Florence + The Machine

Ceremonials

Island (2011)
Από τον Παντελή Μαραγκό, 31/10/2011
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Τα κακά νέα πρώτα για να ξεμπερδεύουμε. Στο δεύτερο δίσκο των Florence + The Machine, η άρπα που έδινε μια τόσο όμορφη και χαρακτηριστική χροιά στο μοσχοπουλημένο ντεμπούτο "Lungs" (2009) έχει, κάπως, υποχωρήσει από το προσκήνιο. Επίσης, υπάρχει ένα κομμάτι περί το μέσο ("Seven Devils"), το οποίο διακόπτει τη ροή ενός αλάνθαστου, μέχρι το σημείο εκείνο, δίσκου. Κατά τα λοιπά, το "Ceremonials" είναι ένα θαυμάσιο προϊόν της «ψαγμένης» pop και δικαιώνει απόλυτα όσους το περίμεναν ως μια από τις πιο αναμενόμενες κυκλοφορίες της χρονιάς. Ως τέτοιο, αξίζει να το δούμε κομμάτι-κομμάτι. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν.

Το άλμπουμ ξεκινάει με το "Only In For A Night", το οποίο με τους αιθέριους στίχους και τη μεστή παραγωγή (που κλείνει το μάτι στην αμερικανική αγορά) φέρνει στο μυαλό τις θεές των Fleetwood Mac (Stevie Nicks και Christine McVie), οπότε με το «καλημέρα» δημιουργείται μια θετική προδιάθεση. Τα gospel / tribal πίσω φωνητικά και οι αντιστίξεις που αυτά προσφέρουν πρωτοεμφανίζονται εδώ και αξιοποιούνται στο έπακρο καθ' όλη τη διάρκεια του δίσκου, προσφέροντας επιπρόσθετα βάθη στον καλοδουλεμένο ήχο. Με λίγα λόγια, είναι το τραγούδι που προσπαθεί εδώ και χρόνια να γράψει η κακομοίρα η Tori Amos, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η -επίσης κοκκινομάλλα- Florence μπορεί να φτάσει στα επίπεδα που έχει κατακτήσει εκείνη (με τα τέσσερα πρώτα άλμπουμ της και μόνο), δίχως να καταναλώσει αρκετά καρβέλια ακόμη. Όμορφο ξεκίνημα που μας βάζει άμεσα στο κλίμα των μικρών τελετουργικών που βρίσκονται σε εξέλιξη στη χώρα των θαυμάτων όπου έχει μετοικήσει αυτή η υπέροχη νεράιδα των ημερών μας.

Μας μεταφέρει, επίσης, στο κλίμα μιας μάχης: «And the only solution was to stand and fight». Για τη μάχη αυτή μαθαίνουμε αρκετά περισσότερα στο πρώτο single του δίσκου, το «λαμπερό» "Shake It Out", που είναι και το πιο άμεσο track του "Ceremonials" («best new track» για το Pitchfork). Η ίδια ισχυρίζεται ότι το έγραψε κατά τη διάρκεια ενός hangover και σκοπός της ήταν να το διώξει, ξορκίζοντας, παράλληλα, ό,τι συμβολικά μπορεί να πρεσβεύει ένα hangover. Έχοντας αυτό στο μυαλό, το επαναλαμβανόμενο «Shake it out, shake it out» στο refrain ακούγεται ιδιαιτέρως πειστικό και μπορεί να εκλάβει συναρπαστικές προεκτάσεις για τον καθένα.

«And every demon wants his pound of flesh
But I like to keep some things to myself
I like to keep my issues strong
It's always darkest before the dawn»

Όπως και στο "Lungs", η παραγωγή του Paul Epworth (που συνυπογράφει τα μισά κομμάτια του άλμπουμ, ενώ δεν πρέπει να ξεχνάμε και τα θαύματα που έκανε με την Adele) είναι επιβλητική και πραγματικά τινάζει τον πίθηκο από την πλάτη της Florence («It's hard to dance with a devil on your back, so shake him off»). Παραδόξως, μέχρι στιγμής δεν έχει πάει ιδιαίτερα καλά στα βρετανικά charts. Ωστόσο, δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία ότι ο δίσκος θα βγάζει singles και θα εξακολουθεί να βρίσκεται στο top-100 των βρετανικών album charts για πολύ καιρό, όπως και το ντεμπούτο, το οποίο έχει ήδη συμπληρώσει 121 εβδομάδες εκεί.

Η Florence ωριμάζει και έχει αρχίσει να συναισθάνεται την ευθύνη που συνιστά η σχέση που έχει διαμορφώσει με τον κόσμο που την παρακολουθεί. Εδώ που τα λέμε, μπορεί να μην ξάφνιασε το πρόωρο «αντίο» της Amy Winehouse, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι δεν ταρακούνησε κιόλας. Κάπως έτσι, η Florence -στα 25 της πλέον- δήλωσε πρόσφατα ότι θα προσπαθήσει να μην μπεκρουλιάζει κατά τη διάρκεια της περιοδείας. Η απαλλαγή από τα βάρη των δαιμόνων και η αναζήτηση της λύτρωσης επανέρχονται διαρκώς στους πολύ ενδιαφέροντες στίχους του "Ceremonials". Η ιδέα της αποτίναξης του ζυγού είναι κυρίαρχη.

Το πρώτο δείγμα (όχι ακριβώς single) που δόθηκε ως προπομπός του δίσκου ήταν η συνεργασία της Florence με τον Eg White (θυμίζω ότι κρύβεται πίσω από τα εξαιρετικά "Chasing Pavements" και "Warwick Avenue" των Adele και Duffy αντίστοιχα) στο εμπνευσμένο από τη Virginia Wolf και έναν πίνακα της Frida Kahlo "What The Water Gave Me". Ξεχωρίζουν οι στίχοι «Oh poor Atlas the world's a beast of burden», που «οπτικοποιούν» την προσπάθεια απελευθέρωσης από τα βάρη, αλλά τα πράγματα δεν είναι ιδιαιτέρως εύκολα με «Pockets full of stones». Μακάβριες ιστορίες κρύβονται πίσω από το κομμάτι, καθώς, σύμφωνα με την ίδια, έμπνευσή της αποτέλεσαν οι θάνατοι γονέων που πνίγηκαν -εν είδη ανταλλαγής/θυσίας- προσπαθώντας να σώσουν το παιδί τους όταν αυτό βρέθηκε στη θάλασσα («Lay me down / Let the only sound / Be the overflow»). Οπωσδήποτε, δεν είναι ακριβώς αυτό που περίμενε να ακούσει ο πολύς κόσμος, ιδιαίτερα ως πρώτο δείγμα του δίσκου, αλλά σίγουρα μπορεί να προσελκύσει ένα διαφορετικό κοινό. Φίλος, συντάκτης του Rocking.gr, που -κατά βάση- ακούει «βαρύτερα» πράγματα, είπε το πετυχημένο: «ωραίο το καινούργιο των Florence + The Machine-Head: "Unto The Ceremonials"», παραφράζοντας τον τίτλο του έβδομου studio άλμπουμ των αγαπημένων της metal κοινότητας (Machine Head: "Unto The Locust").

Το "Never Let Me Go" ίσως και να είναι λίγο περισσότερο πομπώδες και φορτωμένο από όσο θα έπρεπε, αλλά, ακόμη κι έτσι, ταιριάζει στην ατμόσφαιρα του άλμπουμ. Με κάποιο τρόπο κάνει την απλή σύνθεση του "Breaking Down" να ακούγεται καλύτερη από ότι είναι στην πραγματικότητα. Σε αυτό, βέβαια, συμβάλλει ιδιαίτερα η έξυπνη παραγωγή, η οποία θυμίζει μια φανταστική συνάντηση του Phil Spector με τον Jarvis Cocker. Η Florence παραδίδει την πιο γλυκιά και ενδόμυχη ερμηνεία της στο δίσκο και σχεδόν τη νοιώθεις δίπλα σου καθώς ψιθυρίζει σε ένα κομμάτι που θα μπορούσε να βρίσκεται στο "Different Class" (1995) των Pulp ή στο "Suburbs" (2010) των Arcade Fire. Νομίζω ότι δεν απαιτείται περαιτέρω τεκμηρίωση για το πόσο όμορφο είναι.

Τα γκάζια ανεβαίνουν, καθώς η αισθητική των '70s έχει έρθει στο προσκήνιο με τα αρκετά ενδιαφέροντα "Lover To Lover" (δεύτερη συνεργασία με τον Eg White) και "No Light, No Light", που συνυπογράφεται από την ήρεμη δύναμη της Isabella "Machine" Summers, η οποία κατά βάση παίζει τα πλήκτρα στη μπάντα, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το όνομά της βρίσκεται στα credits των αγαπημένων "Dog Days Are Over" και "Cosmic Love" από το "Lungs". Αξίζει να αναφερθεί ότι το κομμάτι αυτό γράφτηκε με τον πατροπαράδοτο '70s τρόπο μέσα σε ένα tour-bus και αναμένεται να είναι το τρίτο single του δίσκου (δεύτερο αν δεν μετρήσουμε το "What The Water Gave Me" που κυκλοφόρησε μόνο μέσω iTunes).

Προσωπικά, αν έπρεπε να διαλέξω μόνο ένα από τα κομμάτια του "Ceremonials", θα διάλεγα το "Heartlines", το οποίο μας επαναφέρει στο υπέροχο κλίμα που είχε φτιάξει το "No Light, No Light" και σύντομα ξεχνάμε το -μάλλον αχρείαστο- διάλειμμα του "Seven Devils". Με μια απόλυτα γιορτινή αισθητική θα μπορούσε κάλλιστα να χρησιμοποιηθεί ακόμη και σε εναρκτήρια τελετή μεγάλης αθλητικής διοργάνωσης (τύπου Μουντιάλ ή Ολυμπιακών Αγώνων που είναι και πιο κοντά). «Just keep following the heartlines on your head» μας λέει σε ένα από τα πιο αισιόδοξα tracks της χρονιάς. Εξαιρετική είναι και η ακουστική εκτέλεσή του στο bonus disc της deluxe έκδοσης που θα σας πρότεινα ανεπιφύλακτα, καθώς σε αυτή πρόκειται να βρείτε αυτό το «κι άλλο» που πιθανότατα θα ζητάτε στο τέλος του δίσκου.

Έχουμε φτάσει στο up tempo "Spectrum" και επιτέλους έχουμε ένα track που η άρπα (ε, ρε καημός) έχει το ρόλο που της αρμόζει σε ένα κομμάτι των Florence + The Machine. Πολύ όμορφο overdubbing στα φωνητικά και τα ηχεία πετάνε μικρές σπίθες με τα πολύ καλά καλπάζοντα τύμπανα. Φτάνοντας στο "All This And Heaven Too" δε μπορώ να κρύψω τη έκπληξή μου για ένα δίσκο που είναι γεμάτος με πολύ καλά κομμάτια από την αρχή μέχρι το τέλος. Ειδικά αυτό το συμπαθώ ιδιαίτερα, καθώς μου θυμίζει την τρίτη σουΐτα του αγαπημένου μου περυσινού άλμπουμ, "The ArchAndroid", της Janelle Monae.

Ο δίσκος κλείνει με το "Leave My Body", το οποίο μου «μίλησε» όπως τα τραγούδια που κλείνουν τους «μεγάλους» δίσκους. Μια gospel χορωδία τη σιγοντάρει τραγουδώντας «Moving up to higher ground / History keeps pulling me down», καθώς αυτή προσπαθεί να αναληφθεί: «I'm gonna leave my body / I'm gonna lose my mind». Δεν ξέρω τι ακριβώς είχε κατά νου και από ποιό βάρος προσπαθεί να λυτρωθεί, αλλά οι στίχοι του πηγαίνουν γάντι με αυτό που περνάμε στις μέρες μας με το κατά κεφαλήν χρέος να ξεπερνά τα €30.000. «Ι don't need your future / I don't need your past / One bright moment is all I ask» μας τραγουδά και πείτε μου ότι υπάρχει κάποιος (από εμάς, όχι από τους «άλλους») που αδυνατεί να ταυτιστεί με τους στίχους αυτούς, επιθυμώντας το μέλλον που μας «έραψε» αυτή η «φωτισμένη» γενιά που διαχειρίζεται τις τύχες μας (μη χέσω με τους μαλάκες).

Όπως καταλαβαίνετε, η Florence μας τα λέει μια χαρά (εν αντιθέσει με κάποιους άλλους που προφανώς τα έχουν κάνει μαντάρα, επηρεάζοντας τις ζωές όλων μας). Το "Ceremonials" είναι φτιαγμένο από την πρώτη ύλη από την οποία φτιάχνονται οι επιτυχίες. Μπορεί να απουσιάζουν τα άμεσα χιτάκια τύπου "Dog Days Are Over" ή "Kiss With A Fist", αλλά υπάρχει πολύ μεγαλύτερη συνοχή σε σχέση με το "Lungs" και συνολικά θα ήταν υποτιμητικό να αντιμετωπιστεί ως δίσκος των singles (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το "Lungs" ήταν τέτοιος). Πρόκειται για άλμπουμ γεμάτο πολύ καλά κομμάτια, το οποίο «δουλεύει» μια χαρά από την αρχή μέχρι το τέλος. «Δύσκολος» δεύτερος δίσκος; Μπα, αυτά είναι για άλλους. Η Florence έχει έρθει για να μείνει.

  • SHARE
  • TWEET