Σχετικός με λασπώδη metal παρακλάδια και ό,τι κάνει θόρυβο στο rock. Προσαρμόζεται εύκολα σε πειραματικά και προοδευτικά περιβάλλοντα. Διακατέχεται από νευρωτικά κίνητρα και κύκνεια πρότυπα. Αγαπάει...

Honeybadger
Let There Be Light
Σκόνη, φως και groove από την έρημο της Αθήνας
Δεν βρίσκω τρελές διαφορές από τον προηγουμενο δίσκο τους όσο αφορά τη φάση, το ύφος, τον ρυθμό, το βασικό τους μουσικό στυλ και την γκρουβάρα τους.
Πέντε χρόνια μετά, λοιπόν, επιστρέφουν με το "Let There Be Light" έναν δίσκο που κοιτάζει την έρημο με διαφορετικό βλέμμα όμως. Με κάτι πιο εσωτερικό, πιο ώριμο, αλλά με την ίδια σκόνη στα δόντια. Φτύσε ρε.
Η αθηναϊκή μπάντα, που από το 2015 χτίζει αργά αλλά σταθερά τον δικό της βράχο στον ελληνικό heavy/desert ήχο, δείχνει εδώ ότι δεν αρκείται σε συνταγές. Το "Let There Be Light" είναι μια εξερεύνηση ισορροπίας ανάμεσα στο σκοτάδι και την ελπίδα, ανάμεσα στη δύναμη του riff και τη λεπτομέρεια της μελωδίας. Είναι η δική τους αλλαγή μέσα στον ίδιο ήχο που είχε γεμίσει την ελληνική σκηνή, αλλά όφειλε να αλλάξει. Ρε να γίνει λίγο πιο εναλλακτικός, να μεταμορφωθεί σε κάτι πιο σύγχρονο, με έναν πιο εύκολο ή εύπεπτο τρόπο. Επιλογή είναι αυτό. Η ένταση ακούγεται κάπως πίσω και τα λόγια ακολουθούν μια μεγαφωνική αλλά και χορωδιακή λογική που τα κάνει σίγουρα πιο εύκολα στο αυτί. Ο ήχος προφανέστατα απευθύνεται σε ένα κοινό που ακούει μουσικές τριγύρω από όλο το φασμα του heavy rock.
Η παραγωγή του Alex Bolpasis δίνει καθαρότητα αλλά και μια παλιομοδίτικη, φασαριόζικη φάση, χωρίς να στερεί ένταση. Νιώθεις ότι κάθε όργανο έχει τη θέση του, κάθε ανάσα αφήνει χώρο στο συναίσθημα. Οι κιθάρες των Δημήτρη Βαρδουλάκη και Δημήτρη Μιχαηλάρα δημιουργούν τοίχους ήχου που ανασαίνουν, το rhythm section (Fogg στο μπάσο, Βαγγέλης Οικονόμου στα τύμπανα) κρατάει το groove σφιχτό και σταθερό, ενώ τα πνευστά -τρομπέτα και τρομπόνι- δίνουν στιγμές ατμόσφαιρας και απροσδόκητης ευαισθησίας.
Ευτυχώς, δεν είναι απλώς μια συνέχεια. Έχει καλύτερες κιθάρες, καλύτερη ισορροπία. Το "Panic Button" χτυπάει με την αμεσότητα που θες από μια desert rock μπάντα, ενώ το "The Green" ρίχνει λίγο τους ρυθμούς και τους αφήνει να σε πάρουν μαζί τους σχεδόν υπνωτικά. Πάντα με μελωδία. Υπάρχει και το παλαιότερο "Diamonds" μέσα. Επί Γιαννόπουλου και Γιαννακόπουλου! Κομμάτι που εξηγεί πάνω κάτω και το στυλ τους και τον ήχο τους γενικότερα. Προσωπικά με πείθει και με ψήνει η σαπίλα και η νοσταλγία του "Empty Handed". Τελικά συνολικά ακούμε ένα άλμπουμ που δείχνει πως οι Honeybadger πλέον ανήκουν σε εκείνη τη γενιά ελληνικών συγκροτημάτων που κοιτούν το μέλλον στα μάτια. Χωρίς να αρνούνται τον stoner πυρήνα τους. Χωρίς να αφήνουν το heavy τους να γίνει απρόσιτο ή σκληρά αποθητικό. Ίσα ίσα είναι ξεκάθαρα πιο κοντά στον πλανήτη Δία, με μια παραμονευτική αλητεία. Αν νιώθεις τι λέω. Σου κλείνω το μάτι ρε μαλάκα. Βγαζοντας πιο ραδιοφωνικά κομμάτια. Την έπινα μια μπύρα!
Οι Honeybadger θα παρουσιάσουν κομμάτια του νέου δίσκου το Σάββατο 18 Οκτωβρίου στο Arch Club, ανοίγοντας για τους θρυλικούς DOZER από τη Σουηδία, μαζί με τους Half Gramme of Soma ένα live που υπόσχεται να ενώσει γενιές του heavy ήχου κάτω από την ίδια σαπίλα.