Crown Lands

Fearless

Universal (2023)
Από τον Χρήστο Καραδημήτρη, 19/04/2023
Ό,τι Rushίζει στο τέλος ξεχωρίζει
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Ας ξεκινήσουμε με τρεις - σχετικά κοινές - παραδοχές. Πρώτον, το progressive rock ως ιδίωμα προσφέρει την κατά τεκμήριο καλύτερη βάση για να χτιστεί ένα concept άλμπουμ και δη επιστημονικής φαντασίας. Δεύτερον, από ένα σημείο και μετά οι υπερβολικές αναφορές σε έναν άλλο καλλιτέχνη δεν λειτουργούν θετικά, αλλά ανασταλτικά. Τρίτον, οι Rush ανήκουν στους Θεούς της μουσικής. Από τα παραπάνω, μόνο τα δυο πρώτα είναι συζητήσιμα.

Θέτοντας το εν λόγω πλαίσιο μπορούμε τώρα να μιλήσουμε για το δεύτερο ολοκληρωμένο (έχουν και τέσσερα EP) άλμπουμ των Καναδών Crown Lands, μιας μπάντας που τα τελευταία χρόνια έχει καταφέρει να δημιουργήσει έναν αξιοπρόσεκτο θόρυβο γύρω από το όνομά της, αποσπώντας του βραβείο του καλύτερου ανερχόμενου καλλιτέχνη στα βραβεία Juno της γενέτειρας χώρας του το 2021. Μόνο που η συζήτηση γύρω από το όνομά τους δεν έχει πάντα θετικό χαρακτήρα, αναλωνόμενη συνήθως στο πόσο πολύ μοιάζουν με τους Rush κι αν αυτό τελικά είναι προτέρημα ή μειονέκτημα.

Σε μια πρώτη ανάγνωση η μπάντα των Cody Bowles (drums, φωνητικά) και Kevin Comeau (κιθάρα, μπάσο, πλήκτρα) θυμίζει περιπτώσεις όπως αυτές των Wolfmother ή των Greta Von Fleet, ήτοι μπάντες που δεν ξεχωρίζουν ακριβώς για την αυθεντικότητα της μουσικής που παίζουν. Το εν λόγω συμπέρασμα δεν απείχε πολύ από την εντύπωση που μου προκάλεσε το πρώτο άλμπουμ και κάποια αποσπασματικά τραγούδια μέσα από τα EP τους. Στην πραγματικότητα, το hype μου έμοιαζε να υπερτερεί της ουσίας, και η έλλειψη πρωτοτυπίας περισσότερο ενοχλούσε παρά δημιουργούσε οικειότητα. Με αυτά ως δεδομένα η προδιάθεση ακρόασης του "Fearless" δεν ήταν και η καλύτερη δυνατή.

Κάπου εδώ προκύπτει ένα παράδοξο, καθώς το Καναδέζικο duo καταφέρνει να ανατρέψει τα εις βάρος του προγνωστικά, κινούμενο προς την θεωρητικά λάθος κατεύθυνση. Αν κάποιος περίμενε να ωριμάσουν και να απογαλακτιστούν από τις Rush επιρροές, αυτοί απαντούν γράφοντας ένα sci-fi concept με ακόμα περισσότερες Rush επιρροές, όπου μόνο 18λεπτο εναρκτήριο "Starlifter: Fearless pt.2" θα αρκούσε για να αναρωτηθεί κάποιος αν το άλμπουμ αποτελεί κάποιου είδους φόρο τιμής ή συνέχιση του "2112". Υπάρχουν στιγμές, όπως στο προαναφερθέν κομμάτι, στο "Context: Fearless pt.1" ή στο "Reflections" που θα σκεφτείς για να πατήσεις pause, για να επιβεβαιώσεις ότι δεν κάνουν λάθος τα αυτιά σου κι ότι όντως άκουσες κάποιο αυτούσιο πέρασμα από το "Red Barchetta" ή από το "Distant Early Warning" ή από το "La Villa Stragniato" ή από το "Xanadu" ή από κάποιο άλλο τραγούδι των Rush.

Αν για κάποιον το γεγονός αυτό αποτελεί deal breaker το κατανοώ και το σέβομαι, αλλά θεωρώ ότι στεκούμενος μονομερώς σε αυτά αδικεί τα κάμποσα καλά στοιχεία που περιλαμβάνονται σε αυτή εδώ την μουσική πρόταση των Crown Lands. Στοιχεία που - στη δική μου περίπτωση τουλάχιστον - καταφέρνουν να κάμψουν τις όποιες αντιρρήσεις και να γυρίσουν το πρόσημο θετικό στην σούμα του άλμπουμ. Παραδείγματος χάριν, δεν μπορώ να μην σταθώ στο ονειρικό ρεφραίν του (και πάλι Rushικού βέβαια) "Dreamer Of The Dawn" ή να μην ξεχωρίσω το πιο σκοτεινό "The Shadow", το οποίο εύκολα θα μπορούσα να το φανταστώ σε κάποιον 80s δίσκο του Ozzy. Στο σημείο αυτό δράττομαι της ευκαιρίας να πω ότι η φωνή του Bowles πιο συχνά μου φέρνει στο νου τον Ozzy (πχ του "Sabbath Bloody Saabbath"), παρά τον Geddy Lee.

Είναι γεγονός, πάντως, πως όσο περισσότερο απομακρύνονται από τον καθαρά Rush χαρακτήρα, τόσο πιο πολύ αφήνουν τον ακροατή να αποφύγει τις άσκοπες συγκρίσεις και να εκτιμήσει την έμπνευση και το ταλέντο των δυο μουσικών, όπως πχ συμβαίνει στο instrumental "Penny", όπου ο Comeau κάνει μια μικρή επίδειξη των ικανοτήτων του στην ακουστική κιθάρα, σε μια σύνθεση που φέρνει στο νου κάτι από "Laguna Sunrise" ή "Dee" και στέκεται πολύ όμορφα στη ροή του δίσκου. Εν συνεχεία, το folky και πιασάρικο "Lady Of The Lake" έχει μια πολύ ταιριαστή Zeppelinική αύρα, ενώ το φινάλε του "Citadel", βρίσκει τους Crown Lands να κατευθύνονται προς Queenικά μονοπάτια, σε μια υπέροχη pomp-rock power ballad που κλείνει το άλμπουμ με τον ωραιότερο δυνατό τρόπο.

Πάντως, υπάρχει κι ένας παράγοντας Χ που μοιάζει να έχει παίξει καταλυτικό ρόλο ώστε όλα τα θετικά στοιχεία των Crown Lands (τεχνική κατάρτιση, έμπνευση, φρεσκάδα) να αναδειχθούν ιδανικά, κι αυτός δεν είναι άλλος από τον David Botrill. Ο πολύπειρος παραγωγός, που βρίσκεται πίσω από σπουδαίες δουλειές ονομάτων όπως οι Tool, οι Muse και οι Coheed And Cambria (και οι Rush προφανώς!) μεταξύ πολλών άλλων, επιτυγχάνει μια εξαιρετική ισορροπία μεταξύ του χθες και του σήμερα στον ήχο του άλμπουμ και το καθιστά απολαυστικό ως άκουσμα στο σύνολο της μιας ώρας του.

Οι παράγοντες που μπορεί να καθιστούσαν κάποιον επιφυλακτικό και πριν την κυκλοφορία του "Fearless" απέναντι στους Crown Lands παραμένουν: οι αναφορές στις επιρροές τους συνεχίζουν να είναι πολύ έντονες, η φωνή του Bowles είναι ιδιαίτερη και πιθανότατα δεν θα κάνει σε όλους, ενώ σχεδόν πάντα το hype θα συνοδεύεται και με έναν δισταγμό. Παρόλα αυτά εδώ έχουμε ένα άλμπουμ που καταφέρνει να κάμψει τις παραπάνω επιφυλάξει - που κι εγώ ο ίδιος είχα - με την έμπνευση, τα τραγούδια και την αισθητική του, δίνοντας την αίσθηση μιας ολοκληρωμένης δουλειάς που αξίζει της προσοχής του (prog) rock κοινού. Τελικά, ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός, αλλά ό,τι Rushίζει στο τέλος ξεχωρίζει.

  • SHARE
  • TWEET