Grand Magus: «Στο heavy metal σκοπός είναι να βγάζεις δύναμη και σθένος»

Μιλήσαμε με τον JB Christoffersson για τον νέο δίσκο, την πιο επιθετική μουσική προσέγγιση, τις Bathory επιρροές και τον Ragnar Lothbrok

Από τον Κώστα Πολύζο, 13/05/2016 @ 12:14

Οι Σουηδοί Grand Magus κυκλοφορούν σε λίγες μέρες τον νέο τους δίσκο και εμείς επικοινωνήσαμε με το ηγέτη τους JB Christoffersson για τα καθέκαστα. Άνετος και χαλαρός απάντησε σε όλες τις ερωτήσεις μας σχετικά με το ολοκαίνουριο "Sword Songs", τη μουσική τους κατεύθυνση, τη διαφορά οπτικής από δίσκο σε δίσκο, τι τον εμπνέει μουσικά και στιχουργικά, τη θέση της γυναίκας πριν και μετά την κυριαρχία του Χριστιανισμού στη Σκανδιναβία, τη σειρά "Vikings" και για άλλα πολλά...

JB Christoffersson Grand Magus

Σε λίγες μέρες κυκλοφορεί ο καινούργιος σας δίσκος. Ποιες είναι οι σκέψεις σου και τι feedback έχεις πάρει μέχρι σήμερα από τον κόσμο που τον έχει ήδη ακούσει;

Μέχρι στιγμής όλα πάνε πολύ καλά. Μόλις ανακάλυψα πως ο δίσκος ψηφίστηκε «άλμπουμ του μήνα» στο μεγαλύτερο metal περιοδικό της Σουηδίας. Κάτι τέτοιο έχει να συμβεί από το "Iron Will", δηλαδή πριν από οκτώ χρόνια. Φαίνεται πως φτιάξαμε έναν δίσκο ο οποίος θα ξεχωρίσει στις συνειδήσεις του κόσμου, οπότε νιώθω πολύ καλά.

Από το 2001 έχετε κυκλοφορήσει οκτώ δίσκους. Υπερ-παραγωγικός θα πρέπει να αισθάνεσαι...

Απλά έγινε κατ’ αυτόν τον τρόπο. Μπορείς να αισθανθείς πότε είναι η ώρα να κυκλοφορήσεις έναν καινούριο δίσκο και συνήθως αυτός είναι ο τρόπος που δουλεύω. Νομίζω πως μεταξύ του "Wolf's Return" και "Iron Will" μεσολάβησαν τρία χρόνια. Από την άλλη, βέβαια, νομίζω πως το αντίστοιχο διάστημα μεταξύ του "The Hunt" και του "Triumph and Power" ήταν ενάμισης χρόνος. Θέλω να πω... δεν είναι κάτι που το αποφασίζουμε. Αν δεν αισθανόμαστε πως έχουμε κάτι να πούμε, δεν κυκλοφορούμε δίσκο. Είναι τόσο απλό.

Στο δελτίο τύπου διαβάσαμε πως στο καινούριο άλμπουμ ακολουθείτε μια περισσότερο επιθετική προσέγγιση, κάτι που σε γενικές γραμμές ισχύει νομίζω. Ήταν κάποιου είδους συνειδητή απόφαση ή απλά έτσι σας βγήκε;

Νομίζω πως έγινε επειδή πάντα κοιτάς το τελευταίο πράγμα που έκανες, και ξέρεις αυτό θα είναι ο τελευταίος δίσκος, με τον οποίο νιώθεις πιο κοντά κατά κάποιον τρόπο. Και μετά αρχίζεις να σκέφτεσαι τα συναισθήματα που έχεις για εκείνον τον δίσκο. Τουλάχιστον εγώ έτσι κάνω. Το "Triumph And Power" ήταν πολύ καλός δίσκος, αλλά τι έπρεπε να κάνουμε στη συνέχεια; Αν κάτι έλειπε από το "Triumph And Power" ήταν αυτό το στοιχείο της επιθετικότητας. Βασικά, δεν ήταν ότι έλειπε, απλά θελήσαμε αυτήν τη φορά να κάνουμε κάτι πιο επιθετικό. Με κάθε μας δίσκο βγάζουμε διαφορετικό συναίσθημα από τον προηγούμενο και αυτός ήταν ο τρόπος μας πάντα να φτιάχνουμε άλμπουμ. Για παράδειγμα, μετά το "Hammer Of The North" το οποίο ήταν περισσότερο heavy metal, κάναμε το "The Hunt" το οποίο έβγαζε περισσότερο ένα rocking συναίσθημα. Οπότε, αυτός είναι ο τρόπος που δουλεύουμε. Ξεκινάς με το τελευταίο πράγμα που έκανες και μετά θες να κάνεις κάτι διαφορετικό.

Και για πες πώς προέκυψε ο τίτλος "Sword Songs";

Βασικά προέκυψε αφού είχαμε ήδη γράψει αρκετά τραγούδια. Σκέφτηκα πως χρειαζόμασταν κάποιο είδος τίτλου που θα συμπεριλάμβανε κάποια από τα στοιχεία των τραγουδιών. Το "Sword Songs" πιστεύω πως συλλαμβάνει το νόημα κάποιων στοιχείων που πηγάζουν από τον δίσκο κι επίσης τον θεωρώ κάπως ποιητικό ως τίτλο. Κάτι που έχει εμπνευστεί από την σκανδιναβική ποίηση και τους στίχους της. Και επίσης είναι σαν κάποιου είδους μεταφορά. Το "Sword Songs", προφανώς, εννοεί τραγούδια σχετικά με τον αγώνα, καταλαβαίνεις. Μπορεί να είναι για τον πόλεμο, για μια μάχη, αλλά επίσης θα μπορούσε να αναφέρεται σε προσωπική πάλη. Αυτή είναι η ιδέα πίσω από τον τίτλο.

Θα ήθελες να επεκταθείς και λίγο για τους στίχους; Αν και φαντάζομαι πως έχουν περισσότερο να κάνουν με φανταστικά και ιστορικά γεγονότα μαχών, νιώθω πως θα μπορούσαν να έχουν αναφορές και στην πραγματική ζωή, όπως πχ στο "Every Day There’s A Battle To Fight". Από πού εμπνέεσαι γενικότερα όταν γράφεις στίχους;

Για εμένα, το heavy metal είναι πάντα ένα πολύ συναισθηματικό είδος μουσικής. Μπορεί να είναι απλά, αλλά είναι πολύ έντονα συναισθήματα. Φαντάζομαι πως γράφω για πράγματα τα οποία με ενδιαφέρουν και αυτά γίνονται η γλώσσα για τους στίχους. Αλλά το πιο σημαντικό πράγμα είναι το συναίσθημα που θέλω να πάρει ο ακροατής. Αυτό που εννοώ είναι πως αρχικά η βασική έμπνευση για το metal είναι να φτιάξεις μουσική που θα δώσει στον ακροατή την αίσθηση της δύναμης και του σθένους. Επίσης, σχεδόν τα πάντα στη σκανδιναβική μυθολογία αποτελούν μια πολύ καλή γλώσσα για να εκφράσεις τέτοιου είδους πράγματα. Κάποιες φορές προτιμώ στίχους εμπνευσμένους από σκηνές μαχών ή τρόμου ή οτιδήποτε. Οπότε χρησιμοποιώ διαφορετικές γλώσσες για να εκφράσω διαφορετικών ειδών συναισθήματα.

Ξεκινώντας να ακούμε τον δίσκο έχουμε το φρενήρες "Freja’s Choice" με το δίκασο και το επιθετικό riff, στη συνέχεια το "Vangarian" που είναι μέσης ταχύτητας με απλές δομές και με δυνατό ρεφρέν και φυσικά το "Forged In Iron - Crowned In Steel", ένα πιο επικό τραγούδι, με αυτό το μεγαλειώδες μεσαίο μέρος με την επίκληση στον Odin. Οπότε ποιος είναι ο πιο αντιπροσωπευτικός τρόπος να περιγράψουμε τους Grand Magus εν έτει 2016;

Προφανώς, ελπίζω ολόκληρος ο δίσκος. Θέλω να πω, ο δίσκος γράφτηκε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Ξεκινήσαμε πέρσι τον Απρίλιο - Μάιο και τον Οκτώβριο μπήκαμε στο στούντιο για να τα ηχογραφήσουμε. Οπότε, όλα τα τραγούδια αποτελούν μια καλή παρουσίαση του τι είμαστε σήμερα. Είναι δύσκολο να διαλέξεις κάποιο που να αντιπροσωπεύει ολόκληρο τον δίσκο. Αν έπρεπε να διαλέξω κάποιο, αυτό θα ήταν το "Forged In Iron - Crowned In Steel", το οποίο έχει την επιθετικότητα, είναι αρκετά γρήγορο στην αρχή και έχει αυτό το επικό και μεγαλειώδες μεσαίο μέρος στο οποίο αναφέρθηκες και εσύ και που συνολικά πρόκειται για ένα πραγματικά επικό και heavy τραγούδι. Είναι σαν κάποιου είδους ταξίδι.

Grand Magus

Ακολουθήσατε την ίδια διαδικασία για να γράψετε και να ηχογραφήσετε τον δίσκο; Δώσε μας κάποιες λεπτομέρειες σχετικά με τη δημιουργία του.

Το 2010, όταν κάναμε το "Hammer Of The North", συνεργαστήκαμε για πρώτη φορά με τον Nico Elgstrand ως παραγωγό. Στη συνέχεια τον επιλέξαμε ως παραγωγό και μηχανικό ήχου για όλα τα επόμενα άλμπουμ μας, ξεκινώντας από το "Hammer..." μέχρι και το καινούργιο δηλαδή. Όμως το "Hammer..." μιξαρίστηκε από τον Jens Bogren, ενώ το τελευταίο μας από τον Roberto Langhi. Οπότε, αυτά τα δύο άλμπουμ είχαν παραγωγή του Nico, αλλά η μίξη έγινε από κάποιον άλλον. Στα "The Hunt" και "Triumph And Power" την παραγωγή και την μίξη είχε αναλάβει ο Nico, αλλά νομίζω πως η βασική διαδικασία είναι η ίδια πάνω κάτω γι' αυτούς τους τέσσερεις δίσκους. Το πώς, δηλαδή, τους γράφουμε, τους ηχογραφούμε και όλα τα υπόλοιπα. Προφανώς και η μίξη στον κάθε δίσκο κάνει τη διαφορά στον ήχο του κάθε άλμπουμ. Με το "Sword Songs" ένιωθα πως χρειαζόταν κάποιον άλλον να κάνει τη μίξη. Όταν άρχισα να σκέφτομαι ποιος θα μπορούσε να ήταν αυτός που θα το αναλάμβανε, το όνομα του Roberto μου ήρθε στο μυαλό και όταν του το ζητήσαμε και εκείνος δέχτηκε, ενθουσιαστήκαμε. Είμαι εξαιρετικά χαρούμενος με το πώς ακούγεται ο δίσκος. Νομίζω πως είναι πολύ δυναμικός, μεγάλος και με εύρος. Ένας πραγματικά κολοσσιαίος ήχος, που ήταν κάτι το οποίο προσπαθούσαμε να πετύχουμε.

Κάποιοι από τους οπαδούς αγνοούν το πόσο επηρεάζει η μίξη το τελικό αποτέλεσμα και μένουν περισσότερο στον παραγωγό. Θα έλεγες πως η μίξη είναι εξίσου σημαντική με την παραγωγή ενός δίσκου;

Αυτό είναι δύσκολο να το πω. Κάποιοι παραγωγοί, για παράδειγμα, λειτουργούν περισσότερο με έναν τρόπο «πνευματικού καθοδηγητή». Είναι στο στούντιο για να λένε «ε παιδιά ακούγεται φανταστικά, συνεχίστε έτσι» ή «αυτό το τραγούδι είναι πάρα πολύ καλό, αλλά δεν ταιριάζει στον δίσκο» ή οτιδήποτε παρόμοιο. Κάποιοι άλλοι μπλέκονται πιο άμεσα στα τραγούδια. Ξέρεις, σε στυλ «αυτό το τραγούδι είναι καλό, αλλά θέλει καλύτερο ρεφρέν», που εμπλέκονται σε θέματα όπως οι μελωδίες, τα riff κλπ. Και ο Nico συνηθίζει να ανακατεύεται με τη μουσική. Δεν είναι από εκείνους τους τύπους που απλά κάθονται στην καρέκλα και περιμένουν τη διαδικασία να ολοκληρωθεί.

Για εμάς η διαφορά μεταξύ παραγωγής και μίξης είναι ότι ο παραγωγός αποφασίζει το πώς θα γίνουν τα τραγούδια, οι ενορχηστρώσεις και τα πάντα. Αυτό είναι ένα τεράστιο κομμάτι της δημιουργίας ενός δίσκου. Ο μηχανικός μίξης είναι αυτός που ενώνει όλα τα κομμάτια, μόλις όλα έχουν ηχογραφηθεί. Προφανώς, έχει μια ιδέα του τι έχουμε ηχογραφήσει και του πώς να το κάνει να ακουστεί καλύτερα. Αλλά ο μηχανικός μίξης δεν μπορεί να αλλάξει κάτι από τις ηχογραφήσεις και απλά πρέπει να δουλέψει με αυτό που του δίνουμε. Δεν μπορώ πραγματικά να πω ποιανού ρόλος είναι πιο σημαντικός, αλλά όπως είπες και εσύ, πολλοί είναι αυτοί που ακούνε μουσική και δεν γνωρίζουν τη διαφορά μεταξύ παραγωγής και μίξης. Για παράδειγμα, οι περισσότεροι όταν μιλάνε για τους Slayer, αναφέρουν μόνο τον Rick Rubin που έκανε την παραγωγή στον δίσκο, αλλά όχι τη μίξη. Τη μίξη είχε αναλάβει ο Andy Wallace και ο οποίος είχε τεράστια συνεισφορά στο πώς διαμορφώθηκε τελικά ο ήχος τους.

Ακούω χρόνια τους Grand Magus και αφού άκουσα και πάρα πολύ το "Sword Songs" έχω καταλήξει στο συμπέρασμα πως με την πάροδο του χρόνου πάτε όλο και περισσότερο προς το κλασικό heavy metal και απομακρύνεστε από το επικό στοιχείο. Δεν λέω, φυσικά, πως πλέον δεν υφίσταται, αλλά αν ήθελα να αστειευτώ κάπως με αυτό θα έλεγα πως γίνεστε περισσότερο Manowar και λιγότερο Bathory. Εσύ τι πιστεύεις;

Δεν ξέρω αν μπορώ να συμφωνήσω απόλυτα με αυτό, γιατί για παράδειγμα σε αυτόν τον δίσκο, θεωρώ πως υπάρχουν πολλά Bathory στοιχεία, όπως στις μελωδίες του "Freja’s Choice" και "Master Of The Land" ή ακόμα και στο riff του "Vangarian", για παράδειγμα... Για εμένα είναι πολύ εμπνευσμένο από τα "Nordland" άλμπουμ των Bathory, όταν στο "Hammer Of The North" δεν υπήρχαν καθόλου Bathory επιρροές. Το "Hammer..." μοιάζει με Judas Priest, Βγάζει, δηλαδή, αυτού του είδους το συναίσθημα. Σχετικά με τον καινούριο δίσκο, φαντάζομαι πως διαφορετικοί άνθρωποι αντιλαμβάνονται διαφορετικά του τι είναι επικό. Για εμένα επικό σημαίνει κάτι το μεγαλοπρεπές και το επιβλητικό. Θεωρώ πως το "Triumph And Power" είχε έντονο το επικό στοιχείο και πιστεύω πως και ο καινούριος μας δίσκος, με μπροστάρη το "Forged In Iron - Crowned In Steel" είναι εξαιρετικά επικός επίσης. Όλα τα άλμπουμ που φτιάχνουμε βγαίνουν από την καρδιά μας, κάτι που σημαίνει πως αντανακλούν το τι είμαστε, τόσο σαν μουσικοί όσο και σαν άτομα την εποχή που τα γράφαμε. Δεν είναι, δηλαδή, πως λέμε «οκ, ας κάνουμε έναν Saxon δίσκο». Το αποτέλεσμα κάθε φορά είναι αυτό που βγαίνει από μέσα μας, αν με καταλαβαίνεις. Εσύ σαν ο ακροατής καταλαβαίνεις καλύτερα από εμένα το πώς σου ακούγεται. Δεν διαφωνώ μαζί σου. Απλά λέω πως ίσως να το σκέφτομαι με διαφορετικό τρόπο, αλλά κάθε προσέγγιση είναι έγκυρη.

Μάλλον το λέω γιατί δεν έχουμε ένα τραγούδι εδώ όπως το "Son Of The Last Breath"...

Ναι, δεν υπάρχει, αυτό είναι αλήθεια. Για μένα, όμως, το "Son Of The Last Breath" ήταν κάτι ιδιαίτερο και μοναδικό για εμάς. Δεν είχαμε κάνει κάτι παρόμοιο πριν και ούτε το ξανακάναμε έκτοτε. Οπότε, αυτό το τραγούδι ήταν κάτι το καινούριο για εμάς και αρκετά cool να γράψουμε. Πάντως, όταν σκέφτομαι την μπάντα μου, τους Grand Magus, αυτό το τραγούδι δεν είναι σε καμία περίπτωση κάτι που θα χρησιμοποιούσα να περιγράψω τον ήχο μας.

Grand Magus

Καταλαβαίνω. Σας αρέσει, επίσης, να χρησιμοποιείτε αυτά τα μικρά παραδοσιακά ορχηστρικά ιντερλούδια στους δίσκους σας. Αυτήν τη φορά έχουμε το - δεν ξέρω αν το προφέρω σωστά - το "Hurg" και δεν μπορώ παρά να σκεφτώ τους Vikings, τα φιόρδ, το κρύο και το χιόνι...

Ναι, το "Hurg" είναι δύσκολο να το προφέρει κανείς (σ.σ.: το προφέρει λες και είναι καμιά λέξη με δέκα γράμματα!). Ξέρεις, είναι Σκανδιναβικό και σημαίνει «σκέψεις». Κάτι σαν τη μνήμη και το να θυμάσαι ή κάτι τέτοιο τελοσπάντων. Οι σκέψεις των ανθρώπινων πλασμάτων. Αυτός είναι ο τίτλος. Είναι εστιασμένο στο παίξιμο του μπάσου. Βασικά, δεν παίζω ούτε νότα στο συγκεκριμένο. (γέλια) Είναι αποκλειστικά σύνθεση του Fox. Μεγαλώσαμε και οι δυο σε μια μικρή πόλη στη μέση της Σουηδίας και όπου υπάρχει πολύ μεγάλη μουσική παράδοση. Λαμβάνει χώρα, μάλιστα, εκεί και ένα folk φεστιβάλ, το οποίο ενώνει ανθρώπους από όλο τον κόσμο, με διαφορετική folk μουσική κουλτούρα. Αυτό είναι ένα συστατικό της μουσικής μας, αυτές οι μελαγχολικές folky μελωδίες οι οποίες φαίνονται πως τελικά ταιριάζουν, επίσης, και σε ένα heavy metal τραγούδι. Αλλά αυτήν τη φορά ήταν περισσότερο ένα ορχηστρικό τραγούδι μόνο του. Θέλαμε ένα τέτοιο πριν το τελευταίο, το οποίο θα ταξιδέψει τον ακροατή κάπου αλλού πριν τελειώσουμε τον δίσκο. Αυτή ήταν η ιδέα αυτήν τη φορά.

Λειτουργεί πολύ καλά θα έλεγα...

Αυτό είναι ευχάριστο...

Μιας και αναφέραμε τους Vikings πριν, θέλω να σε ρωτήσω αν γνωρίζεις την σειρά του History Chanel σχετικά με τον Ragnar Lothbrok; Αν ναι, πως σου φαίνεται;

Βασικά, το θέμα είναι πως η σειρά υπάρχει εδώ και καιρό, αλλά όλοι με ρωτάνε σχετικά λες και άρχισε τώρα...

Ναι μόλις τελείωσε η τέταρτη σεζόν…

Είχα ακούσει αρχικά πως μίλαγε για κάποιους που μένουν στο Kattegatt, κάτι που είναι πολύ δύσκολο αφού πρόκειται για ωκεανό. (γέλια) Τελοσπάντων, κάθε φορά ήμουν σε φάση «ναι, μπλα μπλα» και δεν ενδιαφερόμουν. Τώρα, όμως, που πλέον έχω αρχίσει και το βλέπω, τη βρίσκω τη σειρά πολύ γαμάτη. Θα πρέπει μου φαίνεται να την παρακολουθήσω ολόκληρη, γιατί με έχει εκπλήξει θετικά. Προφανώς και τα έχουν ανακατέψει κάπως για χάρη της όλης υπόθεσης. Αγνοούν κάποια πράγματα ή αλλάζουν κάπως κάποια άλλα. Αλλά έχω εντυπωσιαστεί με το γεγονός πως τα περισσότερα είναι στην πραγματικότητα πολύ ακριβή και γαμάτα. Ειδικά το πώς εμφανίζουν τις γυναίκες με ισχυρή θέση στην κοινωνία και έχοντας μεγάλο ρόλο σε όσα διαδραματίζονται. Ήταν όντως πολύ ικανές και μου αρέσει που δείχνουν αυτήν τη διαφορά σε σχέση με τον χριστιανισμό, ο οποίος είχε μια εντελώς διαφορετική άποψη για τη θέση της γυναίκας, κάτι που έρχεται σε απόλυτη αντίθεση με το τι ίσχυε πριν κυριαρχήσει. Πολύ σωστή και σοβαρή προσέγγιση...

Αν σε ρωτήσει κάποιος ποιος είναι ο αγαπημένος σου Grand Magus δίσκος και γιατί, τι απαντάς;

Πραγματικά δεν μπορώ να πω. Πόσο μάλλον όταν μόλις ετοιμάσαμε έναν δίσκο που ξεπατωθήκαμε για να ετοιμάσουμε, προσπαθώντας ακόμα σκληρότερα σε σχέση με το παρελθόν. Επίσης δεν αντέχω να ακούω τους παλιούς δίσκους μου. Όταν ολοκληρώνεις κάτι είναι πολύ δύσκολο να το ακούσεις. Απλά δεν λειτουργεί για εμένα. Αν θέλω να ακούσω μουσική, θα βάλω Uriah Heep ή Judas Priest ή Slayer ή Bathory ή κάτι άλλο τελοσπάντων. Μου είναι πολύ δύσκολο. Όχι γιατί τους θεωρώ προβληματικούς. Κάποιες φορές ίσως έχει πλάκα, ιδίως όταν μεθάμε και υπάρχει και κάποιος κόσμος τριγύρω... αλλά μου είναι πολύ δύσκολο να κατονομάσω τον αγαπημένο μου δίσκο, γιατί είμαι στην μπάντα από την αρχή και έχω ανακατευθεί με όλα τα τραγούδια που έχουμε γράψει. Οπότε δεν μπορώ να είμαι οπαδός των Grand Magus με τον τρόπο που είμαι με άλλες μπάντες, καταλαβαίνεις...

Φυσικά. Υπάρχουν σχέδια για περιοδεία; Την προηγούμενη φορά δεν ήρθατε Ελλάδα. Να ελπίζουμε πως αυτήν τη φορά θα μας επισκεφτείτε;

Ναι, υπάρχουν σχέδια για μια μεγάλη περιοδεία που θα ξεκινήσει στο τέλος του χρόνου και θα περάσει και από την Ελλάδα. Δεν μπορώ να πω κάτι περισσότερο αυτήν τη στιγμή. Θα ανακοινωθεί τον Ιούνιο νομίζω. Θα επισκεφτούμε όμως την Ελλάδα, αυτό είναι σίγουρο.

(σ.σ.: Αξίζει να αναφερθεί σε αυτό το σημείο πως σε κουβέντα που είχα με τον JB πριν δυο χρόνια, σε σχετική ερώτηση τότε για την πολύ μικρή διάρκεια της τελευταίας τους εμφάνισης στη χώρα μας, είχε απαντήσει πως ήταν προϊόν κακού σχεδιασμού και λανθασμένης αντίληψης περί ικανοποιητικής διάρκειας του show και είχε δεσμευτεί χαριτολογώντας πως θα παίξουν την επόμενη φορά δύο ώρες για να μας αποζημιώσουν.)

Θα παίξετε στο Hellfest της Γαλλίας φέτος - και θα σας δω μάλιστα. Με αφορμή, λοιπόν, αυτό θα ήθελα να σε ρωτήσω τι σου αρέσει περισσότερο, ένα μεγάλο απρόσωπο φεστιβάλ ή ένα μικρό club γεμάτο αποκλειστικά με δικούς σας οπαδούς;

Μου αρέσουν και τα δυο. Το κάθε ένα έχει τη δική του ομορφιά. Όταν όλα λειτουργούν όπως πρέπει σε ένα φεστιβάλ, ο κόσμος είναι αρκετός και έχει καλή διάθεση, μπορεί να είναι υπέροχη φάση. Από την άλλη, μια συναυλία σε ένα κλειστό μικρό club με τρελαμένους οπαδούς που γουστάρουν τη μουσική σου, είναι επίσης υπέροχο. Οπότε, δεν θα ήθελα να κάνω μόνο το ένα από τα δυο στην καριέρα μου. Θέλω και τα δύο.

Ποια είναι τα μακροπρόθεσμα σχέδια σου για την μπάντα, αλλά και για εσένα προσωπικά;

Λοιπόν, κοίτα πώς έχει το πράγμα. Ποτέ δεν κάνουμε σχέδια για το απώτερο μέλλον, ούτε είμαι άνθρωπος που κάνει μακροπρόθεσμα σχέδια για τη ζωή μου. Κάθε μέρα υπάρχει μια μάχη να δώσεις (γέλια) (σ.σ.: χρησιμοποιεί τον τίτλο του τραγουδιού "Every Day There’s A Battle To Fight"). Απλά πρέπει να παίρνεις τη ζωή μέρα με τη μέρα, στο βαθμό που είναι κάτι τέτοιο εφικτό. Τουλάχιστον αυτή είναι η φιλοσοφία μου. Θέλω να πω, δεν γνωρίζουμε τι μας επιφυλάσσει το αύριο. Έτσι έχουν τα πράγματα για όλους μας. Δεν βρίσκω κάποιο νόημα στο να κάνουμε μακρινά σχέδια.

Αν έχεις κάποιες τελευταίες σκέψεις να μοιραστείς μαζί μας, παρακαλώ...

Απλά ελπίζω οι metal οπαδοί στην Ελλάδα να αγαπήσουν πραγματικά τον δίσκο. Πιστεύω πως είναι πολύ καλός. Ελπίζω να σε πετύχω και εσένα κάπου στο Hellfest.

  • SHARE
  • TWEET