Big Big Train

Common Ground

English Electric / RSK (2021)
Από τον Χρήστο Καραδημήτρη, 23/07/2021
Μια ακόμα δουλειά που εδραιώνει την εξέχουσα θέση των Big Big Train στο progressive rock στερέωμα του σήμερα
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Είναι σχεδόν εντυπωσιακά - τηρουμένων πάντα των αναλογιών - τα όσα έχουν επιτύχει στο σημερινό μουσικό στερέωμα οι Big Big Train. Διότι, το να επιλέγει μια μπάντα τον δρόμο του παραδοσιακού, «δεινοσαυρικού», ή και λίγο «παππουδίστικου» αν θέλετε progressive rock δεν μοιάζει μια βιώσιμη επιλογή μουσικής καριέρας, πέντε δεκαετίες αφότου μεσουρανούσε το εν λόγω ιδίωμα.

Παρόλα αυτά οι Greg Spawton και David Longdon τα έχουν καταφέρει περίφημα, έχοντας εδραιώσει τη θέση τους μεταξύ των πιο δημοφιλών πρεσβευτών του ήχου, ακολουθώντας μια σταθερά ανοδική πορεία από το 2009 κι έπειτα, όταν ο δεύτερος προστέθηκε στο σχήμα και οι μηχανές του τραίνου πήραν μπρος για τα καλά. Έχοντας πλέον αποκτήσει μια ισχυρή βάση οπαδών (τους Passengers) και κυκλοφορώντας μια σειρά από ποιοτικές δουλειές, οι Big Big Train όντας ένα από τα πιο ισχυρά ονόματα του progressive rock των ημερών μας και υπό αυτό το στάτους κυκλοφορούν το νέο άλμπουμ τους.

Η 13η συνολικά (και όγδοη από το restart του 2009) στούντιο δουλειά τους, πέραν του ότι δημιουργήθηκε εν μέσω των πρωτόγνωρων για όλους συνθηκών της πανδημίας, φέρνει και ορισμένες σημαντικές αλλαγές μαζί της. Πλέον, οι Nick D’Virgillio (ex-Spock’s Beard) και Rikard Sjoblom (ex-Beardfish) θεωρούνται μόνιμα μέλη δίπλα στους Spawton και Longdon, έχοντας μάλιστα αυξημένες αρμοδιότητες. Αντίθετα, παρελθόν αποτελούν οι Dave Gregory (κιθάρα), Danny Manners (πλήκτρα) και Rachel Hall (βιολί), αλλά καθότι ο πραγματικός πυρήνας της μπάντας παραμένει αναλλοίωτος, η απουσία τους δεν γίνεται τόσο αισθητή. Αντιθέτως, αρκετά αισθητός είναι ο διευρυμένος ρόλος του D’Virgillio, ο οποίος υπογράφει τη σύνθεση δυο τραγουδιών και αναλαμβάνει και κάποια φωνητικά μέρη.

Στη συνολική του εικόνα, πάντως, το "Common Ground" είναι λίγο-πολύ ένα ακόμα άλμπουμ των Big Big Train, με ό,τι θετικό ή ό,τι ανασταλτικό συνεπάγεται αυτό. Τα πομπώδη τραγούδια που καταπιάνονται στιχουργικά με σημαντικά μνημεία ή επιτεύγματα της ανθρωπότητας - όπως η καλωδίωση που διέσχισε τον Ατλαντικό ωκεανό και ένωσε δυο κόσμους στο 15λεπτο "Atlantic Cable" ή η ιστορική σημασία των βιβλιοθηκών της Αλεξάνδρειας και της Βαγδάτης στο "Black With Ink"- είναι παρόντα, κινούμενα σε σχετικά γνώριμα υφολογικά μονοπάτια, όπου ισορροπούν η λυρικότητα και η τεχνική.

Την ίδια στιγμή, οι καταστάσεις που όλη η ανθρωπότητα βίωσε και βιώνει εδώ και ενάμιση χρόνο δημιούργησαν την ανάγκη στους Spawton και Longdon να γράψουν τραγούδια κι υπό ένα πιο προσωπικό πρίσμα, όπως το εναρκτήριο "The Strangest Times" που αναφέρεται ακριβώς στην περίεργη αυτή εποχή που βιώνουμε ή το "Dandelion Clock" που καταπιάνεται με τον χρόνο που ασκόπως χάνουμε και τις τύψεις ότι τελικά δεν καταφέρνουμε να κάνουμε όσα θα μπορούσαμε ή θα θέλαμε. Είτε με το Elton Johnικό πιάνο και την Pete Townsend ερμηνείας του πρώτου, είτε με την Elbow/βρετανική αύρα και τη συναισθηματική φόρτιση του δεύτερου, η πιο απλή συνθετική προσέγγιση και των δυο τραγουδιών δείχνει να δουλεύει πραγματικά καλά.

Όμως, ενδεχομένως λόγω και προσωπικής αδυναμίας που του έχω, βρίσκω ως πιο δυνατές και ενδιαφέρουσες συνθέσεις του άλμπουμ αυτές που υπογράφει ο D’Virgillio: το απολαυστικά proggy "All The Love We Can Give" που περνάει από τους Tears For Fears ως τους Spock’s Beard, με κάμποσους ενδιάμεσους σταθμούς και το εξαιρετικό instrumental "Apollo", το οποίο εμπνεύστηκε από το "Los Endos" των Genesis και θέλησε να γράψει κάτι ανάλογα εντυπωσιακό. Θεωρώ πως τα κατάφερε, αναδεικνύοντας τόσο το συνθετικό του ταλέντο όσο και τις παικτικές ικανότητες όλων των μουσικών που συμμετέχουν.

Για μια ακόμα φορά, δεν βρίσκω κάτι μεμπτό να προσάψω στους Big Big Train γενικότερα ή στη νέα τους δουλειά πιο συγκεκριμένα, αφού κάνουν αυτό που ξέρουν να κάνουν και συνεχίζουν να το κάνουν καλά. Δεν προβλέπω να διαφοροποιεί σημαντικά το πολύ καλό στάτους αναγνώρισης/αποδοχής το οποίο χαίρουν, αλλά μπορώ να πω με σχετική βεβαιότητα ότι θα ικανοποιήσει όποιον δηλώνει οπαδός τους. Θα προσέθετα, μάλιστα, πως το "Common Ground" μοιάζει μια πιο συνεκτική δουλειά από τους πρόσφατους προκατόχους της και εν τέλει στέκεται ένα τικ πάνω από το μέσο όρο της δισκογραφίας τους, ακολουθώντας από κοντά το πρώτο μέρος του "English Electric" και το "Grimspound", τα οποία αποτελούν τις αγαπημένες μου δουλειές τους.

Κάπως έτσι, χωρίς απαραίτητα να ταράζει τα νερά, το νέο άλμπουμ των Big Big Train στέκεται αντάξιο της φήμης που έχουν αποκτήσει και προτείνεται ανεπιφύλακτα, τόσο στους φίλους του παραδοσιακού progressive ήχου, όσο και φυσικά της ίδιας της μπάντας.

  • SHARE
  • TWEET