Lucifer

III

Century Media (2020)
Από τον Νικόλα Ρώσση, 11/03/2020
Δεν αποσυνδέονται από τις επιρροές τους, αλλά δεν απομιμούνται και οι συνθέσεις έχουν τη δική τους αυτόφωτη αξία
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Το ευθυτενές rock όραμα του Nicke Andersson έχει βρει διέξοδο για τα καλά μέσα από το occult σχήμα της συζύγου του, Johanna. Το τρίτο άλμπουμ των Lucifer είναι και πάλι διανθισμένο με Sabbathόπληκτα μινόρε ακόρντα για έμφαση στη Βελζεβουλική θεματολογία τους, με τη μόνη διαφορά όμως τα ενισχυμένα «χορευτικά» funky και psych grooves, τα οποία υποστηρίζονται ιδιαιτέρως από τις ευδιάκριτες και λικνίζουσες μπασογραμμές.

Πάνω σε αυτό το έντονα ρυθμικό occultίζον υπόβαθρο του άλμπουμ, η έμφαση δίνεται ξεκάθαρα στα εντυπωσιακά, αν και ολίγον επιδεικτικά, φωνητικά της Johanna. Ίσως πράγματι να βρίσκω ενίοτε τις ερμηνείες της ελαφρώς ναρκισσιστικές, τραγουδισμένες με υπερβάλλοντα ζήλο και κατά συνέπεια ελαφρώς ανούσιες, αλλά κάποιος μπορεί εύκολα να επιχειρηματολογήσει ότι έτσι είναι το αυθεντικό rock ‘n’ roll με μπόλικο attitude, φιγούρα και τσαμπουκά και θα έχει δίκιο και τοιουτοτρόπως αποσύρομαι στραβομουτσουνιασμένος στα ανατολικά διαμερίσματα μου να πιω αψέντι μόνος.

Η τραγανή παραγωγή rock παραγωγή, έχει ένα επίπλαστο, όμως εξαιρετικά επιτυχημένο '70s χρώμα, άλλα στα αλήθεια είναι απόλυτα σύγχρονη, εξωφρενικά καθαρή και σχεδόν κρυφό-pop, όπως το ορίζουν πλέον οι συμπατριώτες του Nicke, οι Ghost. Ποιος ξέρει; Ίσως -ακούσια ή εκούσια- αυτή να ήταν και η πρόθεση τους , καθώς τη δόξα και το χρήμα ουδείς καλλιτέχνης εμίσησε. Αλλά εδώ που τα λέμε, λίγο με τη θεματολογία τους, λίγο με τα φανταστικά ραδιοφωνικά ρεφρέν τους , λίγο με την εύπεπτη και ζεστή παραγωγή τους, ίσως να επιτρέπουν στους πιο δύσπιστους κριτές τους να τραβήξουν παράλληλες με την παρέα του Tobias Forge. Αλλά ποιον ακριβώς χαλάει αυτός ο παραλληλισμός;

Η αλήθεια είναι ότι ο δίσκος σε πείθει και κρατάει την προσοχή σου από την πρώτη στιγμή και συγκεκριμένα από το πρώτο detuned ακόρντο του εναρκήριου "Ghosts". Ωχ, είπα Ghosts; Τυχαίο; Δεν νομίζω. Αλλά και στη συνέχεια, το υποδόρια σεξιστικό και ανέμελο "Leather Demon", διαθέτει ένα εντυπωσιακό κουπλέ, αλλά ένα ακόμα πιο εντυπωσιακό ρεφρέν.

Οι Lucifer στο "III" αφήνουν τις αμιγώς Black Sabbath επιρροές τους, λίγο πιο πίσω. Και κάπου εδώ έγκειται και η βασική ιδιαιτερότητα του άλμπουμ, η οποία είναι εξής: Από τη μία πλευρά οι επιρροές του είναι ακόμα πιο εμφανείς και είναι απολύτως ξεκάθαρο ότι αγαπούν πολύ -εκτός από τους Sabbath- τους Deep Purple και τους Blue Oyster Cult και προφανώς τους Fleetwood Mac, αλλά ταυτόχρονα οι συνθέσεις δεν απομιμούνται και δεν αποτίουν κάποιοι φόρο τιμής, αφού έχουν τη δική τους αυτόφωτη αξία.

Για του λόγου το αληθές προσέξτε το "Cemetary Eyes", το οποίο αγκαλιάζει τους Fleetwood Mac και διοχετεύει όλη τη Stevie Nicks του "Going My Own Way" ή του "Rhiannon" πάνω του και ταυτόχρονα παραπέμπει -αισθητικά τουλάχιστον- και προς το "Astronomy" των B.O.C., ιδίως γύρω από το solo της κιθάρας.

Το "III" απλώς συνεχίζει την ανοδική πορεία των Lucifer.

  • SHARE
  • TWEET