Black Foxxes

Black Foxxes

Spinefarm (2020)
Από τον Αντώνη Μαρίνη, 27/10/2020
Απολαυστικό, βροχερό alternative
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Όταν η κουβέντα πάει προς την κατεύθυνση του εναλλακτικού rock, είναι πάντα καλό να υπάρχει χώρος για μια υποσημείωση. Στο πέρασμα του χρόνου, για μια μεγάλη μερίδα του κοινού ο όρος έχει συνδεθεί άρρηκτα με μεγάλα ραδιοφωνικά hits. Με τις ταχύτητες που τρέχει ο κόσμος και τον τρόπο που λειτουργεί η μουσική βιομηχανία, αυτό δεν είναι παράλογο. Από την άλλη, υπήρξε ένας καιρός που ο χαρακτηρισμός συνόδευε σχεδόν αυστηρά μουσικές που ηχούσαν εντελώς αντίστροφα. Οι Black Foxxes μπορεί να μετρούν λιγότερο από μια δεκαετία ύπαρξης, ωστόσο σε εκείνα τα χωράφια κινούνται.

Τα πρώτα τους βήματα εκ των υστέρων ίσως μοιάζουν κάπως παραπλανητικά. Δεν είναι ότι ξεκίνησαν με βαρύγδουπες δηλώσεις ή κάποιο εξωπραγματικό hype. Ο συνδυασμός ανεξάρτητου στησίματος, με grunge αναφορές και λίγο από τον πάντα καλοδεχούμενο βρετανικό αέρα, ωστόσο, ήταν αρκετός για να κάνει το "I'm Not Well" να ξεχωρίσει και να ανεβάσει τις προσδοκίες. Ο ιθύνων νους του σχήματος, Mark Holley, από τότε φαινόταν ότι απείχε μίλια από τον μέσο επίδοξο ροκ σταρ. Κοιτώντας τον τέσσερα χρόνια αργότερα, οποιοσδήποτε μάνατζερ ή εκπρόσωπος πολυεθνικής θα μιλούσε για μεγάλη χαμένη ευκαιρία.

Ούτε αρένες, ούτε διαφημισμένες συνεργασίες, ούτε δίσκοι στις κορυφές των charts, ούτε βίντεο-υπερπαραγωγές. Διάολε, το πρώτο δείγμα που κυκλοφόρησε από το τρίτο, ομότιτλο άλμπουμ ήταν ένα κομμάτι διάρκειας οκτώμισι λεπτών. Το "Badlands" είναι ζωντανός εφιάλτης για τον μέσο ραδιοφωνικό σταθμό. Χωρίς εξόφθαλμη κουπλέ-ρεφρέν δομή, με ξεσπάσματα και μαυρισμένους-αλλά-όχι-ακριβώς-γοητευτικούς στίχους. Κοιτώντας αποστασιοποιημένα, η κατεύθυνση μόνο παράλογη δεν είναι. Η όποια προφανής εμπορικότητα είχε ήδη εγκαταλείψει το καράβι από το προ διετίας "Reiði". Από τότε τα πράγματα δεν πήγαν ακριβώς καλά για τον Holley.

Με την ταμπέλα της νέας μεγάλης ελπίδας να ξεβάφει, τη μπάντα να δίνει μάχη για επιβίωσή, και τον ίδιο διαγνωσμένο με νόσο του Crohn, το τελειωτικό χτύπημα ήρθε με τα 2/3 του αρχικού line-up να αποχωρούν. Κι αν η προφανής λύση θα ήταν κάτι ανάμεσα σε επιστροφή στις ρίζες και εύπεπτα ακουστικά χιτάκια (δοκιμασμένο), ο μπροστάρης/συνθέτης έχοντας πλέον δίπλα του τους Jack Henley και Finn Mclean κάνει του κεφαλιού του και ρίχνει ακόμα περισσότερο γκρίζο στο καζάνι. Από τους ψίθυρους του "Drug Holiday" στα εφέ του "My Skin" κι από εκεί στη στιχουργική διπολικότητα του "Swim", δεν υπάρχει το παραμικρό δείγμα επιτήδευσης.

Στην τρίτη του απόπειρα το σχήμα ακούγεται άλλοτε φωτεινό και ήρεμο, άλλοτε γεμάτο οργή και ένταση· όπως η πραγματική ζωή. Ο ιδιότροπος alternative ήχος είναι ακόμα παρών, με όλα τα αναμενόμενα ραβασάκια στον Robert Smith και τα κλεφτά χαμόγελα προς την PJ Harvey. Το "Jungle Skies" είναι ό,τι πιο κοντά στο ντεμπούτο, χωρίς να ξεπατικώνει. Το σβήσιμο του "Diving Bell" με τα πνευστά και το "God bless universal depression" έρχεται σαν κάθαρση. Το "Black Foxxes" μοιάζει καταδικασμένο να γίνει cult classic. Αν ρωτάτε εμένα, αυτό είναι ένα από τα ωραιότερα πράγματα που μπορεί να πετύχει οποιοδήποτε καλλιτεχνικό έργο.

  • SHARE
  • TWEET