Dizzy Mizz Lizzy

Alter Echo

Sony Music (2020)
Από τον Χρήστο Καραδημήτρη, 26/11/2020
Ποιοτικό και μελωδικό, το εναλλακτικό hard rock που παίζουν οι Dizzy Mizz Lizzy δεν το βρίσκεις εύκολα στις ημέρες μας
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Τους Δανούς Dizzy Mizz Lizzy δεν τους βοηθάει ιδιαίτερα το όνομα που έχουν επιλέξει, η αλήθεια είναι. Αλλά, δεν τους εμπόδισε κιόλας από το να σημειώσουν σημαντικά επιτυχία στη χώρα τους και στην Ιαπωνία, με τα δυο άλμπουμ που κυκλοφόρησαν τη δεκαετία του '90, τα οποία έφτασαν να πουλήσουν εξαψήφιους αριθμούς αντιτύπων. Σε οποιοδήποτε άλλο μέρος, βέβαια, έμειναν σχεδόν όσο άγνωστοι είναι και σήμερα.

Με τις μουσικές τους ήρθα για πρώτη φορά σε επαφή μετά από σύσταση φίλου - και μεγάλου μύστη του μελωδικού rock - όταν επέστρεψαν μετά από είκοσι χρόνια δισκογραφικής απουσίας, με το "Forward In Reverse" του 2016 και μου έκαναν πολύ καλή εντύπωση. Παρόλα αυτά, μέσα σε αυτή την τρελή χρονιά που βιώνουμε, επί σχεδόν οκτώ μήνες αγνοούσα ότι κυκλοφόρησαν νέο άλμπουμ τον περασμένο Μάρτιο. Κάλλιο αργά παρά ποτέ, όμως, γιατί στο "Alter Echo" δεν αξίζει να περάσει απαρατήρητο.

Ειλικρινά, δυσκολεύομαι να κατατάξω επακριβώς την ηχητική προσέγγιση των Dizzy Mizz Lizzy. Κάπου ανάμεσα στο hard rock και στο alternative rock, κλίνοντας περισσότερο προς το πρώτο, επιτυγχάνουν μια ιδανική ισορροπία μεταξύ μελωδίας και δυνατών riff. Όντας τρίο, οι Δανοί δεν αναλώνονται ιδιαίτερα σε πειραματισμούς ή πολύ φορτωμένες ενορχηστρώσεις, αλλά παρόλο που εστιάζουν σε δομικά συστατικά του rock songwriting, αποφεύγουν να αναπαράγουν κλισέ δομές ή φόρμουλες στα τραγούδια τους.

Η riffάρα του "In The Blood" σε πιάνει με τη μια και οδηγεί το τραγούδι καθόλη τη διάρκειά του, ενώ στο "Boy Doom" ο τραγουδιστής/κιθαρίστας και βασικός συνθέτης της μπάντας, Tim Christensen, βρίσκει χώρο να επιδείξει και τις αξιόλογες lead ικανότητές του σε μια επίσης πολύ δυναμική σύνθεση. Όμως είναι στο αργό, σκοτεινό και υπέροχο "The Middle" που θα συστηθεί για τις συνθετικές και ερμηνευτικές του αρετές σε όσους δεν τον ξέρουν, αποτελώντας την ωραιότερη κατ’ εμέ σύνθεση του άλμπουμ.

Εν συνεχεία, το πιο άμεσα hard rocking "California Rain" αν και συμπαθές μου αφήνει την αίσθηση ότι ήθελε μια φωνή σαν του Myles Kennedy για να το απογειώσει, καθώς η φωνή του Christensen είναι μεν πολύ μελωδική, αλλά και αρκετά ιδιαίτερη. Για το τέλος βρίσκουμε το σχεδόν 23λεπτο και τουλάχιστον εντυπωσιακό "Amelia", το οποίο χωρίζεται σε πέντε επιμέρους μέρη/τραγούδια. Από τις μελωδίες και τους αρπισμούς του "Nothing They Do They For You" στα καλπάζοντα riff του δυναμικού "The Path Of Least Existence" κι από τους εκ νέου αρπισμούς του πιο ήπιου "Lights Out" στην αύξηση της έντασης του εντυπωσιακού "All Saints Are Sinners" κι ως το μελωδικό instrumental πανέμορφο σβήσιμο του "Alter Echo", το σύνολο του "Amelia" καταφέρνει μέσα από ένα rollercoaster δυναμικών και εντάσεων να κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον και να οδηγεί στην ολοκλήρωση της ακρόασης του άλμπουμ πριν καλά-καλά το καταλάβεις.

Δηλώνω ως και εντυπωσιασμένος από την ποιότητα, τη μεστότητα και τη συνοχή του τέταρτου άλμπουμ των Dizzy Mizz Lizzy. Κι ακόμα περισσότερο, διότι καταφέρνουν να ξεχωρίσουν χωρίς να το προσπαθούν ούτε μέσα από νεωτερισμούς, ούτε με διάφορα σύγχρονα τρικ, αλλά την ίδια στιγμή χωρίς να ακούγονται αναχρονιστικοί. Αυτό το κάτι σαν εναλλακτικό hard rock που παίζουν δεν το συναντάς συχνά στις μέρες μας κι ακόμα πιο σπάνια είναι τόσο ποιοτικό και πειστικό.

  • SHARE
  • TWEET