ProgSession #51: Monument

Αποκρυφιστικές αναζητήσεις στα όρια του προοδευτικού

Από τον Σπύρο Κούκα, 03/10/2018 @ 12:42

Υπάρχουν φορές που το δεδομένα ποιοτικό μένει στις σκιές της λήθης, καταφέρνοντας να βρει μονάχα μια μικρή μερίδα της απήχησης που πραγματικά θα δικαιούταν. Στη μουσική βιομηχανία τέτοιες περιπτώσεις είναι κάτι το σύνηθες, καθώς μονάχα το ταλέντο και η σκληρή δουλειά μοιάζουν να μην αρκούν πάντα. Ωστόσο, με τον χρόνο να αποδεικνύεται ο αντικειμενικότερος κριτής, τα μουσικά έργα των αφανών ηρώων υπάρχουν, περιμένοντας να αποκαλύψουν τη μαγεία τους σε αυτούς που θα τα ανακαλύψουν.

Στα πλαίσια αυτής της «διαστροφής», θα παρουσιάζουμε ανά τακτά χρονικά διαστήματα, μέσω μίας στήλης που καθόλου τυχαία επέλεξε να παίξει με τις λέξεις progress και obsession, έναν δίσκο από το ευρύτατο φάσμα και την κληρονομιά του progressive rock, που δεν κατάφερε ποτέ να ξεφύγει ενός cult συλλεκτικού επιπέδου.

Days of progressive past Vol. 51:

Monument - The First Monument
(Beacon, 1971)

Monument - The First Monument

Οι δεκαετίες των '60s και '70s υπήρξαν εποχές έντονων αντιθέσεων, με την καλώς εννοούμενη κοινωνική αθωότητα των μεγάλων μαζών να πλήττεται από ξεσπάσματα βίαιων αναταραχών, άγρια εγκλήματα serial killer αποχρώσεων και, φύσικα, μια σημαντική τάση ενός όχι αμελητέου ποσοστού ατόμων προς τον αποκρυφισμό. Μπορεί, βέβαια, στην Ελλάδα εκείνης της εποχής, με τις έντονες πολιτικές αναταράξεις, την σκοτεινή περίοδο της δικτατορικής επταετίας και τα χρόνια της μεταπολίτευσης που ακολούθησαν, να έκαναν τα παραπάνω να φαντάζουν ως κάτι τόσο ξένο και εκτός της πραγματικότητας που διαδραματιζόταν εντός των εγχώριων τοιχών, αλλά στους δύο σημαντικότερους μουσικούς πόλους της εποχής, τις Ηνωμένες Πολιτείες και, κυρίως, το Ηνωμένο Βασίλειο, η μελέτη του απόκρυφου και των σκοτεινών τεχνών ήταν γεγονός καθ’ όλα υπαρκτό και αναντίρρητο.

Έτσι, κι ενώ το ουσιαστικό ξέσπασμα του σκληρού ήχου συνέπεφτε με μια χρονική περίοδο έντονων occult αναφορών, δεν πρέπει να μας κάνει εντύπωση που αρκετές από τις ανερχόμενες μπάντες της εποχής χρησιμοποιούσαν, έστω και καθαρά για λόγους που ανήκουν στο φαίνεσθαι και είχαν βασικότερο λόγο να προκαλέσουν τις εντυπώσεις, μια αποκρυφιστική, στις παρυφές του σατανισμού, εικόνα και στιχουργική προσέγγιση. Από τους Black Sabbath στους Led Zeppelin, τους Coven και τους Black Widow, το occult στοιχείο υπήρξε εμφανές κι έντονο, σχεδόν καθορίζοντας την προς τα έξω αισθητική φύση των εν λόγω συγκροτημάτων και δημιουργώντας ένα, τρόπον τινά, πρότυπο για της επόμενες γενιές σχημάτων που θα ακολουθούσαν παρεμφερείς ηχητικούς δρόμους.

Με βάση τα παραπάνω, η παρουσία και βραχύβια δράση μιας βρετανικής σύμπραξης βετεράνων μουσικών με έδρα το Southend, η οποία και είχε την ουσιαστική της βάση στην εξάσκηση και διάδοση των αποκρυφιστικών ενδιαφερόντων της, μοιάζει κάτι απολύτως λογικό κι εναρμονισμένο με τις συνθήκες της εποχής. Έτσι, οι Zior, περί ου ο λόγος, του βασικού τραγουδιστή και συνθέτη Keith Bonsor, θα εμφανίζονταν στα μουσικά δρώμενα στα τέλη των '60s, προκαλώντας έναν σχετικό ντόρο με τις ορμητικές τους ζωντανές εμφανίσεις. Επιδιδόμενοι σε ένα ιδιόμορφο κράμα brit beat με proto-heavy metal ενδείξεις, boogie blues χαρακτήρα και biker rock ψυχή, καθόλου άσχημο ηχητικά αλλά σίγουρα περιορισμένο ποιοτικά και δεδομένα εκτός τόπου και χρόνου με τις μουσικές τάσεις της εποχής, θα κυκλοφορούσαν δύο άλμπουμ (που θα έβρισκαν σημαντική - αναλογικά με τη βρετανική αγορά - ανταπόκριση από το γερμανικό κοινό της εποχής) προτού το διαλύσουν λίγο πριν τα μέσα των '70s. Συνολικά τίμια μπάντα μουσικά, με πολύ καλύτερες live απ’ ότι στουντιακές επιδόσεις και με το σοβαρό τους ενδιαφέρον για τη μαύρη μαγεία και τις σκοτεινές τέχνες να δημιουργεί διάφορους ανυπόστατους μύθους, όπως την υποτιθέμενη τελετουργική θυσία του Bonsor, που προφανώς ποτέ δεν πραγματοποιήθηκε.

Μέσα σε όλα, πιθανότατα κάπου μεταξύ των δύο full length κυκλοφοριών τους και όντας υπό την ισχυρή επήρεια ναρκωτικών και ποτών, τα μέλη των Zior θα κλείνονταν σε κάποιο στούντιο και θα δημιουργούσαν το πρώτο και μοναδικό άλμπουμ των Monument. Εκείνο, απολύτως αυθόρμητο, αυτοσχεδιαστικό και με τις occult εμμονές των δημιουργών του σε πρώτο πλάνο, αποτελεί ένα σκοτεινό αποκύημα των νοσηρών εμπνεύσεων του βρετανικού κουαρτέτου. Πραγματικά, το "The First Monument" είναι ένα δημιούργημα αυθεντικό και ξεκάθαρα προοδευτικό, τόσο λόγω ορισμένων ηχητικών του χαρακτηριστικών που το κατατάσσουν στον ευρύ χώρο του πρώιμου heavy prog (με έντονη, άλλωστε, την παρουσία του Hammond στο υλικό), όσο και λόγω νοοτροπίας, αφού η καθαρά jam υπόσταση του είναι αξιοθαύμαστη. Δυστυχώς, βέβαια, το άλμπουμ χωλαίνει σε θέματα συνοχής και παρουσιάζει τεράστιες ποιοτικές αυξομειώσεις, με άλλες συνθέσεις να βρίθουν μιας έμπνευσης σχεδόν απόκοσμης κι άλλες σχεδόν να μην ακούγονται, μπορώντας στην καλύτερη να χαρακτηριστούν ως απλοϊκές κι ανώφελες.

Με το "The First Monument" να είναι εμφανώς ένα offshoot δημιούργημα που συνέβη πρώτα και κύρια για την προσωπική ικανοποίηση των συντελεστών του και δίχως να επιδιώκει κάτι περισσότερο, και τους Zior να τελειώνουν σχεδόν άδοξα την όποια πορεία τους λίγο καιρό έπειτα από την κυκλοφορία του (επίσης άξιου τσεκαρίσματος από τους ρέκτες του occult και των σχημάτων που βρίσκονταν στις παρυφές του early prog ήχου) "Every Inch A Man", είναι προφανές πως δεν υπήρξε οποιαδήποτε μουσική συνέχεια των, ας πούμε δύο, project. Ακόμη κι έτσι, όμως, τόσο οι Zior, όσο και το alter ego τους οι Monument, συνεχίζουν να μνημονεύονται ακόμη και σήμερα για τη μουσική, αλλά κυρίως συνειδησιακή/αποκρυφιστική τους προσφορά κι επιρροή στο χώρο του occult rock, έστω και σε underground επίπεδο.

Listen

  • SHARE
  • TWEET