[7]: Παίχτε πανκ!

Εφτά αγαπημένες κινηματογραφικές punk προτάσεις

Από τους Αποστόλη Ζαμπάρα, Αντώνη Μαρίνη, 23/03/2021 @ 12:37

Το punk ποτέ δεν περιορίστηκε στον ήχο. Αυτός πιθανότατα είναι ο βασικότερος λόγος που σε αντίθεση με την συντριπτική πλειοψηφία των υπόλοιπων μουσικών ειδών η αποτύπωσή του στο φιλμ έχει σχεδόν πάντα έναν ιδιότροπο, αναγνωρίσιμο χαρακτήρα. Δεν είναι ότι όλες οι σχετικές ταινίες έχουν αυστηρά καθορισμένο στυλ ή ότι μοιράζονται ακριβώς τα ίδια χαρακτηριστικά. Οι θεματικές, οι γρήγοροι ρυθμοί και το αντισυμβατικό μοντάζ κατά κανόνα βρίσκονται εκεί. Πέρα από αυτά, όμως, η ματιά και τα βιώματα του προσώπου που κάθεται στην σκηνοθετική καρέκλα αρκούν για να τραβήξουν το σύνολο προς τελείως διαφορετικές κατευθύνσεις.

Ανάμεσα σε έναν μικρό ωκεανό από κυκλοφορίες που μπορούν να ταιριάξουν κάτω από την ταμπέλα του 'punk cinema', οι επιλογές που παρουσιάζονται είναι απολύτως υποκειμενικές. Ντοκιμαντέρ και δουλειές που κλίνουν καθαρά προς το μουσικό περιεχόμενο έμειναν συνειδητά εκτός. Για το εμβληματικό 'Nazi punks fuck off!' του "Green Room" τα είχαμε πει πρόσφατα, οπότε προτιμήσαμε να μην επαναληφθούμε. Παρομοίως για την δια χειρός Neil Gaiman science fiction τρέλα του "How To Talk To Girls At Parties". Ο Jim Jarmusch ήταν, είναι και θα είναι βασιλιάς στον μικρόκοσμό μας. Το "Trainspotting" παραήταν προφανές.

Κάθε ταινία συνοδεύεται από έναν δίσκο για ιδανική ολοκλήρωση της προβολής. Η σειρά παρουσίασης είναι αλφαβητική. Οι ανυποψίαστοι, το νου σας για spoilers. Ίσως επανέλθουμε με δεύτερο μέρος στο μέλλον. Ή και όχι. Μέχρι τότε, αφήστε ιδέες στα σχόλια.

1
"Good Vibrations", των Lisa Barros D'Sa & Glenn Leyburn
(2012)
Η Νέα Υόρκη είχε τα κουρέματα, το Λονδίνο είχε τα παντελόνια, το Μπέλφαστ είχε τον λόγο. Ο Terri Hooley τα είπε, όχι εμείς. Αν το όνομα δεν σου λέει κάτι, τίποτα το παράξενο. Μιλάμε απλά για μια από τις πιο ξεχωριστές προσωπικότητες που πέρασαν από τον μουσικό κόσμο της Ιρλανδίας· με τρόπο τελείως διαφορετικό από εκείνον που θα ήθελε η βιομηχανία. Η απεικόνιση της περιόδου των Ταραχών, της δημιουργίας της τοπικής σκηνής και του ίδιου του Hooley είναι προσγειωμένη και αγυάλιστη σε υπερθετικό βαθμό. Το άρωμα παραμένει αυστηρά ανεξάρτητο από το πρώτο ως το τελευταίο καρέ. Κάνει πέρασμα κι Liam Cunningham για του λόγου το αληθές. Η αφήγηση είναι τόσο ανθρώπινη που ακόμα και στις πιο απλές στιγμές μοιάζει δύσκολο να μην δεθείς. Στις κορυφώσεις, δε, είναι πρακτικά αδύνατο να μείνεις στην καρέκλα σου.
 
After credits: Το ομότιτλο ντεμπούτο των Undertones. Με τουλάχιστον μία επανάληψη στο "Teenage Kicks", απαραιτήτως.
2
"Lords Of Dogtown", της Catherine Hardwicke
(2005)
Εσύ που ετοιμάζεσαι να πεις «τι δουλειά έχει εδώ μία ταινία για skate», κάνε μας τη χάρη. Τα κατορθώματα των Jay Adams, Tony Alva, Stacy Peralta και της υπόλοιπης Zephyr Team ήταν ο ορισμός του punk, έστω και ακούσια. Η μεταφορά τους στην μεγάλη οθόνη έγινε με την αναμενόμενη προσοχή, αλλά διατηρώντας την ουσία, τις αδυναμίες των ανθρώπων, την ομορφιά στα πάνω και τη σκληράδα στα κάτω τους. Η Hardwicke αποτυπώνει άψογα τον ενθουσιασμό, την οργή και καθετί που μπορεί να βρεθεί ανάμεσά τους σε μία νεανική ψυχοσύνθεση. Τα παιχνίδια με τα χρώματα όσο ξετυλίγεται η πλοκή είναι αριστοτεχνικά. Η ερμηνεία του Heath Ledger ως Skip θα έπρεπε να λογίζεται δίπλα στις κορυφές της καριέρας του. Τα περάσματα της πραγματικής τριάδας, μαζί με Tony Hawk και Rise Against βάζουν απλά το θαυμαστικό.
 
After credits: Οτιδήποτε από Bad Religion.
3
"Sid & Nancy", του Alex Cox
(1986)
Ο Gary Oldman αναπαριστά ένα ιστορικό πρόσωπο, του οποίου η συμβολή πίσω από την επιτυχία ενός πολιτιστικού φαινομένου που άλλαξε μια για πάντα την τέχνη και την κοινωνία του είναι αμφιλεγόμενη. Α, δεν μιλάμε για αυτό. Το "Sid & Nancy" δεν είναι biopic των Sex Pistols. Δεν τίθεται ζήτημα του πόσο ιστορικά ακριβές είναι, ή πόσο απαράδεκτα κακός ήταν αυτός που ενσάρκωνε τον Johnny Rotten. Είναι μια τραγική ιστορία μιας σχέσης, η οποία, αναδύθηκε και νοηματοδοτήθηκε από τα ίδια ακριβώς στοιχεία που την κατέστρεψαν. Υπερβολές και καταχρήσεις, συγκρούσεις και πισωγυρίσματα, μεγέθυναν κάθε στιγμή αυτής της συνύπαρξης. Αν όμως δεις στα μάτια του άλλου προσώπου όσα έψαχνες, θα γυρίσεις τον κόσμο ανάποδα για να ζήσεις με τους δικούς σας όρους. Όπως είπε και μια ψυχή: «Κι άμα φύγω ρώτησε την πίσω δε την αφήνω, σαν την Νancy και τον Sid μέσα στο βροχερό Λονδίνο».
 
After credits: Αναρωτηθήκαμε ποιον/ποια κοροϊδεύουμε ψάχνοντας κάτι ταιριαστό. Αρκετά κενό εκ μέρους μας. ("Never Mind The Bollocks".)
4
"SLC Punk!", του James Merendino
(1998)
Σε πρώτη ανάγνωση, η ιστορία μίας περιθωριακής παρέας κάπου στην Utah μετά τα μέσα των '80s. Κοιτώντας πιο προσεκτικά, ένας φόρος τιμής σε έναν τόπο και μία ολόκληρη υποκουλτούρα. Από τα γεμάτα ιδρώτα κι αίμα shows στα τα χαοτικά πάρτυ και από την αυτοκριτική στη συνύπαρξη των «φυλών», τίποτα δεν είναι τοποθετημένο στην τύχη. Ο Merendino τα έζησε από πρώτο χέρι και τα σερβίρει χωρίς φανταχτερό γαρνίρισμα. Τα όμορφα και τα δύσκολα της ζωής σε μικρές κοινωνίες. Η περιπέτεια για εύρεση κανονικής μπύρας. Η straight edge νοοτροπία. Το μίσος για τον ρατσισμό. Η αγάπη για την ανοιχτομυαλιά. Όλα σε ημιπρωτοπρόσωπη αφήγηση, με φόντο τους δρόμους του Salt Lake City και χαρακτήρες που αν και τυπικά fictional είναι προφανές ότι κάπως, κάποτε υπήρξαν.
 
After credits: Για να μην πάμε με τους υπερβολικά προφανείς Dead Kennedys που ακούγονται και στη διάρκεια της ταινίας, θα πάμε με τους απλά προφανείς Refused και το "The Shape Of Punk To Come" που κυκλοφόρησε λίγους μήνες πριν την πρεμιέρα στο φεστιβάλ Sundance.
5
"Suburbia", της Penelope Spheeris
(1983)
Υπάρχουν, αμέτρητοι λόγοι για τους οποίους μια σύγχρονη δυτική κοινωνία περιθωριοποιεί και αποξενώνει νεαρά άτομα που δεν συμβιβάζονται με τις νόρμες της. Κάτω από το χαλί της κανονικότητας, στοιβάζονται αμέτρητες παθογένειες και καταπιεστικοί μηχανισμοί. Τι συμβαίνει όμως όταν τα υποκείμενα τέτοιων συμπεριφορών αντιδράσουν; Όταν τα κοινωνικά απόβλητα αυτού του κόσμου συνασπιστούν και δημιουργήσουν την δική τους αντικουλτούρα; Αυτή η εγγενής αντίφαση, αλλά και ειρωνεία, της κοινωνικοποίησης των κοινωνικά «απροσάρμοστων», είναι που αναδεικνύεται, μέσα σε όλη της την αδιαφορία, ερασιτεχνισμό (ελάχιστοι επαγγελματίες ηθοποιοί), και κυνικότητα στο "Suburbia". Ανάμεσα στον Flea, τους T.S.O.L. και τους The Vandals, υπάρχει μια ιστορία ενηλικίωσης, η οποία, εξαιτίας του τρωτού της storytelling και του υποβόσκοντος μαύρου χιούμορ, θα βρίσκει, όσο επικρατούν παραπλήσιες συνθήκες, ένα σημείο επαφής με όσους/όσες θεώρησαν τον όρο "punks" ως κάτι περισσότερο από προσβλητικό/μειωτικό και είδαν κάτι πίσω από την αντανακλαστική αντιδραστικότητα του περιθωρίου.
 
After credits: Ξεφεύγοντας από την επιφανειακή επιλογή οποιουδήποτε δίσκου από την κοχλάζουσα τότε, αμερικανική hardcore σκηνή, το βλέμμα στρέφεται στην αντίπερα όχθη του ατλαντικού και το "City Baby Attacked By Rats" των GBH. Κάθε τραγούδι και μια ιστορία. Κλασικά πράγματα.
6
"We Are The Best!", του Lukas Moodysson
(2013)
Τρία κορίτσια αποφασίζουν να φτιάξουν punk συγκρότημα, αδιαφορώντας για το γεγονός ότι όλοι τους λένε ότι το punk είναι νεκρό. Ή για το ότι δεν έχουν μουσικά όργανα. Ή για το ότι οι δύο μετά βίας μπορούν να παίξουν και να τραγουδήσουν. Η ιστορία μπορεί να τοποθετείται στην Στοκχόλμη της δεκαετίας του '80, αλλά εύκολη νοσταλγία δεν υπάρχει πουθενά. Η αθωότητα και η φιλία των χαρακτήρων είναι το άλφα και το ωμέγα. Οι πρόβες. Οι τιμωρίες. Οι παράξενοι γονείς. Ο προδότης αδερφός που ακούει Joy Division. Η εξήγηση για την χριστιανική βάση ενός τραγουδιού με τίτλο "Hang God". Οι βόλτες. Η αμφισβήτηση προς κάθε κατεύθυνση. Οι διαφωνίες. Τα κουρέματα. Η συναυλία. Με διαφορά η πιο γλυκιά πρόταση αυτού του άρθρου, μία υπέροχη απόδοση της παιδικής ανεμελιάς, γεμάτη ψυχή και τσαγανό.
 
After credits: Κάτι από Terrible Feelings μαζί με βότκα. Οι γνωρίζοντες έχουν ελεύθερη επιλογή. Οι υπόλοιποι ας μπουν με το "Tremors" και ας συνεχίσουν προς τα πίσω. Μας ευχαριστείτε αργότερα.
7
"What to Do in Case of Fire?", του Gregor Schnitzler
(2001)
«Τι κάνουμε σε περίπτωση πυρκαγιάς; Το αφήνουμε να καίγεται!» Ένας αυτοσχέδιος εκρηκτικός μηχανισμός ανατινάσσεται ετεροχρονισμένα και φέρνει στο παρόν ένα προ δεκαπενταετίας παρελθόν. Έξι φίλοι βλέπουν μια ζωή οδομαχιών, squatting, αντίστασης και ιδεολογικών επιλογών, που η πλειοψηφία τους παράτησε ωσάν σκελετό σε μια ντουλάπα έναντι ενός «νοικοκυρεμένου» μέλλοντος, να τους προφταίνει και να κάθεται σε μια γωνία, μες την πανέμορφη ασχήμια της. Αυτή η ιστορία, είναι μια ιστορία αντιθέσεων, σε προσωπικό και ιδεολογικό επίπεδο. Και μέσα από αυτές τις διαρκείς συγκρούσεις και αντιθέσεις, το ξεπούλημα και την ειλικρινή αταλάντευτη στάση, ενυπάρχει μια punk πεμπτουσία, υπενθυμίζοντας πως τίποτα δεν ήταν ποτέ συνεκτικό σε αυτήν την κουλτούρα. Το βίωμα, όταν διακατέχεται από έναν αυθορμητισμό και μια ειλικρινή στάση, υπερβαίνει κάθε είδους συστημικό εμπόδιο, οδηγώντας στην αδιαμφισβήτητη παραδοχή. Σημασία δεν έχει απλά να μπορείς να κοιτάζεσαι στον καθρέπτη, αλλά και να σε γεμίζει αυτό που βλέπεις.
 
After credits: Δεν είναι απλά η χώρα, ή η πηγή έμπνευσης του ονόματος τους. Δεν είναι καν η βραχύβια καλλιτεχνική τους πορεία. Στο "Lovecult", οι Jungbluth μίλησαν διαφορετικά, συναισθηματικά, φορτισμένα. "Empathy is not a competition".
  • SHARE
  • TWEET