Black Midi

Cavalcade

Rough Trade Records (2021)
Από τον Αντώνη Καλαμούτσο, 28/05/2021
Ένα περιπετειώδες κι ευφάνταστο μουσικό rollercoaster, που μοιάζει από μόνο του να είναι πιο επικίνδυνο και απρόβλεπτο από την πλειοψηφία των rock δίσκων που κυκλοφορούν σήμερα
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Από την πρώτη στιγμή, πολλοί νιώσαμε ότι χτυπήσαμε φλέβα χρυσού. Το "Schlagenheim" ήταν ένα εξαιρετικό ντεμπούτο από ένα σχήμα που έμοιαζε να υπόσχεται πολλά στους αθεράπευτους experimental rock ονειρευτές. Δύο χρονιά μετά - κι ενώ το hype χτίστηκε μέσω αρκετών άλλων συνομήλικων και ομόδοξων βρετανικών γκρουπ που μοιάζουν να συσπειρώνονται γύρω τους - οι Black Midi επιστρέφουν, όχι για να δικαιώσουν τις προσδοκίες αλλά για να τις προσπεράσουν χαρακτηριστικά, διευρύνοντας κατά πολύ το ηχητικό τους σύμπαν. Το "Cavalcade" έχει, όντως, τον χαρακτήρα μιας «έφιππης πομπής» που θα παρελάσει τρανά μπροστά στα έκπληκτα αυτιά σου.

Το πιο αστείο είναι ότι το όνομα τους ακούγεται μαζί με άλλα της φλεγόμενης βρετανικής post punk σκηνής. Κάθε ομοιότητα με post punk είναι παντελώς (α)συμπτωματική. Στον αντίποδα, μπορούν να βρεθούν κάποιοι συσχετισμοί με τα εξαιρετικά ντεμπούτα των Black Country, New Road - ο στίχος φιληθήκαμε σε συναυλία των Black Midi αποκτά τώρα άλλη διάσταση - και των Squid. Οι Black Midi όμως πάνε αρκετά παραπέρα από τους ήπιους αυτοσχεδιασμούς των μεν και την αρτιστίκ ματιά των δε. Οι Black Midi είναι μουσικοί κανίβαλοι, ένα εκτροχιασμένο τρένο, ένα πολύχρωμο τσίρκο. Οι Black Midi είναι το avant rock σε όλο του το σύγχρονο μεγαλείο.

Η δημιουργία των περιβόητων «κρίσιμων δεύτερων άλμπουμ» κρύβει, συνήθως, μια σειρά από παγίδες, κάποιες τοποθετημένες από τη βιομηχανία και κάποιες από τους αυτό-εγκλωβισμούς και τους ψυχαναγκασμούς των ίδιων των καλλιτεχνών. Αυτή εδώ η μπάντα όμως ίπταται πάνω απ' όλα αυτά: αλλάζει ολοκληρωτικά την ίδια τη δημιουργική της διαδικασία και περνάει από τα τζαμαρίσματα του ντεμπούτου σε μια πλήρως προμελετημένη και δομημένη συνθετική αντίληψη. Το αποτέλεσμα είναι πολυεπίπεδο. Από τη μία πλευρά, ο τρόπος που φτύνουν πάνω στα είδη και τα όποια μουσικά σύνορα είναι σοκαριστικός. Αρκεί μόνο η μετάβαση από το πρώτο στο δεύτερο track - από την μπαρόκ παράνοια του γνωστού μας "John L" στη γλυκιά jazz/bossa του "Marlene Dietrich" - για να καταλάβεις ότι το καλούπι των Black Midi είναι μοναδικό. Από την άλλη, όλα αυτά τα προσωπεία και οι ρόλοι που παίζουν, σχεδόν γεννάνε δέος.

Όσο περισσότερο ακούς το "Cavalcade", τόσο περισσότερο αισθάνεσαι ότι βυθίζεσαι στο ανίερο βασίλειο του avant rock, εκεί που ο Frank Zappa έκατσε κάποτε στον θρόνο του. Τα "Slow" και "Chondromalacia Patella", είναι τουλάχιστον παραπλανητικά σαν singles. Επιδεικνύουν μεν τον στριφνό, δυσαρμονικό χαρακτήρα του άλμπουμ, είναι πολλές όμως οι μουσικές πραγματικότητες που αποκρύπτονται. Όταν τα βλοσυρά κιθαριστικά pizzicato του "Diamond Stuff" οδηγήσουν σταδιακά στην πιο ευφάνταστη ενορχήστρωση που άκουσες εδώ και πολύ καιρό και σε ένα διαμάντι που ανήκει στο σύμπαν των Radiohead, η νόηση μας αρχίζει να καθαρίζει. Παράτα τη λογική, το άλμπουμ δεν τη σηκώνει.

Δίπλα στο τρίο (ο κιθαρίστας Matt Kwasniewski-Kelvin είναι εκτός μέχρι νεωτέρας για να αντιμετωπίσει ζητήματα ψυχικής υγείας), οι guests Kaidi Akinnibi (σαξόφωνο) και Seth Evans (keyboards) προσθέτουν ένα σκασμό jazz πινελιές. Η jazz είναι πολύ σημαντική για τη μουσική των Black Midi, στην ουσία της και όχι απαραίτητα στα ηχοχρώματα. Αν και πανταχού παρούσα, δεν εμποδίζει το κορυφαίο "Dethroned" να τολμήσει έναν αλά Bowie λυρισμό πριν κορυφωθεί με το μόνο στρωτό rock riff του άλμπουμ. Ούτε θα αντισταθεί στην έξαλλη παλαβομάρα του "Hogwash And Balderdash" να φέρει στο νου την παχιά σκιά των Primus.

Οι τεχνικές ικανότητες του γκρουπ είναι φυσικά πολύ υψηλές, με προεξέχοντα τον αδιανόητο Morgan Simpson πίσω από το drum kit. Δεν μοιάζουν όμως να τους ενδιαφέρει να τις επιδείξουν με prog τρόπο αλλά να αφοσιωθούν στα πολλά πρόσωπα της μουσικής. Κύριος εκφραστής αυτής της λογικής είναι ο Geordie Greep και τα ακατανόμαστα φωνητικά του. Άλλοτε γουργουρίζοντας σαν αρσενική μετενσάρκωση της Nina Simone, άλλοτε φωνάζοντας σαν πάνκης πιτσιρικάς κι άλλοτε ψιθυρίζοντας με εσωστρέφεια, η performance του Greep είναι μυστηριώδης. Το άλμπουμ τελειώνει και δεν είσαι σίγουρος/η ότι έχεις καταλάβει ποια είναι η αληθινή του φωνή.

Φυσικά, όλα τα ονόματα που αναφέρθηκαν παραπάνω, αναφέρθηκαν απλώς για να δείξουν το εύρος των πραγμάτων που συμβαίνουν στο "Cavalcade". Οι Black Midi σμιλεύουν μουσικά έναν δικό τους χαρακτήρα και δεν αισθάνομαι ότι το επιχειρούν για να εντυπωσιάσουν ή να σοκάρουν κανέναν. Η μουσική τους μοιάζει να ξεπηδάει πηγαία κι ο σκοπός της δεν είναι να ψαρώσει το teenager κοινό που θα τους ακολουθεί στα φεστιβάλ, ούτε να ικανοποιηθούν οι ελιτιστές (όπως η αφεντιά μου) που γνωρίζουν τι είναι οι ascending forths, στίχος που επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά κατά τη διάρκεια του εκρηκτικού δεκάλεπτου που κλείνει τον δίσκο. Στόχος είναι απλώς η μουσική να είναι ελεύθερη, καλαίσθητη, σύγχρονη και κοφτερή.

Άσχετα λοιπόν από το αν θα αποθεωθεί εν χορώ ή όχι, το "Cavalcade" είναι ένα καταπληκτικό άλμπουμ. Ένα από εκείνα τα άλμπουμ που - άθελα τους - ίσως και να ταράζουν τα νερά και να αποτελούν έμπνευση για επίδοξους νέους καλλιτέχνες. Σε αυτό που μας αφορά περισσότερο όμως, είναι απλώς ένα περιπετειώδες κι ευφάνταστο rollercoaster, που μοιάζει από μόνο του να είναι πιο επικίνδυνο και απρόβλεπτο από την πλειοψηφία των rock δίσκων που κυκλοφορούν σήμερα. Αυτό το rollercoaster περνάει σπάνια και, όποιος κρατάει εισιτήριο, ας πηδήξει μέσα. Ποιος ξέρει που θα μας βγάλει όλο αυτό;

Bandcamp

  • SHARE
  • TWEET