Οι αναλλοίωτες αξίες της δεύτερης ζωής

Η πορεία από το σιδηρούν παραπέτασμα ως το τέλος του κόσμου και την κορυφή

Από τον Χρήστο Καραδημήτρη, 05/03/2020 @ 16:21

Μοιάζει με μια από εκείνες τις μικρές ειρωνείες που συνηθίζει να στήνει η ίδια ζωή (από αυτές που επικαλείται ο Daniel στο "On A Tuesday") το ότι οι Riverside ζουν εδώ και λίγα χρόνια μια «δεύτερη ζωή».

Το γιατί έχουν αναγκαστεί να μεταβούν σε αυτή τη «δεύτερη ζωή» είναι λίγο-πολύ γνωστό σε όσους έχουν έστω μια επιδερμική σχέση με την πορεία και τα πεπραγμένα των Πολωνών progressive rockers. Ήταν περίπου πριν από πέντε χρόνια όταν ο κιθαρίστας κι εκ των ιδρυτικών μελών της μπάντας, ο Piotr Grudzinski, άφησε πρόωρα τον μάταιο τούτο κόσμο και μάλιστα τότε είχα καταφέρει να γράψω ένα κείμενο ως ελάχιστο φόρο τιμής, προσπαθώντας να εκφράσω γιατί οι μουσικές των Riverside είναι τόσο σπουδαίες για μένα. Ευτυχώς, όταν το διαβάζω τώρα, δεν επαληθεύτηκαν κάποιες απαισιόδοξες προβλέψεις μου αναφορικά με το μέλλον της μπάντας.

H ειρωνεία οφείλεται στο γεγονός ότι το άλμπουμ με το οποίο επί της ουσίας συστήθηκαν στο ευρύτερο κοινό (και το οποίο κατά την ταπεινή μου άποψη στέκεται ακόμα στην κορυφή της εντυπωσιακής δισκογραφίας τους) έχει τον τίτλο "Second Life Syndrome". Μάλιστα, όταν ο ιθύνων νους της μπάντας, ο Mariusz Duda, μας μίλησε για το "Wasteland", δηλαδή το άλμπουμ που σήμανε την εκκίνηση της δεύτερης αυτής ζωής, παραδέχτηκε κι ο ίδιος τους παραλληλισμούς και την τρόπον τινά αυτοεκπληρούμενη προφητεία.

Έχουν περάσει αισίως δεκαπέντε χρόνια από όταν ο Thomas Waber μας τους συνέστησε με εκείνο το άλμπουμ, όπως έκανε (και συνεχίζει να κάνει) με σχεδόν όλη την αφρόκρεμα της prog μουσικής εδώ και 25 χρόνια. Δεκαπέντε χρόνια, επτά στούντιο άλμπουμ, ένα EP, ένα live DVD κι ένα ακόμα διπλό πειραματικό άλμπουμ μετά, οι Riverside παραμένουν σταθερά στο δυναμικό της Inside Out και πλέον θεωρούνται ως ένα εκ των σημαντικότερων και καλύτερων prog συγκροτημάτων της σύγχρονης εποχής. Σίγουρα μεταξύ των κορυφαίων.

Το πώς έφτασαν ως εδώ μπορεί κάποιος να το αντιληφθεί μέσα από τις δυο λέξεις που ξεχώρισε ο Duda στην ίδια συνέντευξη που αναφέρθηκε παραπάνω: «ταπεινότητα και συνέπεια».

Δυο λέξεις/αξίες που συνδέονται τόσο με την καταγωγή τους όσο και με το όραμά που είχαν:

«Πριν από είκοσι χρόνια η Πολωνία ήταν γεμάτη κόμπλεξ. Είχαμε διαρκώς αυτή την αίσθηση πως ό,τι κι αν κάνουμε δεν είναι αρκετά καλό. Το Σιδηρούν Παραπέτασμα δεν είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τη νέα γενιά, αλλά στις εποχές μας ήταν συνδεδεμένο με έναν αγώνα. Ξέραμε πως για να φτάσουμε στην επιτυχία έπρεπε να δουλέψουμε πιο σκληρά. Και επίσης ξέραμε πως ήταν κάτι που θα ερχόταν μακροπρόθεσμα. Οπότε, δεν είχαμε κάποια θέληση να γίνουμε διάσημοι από την αρχή, γνωρίζαμε πως χρειαζόταν να το χτίσουμε σιγά-σιγά. […] Προσπαθούσαμε να είμαστε ταπεινοί, καθώς ξέραμε τη θέση μας στην ουρά, αλλά πάντα θέλαμε να γράψουμε δικά μας άλμπουμ. Πάντα θέλαμε να δημιουργήσουμε κάτι δικό μας, δεν θέλαμε να προσποιούμαστε πως είμαι κάποιοι άλλοι.»

Ομολογώ πως όταν ανακαλύπτω ότι πίσω από τις αγαπημένες μου μουσικές βρίσκονται άνθρωποι με ήθος κι αξίες σαν αυτά που μοιάζει να πρεσβεύει ο Duda - έστω κι αν αποτυπώνονται μέσα από τα λεγόμενα σε μια συνέντευξη - νιώθω ακόμα μεγαλύτερο δέσιμο και ταύτιση με αυτές. Οι Riverside αποτελούν ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα, καθώς μέσα από τη μουσική τους, τους στίχους τους, τη στάση τους απέναντι στην τέχνη τους, τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισαν τις δυσκολίες και εν τέλει μέσα από την ταπεινότητα και τη συνέπειά που πάντα τους χαρακτήριζαν εξελίχθηκαν σταδιακά σε ένα από τα σημαντικότερα κομμάτια του μουσικού μου σύμπαντος. Οι εμπορικοί όροι προφανώς και δεν παίζουν απολύτως καμία σημασία σε τέτοιου είδους συμπεράσματα, αλλά κανείς δεν μπορεί να μου αλλάξει τη γνώμη ότι οι Πολωνοί είναι ένα εκ των καλύτερων πραγμάτων που συνέβησαν στη μουσική τα τελευταία 15 χρόνια.

Μετά την κυκλοφορία του πέμπτου στούντιο άλμπουμ τους "Shrine Of New Generation Slaves" - το οποίο είναι ένα εκ των δέκα αγαπημένων άλμπουμ μου για την προηγούμενη δεκαετία - ο Duda μας είχε πει ότι θα ερχόταν στην Ελλάδα ακόμα κι αν ήταν να παίξει μπροστά σε 100 άτομα. Ευτυχώς, λίγους μήνες αργότερα, ο κόσμος ήταν αρκετά περισσότερος, αλλά - επιτρέψτε μου να πω - όχι όσος θα τους άξιζε. Ακόμα περισσότερο επειδή μας χάρισαν μια εκθαμβωτική εμφάνιση, την οποία θα την τοποθετούσα ανάμεσα στις πέντε καλύτερες συναυλίες που παρακολούθησα εντός συνόρων την προηγούμενη δεκαετία.

Πέρασαν σχεδόν επτά χρόνια από εκείνη την επίσκεψή τους και ελπίζω αυτή τη φορά να έχουν τον κόσμο που τους αξίζει. Παρά το ότι έχουν αλλάξει τόσα πολλά πράγματα στο μεσοδιάστημα, κάποιες αξίες παραμένουν αναλλοίωτες ακόμα και στη δεύτερη ζωή τους.

  • SHARE
  • TWEET