε την ψυχή και μας βούρκωσε, δεν γυρίσαμε απλά στην εφηβεία μας. Πανηγυρίσαμε που αυτή η μουσική, έστω και ως κληρονομιά, γεννάει ακόμα συναισθήματα. Κοινωνήσαμε. Πάρε και ένα "Countdown To Extinction" (το κομμάτι) για να δέσει το συναισθηματικό γλυκό.

Οι Megadeth έδωσαν μια headline εμφάνιση αντάξια της ιστορίας τους. Δεν άφησαν στιγμή το πόδι από το γκάζι, δεν σταμάτησαν να μας ευχαριστούν, τίμησαν στο έπακρο το «χρέος» του καλλιτέχνη προς το κοινό. Ο Mustaine μας μίλησε για το τι πέρασε στην πανδημία με τον εγκλεισμό, τα προβλήματα υγείας και την αποχή από τις συναυλίες και ξέσπασε στο "We'll Be Back" από το τελευταίο τους άλμπουμ, το οποίο, συμβολικά, καταχειροκροτήθηκε. Ελπίζουμε να μην τους πάρει πάλι οκτώ χρόνια να ξανάρθουν. Η συνέχεια είχε σεισμικές δονήσεις. Το "Symphony Of Destruction" με τα «οοο-Megadeth» είχε από όλα, αποτελώντας αναμενόμενα το highlight της βραδιάς, με τον κόσμο να τα δίνει όλα. Όταν στη συνέχεια έσκασε και η μπασογραμμή του "Peace Sells", με τον Vic Rattlehead να κάνει την εμφάνισή του, τότε όλα πλέον είχαν πάρει το δρόμο τους.

Με το χάος οριακά να έχει καταλαγιάσει, οι Megadeth αποχωρούν από τη σκηνή. Επευφημίες, φωνές, χειροκροτήματα, τα φώτα ανάβουν ξανά. Στο encore, το μενού είχε επιστροφή στο ντεμπούτο "Killing Is My Business…And Business Is Good", που πριν λίγες ημέρες έκλεισε 39 χρόνια ύπαρξης, επιστροφή εκεί που όλα ξεκίνησαν. Πνευματικά και κυριολεκτικά, αφού το "Mechanix", μέρος του προαναφερθέντος μέταλ μύθου με τον λόγο ύπαρξής του, αποδίδεται σε όλη τη βίαιη, ωμή πρωτόγονη τεχνική του ενέργεια. Για φινάλε, δεν θα μπορούσε να υπάρχει τίποτα άλλο πέρα από το εναρκτήριο κομμάτι του μνημειώδους “Rust In Peace”. Το άμεσα αναγνωρίσιμο εναρκτήριο riff του "Holy Wars" πέφτει στα κεφάλια μας, και όλη η Πλατεία Νερού γίνεται ένα.

Το "…Punishment Due" κομμάτι τραγουδιέται με μια φωνή, και η βραδιά φτάνει στο τέλος της. Οι Megadeth επέστρεψαν και ξεπέρασαν εαυτούς και συναυλιακά εσκαμμένα, και ας μην έπαιξαν το “Wake Up Dead”. Για 85 λεπτά, ο Dave Mustaine και οι τρείς metal σωματοφύλακές του ήταν ηγετικοί, σαρωτικοί, υπερβατικοί. Έσπρωξαν το όνομα “Megadeth” λίγο πιο βαθιά στην αιωνιότητα. Και εμείς αποχωρήσαμε πλήρεις, με τις προσδοκίες μας τσακισμένες από το βάρος μιας εκατόμβης από riffs. Α ρε μπάρμπα-Dave, μεγάλωσες, αλλά δεν γέρασες. Εμείς από την άλλη, μάλλον σήμερα ξαναβάζουμε τη δισκογραφία σου να παίζει γιατί ακόμα ζούμε στιγμές ευδαιμονίας. Ποιος θα μας αδικήσει; [Α.Ζ.]

Φωτογραφίες: Γιώργος Κρίκος

SETLIST

The Sick, The Dying... and the Dead!
Dread And The Fugitive Mind
Skin O' My Teeth
Angry Again
Hangar 18
She-Wolf
This Was My Life
Sweating Bullets
Trust
Tornado Of Souls
Countdown To Extinction
We'll Be Back
Symphony Of Destruction
Peace Sells

Encore:
Mechanix
Holy Wars... The Punishment Due

  • SHARE
  • TWEET