ProgSession #41: Faust

Μια από τις πιο αχαλιναγώγητα πειραματικές εκφάνσεις του άκρατου krautrock ήχου

Από τον Σπύρο Κούκα, 15/11/2017 @ 10:54

Υπάρχουν φορές που το δεδομένα ποιοτικό μένει στις σκιές της λήθης, καταφέρνοντας να βρει μονάχα μια μικρή μερίδα της απήχησης που πραγματικά θα δικαιούταν. Στην μουσική βιομηχανία τέτοιες περιπτώσεις είναι κάτι το σύνηθες, καθώς μονάχα το ταλέντο και η σκληρή δουλειά μοιάζουν να μην αρκούν πάντα. Ωστόσο, με το χρόνο να αποδεικνύεται ο αντικειμενικότερος κριτής, τα μουσικά έργα των αφανών ηρώων υπάρχουν, περιμένοντας να αποκαλύψουν την μαγεία τους σε αυτούς που θα τα ανακαλύψουν.

Στα πλαίσια αυτής της «διαστροφής», θα παρουσιάζουμε ανά τακτά χρονικά διαστήματα, μέσω μίας στήλης που καθόλου τυχαία επέλεξε να παίξει με τις λέξεις progress και obsession, ένα δίσκο από το ευρύτατο φάσμα και την κληρονομιά του progressive rock, που δεν κατάφερε ποτέ να ξεφύγει ενός cult συλλεκτικού επιπέδου.

Days of progressive past Vol. 41: 

Faust - Faust
(Polydor, 1971)

Faust Faust

Μια από τις πιο εξέχουσες μπάντες του περίφημου krautrock κινήματος, κυρίως από άποψη ριζοσπαστικότητας και ρηξικέλευθων μουσικών ιδεών, μπροστά από την εποχή τους, οι μυθικοί Faust και το ντεμπούτο άλμπουμ τους, θα μας απασχολήσουν σε αυτήν την - λίγο καθυστερημένη - επιστροφή της στήλης στην ενεργό δράση.

Δημιουργημένοι στις αρχές του 1971, αρχικά ως σεξτέτο και, λίγο μετά την κυκλοφορία του ομότιτλου ντεμπούτου τους (και την απομάκρυνση του ντράμερ Arnulf Meifert) ως κουιντέτο πια, οι Faust δεν θα αργούσαν να ξεχωρίσουν σαν μια από τις πιο παράδοξες μουσικές προτάσεις της γερμανικής εκδοχής του progressive rock ήχου, έχοντας μια αχαλιναγώγητη αίσθηση του πειραματισμού σε κάθε έκφραση της δημιουργικότητας τους.

Σε εκείνα τα πρώτα τους βήματα, αλλά και συνολικότερα στην τόσο αξιοσημείωτη καλλιτεχνικά πορεία που είχαν να επιδείξουν κατά την πρώτη τετραετία της ύπαρξης τους, ξεχωρίζει το όνομα του Uwe Nettelbeck, ο οποίος ήδη από τα '60s υπήρξε σημαντικός κινηματογραφικός κριτικός και δημοσιογράφος. Εκείνος, μαζί με τον μηχανικό ήχου Kurt Graupner, θα λειτουργούσε κομβικά για το σχηματισμό της μπάντας, βοηθώντας την με την παραγωγή του ομώνυμου ντεμπούτου της και βρίσκοντας της συμβόλαιο με την Polydor.

Βέβαια, εν τη γενέσει της συμφωνίας αυτής, υπήρχαν διάφορες αναπάντεχες εκπλήξεις, μιας και ο αστικός μύθος θέλει τον Nettelbeck να συμφωνεί άμεσα με την προαναφερθείσα δισκογραφική, με την προϋπόθεση πως η μουσική της νεοσύστατης γερμανικής κομπανίας ακολουθούσε τα χνάρια των Rolling Stones, των Kinks και των Small Faces, κοινώς, των πιο εμπορικά πετυχημένων εκδοχών του ευθυτενούς rock εκείνης της περιόδου. Έτσι, με την μπάντα να κρατά κρυφό το περιεχόμενο του δίσκου μέχρι την τελευταία σχεδόν στιγμή, δεν θα πρέπει να μας κάνει εντύπωση πως ανάμεσα στις κασέτες που απαίτησε η δισκογραφική για να έχει ένα δείγμα της δουλειάς της, εστάλησαν οτιδήποτε μπορεί κάποιος να βάλει κατά νου, από εκτεταμένους οργανικούς πειραματισμούς, τζαμαρίσματα δίχως συγκεκριμένη ανατομική ακολουθία και σκόρπιους ήχους, μέχρι ένα ηχητικό ντοκουμέντο από τη διαδικασία πλυσίματος πιάτων(!).

Παρ' όλα αυτά, το τελικό περιεχόμενο του περίφημου ντεμπούτου τους δεν θα απείχε και τόσο από αυτές τις ιδιόρρυθμες "demo tapes" που το προοικονομούσαν, από την άποψη της ασυμβίβαστης δομικής του μορφής και του, πολύ μπροστά από την εποχή του, ηχητικού πλαισίου που όριζε. Ουσιαστικά, το "Faust" φαντάζει ως ένας μισάωρος πειραματισμός για το πόσους παράδοξους ήχους θα μπορούσαν να συγκολλήσουν «αρμονικά» μαζί οι έξι μουσικοί, με την συμβατική έννοια της σύνθεσης να καταργείται πανηγυρικά, από τις πρώτες παραμορφωμένες νότες που παράγει η slide κιθάρα του Rudolf Sosna στο εναρκτήριο "Why Don’t You Eat Carrots". Εκεί, άλλωστε, τελειώνει και η όποια σύνδεση των Faust με το mainstream rock της εποχής, με τα αποσπασματικά samples του "Satisfaction" των Rolling Stones και του "All You Need Is Love" των Beatles, πριν την όμορφη πιάνο παρουσία που διαταράσσει τον πνιγηρό proto-industrial και δεδομένα avant-garde  αέρα του κομματιού, να είναι ό,τι πιο κοντινό στο εμπορικό rock που επιζητούσε η Polydor.

Πώς θα μπορούσε διαφορετικά, κιόλας, όταν η εναρκτήρια σύνθεση σου μπλέκει τους ρυθμούς του jazz rock με σχεδόν space ήχους από το υπερπέραν και κυκλοθυμικές μουσικές που ασυναίσθητα σου φέρνουν εικόνες από κάποιο παρακμιακό περιπλανώμενο τσίρκο; Η μουσική των Faust μονάχα εύκολη δεν ήταν, κι απαιτούσε μια διεστραμμένη προσήλωση για να αντιληφθείς το μεγαλείο της, ειδικά εν έτει 1971. Τουλάχιστον, στο δεύτερο κομμάτι που κλείνει την πρώτη πλευρά του δίσκου, το "Meadow Meal", τα πράγματα είναι λίγο περισσότερο διακριτά, με το πρώτο του μέρος να χαρακτηρίζεται από μια μελαγχολική late '60s/early '70s ψυχεδέλεια, τα φωνητικά να παραμένουν τουλάχιστον παράξενα και μακριά από τις ορθολογικές νόρμες ερμηνείας και το δεύτερο τμήμα να κυριαρχείται από τα πολλαπλά στρώματα εκκλησιαστικού οργάνου υπό τους ήχους μιας καταιγίδας.

Γυρίζοντας στη δεύτερη πλευρά, η μια και μοναδική σύνθεση που την απαρτίζει, το επικών διαστάσεων "Miss Fortune", εκμεταλλεύεται στο έπακρο το δεκαεξάλεπτο μέγεθός του για να επιβεβαιώσει το μουσικό φάσμα που μας αποκαλύφθηκε νωρίτερα. Και πάλι, η έννοια της late '60s ψυχεδέλειας διαδραματίζει σημαίνοντα ρόλο στην ανάπτυξη του κομματιού, αν και η experimental φύση του εντείνει το πεντάλεπτο εναρκτήριο τζαμάρισμα σε ένα χαοτικό ξέσπασμα ιδιόρρυθμων ήχων, το οποίο φέρνει τις σημασίες της ιδιοφυίας και της διπολικής διαταραχής να χωρίζονται από μια λεπτή, φθαρμένη κλωστή.

Με το εξώφυλλο της αυθεντικής, και μάλιστα clear vinyl,  έκδοσης του δίσκου να είναι μια απεικόνιση μιας ακτινογραφίας χεριού σε μεταξοτυπία, και την μπάντα να πειραματίζεται εξίσου μουσικά, αλλά και σε ό,τι αφορά τις χειροπιαστές παρουσιάσεις των έργων της και σε επόμενες της κυκλοφορίες, καταλαβαίνουμε εύκολα πως οι Faust λειτουργούσαν εκ πεποιθήσεως άκρατα δημιουργικά. Σε τέτοιο βαθμό που η μουσική τους, αν κι έλαβε επαίνους για τη φύση της, ποτέ δεν αφορούσε ένα πιο ευρύ κοινό. Ας είναι όμως. Τόσο το κοσμοϊστορικό ντεμπούτο τους, όσο και το μεγαλύτερο σύνολο των κυκλοφοριών τους, με πρώτα και καλύτερα τα "The Faust Tapes" και "Faust IV" αποτελούν αριστοτεχνικά κομψοτεχνήματα μιας άλλης εποχής, τότε που η καλλιτεχνική έκφραση και η συνεχής υπερκέραση των δημιουργικών ορίων ήταν σημαντικότερα από μια εφήμερη, αλλά «κενή» εμπορική επιτυχία.

  • SHARE
  • TWEET