Einsturzende Neubauten

Halber Mensch

Some Bizzare (1985)
25/10/2010
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Η δεκαετία του 1970 στο Βερολίνο βρίσκει την καλλιτεχνική πλευρά της πόλης σε άνθιση, πάντα όμως προσαρμοσμένη στην παρακμιακή αισθητική και πειραματική διάθεση που τη χαρακτήριζε από τις αρχές του αιώνα. Ανάμεσα στο Τείχος, τον πολιτικό αναβρασμό, τα αμέτρητα καμπαρέ και τον David Bowie να σφραγίζει μεταξύ άλλων το τέλος της δεκαετίας, ηχογραφώντας εκεί τη λεγόμενη «Tριλογία του Βερολίνου» ("Low" - "Heroes" - "Lodger"), οι  Einstürzende Neubauten, το συγκρότημα του γνωστού από την μετέπειτα επιτυχημένη πορεία του δίπλα στον Nick Cave και τους Bad Seeds, Blixa Bargeld, και των Mark Chung, Alexander Hacke, N.U. Unruh και F.M. Einheit, έχει ήδη δημιουργήσει το δικό του κίνημα. Παρακινούμενοι από μια προδιάθεση για αποσύνθεση κάθε συμβατικής φόρμουλας στο μουσικό τοπίο και την ανάγκη να εκφραστούν δίχως κανόνες ή ακόμα μη χρησιμοποιώντας καν μουσικά όργανα (υποστηρικτές του κινήματος του Ντανταϊσμού και της αντι-τέχνης που προωθούσε), οι Einstürzende Neubauten επιστρέφουν στην πρωτόλεια μορφή μουσικής έκφρασης, τον απλό και ακατέργαστο θόρυβο, για να τον ανάγουν σε τέχνη. Δίπλα σε τραχιά κιθαριστικά περάσματα, βαριές μπασογραμμές, μινιμαλιστικές μελωδίες που φέρνουν στο νου Philip Glass και electro ήχους, επιστρατεύονται ήχοι τρυπανιών, λαμαρίνες, βαρέλια, κομπρεσέρ και κάθε είδους κρουστά για να γεννηθεί ένα από τα πιο σημαντικά avant-garde πειραματικά industrial συγκροτήματα όλων των εποχών.

Το 1985, έχοντας ήδη κυκλοφορήσει δύο δίσκους ("Stahlmusik", "Zeichnungen Des Patienten O. T"). και ένα πειραματικό-όσο-δεν-πάει LP ("Kollaps"), οι Einstürzende Neubauten κυκλοφορούν το μνημειώδες "Halber Mensch" σε παραγωγή δική τους, με τη βοήθεια του Gareth Jones (Depeche Mode, Wire). Ένα δίσκο στον οποίο τα πάντα ακροβατούν σε πολύ λεπτές κλωστές, λόγω της σαγηνευτικής επίτευξης μιας ιδιόμορφης «χρυσής τομής» μεταξύ μελωδίας και θορύβου. Το συγκρότημα καταφέρνει οριακά να τιθασεύσει όσο ακριβώς χρειάζεται το «χάος» και το θόρυβο, προσαρμόζοντάς τα σε πιο συμπαγείς μουσικές φόρμουλες και δομές, ανοίγοντας νέους ορίζοντες για ένα ολόκληρο μουσικό παρακλάδι - και όχι μόνο. Ρυθμός, κιθάρες, μπάσο, synths, κρουστά και ατόφια «βαβούρα» γίνονται ένα, συνοδευόμενα από την ίσως κορυφαία στιγμή του Blixa ως -ολοκληρωμένου πλέον- τραγουδιστή, ο οποίος καθηλώνει με τις παθιασμένες του ερμηνείες και το εύρος των συναισθημάτων που αγγίζει σε κάθε λέξη που προφέρει.

Το ενακτήριο ημι-χορωδιακό, σχεδόν a capella, ομότιτλο κομμάτι δίνει το έναυσμα για ένα τελετουργικό ταξίδι στην καρδία του χάους. Το electro, γεμάτο percussion loops "Yü-Gung (Fütter Mein Ego)" ("Feed My Ego") -ένα εκ των αγαπημένων κομματιών απο πλευράς κοινού- μοιάζει παραδομένο σε ένα μεθυστικό Kraftwerk-ικό ρυθμό, ενώ λίγο μετά τα μισά φαντάζει σαν ένας electro-industrial στρόβιλος συναισθημάτων απόγνωσης και αγωνίας, με τη βαριά γερμανική προφορά του Blixa να φορτίζει συνεχώς την ατμόσφαιρα. Το "Z.N.S" ακολουθεί ως ένα από τα πιο industrial κομμάτια του δίσκου, με παρατεταμένη χρήση λαμαρίνων, σωλήνων, κομπρεσέρ, ηλεκτρονικών ήχων και synths, ενώ επιπλέον ξεχωρίζουν τα υποδειγματικά κρουστά των Unruh και Einheit. Ο Blixa «φτύνει» λέξεις με έναν σπαρακτικά αποκρουστικό τρόπο, καταλήγοντας στη δημιουργία κάθε είδους ακραίων συναισθημάτων. Το κομμάτι αγγίζει οριακά ένα ελεγχόμενο χάος αφαιρετικής μουσικής και θορύβου.

Στη συνέχεια, όμως, ο Blixa παραδίδεται οριστικά στον «εφιάλτη» του με το "Seele Brennt", που σοκάρει τον ακροατή με την αναπάντεχα φριχτή του κραυγή, η οποία διαπερνά τα ηλεκτρονικά μέρη, τα τελετουργικά πιάνο και τύμπαντα που ανοίγουν το κομμάτι, τις βαριές συνοδευτικές κιθάρες, καθώς και κάθε λαμαρίνα και μεταλλικό «εμπόδιο». Το κομμάτι «ζέχνει» μια ατμόσφαιρα τρόμου και κλειστοφοβίας, ενώ αποτελεί το τέλειο «ορεκτικό» για το "Sehnsucht (Zitternd)", που είναι πολύ δύσκολο για κάποιον να φανταστεί ότι ηχογραφήθηκε σε studio και όχι σε εργοτάξιο. Ο θόρυβος παίρνει ξανά τα ηνία, ακολουθώντας έναν τρομακτικό ρυθμό κλιμακούμενης αγωνίας, καθώς τριγύρω κυριαρχεί ο ήχος σύνθλιψης μετάλλων και σωλήνων. Ο Blixa σα να βγάζει ένα διάγγελμα τρέλας και μισαλλοδοξίας με την ερμηνεία του, ενώ η πειραματική διάθεση του group δε μπορεί παρά να καθηλώσει. Το "Der Tod Ist Ein Dandy" είναι το πιο θορυβώδες, άναρχο και εφιαλτικό κομμάτι του δίσκου, ένα επτάλεπτο ηχητικό παραλήρημα λαμαρίνων που τρίβονται μεταξύ τους, κομπρεσέρ και μεταλλικών κρουστών, με σχεδόν ολοκληρωτική απουσία κάθε είδους μελωδίας και τον Blixa να ορύεται «der Tod ist ein Dandy auf einem Pferd», δηλαδή «Death is a dandy on a horse», σε ένα μανιφέστο σήψης, παρακμής, αναρχίας και θανάτου. Ο δίσκος κλείνει με το αναπάντεχο "Letztes Biest (Am Himmel)", μια κλειστοφοβική όσο και υποβλητική γοτθική μπαλαντοειδή σύνθεση, που μιλάει απευθείας στην καρδιά του ακροατή μετά από ένα δύσκολο, εφιαλτικό, αγωνιώδες και απαιτητικό σερί κομματιών.

Στα extra κομμάτια που περιέχει ο δίσκος ξεχωρίζει με χαρακτηριστική ευκολία το εννιάλεπτο έπος "Das Schaben", το οποίο καταφέρνει μέσα από τη ζοφερή και «σάπια» του ατμόσφαιρα να αναπαράγει κάθε είδους συναίσθημα, από μίσος μέχρι αγάπη, καταστροφή, απόγνωση, χαρά κ.ο.κ., ενώ το εναλλακτικό, μελωδικό "Sand" -διασκευή από Nancy Sinatra- δε δείχνει να έχει θέση μέσα στο δίσκο, καθώς, δίχως να είναι κακό, δεν έχει καμία σχεδόν σχέση με τη μουσική κατεύθυνση του άλμπουμ, μοιάζοντας πιο πολύ με ένα b-side κομμάτι των Bad Seeds.

Αναρχικοί μουσικοί στη φύση τους, όπως και η γενικότερη θεωρία του Ντανταϊσμού, την οποία υπηρέτησαν οι Neubauten, υπήρξαν από τους πρωτοπόρους ενός κινήματος που κινούταν στα άκρα και αποζητούσε την κατάρρευση αρκετών στερεοτύπων και «καλουπιών». Το "Halber Mensch" υπήρξε το αποκορύφωμα του συγκροτήματος, ενώ ακόμα και σήμερα λογίζεται ως ένας από τους πιο επιδραστικούς δίσκους που βγήκαν ποτέ. Δίσκος-σταθμός για το industrial ιδίωμα και την πειραματική μουσική, μια δημιουργία η οποία ξεκίνησε από την αποδόμηση κάθε μουσικής φόρμουλας, για να καταλήξει στο χάος ως γνήσια πράξη αντίδρασης ενάντια σε κάθε κατεστημένο και κάθε μουσική / κοινωνική μορφή σύμβασης.
  • SHARE
  • TWEET