Black Foxxes: «Η μουσική που γράφουμε είναι δεδομένο ότι θα διχάζει»

Οι βρετανοί alt-rockers μας μιλούν για τη σκοτεινή πλευρά, τα ανεξάρτητα venue και την ιδανική διάρκεια ενός τραγουδιού

Από τον Αντώνη Μαρίνη, 14/12/2020 @ 14:30

Οι Black Foxxes δεν είναι το τυπικό σύγχρονο alternative rock σχήμα. Μπορεί πίσω στα πρώτα τους βήματα να λοξοκοιτούσαν προς τα ραδιόφωνα, όμως ήδη από τότε ήταν προφανές ότι αυτό δεν τους ήταν αρκετό. Μετά την επιτυχία του ντεμπούτου, και δη του "Husk", το τρίο ξέκοψε απότομα από τις εμπορικές λογικές. Αν θεωρήσουμε ότι τις ακολούθησαν πραγματικά ποτέ. Τέσσερα χρόνια μετά, με κάμποσες εμπειρίες και διαφορετικό line-up, η μπάντα δηλώνει παρούσα με το ομότιτλο LP της και δεν δείχνει καμία όρεξη να ζοριστεί για να χωρέσει σε μικρά, βολικά κουτάκια. Λίγο μετά την κυκλοφορία του δίσκου είχαμε την ευκαιρία να ρωτήσουμε τον ιθύνων νου Mark Holley και τον μπασίστα Jack Henley για τους περιορισμούς που (δεν) έβαλαν στη δημιουργική διαδικασία, τα single και τις εμμονές της βιομηχανίας.

Black Foxxes

Τα τελευταία δύο χρόνια άλλαξαν αρκετά πράγματα στους Black Foxxes· θα μπορούσατε να μας δώσετε μια ματιά εκ των έσω;

Jack: Αρχικά ο Mark με είχε πλησιάσει με κάποια τραγούδια που ήθελε να φτιάξει εκτός των Black Foxxes. Την ίδια περίοδο κι εγώ είχα μερικά που ήθελα να δουλέψω με κάποιον τραγουδιστή. Ο συγχρονισμός ήταν τέλειος. Είχαμε όλο αυτό το υλικό και πλέον μπορούσαμε να βοηθήσουμε ο ένας τον άλλο, να ανταλλάξουμε ιδέες. Ήταν μία απολύτως θετική διαδικασία, ο ένας πετούσε προτάσεις στον άλλο, και όλα κύλησαν πολύ γρήγορα.

Κάποια από αυτά τα κομμάτια τα τζαμάραμε με τον Finn (Mclean, ο νέος ντράμερ του σχήματος). Έτσι, όταν ο Tristan (Jane, πρώην μπασίστας) αποφάσισε να σταματήσει, ο Mark μου πρότεινε να τον αντικαταστήσω και να γίνω μέλος των Black Foxxes· προφανώς δέχθηκα. Μετά από λίγο καιρό αποχώρησε και ο Ant (Thornton, πρώην ντράμερ), οπότε από εκεί και πέρα ήταν μονόδρομος. Χαρήκαμε πολύ που ο Finn είπε το ναι και είναι μαζί μας!

Το πρώτο από τα νέα τραγούδια που κυκλοφορήσατε ήταν το "Badlands", ένα οχτάλεπτο θεοσκότεινο κομμάτι, πρακτικά το αντίθετο από αυτό που πολύς κόσμος έχει στο μυαλό του ως single. Το είχατε στο μυαλό σας ως δήλωση;

Jack: Όταν το ξεκινήσαμε όλο αυτό, συμφωνήσαμε σε ένα πράγμα. Θα κάναμε μόνο ό,τι έκανε τα τραγούδια να ακούγονται καλά σε εμάς. Θα βγάζαμε από το μυαλό μας όλους τους εξωτερικούς παράγοντες και τις προσδοκίες της βιομηχανίας. Υπάρχει κόσμος που προσπαθεί να γράψει κομμάτια με διάρκεια 3:20 επειδή «αυτή είναι η ιδανική διάρκεια του πετυχημένου τραγουδιού». Εμάς δεν μας ενδιαφέρει αυτό. Το συγκεκριμένο τραγούδι είναι μεγάλο και ακούγεται γαμημένα τέλειο.

Δεν είναι σπάνιο για καλλιτέχνες ή μπάντες που κυκλοφορούν κάτι νέο να δηλώνουν πως είναι ό,τι πιο διαφορετικό έχουν κάνει, αλλά νιώθω ότι με το "Black Foxxes" κάνατε ακριβώς αυτό.

Mark: Έτσι είναι, απολύτως. Θέλω να πω, υπάρχουν δύο δεκάλεπτα κομμάτια εκεί μέσα. Είναι σίγουρα ό,τι πιο φιλόδοξο έχουμε κάνει ως τώρα, και είμαι βέβαιος ότι θα υπάρξουν και αρνητικές αντιδράσεις. Για να είμαι ειλικρινής, αυτός ο δίσκος είναι η αρχή για το πού αυτή η μπάντα μπορεί να πάει, και πιστεύω ότι θα πάει. Είναι η τέλεια μετάβαση για να δείξουμε έναν νέο ήχο, χωρίς να ξεφύγουμε τόσο πολύ. Στο επόμενο άλμπουμ θα πάμε άλλο ένα βήμα μπροστά.

Η δημιουργία του δίσκου λειτούργησε σαν θεραπεία

Από την οπτική μου, ο τρόπος που συνδυάζετε τους στίχους με τη μουσική σας έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Ποιο από τα δύο έρχεται πρώτο;

Mark: Στο 90% των περιπτώσεων η μουσική είναι πρώτη. Αφού υπάρχει αυτή, συνήθως αρχίζω να ψιθυρίζω μελωδίες και να σχηματίζω λέξεις που κατά κάποιον τρόπο μου βγάζουν νόημα. Η δημιουργία του δίσκου λειτούργησε σαν θεραπεία κατά κάποιον τρόπο αυτή τη φορά, ιδιαίτερα στο κομμάτι της συγγραφής των στίχων. Είχαμε τη μουσική έτοιμη, πατούσα το κουμπί της εγγραφής, άρχιζα να κλαίω στο μικρόφωνο (σ.σ. "wailing into the mic") και αυτό ήταν!

Black Foxxes

Ένα από τα κομμάτια του δίσκου που μου κόλλησαν με τη μία ήταν το "Drug Holiday", και νομίζω ότι μέχρι ένα βαθμό βοήθησε και το παράξενο αλλά cool βίντεο.

Jack: Αυτό ήταν κάτι για το οποίο ευθύνεται εξολοκλήρου ο Finn! Η ιδέα και η υλοποίηση, όλα είναι δικά του, και τα έσπασε. Το λατρεύω αυτό το βίντεο. Είναι creepy, είναι αστείο, και κυρίως είναι οπτικά ωραίο.

Η ισορροπία ανάμεσα στο σκοτάδι και το φως στο "Swim" είναι απίστευτη, και αυτό είναι κάτι που γενικά ισχύει στις δουλειές σας. Σε ποια πλευρά νιώθεις ότι κλίνει περισσότερο η μουσική σας;

Mark: Αυτή είναι μία υπέροχη ερώτηση. Η ειλικρινής απάντηση είναι «στη σκοτεινή πλευρά», αλλά στον καινούριο δίσκο πιστεύω ότι υπάρχει τόσο πολύ φως που η ισορροπία δεν ξεχωρίζει τόσο εύκολα. Το συγκεκριμένο τραγούδι που ανέφερες είναι το καλύτερο παράδειγμα. Ακροβατεί ανάμεσα σε αυτές τις δύο πλευρές, πηγαίνει μία στο φως και μία στο σκοτάδι μέχρι τελικής πτώσης, και τελικά καταλήγει σε μία χαοτική έκρηξη. Το λατρεύω που το έπιασες!

Αν έχω καταλάβει σωστά για ακόμα μια φορά συνεργαστήκατε με τον Adrian Bushby για την παραγωγή.

Mark: Ο Ade είναι θεός. Είχε κάνει τους πρώτους δύο δίσκους μας και θεωρήσαμε πως με τη νέα κατεύθυνση, θα ήταν καλό να έχουμε μαζί μας κάποιον που να ξέρει τον ήχο των Black Foxxes και να μπορεί να τον αποδώσει. Το μυστικό μας όπλο αυτή τη φορά ωστόσο ήταν ο George Perks. Δούλεψε μαζί με τον Ade σε πολλά σημεία της παραγωγής, και το work ethic του είναι απίστευτο. Ο τύπος είναι πραγματική ιδιοφυΐα και μοιραστήκαμε πολλές παράξενες, υπέροχες ιδέες. Η ηχογράφηση αυτού του άλμπουμ ήταν ό,τι καλύτερο έχω κάνει, ειλικρινά.

Αν και δεν θα το χαρακτήριζα ακριβώς χαρούμενο, το "Jungle Skies" μου άφησε μία πολύ θετική αίσθηση. Ποια ήταν η έμπνευση πίσω από αυτό;

Mark: Αυτό το τραγούδι το έγραψα την εβδομάδα πριν ξυρίσω το κεφάλι μου (σ.σ. πριν μερικούς μήνες ο Holley διαγνώστηκε με νόσο του Crohn). Έχει να κάνει με την κατάθλιψη, αλλά και με την ανακούφιση και το φως στην άκρη του τούνελ. Είναι πιθανότατα οι στίχοι για τους οποίους νιώθω περισσότερο χαρούμενος που κατάφερα να γράψω. Αντικατοπτρίζουν τέλεια το πώς ένιωθα εκείνες τις μέρες.

Την πρώτη φορά που άκουσα τα δύο τελευταία κομμάτια του δίσκου η εμπειρία ήταν σχεδόν υπερβατική. Συμβαίνουν τόσο πολλά πράγματα στη διάρκειά τους, με την καλή έννοια.

Jack: Θέλαμε κάθε τραγούδι να έχει κάτι δικό του, κάτι ξεχωριστό. Θέλαμε το σύνολο να έχει ροή και να ακούγεται ως κάτι ενιαίο, αλλά την ίδια στιγμή κάθε κομμάτι να έχει δικό του dna. Πιστεύω ότι το όμορφο με αυτά τα "Pacific" και "The Diving Bell" είναι ότι συμβαίνουν τόσα πολλά, αλλά ποτέ με τρόπο που να σε πετάνε έξω. Είναι όπως έλεγα νωρίτερα, αν μας ακουγόταν σωστό, δεν το αναλύαμε και απλά συνεχίζαμε. Δεν ακυρώναμε καμία ιδέα χωρίς πρώτα να την έχουμε δοκιμάσει.

Ένα καλό τραγούδι οφείλει να μπορεί να ξεχωρίσει μόνο του

Με δεδομένα τα θετικά σχόλια που είχαν το ντεμπούτο και το "Reiði", υπήρξε ποτέ πίεση για το επόμενο βήμα;

Mark: Nah, η μόνη στιγμή που ένιωσα πίεση μέχρι τώρα με τη μπάντα ήταν στον προηγούμενο δίσκο. Εκείνο όντως μου είχε φανεί δύσκολο, γιατί το πρώτο άλμπουμ είχε πάει καλά εμπορικά και υπήρχαν προσδοκίες. Σε τελική ανάλυση πλέον η μουσική που γράφουμε είναι δεδομένο ότι θα διχάζει τον κόσμο, οπότε είμαστε προετοιμασμένοι για αυτό. Από τη στιγμή που εμείς οι ίδιοι αγαπάμε αυτό που φτιάχνουμε, ξέρουμε ότι αυτό είναι και το μόνο που έχει σημασία.

Black Foxxes

Ακούγοντας τα άλμπουμ σας κάθε φορά νιώθω ότι είναι φτιαγμένα για να ακούγονται από την αρχή ως το τέλος, αλλά ακούγοντας μεμονωμένα τραγούδια σας το νόημα είναι ακόμα εκεί. Θα έλεγες ότι η προσέγγισή σας είναι περισσότερο προς τον δίσκο ή τα κομμάτια;

Jack: Μιλώντας για τον νέο δίσκο, θα έλεγα και τα δύο. Ένα καλό τραγούδι οφείλει να μπορεί να ξεχωρίσει μόνο του, αλλά πιστεύω ότι μέσα στη ροή του δίσκου πρέπει να δίνει μία επιπλέον δυναμική. Επενδύσαμε πολύ κόπο και χρόνο στα τραγούδια αυτού του άλμπουμ και στον τρόπο που αυτά δένουν μεταξύ τους, και πραγματικά είμαστε υπερήφανοι για το τελικό αποτέλεσμα.

Δεν πάει πολύς καιρός, Mark, που κυκλοφόρησες μερικές σόλο δουλειές. Πόσο διαφορετική ήταν η διαδικασία από το γράψιμο και τις ηχογραφήσεις για τους Black Foxxes;

Mark: Ήταν πολύ διαφορετική. Το ακουστικό EP το ηχογράφησα μόνος μου και συνεργάστηκα με τον George Perks για τη μίξη, και η όλη διαδικασία ήταν σαν κάθαρση, το να δημιουργήσω κάτι εντελώς μόνος μου. Η συνεργασία με τον Tom (Ridley) από τους Poisonous Birds από την άλλη ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό. Ήταν πολύ διασκεδαστική η συγγραφή, έχοντας στο επίκεντρο τα synths και την παραξενιά (σ.σ. "synths and oddness"). Δεν υπήρχαν κανόνες ή δομές, ήταν τελείως καλλιτεχνικό. Είμαι πολύ χαρούμενος με αυτές τις κυκλοφορίες.

Το βασικότερο που πρέπει να μας ανησυχεί αυτή τη στιγμή είναι οι ανεξάρτητοι χώροι

Εδώ και χρόνια οι ρωγμές στη μουσική βιομηχανία ήταν ορατές, αλλά με την παρούσα κατάσταση τα πράγματα μοιάζουν δυσκολότερα από ποτέ. Ποια είναι η οπτική σας;

Jack: Προσπαθώ να είμαι θετικός. Αλλά ομολογουμένως όσο περισσότερο η βιομηχανία κολλάει εμμονικά στο να βγάζει χρήματα και οι πηγές του χρήματος μικραίνουν, τόσο λιγότερο θα δοκιμάζονται πράγματα, και είναι πραγματικά κρίμα. Εκεί έξω υπάρχουν φανταστικές μπάντες με τρομερές ιδέες, αλλά ποτέ δεν θα λάβουν την αναγνώριση και τις ευκαιρίες που αξίζουν, γιατί κανείς δεν θέλει να ρισκάρει. Σχετικά με την παρούσα κατάσταση, πιστεύω ότι το βασικότερο που πρέπει να μας ανησυχεί αυτή τη στιγμή είναι οι ανεξάρτητοι χώροι, τα μικρά venues. Όταν τελειώσει όλο αυτό, είναι σημαντικό να είμαστε εκεί και να τους στηρίξουμε έμπρακτα, όσο περισσότερο γίνεται. Να τους βοηθήσουμε να σταθούν ξανά στα πόδια τους. Θέλω να πιστεύω ότι το κοινό διψάει και όλα θα πάνε καλά.

Έχοντας τις γνώσεις που έχεις σήμερα, αν γύριζες πίσω στο χρόνο για να δώσεις μία συμβουλή στον εαυτό σου, ποια θα ήταν αυτή;

Jack: Απλά κάνε αυτό που θέλεις. Αν πιστεύεις ότι κάτι ακούγεται ωραία, υπάρχει μία καλή πιθανότητα να πιστεύει το ίδιο και κάποιος ακόμα.

  • SHARE
  • TWEET