Από την πιο συγκινητική μελωδία έως τον πιο ενοχλητικό θόρυβο, πιστεύει βαθύτατα στην θεραπευτική ιδιότητα της μουσικής ως βιωμένη εμπειρία. Έχει αφιερώσει όλο τον ελεύθερο της χρόνο στο να ανακαλύπτει...
Αφάνεια
Έξι Ύμνοι Για Το Θάνατο
Η εγχώρια κυκλοφορία που οφείλει να σου πάρει τα μυαλά
Ομολογουμένως και λόγω εντοπιότητας, με τη σκηνή της Θεσσαλονίκης δεν έχω την ίδια γνώση κι ευχέρεια με τούτη που διαθέτω στα αντίστοιχα δρώμενα της Αθήνας. Κατά συνέπεια τους συμπρωτευουσιάνους Αφάνεια δεν τους «μυρίστηκα» με την πρώτη. Μου βγήκε βέβαια σε μεγάλο καλό μιας που δεν περίμενα με τίποτα αυτό που με βρήκε όταν έβαλα να ακούσω το "Έξι Ύμνοι Για Το Θάνατο" και κάπως έτσι κατέληξα να ακούω αυτό το δίσκο λες και ήταν χάπι για τον θυρεοειδή, δυο φορές κάθε μέρα με το φαγητό.
Τι βρίσκεται λοιπόν μέσα στο ηχητικό πλαίσιο των Αφάνεια; Η τετράδα από τη Θεσσαλονίκη έχει οπλιστεί με έναν παράξενο συνδυασμό ήχων που αν κάποιο από τα συστατικά του δεν είναι του γούστου σου, ενδέχεται να το σιχαθείς καθώς είναι πολύ απρόσμενο, αν όμως όλα τα συνθετικά μέρη είναι πράγματα που σου αρέσουν, θα πάθεις πρόβλημα. Η μουσική ξεκινά σε έναν πιο συνηθισμένο συνδυασμό που εκκινεί από το sludge metal/ heavy rock το πατροπαράδοτο των Mastodon και Baroness, με κιθάρες που κερδίζουν πάρα πολύ άμεσα την προσοχή όντας γάργαρες, καλογραμμένες και πληθωρικές μα όχι κουραστικές. Κάποια blackened-crust-punk και όλα τα ενδιάμεσα στοιχεία υφέρπουν γνώριμα και οικεία στις συνθέσεις, αυτό το συνδυασμό όμως τον έχουμε συναντήσει συχνά και τον αγαπάμε.
Η πρωτοπορία και η μαεστρία των Αφάνεια έρχεται στην απόφασή τους να τα συνδυάσουν όλα αυτά με ελληνικό στίχο και φωνητικά, που θα μου πεις σιγά το πρωτότυπο, όμως, είναι κάτι στις μελωδίες των ρεφρεν, που μοιάζουν λες και τα φύλαγε ο Φοίβος (γνωστός μεταλλάς άλλωστε) σε κάποιο ντουλάπι για να τα χρησιμοποιήσει για τις νέες ραδιοφωνικές του επιτυχίες, ενώ παράλληλα φέρνουν στο μυαλό γρεζιάρικες φωνές που έρχονται βαθιά μέσα από το ελληνικό DIY, από Καταχνιά, Στράφι και λοιπούς γνώριμους που γκαρίζουν (με την καλύτερη δυνατή έννοια) για χαμένες δικαιοσύνες. Δεν ξέρω πως γίνεται να περιγράψω καλύτερα το χρυσό κόμπο που έχουν πετύχει (τυχαία; ) οι Αφάνεια, μπορώ μόνο να σου πω πως το «Δύο Σιλουέτες» θυμίζει ταυτόχρονα το "Take My Bones Away" των Baroness και το "Καταιγίδες Ανυπακοής" των Καταχνιά ταυτόχρονα, ενώ το "Πνιγμένη Μες Το Σκότος" όλα αυτά αλλά και "To Γιατρικό" της Βανδή στη μελωδία του ρεφρέν - ορκίζομαι πριν πιστέψεις πως έπαθα εγκεφαλικό, άκουσέ το. Συνέπεια; Τους ακούς με ευκολία ακόμη κι αν δεν είσαι καθόλου εξοικειωμένος με το σκληρό ήχο.
Βάλαμε προηγουμένως την τυχαιότητα της επιτυχίας της συνταγής σε παρένθεση για να την αναιρέσουμε ευθύς αμέσως μιας που ο πρώτος δίσκος των Αφάνεια δεν απέχει σε ποιότητα από τα αποτελέσματα του δεύτερου. Το "Έξι Ύμνοι Για Το Θάνατο" κερδίζει γιατί επιτελεί έναν σκοπό χαμένο κάπως στην πληθώρα τον νέων κυκλοφοριών – το να συνθέτεις πραγματικά καλά, αξιομνημόνευτα κομμάτια. Μια ομάδα από τρία μικρά instrumental ιντερλούδια και τους πραγματικούς έξι ύμνους προς το θεό (κάθε θεό) του θανάτου, είναι ικανή να σε κάνει να τραγουδάς μαζί του πάρα πολύ γρήγορα. Με την είσοδο της κομματάρας "Μια Ακόμη Μέρα" που σε προδιαθέτει για κάτι αργό και μακρόσυρτο αλλά τελικά γίνεται απροκάλυπτα γκαζωμένο και σε κρατά στα νύχια των ποδιών ζητώντας κι άλλο, μέχρι να τελειώσει.
Εξίσου σημαντικό στοιχείο με τα μουσικοσυναισθηματικά, το υπαρξιακό και πολιτικό πλαίσιο των Αφάνεια είναι σαφές. Πνίγονται μέσα σε έναν κόσμο που όλα πάνε λάθος, δεν υπάρχει ελπίδα και βρίσκουν τις φωνές τους μέσα από τη μουσική. Στιχουργικό μανιφέστο της καθημερινής τους πάλης κατά πάσα πιθανότητα το "Τάφος Ονείρων" :
«Στον τάφο των ονείρων μου, εκεί που θάφτηκε το μέλλον,
φίδια σ' αλληλοσπαραγμό, ψαλμοί ανθρώπων ξένων.
Μα δε μπορώ να αλλάξω, μέσα στον κόσμο αυτόν
Που όπου κι αν κοιτάξω, βλέπω τα βλέμματα νεκρών
Μα δε μπορώ να φύγω, αν πιό ψηλά δε βρεθώ
Κι αν κάθε δρόμο που ανοίξω ξανά κρυφά απαρνηθώ.»
Το σημαντικότερο όλων, μιας που οι Αφάνεια βρέθηκαν στο δρόμο μου και ζωντανά, είναι πως παρά το ιδιαίτερα απαιτητικό των συνθέσεών τους, τα παιδιά παίζουν με άνεση – εντάξει, είχαν και άλλες μπάντες πριν/παράλληλα, αλλά κυρίως, αλάθητα και με απόδοση ηχογράφησης – ειδικά η εναλλαγή κυρίως φωνής και δεύτερων φωνητικών είναι κάπως εντυπωσιακή στην εκτέλεση. Παράλληλα δουλεύουν πολύ κι έχουν βγει ήδη στο εξωτερικό για να παίξουν! Προσωπικά δεν χορταίνω το "Έξι Ύμνοι Για Το Θάνατο" κι ελπίζω να βρουν το δρόμο τους προς πολλές ακόμη καρδιές. Έχουν κάτι εντελώς δικό τους, κολλητικό κι αδάμαστο. Αν συνεχίσουν έτσι θα είμαι αμετανόητη οπαδός.
