Release Athens: The Prodigy, Pendulum, Bob Vylan @ Πλατεία Νερού, 04/07/25
Ημέρα ηλεκτρονικής συναυλιακής γιορτής
Η πέμπτη ημέρα του Release Athens 2025, αφιερωμένη στον ηλεκτρονικό ήχο και τις εν γένει επικαλύψεις του αναμενόταν να είναι μια από τις πιο εκρηκτικές, έντονες, βιωματικές. Η προσμονή για την 4η Ιουλίου, μας άφηνε τις προηγούμενες ημέρες και μια αίσθηση του «συμβαίνει τώρα». Φυσικά, αυτό το είχαμε νιώσει και με τις headline εμφανίσεις των Idles και Fontaines D.C. προηγουμένως, αλλά βλέπετε, η επικαιρότητα είναι μυστήρια. Έπειτα από το τελευταίο διήμερο του φετινού Glastonbury Festival, είχες μια αίσθηση πως το εγχώριο συναυλιακό κοινό είναι στο επίκεντρο της δυτικής μουσικής βιομηχανίας, και όχι μόνο. Οι εμβληματικοί Prodigy, επιστρέφουν στη χώρα μας έχοντας μόλις ισοπεδώσει, ένα από τα πιο σημαντικά φεστιβάλ του κόσμου.
Την βραδιά άνοιξαν οι Bob Vylan, που τράβηξαν, για συγκινητικά σωστούς και χυδαία λάθος λόγους, τα βλέμματα στη σκηνή του Glastonbury, όταν αναμετρήθηκαν με την ιστορία, στην πρώτη τους εμφάνιση μετά τον ντόρο εκεί. Κόσμος είχε μαζευτεί από νωρίς, για να υποδεχθεί αλληλέγγυα το βρετανικό ντουέτο. Οι Bobbie & Bobby ανέβηκαν στη σκηνή, πήραν θέσεις σε τύμπανα και μικρόφωνο, κι έπειτα από διαλογισμό και διατάσεις, εκκίνησαν ένα δυναμικό σετ, παρά τα προηχογραφημένα έγχορδα. Με τέτοιο υλικό και ενέργεια, με κομματάρες όπως τα "I Heard You Want Your Country Back", "Dream Big", "He's A Man", "Wicked & Bad", το μανιφέστο του "Pretty Songs", ακόμη και οι λιγότερο μυημένοι, μπήκαν στο κλίμα, και ας μην ακούσαμε το "We Live Here". Οι Bob Vylan είναι από τις πιο φρέσκες μπάντες του σήμερα, και αυτό δεν συνέβη σε 5 μέρες.
Ανάμεσα στα κομμάτια, ο frontman Bobby έπαιρνε το λόγο, τοποθετήθηκε για τις τελευταίες ημέρες, μίλησε για την γενοκτονία στην Παλαιστίνη. Οι Bob Vylan, δεν υπαναχωρούν από τις θέσεις τους. Δεν καταστρέφουν το punk rock (όπως ιδιοφυώς έγραφε το ειρωνικό τους banner), δεν είναι ρατσιστές, και κυριότερα, δεν είναι αυτοί ο στόχος, αλλά η αποσιώπηση της γενοκτονίας από το δημόσιο διάλογο. Ήταν συγκλονιστικό να βλέπεις κόσμο με σημαίες, κεφίγιες, να φωνάζει 'free Palestine', να δίνει αγάπη, σε μια μπάντα που, εμφανώς επηρεασμένη από ακυρώσεις και αισχρές κατηγορίες - αχυρανθρώπους, απειλές για τη ζωή της, να λαμβάνει υποστήριξη και να συνεχίζει. Ενώ παράλληλα προς τιμήν της, δεν έσπευσε να εκμεταλλευτεί το viral. Στο τέλος, έγιναν ένα με το πλήθος, συμβολίζοντας όλα όσα (θα έπρεπε) να είναι η μουσική, έχοντας μας προετοιμάσει ιδανικά, σε μια παρθενική εμφάνιση ιστορικής σημασίας, για όσα θα ακολουθούσαν.
Με τον ήλιο να χτυπάει καρφί στο χώρο, ακολουθώντας πιστά το πρόγραμμα, στις 19:55 η μαυροντυμένη τετράδα των Pendulum εμφανίστηκε και τα υπέρογκα μπάσα δεν άργησαν να ακολουθήσουν. Με το καλησπέρα, κάποιο πονηρό μυαλό πιθανά θα έτρεχε να καταγράψει κάτι σχετικά με την αντίθεση του "Napalm" σε σύγκριση τα όσα είχαν προηγηθεί, στην πράξη όμως η ζέστη κρατούσε τόσο πολύ και το κοινό έδειχνε τόσο αποπροσανατολισμένο, ελλείψει πιο ταιριαστού όρου, που ακόμα κι η απόπειρα θα φάνταζε καταδικασμένη. Στα σκισίματα του "Save The Cat" ο ήχος κάπως άρχισαν να ισορροπεί, ακόμα όμως κάτι δεν ταίριαζε ακριβώς.
Τα ανυπέρβλητα πνευστά της εισαγωγής του "Propane Nightmares" ξεχύθηκαν από τα ηχεία κι ένα κύμα δροσιάς πέρασε από πάνω μας. Το μικρόφωνο του Rob Swire παρέμενε χαμηλά. Ο ιδρώτας ήταν καθαρά λόγω θερμοκρασίας κι όχι από το χορό. Οι χαμηλές συχνότητες κάλυπταν περίπου τα πάντα. Το τραγούδι κάτω από τη σκηνή χρειαζόταν μικροσκόπιο για να βρεθεί. Κι όμως, απέναντι στις εναντίον τους συνθήκες, οι Αυστραλοί έδειξαν ότι μπορούν να κερδίσουν το στοίχημα. Δεν είναι δα χθεσινοί. Τα ασταμάτητα πάνω-κάτω του modern classic "Come Alive" πρόσθεσαν ένα επιπλέον θαυμαστικό, ανεβάζοντας την ένταση ακόμα περισσότερο.
Αν υπήρξε ένα στοιχείο που ξεχώρισε, αφήνοντας την ιδιαιτερότητα των συνθηκών και τις συγκινητικά διακριτικές απόπειρες των μελών να βρουν σκιερά σημεία στην άκρη, αυτό ήταν η εστίαση στα νεότερα τραγούδια. Σεβαστή και γενναία επιλογή, αν μη τι άλλο, ιδιαίτερα από καλλιτεχνική σκοπιά. Από την ανάποδη, θα λέγαμε ψέματα αν υποστηρίζαμε ότι δεν ελπίζαμε σε μεγαλύτερη εκπροσώπηση από το ντεμπούτο (για το "Slam" ρε γαμώτο!) και το "In Silico", λίγο περισσότερο λαμβάνοντας υπόψη το δεδομένο της πρώτης επίσκεψης. Σε κάθε περίπτωση, κομμάτια σαν το "Cannibal" και το "Archangel" μόνο προσέθεσαν στην αναμονή του "Inertia".
Το γύρισμα διακόπτη στο "The Island" έπνιξε τον τόπο σε tens συναίσθημα. Τα κορμιά που είχαν ήδη αρχίσει να ακολουθούν, πολλαπλασιάστηκαν. Το πειραγμένο δεύτερο μισό υπενθύμισε το ηλεκτρονικό μεγαλείο του "Immersion". Οι αναγκαστικά από κασέτα φωνές των Matt Tuck & Anders Friden στα "Halo" και "Self Vs Self" αντίστοιχα, αναμενόμενα άφησαν γλυκόξινη γεύση, με τα κιθαριστικά lead στο δεύτερο να σώζουν τα προσχήματα. Το "Witchcraft" ανάμεσά τους άστραψε με τη δύναμη μιας πραγματικής υπερχιτάρας. Ο αποχαιρετισμός με "Watercolour", μια ώρα και κάτι από την αρχή, μας άφησε με την ελπίδα ενός ολοδικού τους σόου.
Τα φώτα χαμήλωσαν. Οι σειρήνες ήχησαν. Η συνέχεια ήταν γνωστή και δεδομένη. Για Prodigy μιλάμε. Το γλέντι ήταν έτοιμο να αρχίσει πριν καν παίξει η πρώτη νότα. Στο άκουσμα της παραμορφωμένης εισαγωγής του "Voodoo People" η ενέργεια, που είχε ήδη ανέβει, τερμάτισε αυτόματα. Η ευκολία με την οποία οι Βρετανοί ενώνουν θεωρητικά διαφορετικές «φυλές» ακροατών είναι διαχρονική και παροιμιώδης. Από πανκιά μέχρι ravers παλαιάς κοπής κι από μέταλλα μέχρι νεότερο κόσμο που είχε σκάσει με γυαλισμένα (sic) τα χορευτικά του παπούτσια, η πλατεία έγινε ένα μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου.
Πριν προλάβουν τα πόδια ξαναπατήσουν στο έδαφος κι οι φωνές να χαμηλώσουν, ο κόκκινος φωτισμός έγινε εντονότερος. Τρεις μαγικές λέξεις ήταν αρκετές για να τρυπήσει το ταβάνι: 'it's an omen.' Από όση απόσταση, από όποια μεριά, με όση ψυχρότητα κι αν το κοιτάξει κανείς, μιλάμε για διπλό χτύπημα που δεν χάνει. Έτσι ανοίγεις headline set. Από εκεί και μετά, το αποτέλεσμα είχε κλειδώσει. Ο συντονισμός ανάμεσα σε κοινό και μπάντα ήταν τόσο δυνατός που ακόμα και τα μετά-2010 περάσματα περνούσαν για κλασικά. Όχι ότι ας πούμε το "Light Up The Sky" χρειαζόταν πολύ, αλλά λέμε τώρα.
Για όλο το κενό που άφησε ο χαμός του Keith Flint, η παρουσία του Maxim είναι τόσο έντονη και τόσο πληθωρική που δεν επιτρέπει πραγματικά περιθώρια σχολιασμού. Δίπλα του, ο Liam Howlett παραμένει το μυαλό και η κινητήρια δύναμη, που δεν χρειάζεται να πάρει πόζες ή να κάνει πολλά για να ξεχωρίσει. Κάθε νεύμα του ξεχειλίζει coolness. Κάθε σύνθεσή του μιλάει μόνη της. Έχοντας σημειώσει αυτά, στην πρώτη βουτιά πίσω στο αξεπέραστο καβούρι, κατά κόσμον "The Fat Of The Land", με το "Firestarter" και το συνοδευτικό οπτικό της φιγούρας με τα κερατάκια σε λέιζερ, τα χέρια υψώθηκαν απευθείας στον ουρανό.
Οι εναλλαγές ανάμεσα στο παλιότερο και το πιο πρόσφατο υλικό, όσο αναπάντεχα για τους περαστικούς τόσο αναμενόμενα για κάθε στοιχειωδώς υποψιασμένο αυτί, λειτουργούσαν ολόσωστα κι εξέπεμπαν φυσικότητα. Η απόσταση που χωρίζει "Music For The Jilted Generation" από το "No Tourists" σαν στούντιο κυκλοφορίες, επί σκηνής εκμηδενίζεται. Η γραμμή που ενώνει τα δύο ήταν εκεί από την πρώτη στιγμή. Τα τσιτώματα. Ο καταιγισμός από hooks. Το ρυθμικό σφυροκόπημα. Η «κανένα έλεος» νοοτροπία. Οι αφιερώσεις και τα παιχνίδια. Ο παροξυσμός στο "No Good" θα είχε επικρατήσει πανεύκολα και χωρίς μικροφωνικές παροτρύνσεις.
Αν δύο καλοκαίρια πίσω, στο ίδιο μέρος, είχε έρθει η επιβεβαίωση ότι το συγκρότημα δεν απογοητεύει ποτέ, αυτή τη φορά οι αμφιβολίες δεν υπήρχαν καν στον ορίζοντα και ο δρόμος για το πάρτι ήταν στρωμένος. Τα πιτ που άνοιξαν από την αρχή του σετ δεν θα έκλειναν παρά μόνο μετά την οριστική καληνύχτα. Στο μεσοδιάστημα, οι μεταμορφώσεις τους δεν είχαν σταματημό· τη μία σπρωξίματα, την επόμενη χορός, στο καπάκι κοπάνημα και χωρίς ανάσα κύκλοι. Λες κι αυτό ήταν το πιο φυσικό πράγμα στον κόσμο. Επειδή όταν μπαίνει το κλασικό πια "Invaders Must Die" και το χιλιοπαιγμένο-μεν-ποτέ-υπερτιμημένο-δε "Breathe", πολύ απλά, έτσι είναι.
Όσο μακρινές κι αν είναι οι μέρες της δοξασμένης δεκαετίας του '90, ή ακόμα κι εκείνες της συναυλιακής επιστροφής του 2010 στο Τάε Κβο Ντο και το «Παλατάκι», η ζωντανή εμπειρία (χα!) των Prodigy στέκει σαν μια οντότητα που κόντρα σε κάθε λογική διατηρεί την ουσία της αλώβητη στο πέρασμα του χρόνου. Για όλες τις αναμενόμενες διαφορές, είτε κάποιος τους είχε δει τότε κι επέστρεψε για τη ν-οστή επανάληψη, είτε αυτή ήταν η πρώτη φορά, η εικόνα που αποκόμισε θα ήταν αντιπροσωπευτική. Μπάσα, φιγούρες, ιδρώτας. Η τρέλα για encore μέχρι το σβήσιμο του "Out Of Space" κόλλησε το δεξί πετάλι στο πάτωμα και δεν άφησε τίποτα όρθιο. Όπως έπρεπε.
Φωτογραφίες: Κωνσταντίνος Κονταράκης
Voodoo People
Omen
Light Up The Sky
Need Somes1
Firestarter
Roadblox
Poison
No Good (Start The Dance)
Get Your Fight On
Their Law
Invaders Must Die
Diesel Power
Breathe
Encore:
Smack My Bitch Up
Take Me To The Hospital
We Live Forever
Out Of Space