Riot V: «Πρέπει να ρωτήσετε τους Judas Priest!»

Μιλήσαμε με τους Mike Flyntz, Frank Gilchriest και Τodd Michael Hall για τον νέο δίσκο των Riot V, το "Thundersteel", το "Painkiller", τον Mark Reale και τον Mighty Tior

Από τον Θοδωρή Ξουρίδα, 04/04/2018 @ 12:12

Oι πρωτεργάτες του μελωδικού heavy/power metal Riot V, ή απλά Riot για τους παλιούς οπαδούς, φαίνεται ότι βρίσκονται σε μια από τις καλύτερες φάσεις τις καριέρας τους, καθώς ανήκουν πλέον σε μια μεγάλη δισκογραφική εταιρεία και είναι έτοιμοι για την διάθεση του νέου τους δίσκου "Armor Of Light", ο οποίος φαίνεται πως μπορεί να συνεχίζει ένα πολύ καλό σερί κυκλοφοριών.

Μετά την προακρόαση του δίσκου και πριν τη συναυλία της μπάντας τον περασμένο Δεκέμβριο στην Αθήνα, είχαμε την ευκαιρία να συνομιλήσουμε με τρία από τα πέντε μέλη, ήτοι τον lead κιθαρίστα Mike Flyntz, τον ντράμερ Frank Gilchriest και τον τραγουδιστή Τodd Michael Hall. Πολύ φιλικοί και με αρκετά καλή διάθεση, οι Αμερικανοί τοποθετήθηκαν αναλυτικά σε μια σειρά από πολύ ενδιαφέροντα ζητήματα.

Εκτός από τον διάδοχο του "Unleash The Fire" και το δισκογραφικό συμβόλαιο με τη Nuclear Blast, η κουβέντα περιελάμβανε ακόμη το ιστορικό "Thundersteel", τη θρυλική μασκότ Mighty Tior, τη μουσική σκηνή της Νέας Υόρκης, τον αείμνηστο Mark Reale, τις συναυλίες και βεβαίως το instant classic "Take Me Back". Η συνέχεια ευθύς αμέσως στις οθόνες σας.

Riot V

Πώς είστε; Νομίζω αρκετά κουρασμένοι.

Mike Flyntz: Είχαμε οκτώ δύσκολες μέρες στον δρόμο χωρίς να έχουμε κοιμηθεί ακόμη. Κοιμόμαστε δύο περίπου ώρες το πρωί και συνήθως μία ώρα πριν τις συναυλίες. Ίσως να μπορέσουμε να κοιμηθούμε σε δυο τρεις μέρες.

Δύσκολο πράγμα! Βρίσκεστε στο μέσο μιας μίνι περιοδείας προ της κυκλοφορίας του νέου δίσκου. Πώς προέκυψε αυτό;

Τodd Michael Hall: Νομίζω πως αρχικά, πριν τον σχετικό σχεδιασμό, πιστεύαμε ότι ο δίσκος θα είχε ολοκληρωθεί, αλλά απλά δεν έγινε έτσι. Οπότε προηγουμένως πιστεύαμε ότι αυτή ίσως είναι η περιοδεία μετά την κυκλοφορία του δίσκου, αλλά προστέθηκαν συναυλίες και είπαμε να το δούμε ως ένα μικρό διάλειμμα όπου θα είχαμε την ευκαιρία να βγούμε και να παίξουμε. Ήταν ωραία γιατί δώσαμε ακριβώς οκτώ συναυλίες, που είναι και το περισσότερο που έχουμε παίξει σε τόσο περιορισμένο χρονικό διάστημα. Ήταν κουραστικό αλλά ταυτόχρονα πολύ διασκεδαστικό.

Υπάρχουν πλάνα για άλλη περιοδεία μετά την κυκλοφορία;

Τ.M.H.: Ναι, ελπίζουμε να παίξουμε πολύ περισσότερο όταν κυκλοφορήσει ο δίσκος. Έχουμε ήδη κλείσει μερικές συναυλίες στην Ιαπωνία για τον Μάρτιο, αλλά και μερικά φεστιβάλ για το 2018, όπως το Headbangers Open Air.

Μου φαίνεται ότι με άκουσαν να τραγουδάω και είπαν απλά ότι έπρεπε να μας έχουν!

Σε σχέση με τον νέο δίσκο τώρα, πώς προέκυψε το συμβόλαιο με την Nuclear Blast;

Τ.M.H.: Μου φαίνεται ότι με άκουσαν να τραγουδάω και είπαν απλά ότι έπρεπε να μας έχουν! (γέλια!)

M.F.: Είχαμε δει την περίπτωση, αλλά η συγκυρία δεν ήταν ποτέ η κατάλληλη, νομίζω όμως ότι με την επιτυχία του "Unleash The Fire" και των εμφανίσεων μας στα φεστιβάλ, ενδιαφέρθηκαν πραγματικά για εμάς.

Frank Gilchriest: Έμαθα ότι υπήρχε κάποια ιστορία. Είχαμε μια προηγούμενη δισκογραφική εταιρεία η οποία επρόκειτο να κυκλοφορήσει αυτόν τον δίσκο, αλλά εξαρχής ήταν μόνο ενδεχόμενο. Είπαν ότι η Nuclear Blast θα έκανε την διανομή του δίσκου για εκείνους, και αυτό ήταν από τους λόγους που κάναμε την συμφωνία με με αυτή την εταιρεία. Κατόπιν παίζαμε το καλοκαίρι στο φεστιβάλ Bang Your Head Festival και οι άνθρωποι της Nuclear Blast βρίσκονταν εκεί. Κάποιος είπε σε έναν τους «ανυπομονώ να κάνουμε εδώ τον νέο μας δίσκο, ευχαριστούμε για την διανομή του» και απαντούν «για ποιό πράγμα μιλάς;». Τους λέμε ότι θα κάναμε αυτόν τον δίσκο με τον συγκεκριμένο υπο-πωλητή και μας λέει ότι εσείς έχετε αναλάβει την διανομή του, και απαντούν ότι δεν γνωρίζουν καθόλου για ποιό πράγμα μιλάμε. Αυτό ξεκινήσαμε μια κουβέντα μαζί τους, και νομίζω μας απάντησαν κάτι σαν «ίσως θα έπρεπε να έλθετε πρώτα σε εμάς, εφόσον θέλετε να κάνουμε την διανομή του δίσκου». Τότε πήγαμε στον τύπο και του είπαμε ότι στην Nuclear Blast ισχυρίζονται πως δεν γνωρίζουν τίποτα για την διανομή του δίσκου και μας λέει «εντάξει, μην ανησυχείτε γι’ αυτό, θα το κανονίσω αργότερα και θα κάνω μαζί τους την διανομή». Τότε σκεφτήκαμε ότι μάλλον αυτός ο τύπος δεν ήταν ειλικρινής μαζί μας, απομακρυνθήκαμε, και έτσι μπήκαμε σε συζητήσεις με Nuclear Blast, και ξεκινήσαμε από την αρχή μαζί τους.

M.F.: Στο Bang Your Head ήταν όλα πολύ θετικά, το ένα οδήγησε το άλλο, μιλούσαμε, μας είδαν να παίζουμε ζωντανά και υπογράψαμε σε εκείνους.

Riot V

Βάσει όσων άκουσα, πιστεύω ότι η Nuclear Blast συνεπάγεται και καλύτερη παραγωγή, ειδικά όσον αφορά τον ήχο στα τύμπανα, αλλά και γενικότερα.

M.F.: Πιστεύεις ότι η παραγωγή είναι καλύτερη; Είναι θέμα άποψης, εγώ πιστεύω ότι είναι πραγματικά καλή, σε ευχαριστώ.

Τ.M.H.: Δεν νομίζω ότι η Nuclear Blast το ελέγχει όσο εμείς. Έχουμε έναν νέο παραγωγό με τον οποίον δουλέψαμε αυτή την φορά, τον Chris Collier.

M.F.: Έχουμε ένα παραγωγό που είναι γνώριμος της Nuclear Blast. Έχει κάνει πολλές δουλειές μαζί τους και τους αρέσει το έργο του. Αυτό επίσης βοηθά την από κοινού διαχείριση, οπότε ταιριάζουν πολλά μικρά κομμάτια.

Τ.M.H.: Είναι επίσης συνδυασμός. Ο παλιός παραγωγός μας, ο Bruno Ravel, έχει ανάμειξη και σε αυτόν τον δίσκο.

Ο βασικός πυρήνας της μουσικής ξεκινά συνήθως από τον Donnie ή τον Mike και κατόπιν οι υπόλοιποι βάζουμε τις επιρροές μας.

Σε σύγκριση με τα προηγούμενα άλμπουμ, δουλέψατε με διαφορετικό τρόπο όσον αφορά την σύνθεση και την ηχογράφηση;

M.F.: Όχι, ο τρόπος είναι σε μεγάλο βαθμό ο ίδιος. Γράφω κάποια μουσική και μετά απευθύνομαι στα παιδιά, ο Donnie (Van Stavern) έγραψε μερικά τραγούδια και μας τα έδωσε, όλοι ασχολούμαστε. Με τον Frank κάναμε το ίδιο, έκανε την δική του δουλειά, έφερε τα μέρη του και προσέφερε διαφορετικές ιδέες, αλλάζοντας τα δικά μου τραγούδια και του Donnie, και μετά πηγαίνουμε στον Todd, ο οποίος γράφει την πλειονότητα των στίχων.

Τ.M.H.: Ο βασικός πυρήνας της μουσικής ξεκινά συνήθως από τον Donnie ή τον Mike και κατόπιν οι υπόλοιποι βάζουμε τις επιρροές μας. Μετά βοηθάω με τους στίχους και κάποιες φωνητικές μελωδίες, αλλά όλοι συνεισφέρουμε ιδέες και φωνητικές μελωδίες.

M.F.: Ναι, ο Frank αλλάζει τα τραγούδια του Mike, εγώ λίγο του Donnie...

F.G.: Εκείνοι αλλάζουν τα δικά μου τύμπανα, εγώ τις κιθάρες τους...

Ο ήχος των Riot είναι χαρακτηριστικός και ξεχωριστός, οπότε δεν βρήκα σημαντικές διαφορές σε σχέση με τους προηγούμενους δίσκους. Πιστεύετε ότι υπάρχουν; Ίσως να είναι πιο ευθύς...

M.F.: Όχι, όχι...

Τ.M.H.: Άκουσες μόνο έξι από τα τραγούδια, και πιστεύω πως θα καταλάβεις την διαφοροποίηση στα υπόλοιπα έξι. Αυτά είναι τα πιο βαριά, εμείς τα ονομάζουμε «pounders».

M.F.: Θα ακούσεις πιο αργά, mid-tempo τραγούδια, υλικό διαφορετικό ως άκουσμα.

Τ.M.H.: Σε κάποιους θα φανεί ποικιλόμορφο, αλλά ταυτόχρονα προσπαθούμε να είμαστε πιστοί προς τους οπαδούς μας, νιώθουμε ότι καταλαβαίνουμε τι θέλουν να ακούσουν από εμάς. Ο Donnie έχει ένα συγκεκριμένο τρόπο που του αρέσει να γράφει, ο Mike το ίδιο...

M.F.: Αποφασίσαμε να βάλουμε στην προακρόαση ευθύ metal τραγούδια, όχι εκείνα που μπορεί να είναι κάπως διαφορετικά, τα κρατάμε για τον δίσκο.

F.G.: Επίσης αυτά τα τραγούδια προκύπτουν πρώτα κατά την σύνθεση.

M.F.: Είναι τα τραγούδια τύπου "Thundersteel". Τα υπόλοιπα είναι πιο πειραματικά, με διαφορετικό ρυθμό και groove. Θα ακούσεις αρκετό διαφορετικό υλικό.

Τ.M.H.: Δεν θέλαμε όμως να απομακρυνθούμε πολύ από το "Unleash The Fire", γιατί κατά κάποιον τρόπο αυτό είμαστε ως μπάντα, οπότε δεν νομίζω ότι πρόκειται να κάνουμε μεγάλη στροφή και κάτι εντελώς διαφορετικό. Ίσως να είναι μια μίξη του "Unleash The Fire" και του "Immortal Soul".

Πρέπει να να είναι ένα σύνολο καλών τραγουδιών, όχι απλά μουσικοί που παίζουν.

Η ουσία είναι νομίζω να γράφεις καλά τραγούδια, όχι απαραιτήτως άλλου τύπου τραγούδια. Τί κάνει λοιπόν ένα καλό τραγούδι;

M.F.: Αυτή είναι μία καλή ερώτηση. Αν μιλάμε για σύνθεση, όλη η ουσία είναι το τραγούδι. Όχι τα καλύτερα τύμπανα, το καλύτερο σόλο κιθάρας, τα πιο «ψηλά» φωνητικά. Είναι να έχεις ένα καλό τραγούδι, και αυτό είναι ένα πράγμα που μου είχε πει ο Mark Reale πριν από πολύ καιρό. Πρέπει να να είναι ένα σύνολο καλών τραγουδιών, όχι απλά μουσικοί που παίζουν.

Νομίζω πως έχετε και τα δύο!

M.F.: Σε ευχαριστώ!

Τ.M.H.: Νομίζω ότι πρόκειται για την μελωδία. Το μοναδικό βασικό πράγμα όσον αφορά την σύνθεση είναι οι αξιομνημόνευτες μελωδίες. Ο κόσμος τραγουδά τα κιθαριστικά riff και για εμένα αυτό είναι που τον παρασέρνει. Δεν έχει σημασία εάν το τραγούδι είναι γρήγορο ή αργό, σημασία έχει η μελωδία. 

Κάποιες φορές αρκούν ακόμη και οι σωστές λέξεις στο ρεφρέν για να κάνουν ένα καλό τραγούδι.

Τ.M.H.: Ναι, κάποιες φορές είναι μαγικό, δεν είναι μόνο η μελωδία, είναι και οι λέξεις.

M.F.: Πάντα πίστευα ότι δεν χρειάζεται να περιμένεις το ρεφρέν για να τραγουδήσεις. Γράφουμε ένα τραγούδι, ο Donnie γράφει ένα τραγούδι, με κουπλέ, γέφυρα, ρεφρέν, σόλο κιθάρας. Κάθε μέρος πρέπει να είναι καλό. Μερικές φορές έχουμε ένα τραγούδι με καλό ρεφρέν αλλά όχι καλό κουπλέ. Θα το αλλάξουμε μέχρι το κουπλέ να είναι από μόνο του καλό. Το είδες σήμερα, ακούς το πρώτο κουπλέ και λες «ναι!», δεν χρειάζεται να περιμένεις για το ρεφρέν. Ο Todd έχει γράψει σπουδαία πράγματα.

Πώς προέκυψαν τίτλος και εξώφυλλο;

Τ.M.H.: Βασικά θέλαμε να σκεφτούμε έναν τίτλο που θα οδηγούσε σε ένα καλό εξώφυλλο, και έτσι προέκυψε το "Armor Of Light". Η αρχική ιδέα ήταν μια μεγάλη ασπίδα, αλλά στον Donnie άρεσε η ιδέα να διατηρηθεί ο Mighty Tior και να κρατά ίσως την ασπίδα.

Η ιδέα με την φώκια ήταν ότι αντεπιτίθεται για να σκοτώσει τον εχθρό, για όλα όσα έχει κάνει η ανθρωπότητα στην φύση.

Μιας και το αναφέρουμε, σε πρώτη φάση, η φώκια πώς προέκυψε;

F.G.: Ήταν νομίζω πριν από 37 χρόνια. Κάποιοι πήγαιναν στην Ανταρκτική ή στον Βόρειο Πόλο, και σκότωναν τις μικρές φώκιες για την γούνα τους, που μετά πουλούσαν. Πάρα πολλοί, ανάμεσά τους και ο Mark Reale, είχαν εκνευριστεί πραγματικά, καθώς ήταν πολύ σκληρό. Η ιδέα με την φώκια ήταν ότι αντεπιτίθεται για να σκοτώσει τον εχθρό, για όλα όσα έχει κάνει η ανθρωπότητα στην φύση.

Τ.M.H.: Ήταν από τον πρώτο δίσκο το 1977. Υπήρχε μια διαμάχη τότε. Οι άνθρωποι σκότωναν τις φώκιες για την γούνα τους και ήταν ιδέα του καλλιτέχνη η φώκια να αντεπιτίθεται, και έτσι έγινε η μασκότ.

Riot V

Το 2018 έχουμε την 30ή επέτειο του "Thundersteel". Νομίζω ότι εσύ, Mike, μπήκες στο συγκρότημα μετά την κυκλοφορία του δίσκου, για την περιοδεία.

M.F.: Ναι, όταν μπήκα στους Riot, ηχογραφούσαν το "The Privilege Of Power", το είχαν σχεδόν τελειώσει. Κατά την διάρκεια των ηχογραφήσεων, ήρθε προσφορά από την Ιαπωνία για την πρώτη περιοδεία εκεί. Προέκυψε λοιπόν η Γιαπωνέζικη περιοδεία για το "Thundersteel", αλλά την περίοδο του "Thundersteel" υπήρχε μόνο ένας κιθαρίστας. Οπότε για τις ανάγκες της περιοδείας, ο Mark είπε «ας προσθέσουμε έναν ακόμη κιθαρίστα». Ένας φίλος μου από το σχολείο είπε «ο ξάδελφος μου ο Mark ψάχνει για κιθαρίστα, θα ξεκινήσουν δοκιμές», ήμουν στην πρώτη δοκιμή και μπήκα στο συγκρότημα. Όταν ήρθε να με δει, έπαιζα με μια μπάντα διασκευών. Μαζευτήκαμε σπίτι μου, μου είπε πως να παίξω το "Thundersteel", και αυτό ήταν, τελείωσε. Μέσα σε δύο μήνες, τον Δεκέμβριο του 1989, έπαιζα στην Ιαπωνία και από τότε βρίσκομαι στο συγκρότημα.

Πρέπει να ρωτήσετε τους Judas Priest!

Εκτός από ένα εκ των καλύτερων άλμπουμ, στο metal, στο power metal, ή στην δεκαετία του '80, το "Thundersteel" θεωρείται από κάποιους ως έναυσμα για το "Painkiller" των Judas Priest.

M.F.: Αποκλείεται! Μερικοί ισχυρίζονται ότι το επηρέασε, σωστά; Δεν ξέρω, έχω ακούσει κι εγώ τέτοιες φήμες, αλλά δεν είμαι σίγουρος. Δεν ξέρω, νομίζω ότι ισχύει.

F.G.: Έτσι φαίνεται ή πρόκειται για σύμπτωση.

M.F.: Πρέπει να ρωτήσετε τους Judas Priest! (γέλια!) Ρώτα τον Rob ή τον Glenn Tipton.

Φαίνεται ότι οι μουσικοί της Νέας Υόρκης αποτελούν μια μεγάλη οικογένεια, με αρχή τον Ronnie Dio και τους Elf, μετά τα μέλη των Manowar, των Virgin Steele και ούτω καθεξής, μέλη που πηγαινοέρχονται σε μπάντες. Τί πιστεύετε;

F.G.: Πρόκειται για μια μεγάλη πολιτεία με πολύ πληθυσμό, αλλά μου κάνει εντύπωση ότι όποτε αναφέρω κάποιον μουσικό, φαίνεται πως το Long Island έχει πάρα πολλούς που όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους.

M.F.: Νέα Υόρκη, Long Island, τα βόρεια της πολιτείας, οι Twisted Sister, οι Blue Oyster Cult, οι Dream Theater, ο Al Pitrelli από Savatage, Megadeth και Trans-Siberian Orchestra.

Τ.M.H.: Δεν ξέρω εάν πρόκειται τόσο για οικογένεια, αλλά ο κόσμος είναι μικρός.

F.G.: Είναι πάρα πολλοί οι διάσημοι μουσικοί από αυτή την περιοχή. Είναι νομίζω αυτό που λέμε Ανατολική Ακτή και Δυτική Ακτή.

Το ίδιο ισχύει και για το thrash metal, η σκηνή του Bay Area και η σκηνή της Νέας Υόρκης. Είναι όμως κάτι περισσότερο από σπουδαίους μουσικούς;

F.G.: Ειλικρινά, μπορεί να είναι ότι είναι σκληρό να ζεις στην Νέα Υόρκη. Είναι γρήγοροι οι ρυθμοί, πρέπει να δουλεύεις σκληρά, πρέπει να ζεις γρήγορα, και όλο αυτό συνεπάγεται αρκετό ανταγωνισμό ανάμεσα στους μουσικούς. Είναι ένας ανταγωνιστικός χώρος, και νομίζω ότι όλο αυτό παίζει σίγουρα ρόλο. Και υπάρχει πάρα πολύ εκπαίδευση στην μουσική.

M.F.: Όταν βρίσκεσαι σε νεαρή ηλικία και έχεις μεγαλώσει στην Νέα Υόρκη, εάν θέλεις να παίζεις σε club, ο πήχης βρίσκεται πολύ ψηλά. Όταν είσαι δεκατέσσερα ή δεκαπέντε και ακούς όλες αυτές τις μπάντες, πρέπει να «ανέβεις».

F.G.: Αυτό έκαναν οι Kiss. Οι Kiss έπαιζαν, δεν είχαν το μακιγιάζ και δεν μπορούσαν να πάνε πουθενά. Έπαιζαν σε μικρά μπαρ και δεν πήγαιναν πουθενά. Τότε αποφάσισαν να βάλουν μακιγιάζ και να αναδειχθούν. Προηγουμένως έπαιζαν τα ίδια τραγούδια και δεν τους πρόσεχαν. Έβαλαν μακιγιάζ, έλαβαν αναγνώριση, και τα υπόλοιπα είναι ιστορία.

M.F.: Όταν μεγαλώνεις και προσπαθείς να παίξεις στα club, όλες οι μπάντες διασκευών είναι εξαιρετικές. Είναι φοβεροί μουσικοί και αυτό σε αναγκάζει να «ανέβεις» και να γίνεις ο καλύτερος που μπορείς. Ίσως αυτή είναι η απάντηση, ίσως γι’ αυτό τόσοι πολλοί προέρχονται από την Νέα Υόρκη.

Κάποιος μου είχε πει «αμερικάνικη μπάντα μην την φοβάσαι όταν πρόκειται για συναυλία», επειδή για να έρθει στην Ευρώπη πρέπει να είναι ξεχωριστή.

F.G.: Ναι, ναι, καταλαβαίνω τι εννοείς.

M.F.: Το ίδιο πράγμα λέμε.

Είναι ένα όνειρο που γίνεται πραγματικότητα και είναι τρομερό που μετά από τόσα πολλά χρόνια, τόσο μεγάλα πράγματα θα μπορούσαν να συμβούν, καινούρια και συναρπαστικά.

Γενικότερα, πως πάνε τα πράγματα ως Riot V? Έχετε έναν νέο δίσκο σε μεγάλη εταιρία, συναυλίες που έρχονται, όλα φαίνονται καλά. Πώς νιώθετε εσείς;

M.F.: Νιώθω σαν να προσπαθώ να προετοιμαστώ για να πάω στην μάχη. Κάτι μεγάλο πρόκειται να συμβεί και προσπαθώ να προετοιμάσω τον εαυτό μου. Είναι ένα όνειρο που γίνεται πραγματικότητα και είναι τρομερό που μετά από τόσα πολλά χρόνια, τόσο μεγάλα πράγματα θα μπορούσαν να συμβούν, καινούρια και συναρπαστικά. Έχουμε τον δικό μας ήχο, έχουμε παραγωγό, μία υπέροχη δισκογραφική εταιρεία, τα ίδια μέλη στην μπάντα για τέσσερα-πέντε χρόνια, καθώς τα μέλη άλλαζαν συνεχώς για 28 χρόνια.

Ακούω από όλο και περισσότερους ότι οι Riot είναι πολύ υποτιμημένοι. Το καλό με αυτό είναι ότι όλο και περισσότερο ο κόσμος αντιλαμβάνεται ποιοι είναι οι Riot και τι αντιπροσωπεύουν.

F.G.: Παίξαμε στην Κρήτη και πολλοί ουσιαστικά δεν μας γνώριζαν. Ήρθαν απλά επειδή έμαθαν ότι είναι heavy metal συναυλία. Ήμασταν μετά στο μπαρ για ποτά και ο ένας μετά τον άλλον έρχονταν και έλεγαν «ρε φίλε, είχα ακούσει για εσάς, ήξερα το "Swords And Tequilla" αλλά όχι πολλά, βγήκα έξω απλά για να κάνω κάτι», και μετά «ουάου, τι μπάντα, Θεέ μου».

F.G.: Πολλοί είπαν «δεν ήξερα καν το συγκρότημα, αυτή είναι η αγαπημένη μου συναυλία». Έλεγαν «δεν ξέρουμε ποιοι είναι, αλλά είναι heavy metal συναυλία, οπότε ας πάμε» και εμείς αποκτήσαμε πολλούς νέους οπαδούς σε αυτήν την περιοδεία.

Riot V

Αυτό είναι υπέροχο. Πώς είναι ο κύριος Tony Reale (ο πατέρας του Mark); Αλήθεια πώς προφέρεται το όνομα;

M.F.: Προφέρεται «ρι-ά-λι». Τα πηγαίνει καλά. Θα γιορτάσουμε τα ενενηκοστά του γενέθλια τον Φεβρουάριο. Μακάρι να μπορούσα να μιλήσω στον Mark τώρα, γιατί όταν βγαίναμε σε περιοδεία τον θυμάμαι που έλεγε «πρέπει να αφήσω τον 62χρονο πατέρα μου σπίτι, είναι μεγάλος άνθρωπος». Μετά έλεγε «πώς θα βγούμε σε περιοδεία (ο Mark ζούσε με τον πατέρα του), πώς θα αφήσω το 70χρονο πατέρα μου, είναι μεγάλος άνθρωπος». Εάν ήξερα ότι θα γίνει 90 (δεν ήταν τόσο γέρος όταν ήταν 70), μακάρι να μπορούσα να πω στον Mark «μην ανησυχείς, τα πηγαίνει μια χαρά».

M.F.: Ο Mark αγαπούσε τις ταινίες, αγαπούσε τους Beatles, πράγματα εκτός του heavy metal.
F.G.: Δεν έχω πει αυτή την ιστορία σε κανέναν.

Σίγουρα είναι διαφορετικά για εσάς, αλλά και για εμάς είναι πολύ στενάχωρο ότι ένας τόσο ταλαντούχος μουσικός έχει «φύγει». Για να το αντιστρέψουμε λοιπόν, θα μπορούσατε να θυμηθείτε κάποια ευχάριστη στιγμή με τον Mark ή κάτι που θα τον έκανε να χαμογελάσει;

M.F.: Ήμασταν φίλοι εκτός μουσικής. Ήμασταν απλά φίλοι, καθόμασταν και ακούγαμε με τα ακουστικά μας το ίδιο πράγμα, βλέπαμε μια ταινία από την δεκαετία του '50. Ο Mark αγαπούσε τις ταινίες, αγαπούσε τους Beatles, πράγματα εκτός του heavy metal. Όταν βγαίναμε σε περιοδεία, είχαμε πάντα μαζί μας αθλητικά παπούτσια και σορτσάκια, οπότε όταν μπορούσαμε θα πηγαίναμε για τρέξιμο, είτε ήμασταν στο Texas, είτε στην Γερμανία - μια φορά χαθήκαμε στην Ιαπωνία ενώ κάναμε τζόκινγκ! Πράγματα εκτός μουσικής, ήμασταν καλοί φίλοι. Ο Mark ήταν κλειστός, δεν μιλούσε σε πολλούς, αλλά όταν σου μιλούσε ερχόταν πολύ κοντά σου και δεν σταματούσε.

F.G.: Ήταν σαν ένα λουλούδι, εφόσον ανοιγόταν, έτσι θα το περιέγραφα. Είχα μια σπουδαία στιγμή με τον Mark, θα παίζαμε θυμάμαι σε ένα φεστιβάλ στην Ιταλία, ήταν αμέσως μετά την επανασύσταση της μπάντας, δεν ξέραμε πόσο καλά θα λειτουργήσει, ήμουν καινούριος στην σύνθεση. Γυρίσαμε στα παρασκήνια και ο Mark είχε ένα τεράστιο χαμόγελο στο πρόσωπό του, τον κοίταξα και λέει κάτι σε στυλ «φίλε, ήταν τρομερή εμφάνιση, ήταν απίστευτο». Και του απαντάω «ναι ρε φίλε, ξεσκίσαμε αυτές τις ενορχηστρώσεις, αλλά να θυμάσαι ένα πράγμα, εσύ ήσουν που έγραψες όλα αυτά τα τραγούδια που θα παίζαμε σήμερα, οπότε αδελφέ σου βγάζω το καπέλο». Ανταλλάξαμε χειραψία και αυτή ήταν μια σπουδαία στιγμή δεσίματος. Δεν έχω πει αυτή την ιστορία σε κανέναν. Ήταν μια ήσυχη στιγμή ανάμεσά μας στα παρασκήνια, ήταν μια σπουδαία στιγμή. Έβγαζε από πάνω του την κιθάρα, χαμογελούσε και απλά μπορώ να πω ότι σκεφτόταν πως «ναι, θα δουλέψει».

Καθώς πλησιάζουμε στο τέλος, υπάρχει κάτι που θα θέλατε να πείτε στο ελληνικό κοινό;

Τ.M.H.: Σας ευχαριστούμε για όλη την αγάπη και την υποστήριξη. Ερχόμαστε εδώ και μετά λέμε στον κόσμο ότι οι Έλληνες οπαδοί είναι απλά τρελοί, ότι τραγουδάνε πιο δυνατά από όλους και ότι απλά είναι απίστευτοι. Δεν είναι καν η πρώτη τους γλώσσα και τραγουδάνε τους στίχους των τραγουδιών. Σε κάνει να αισθάνεσαι υπέροχα όταν ακούς έτσι τα τραγούδια σου, είναι φοβερό.

M.F.: Είναι πολύ ζεστοί άνθρωποι, σε αγκαλιάζουν, με φιλάνε άντρες και με σφίγγουν. Είναι τόσο παθιασμένοι με την μουσική, τραγουδάνε... Έβλεπα ένα video από την Θεσσαλονίκη και το τραγούδι τους ακουγόταν δυνατότερα από την μπάντα.

F.G.: Πάντοτε αγαπούσα τον Ελληνικό Πολιτισμό, την ιστορία, τους θεούς. Μεγάλο μέρος της δικής μας κοινωνίας στην Αμερική βασίζεται στις ιδέες, στον στοχασμό και στα κείμενα που προέρχονται από την Αρχαία Ελλάδα, οπότε πιστεύω ότι είναι απλά υπέροχο να βρίσκεσαι εδώ, να αποτελείς μέρος όλου αυτού και να το νιώθεις, τόσο κοντά και προσωπικά. Αυτό σκέφτομαι, αισθάνομαι ότι έχω επιστρέψει εκεί που σχεδόν όλα ξεκίνησαν, και νομίζω ότι έχει να κάνει αρκετά και με το heavy metal: Ο θρίαμβος, η τραγωδία, η νίκη, ο πόνος, τα δεινά, όλα όσα είμαστε, όλα μαζί σε ένα πράγμα, και νομίζω ότι εδώ είναι που πρακτικά το αισθάνεσαι αυτό περισσότερο από οπουδήποτε αλλού στον κόσμο.

Όλοι θέλουμε να είμαστε νεότεροι, σωστά; Όλοι θέλουμε να θυμόμαστε την εποχή που ήμασταν 20 χρονών.

Τελευταία ερώτηση. "Take Me Back": Τι το ιδιαίτερο έχει αυτό το τραγούδι;

F.G.: Το μέρος των τυμπάνων (γέλια!)

M.F.: Δεν ξέρω, καθόμουν στον καναπέ μου και προσπαθούσα να γράψω κάτι διαφορετικό. Όταν έγραψα την μουσική, ήθελα να κάνω ένα τραγούδι που να είναι μίξη του "Altar Of The King" και του "Doctor, Doctor" (γέλια), είμαι λιγάκι οπαδός του Schenker. Ήθελα αυτόν το ρυθμό και απλά σκέφτηκα να παίξω με το ρεφρέν. Είχα το ένα μέρος, μετά βρήκα την μελωδία, και ήθελα να το κάνω πραγματικά πάρα πολύ μελωδικό, αλλά δεν είχα τα λόγια, και έδωσα το τραγούδι στον Todd.

F.G.: Έκανες προηγουμένως την ερώτηση «τί κάνει ένα τραγούδι καλό» και αυτό είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα, γιατί ο Mark κι εγώ δουλέψαμε επάνω στην μουσική, και ήξερα ακόμη ποια πρόκειται να είναι η μελωδία και μου άρεσε, αλλά δεν ήμουν πραγματικά σίγουρος. Αλλά μετά, όταν ο Todd βρήκε τους στίχους -αναφέρθηκε προηγουμένως πως ταιριάζεις τους κατάλληλους στίχους με την κατάλληλη μελωδία και το κατάλληλο ρεφρέν- όταν επέστρεψε με τους στίχους, άκουσα τις τέσσερις πρώτες λέξεις και ήμουν σε στυλ «γαμώ, το απογείωσε, θα είναι απίστευτο».

Τ.M.H.: Νομίζω πως όταν ένα τραγούδι γράφεται με πάθος και καρδιά, ταιριάζει με εμένα που βρίσκομαι σε μια ηλικία όπου μπορώ να νοσταλγήσω την νιότη. Είμαι 48 ετών αυτή την στιγμή, όταν έγραψα το τραγούδι ήμουν 44, θέλω να πω πως είμαι μεγάλος, έχω γυναίκα και τρία παιδιά, οπότε μπορώ να αναπολήσω τα νιάτα μου, και αυτό είναι νομίζω που αγγίζει τόσο τον κόσμο. Οι στίχοι και το θέμα των στίχων, γύρισε τους ανθρώπους πίσω, όταν ήταν λίγο νεότεροι και πιο ξέγνοιαστοι. Είναι ένας σπουδαίος συνδυασμός. Μακάρι να ήξερα ακριβώς τι είναι, γιατί τότε θα το έκανα κάθε φορά που γράφω ένα τραγούδι.

M.F.: Όταν το παίζουμε αποτελεί ένα μαγικό κομμάτι των συναυλιών μας. Παίζουμε όλα τα heavy metal και είναι εντάξει. Μπορούμε να παίζουμε τα γρήγορα metal, μπορούμε να παίζουμε και αυτό.

Τ.M.H.: Μπορείς να δεις τύπους πιασμένους από τους ώμους να χοροπηδούν πάνω κάτω και να χορεύουν με αυτό το τραγούδι.

F.G.: Είναι ένα καθολικό μήνυμα, νομίζω για όλο τον κόσμο. Να αναπολείς μια πιο απλή περίοδο, όπου τα πράγματα ήταν πιο απλά, ξέγνοιαστη όπως ειπώθηκε, Ποιος δεν μπορεί να συνδεθεί με αυτό;

M.F.: Όλοι θέλουμε να είμαστε νεότεροι, σωστά; Όλοι θέλουμε να θυμόμαστε την εποχή που ήμασταν 20 χρονών.

Διαβάστε εδώ την κριτική του δίσκου "Armor Of Light" από τον Θοδωρή Ξουρίδα.

  • SHARE
  • TWEET