Mannveira

Vitahringur

Dark Descent Records (2021)
Από τον Αποστόλη Ζαμπάρα, 12/07/2021
Ένα από τα καλύτερα κρυμμένα μυστικά της ισλανδικής black metal σκηνής επιτέλους ντεμπουτάρει
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Χρειάστηκε μια δεκαετία για να κυκλοφορήσουν επίσημο full length LP οι Mannveira. Το ισλανδικό black metal σχήμα, είχε δημιουργήσει ιδιαίτερη αίσθηση με την παρθενική του κυκλοφορία, εκείνο το "Von Er Eitur" EP του 2014. Έκτοτε, με εξαίρεση ένα split με τους labelmates Ellorsith το 2016, σιωπή. Το "Vitahringur" λοιπόν, που μεταφράζεται ως «φάρος», βρίσκει το νέο αίμα της τοπικής black metal σκηνής να επιχειρεί να βρει τη θέση του στον χώρο.

Οι Ισλανδοί, όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, δεν βιάστηκαν, επιθυμώντας να τελειοποιήσουν τις συνθετικές τους αρετές. Εκ πρώτης όψεως, το "Vitahringur" φαντάζει μετρημένο. Πέντε συνθέσεις συνολικής διάρκειας 35 λεπτών, με τις επιμέρους όμως να ποικίλουν. Έχοντας ως φόντο το εξαιρετικό εξώφυλλο, το μαύρο φως του δίσκου ξεδιπλώνεται με άρμα τις γνώριμες δυσαρμονίες και ψυχοτρόπες εναλλαγές ρυθμών για τις οποίες φημίζεται η σκηνή. Οι Mannveira, καθίσταται σαφές από το πρώτο dissonant riff, πως θα ακολουθήσουν την πεπατημένη των Svartidaudi και Misthyrming. Ο ήχος του ντεμπούτου τους αποτελεί μια αυστηρή μελέτη πάνω στο ισλανδικό black metal ηχόχρωμα.

Οι συνθέσεις του "Vitahringur" διακατέχονται από ένα διαπεραστικό ψύχος. Τα ρυθμικά μέρη στροβιλίζονται ανάμεσα σε δυσαρμονικά κιθαριστικά χάδια και την παρουσία ενός πληθωρικού μπάσου. Το τυμπάνισμα ηχεί μετρημένο, σιγοντάροντας το παιχνίδισμα των εγχόρδων, χωρίς όμως να χάνεται στο αχανές κάδρο. Οι Mannveira αν και τοποθετούν εκλεπτυσμένα τις κιθαριστικές μελωδίες και leads, δεν ηχούν προσιτοί. Πέραν του δύστροπου χαρακτήρα της μουσικής τους, ο οποίος όμως ποτέ δεν προσεγγίζει την κυκλική παράνοια των Wormlust ή έστω των Sinmara, τα φωνητικά αποτελούν μια πραγματική κτηνωδία. Σχεδόν απροσάρμοστα, ενίοτε δραματικά, διαρκώς ψυχικά ασταθή, συνεισφέρουν τα μέγιστα στο εφιαλτικό κλίμα.

Η τρίλεπτη εκκίνηση του δίσκου λειτουργεί περισσότερο ως εισαγωγή, με τις ιδέες να μην αναπτύσσονται επαρκώς. Όταν όμως εισέλθει στα ηχεία το εντυπωσιακό εννιάλεπτο "Í Köldum Faðmi" η μαεστρία των Ισλανδών γίνεται αντιληπτή. Το επικό συναίσθημα μιας ψυχικής καταβύθισης ξετυλίγεται σαν νήμα, καθώς οι Mannveira δίχως να επιταχύνουν στιγμή μεταδίδουν ένα άγχος. Κάθε κιθαριστική πινελιά είναι τοποθετημένη ιδανικά, δημιουργώντας ένα σκελετό που περιφέρεται σαν άδικη κατάρα, αίσθηση που θα ενταθεί στο οκτάλεπτο ομότιτλο που ακολουθεί. Σε αντίθεση με τους Naðra, με τους οποίους το σχήμα μοιράζεται μέλη, δεν υφίσταται κανένα ωμό, παλαιομοδίτικο ξέσπασμα. Ο ήχος του "Vitahringur" είναι σύγχρονος, αν και κορεσμένος.

Το μοναδικό πρόβλημα του άλμπουμ είναι πως αποτελεί μια επίπονη άσκηση ύφους. Ανά πάσα στιγμή, οποιοδήποτε από τα χωρία καθεμιάς εκ των πέντε συνθέσεων, αντηχεί γνώριμες ηχητικά στιγμές των δύο προαναφερθέντων πυλώνων πάνω στους οποίους θεμελιώνουν το οικοδόμημα τους οι Ισλανδοί. Ο σκόπελος των διακεκριμένων μπαντών που εδραίωσαν το Ισλανδικό black metal ως την πιο ενδιαφέρουσα γωνιά του ιδιώματος τα τελευταία χρόνια, δεν ξεπερνάται. Η αναλαμπή της ακροβασίας του φινάλε του "Kverkatak Eilífra Martraða" όμως, πριν βυθιστεί στη σιωπή από την οποία γεννήθηκε αυτός ο δίσκος, είναι αισιόδοξη.

Καθ’ όλη τη διάρκειά του, το "Vitahringur", ηχεί πειστικό, ουσιώδες, στοχευμένο, αλλά όχι θαρραλέο. Οι Mannveira συνέθεσαν ένα ντεμπούτο που υπενθυμίζει πως αυτή η σκηνή δεν έκανε ακόμη τον κύκλο της. Οι σκιές της μπορεί να φτάνουν πλέον Νορβηγία, Η.Π.Α., ακόμη και Ελλάδα, αλλά αν σχήματα όπως οι εν λόγω κύριοι επιλέξουν να την αποδομήσουν υπνωτικά, τότε δικαιούνται οι πιστοί προσκυνητές να περιμένουν στο μέλλον νέα αριστουργήματα. Οι μνήμες, στην τελική, είναι νωπές. Μέχρι τότε όμως, το παρόν βρίσκει αυτό το πολυαναμενόμενο, για το χώρο, ντεμπούτο να αξίζει επιμονής για να κατακλύσει τον χώρο με την πίσσα που ξεχύνουν οι καρδάρες του εξωφύλλου του.

Bandcamp
Youtube

  • SHARE
  • TWEET