The BuzzDealers: «Γράφουμε τραγούδια γιατί νιώθουμε ότι έχουμε κάτι σημαντικό να πούμε»
Το τετραμελές indie/garage σχήμα από Αθήνα παρουσιάζει τον εξαιρετικό δεύτερο δίσκο "Radiant Frequencies"
Ο εξαιρετικός δεύτερος δίσκος των The BuzzDealers με τίτλο "Radiant Frequencies" αποτέλεσε την ιδανική ευκαιρία για να επικοινωνήσουμε με το τετραμελές indie/garage σχήμα με έδρα την Αθήνα, ώστε να μας παρουσιάσουν τις βασικές πτυχές της δημιουργικής διαδικασίας και τα βασικά χαρακτηριστικά της πορείας τους μέχρι σήμερα.
Το κοινό της πρωτεύουσας θα έχει μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να βιώσει εκ του σύνεγγοις την συγκεκριμένη μουσική πρόταση, καθώς το ερχόμενο Σάββατο 22 Νοεμβρίου, οι BuzzDealers θα παρουσιάσουν ζωντανά το "Radiant Frequencies" στο Aux Club με special guests τους Hiraeth, γιορτάζοντας παράλληλα τα δέκα χρόνια αδιάκοπης παρουσίας στη σκηνή.
Ο πρώτος δίσκος σας κυκλοφόρησε εν μέσω πανδημίας. Πώς ήταν η διαδικασία προώθησής του δεδομένων των αντικειμενικών δυσκολιών και πόσο ευχαριστημένοι είστε με την πορεία του;
Κοίτα, το timing ήταν… ροκ εν ρολ με την κακή του έννοια. Κυκλοφορήσαμε τον πρώτο δίσκο μέσα στην πανδημία, και αντί να τρέχουμε στούντιο, live, radios και τα σχετικά, βρεθήκαμε να κάνουμε promo από καναπέδες, webcams και άδειες αίθουσες.
Αλλά ξέρεις τι; Αυτό μας έκανε να δουλέψουμε αλλιώς. Δώσαμε πολύ μεγαλύτερο βάρος στο online κομμάτι - sessions, interviews, social content, ό,τι μπορούσε να κρατήσει την ενέργεια ζωντανή χωρίς σκηνή. Και, περίεργο ή όχι, το κοινό όντως το αγκάλιασε. Ένας δίσκος που θα ζούσε φυσιολογικά «στο live», τελικά βρήκε τον δρόμο του μέσα από ακουστικά στα σπίτια του κόσμου.
Οπότε, ναι - με τα δεδομένα εκείνης της τρέλας, είμαστε πολύ ικανοποιημένοι. Δεν έγινε με τον τρόπο που ονειρευόμασταν, αλλά ίσως γι’ αυτό μάθαμε και να εκτιμάμε περισσότερο το κάθε βήμα από εκεί και πέρα.
Δεν γράφουμε κομμάτια επειδή πρέπει, αλλά γιατί νιώθουμε ότι έχουμε κάτι σημαντικό να πούμε
Γιατί χρειάστηκε να περάσουν πέντε χρόνια για την κυκλοφορία του δεύτερου δίσκου;
Η αλήθεια είναι ότι τα πέντε χρόνια δεν ήταν καθόλου εύκολο διάστημα, αλλά και καθόλου χαμένο. Πριν τα πάντα πάρουν τον δρόμο τους για το δεύτερο άλμπουμ, έπρεπε να περάσουμε από μια σειρά από αλλαγές, αποστάσεις, προσωπικές περιπέτειες… Ξέρεις πώς είναι, δεν είμαστε απλώς μια μπάντα που γράφει μουσική – είμαστε κι άνθρωποι που ζούμε, αλλάζουμε και εξελισσόμαστε.
Από τη μία, η πανδημία έβαλε και αυτή το χέρι της. Η ζωή στο δρόμο κόπηκε απότομα και έπρεπε να βρούμε νέους τρόπους να συνδεθούμε μεταξύ μας, να εξελίξουμε τη μουσική μας. Από την άλλη, το διάστημα αυτό μας έδωσε χρόνο να σκεφτούμε πραγματικά τι θέλουμε να πούμε με τη μουσική μας. Δεν θέλαμε να βιαστούμε και να κυκλοφορήσουμε κάτι που δεν μας εκφράζει πλήρως.
Είναι και το θέμα της δημιουργικής διαδικασίας. Δεν γράφουμε κομμάτια επειδή πρέπει, αλλά γιατί νιώθουμε ότι έχουμε κάτι σημαντικό να πούμε. Υπήρξαν πολλές ώρες στο στούντιο, πολλές αναποφάσιστες στιγμές και πειραματισμοί. Θέλαμε να κάνουμε τον δεύτερο δίσκο πιο ώριμο, πιο μεστό, πιο… "BuzzDealers", ας πούμε. Κάθε κομμάτι ήθελε τον χρόνο του για να ωριμάσει.
Τελικά, νομίζω ότι τα πέντε χρόνια μας έδωσαν την ευκαιρία να εστιάσουμε περισσότερο στην ποιότητα παρά στην ταχύτητα. Το αποτέλεσμα, πιστεύω, είναι κάτι που θα μείνει.
Παντως είμαστε σχεδόν σίγουροι ότι ο τρίτος δίσκος θα έρθει πολύ πιο γρήγορα.
Η παραγωγή στον νέο δίσκο ήταν κρίσιμη για να βρούμε τον ήχο που θέλαμε
Πόσο διαφορετικά ακούγονται τα νέα τραγούδια στο δίσκο σε σχέση με το πώς ακούγονται στη σκηνή ή/και όπως τα είχατε στο μυαλό σας; Τονίζετε αρκετά το κομμάτι της παραγωγής στο Δελτίο Τύπου σας, ποια ήταν η επίδραση αυτής της διαδικασίας στο τελικό αποτέλεσμα;
Δεν θα έλεγα ότι είναι πολύ μακριά... Έχουμε δουλέψει αρκετά σε αυτό το κομμάτι και θεωρούμε ότι πλέον, ακόμα και όταν παιζουμε live σε ένα μικρό stage στην επαρχία π.χ., δε σταματάμε να είμαστε κοντά στον ηχητικό καμβά που φτιάξαμε με το "Radiant Frequencies".
Γενικά, όμως, η παραγωγή στον νέο δίσκο ήταν κρίσιμη για να βρούμε τον ήχο που θέλαμε: λίγο πιο ανοιχτό αλλά και guitar-centric, λίγο πιο συναισθηματικό, αλλά και με πιο πειραματικά στοιχεία. Κάθε τραγούδι πέρασε από έναν λεπτομερειακό «φακό» – layering ήχων, ηχητικές μετατοπίσεις και δομές που δεν είχαμε τολμήσει στο παρελθόν. Η διαδικασία αυτή μας έδειξε πόσο σημαντικό είναι να υπάρχει ισχυρός δεσμός ανάμεσα στην παραγωγή και την ίδια τη σύνθεση. Στην αρχή, το κάθε κομμάτι μπορεί να φαινόταν «μακρινό» από το ζωντανό του είδωλο, αλλά τελικά, νομίζω ότι καταφέραμε να βρούμε μια ισχυρή ισορροπία.
Ο πρώτος δίσκος είχε περισσότερη ενέργεια και αυθορμητισμό, ο δεύτερος είναι πιο στοχαστικός και εσωτερικός
Αν μπορούσατε να συνοψίσετε τι έχει διαφοροποιηθεί στο δεύτερο δίσκο σε σχέση με τον πρώτο τόσο σε πρακτικό επίπεδο όσο και πιθανόν σε πιο προσωπικό και συναισθηματικό, τι θα ήταν αυτό;
Συνοψίζοντας τη διαφορά μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου δίσκου, νομίζω ότι η πιο προφανής διαφοροποίηση είναι η ωρίμανση - τόσο σε πρακτικό επίπεδο όσο και σε προσωπικό-συναισθηματικό.
Πρακτικά, στον δεύτερο δίσκο κάναμε πιο συνειδητές επιλογές όσον αφορά την παραγωγή και τη σύνθεση. Επενδύσαμε περισσότερο στο στούντιο, δουλέψαμε με μεγαλύτερη προσοχή σε κάθε λεπτομέρεια, αλλά και στην ισχυρότερη αίσθηση συνοχής στον ήχο μας. Ο πρώτος δίσκος ήταν πιο αυθόρμητος, πιο «πρώτος» με την έννοια ότι το όλο πράγμα είχε έναν πιο άμεσο, ακατέργαστο χαρακτήρα.
Συναισθηματικά και προσωπικά, η μεγαλύτερη διαφοροποίηση είναι ότι στον δεύτερο δίσκο νιώθουμε πως ήμασταν πιο συνειδητοποιημένοι στο τι θέλουμε να πούμε. Το άλμπουμ αυτό έχει μια πιο ενιαία συναισθηματική κατεύθυνση, και ενώ ο πρώτος είχε περισσότερη ενέργεια και αυθορμητισμό, ο δεύτερος είναι πιο στοχαστικός και εσωτερικός. Ξέραμε περισσότερο τι θέλουμε να εξερευνήσουμε, τι θέλουμε να εκφράσουμε.
Με λίγα λόγια, ο δεύτερος δίσκος είναι πιο ώριμος, πιο δουλεμένος και πιο συνειδητός σε κάθε του στοιχείο - αλλά νομίζω ότι παραμένει πιστός στην ενέργεια και την αυθεντικότητα που μας χαρακτηρίζει.
Ξεχώρισα τα δύο μεγαλύτερης διάρκειας τραγούδια (7+ λεπτά) και πέραν του ότι είναι κάτι νέο σε δίσκο σας, πιστεύω σας έδωσαν μεγαλύτερη ελευθερία να βγάλετε προς τα έξω την προσωπικότητά σας. Πώς προέκυψαν; Δείχνουν κάτι ως προς μελλοντική κατεύθυνση;
Α, τα «μεγάλα» τραγούδια! Νομίζω ποτέ δεν είχαμε την αίσθηση ότι χρειαζόταν να βάλουμε όρια στη διάρκεια των τραγουδιών. Αλλά, συνήθως, τα πράγματα μας βγαίνουν πιο «σφιχτά», πιο «συμπυκνωμένα», γιατί η ενέργεια μας στη σκηνή είναι τέτοια. Ωστόσο, στον νέο δίσκο αποφασίσαμε να αφήσουμε τον χρόνο να αναπνεύσει λίγο παραπάνω.
Υπήρχε γενικά απ’όλους μας ανάγκη για μια μεγαλύτερη αφήγηση. Ειδικά τα 7+ λεπτά κομμάτια μας έδωσαν την ευκαιρία να εξερευνήσουμε πιο συναισθηματικά το τραγούδι και να μην προσπαθήσουμε να "κόψουμε" τη μουσική σε βολικά μέρη για να κρατήσουμε την »ποπ» δομή. Εδώ δεν υπάρχει πίεση για να μπουν τα κουπλέ-ρεφρέν με ακρίβεια. Αντιθέτως, αναπτύξαμε τις ιδέες μας, αφησαμε τα μουσικά μέρη να μεγαλώσουν οργανικά, σχεδόν σαν μικρές ξεχωριστές συνθέσεις μέσα στα κομμάτια.
Νομίζω η μελλοντική συνέχεια θα έχει και τα 2 πρόσωπα... Και κομμάτια «σφηνάκια» και πιο «αναλυτικές» συνθέσεις.
Δεν γράφουμε απλώς στίχους για να «γεμίσουμε» το κομμάτι
Κάποτε ο αγγλικός στίχος στα ελληνικά συγκροτήματα ήταν δευτερεύων. Η ευρύτερη διάδοση της αγγλικής γλώσσας και η ευκολία εύρεσης στίχων μέσω internet κλπ. έχει κάπως αλλάξει αυτή την πεποίθηση. Ποια είναι τα θέματα τα οποία θέλετε να περιγράψετε και πόσο σημαντικός είναι ο στίχος για εσάς ως νόημα ή αντίθετα κυρίως ως ένα όχημα που υπάρχει για να κουβαλάει τη μελωδία;
Η αγγλική γλώσσα είναι πιο διαδεδομένη και εύκολη για επικοινωνία, ειδικά με το κοινό στο εξωτερικό. Όσον αφορά τους στίχους μας, ποτέ δεν ήταν μόνο το όχημα για τη μελωδία.
Καταλαβαίνω βέβαια τι εννοείς... ναι μεν ο στίχος μπορεί κάποιες φορές να κουβαλάει τη μελωδία, αλλά είναι και το στοιχείο που δίνει βάθος στην ατμόσφαιρα. Δεν γράφουμε απλώς στίχους για να «γεμίσουμε» το κομμάτι.
Τα θέματα που αγγίζουμε είναι προσωπικά και κοινωνικά, συχνά γύρω από την ατομική αναζήτηση, τις σχέσεις, την ζωή μας στο σήμερα αλλά και τον κόσμο γύρω μας. Δεν τα βλέπουμε απαραίτητα και μόνο με τη λογική του «να αλλάξουμε κάτι», αλλά πιο πολύ ως μια έκφραση του πώς αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα. Εκφράζεις την αλήθεια σου αληγορικά, ποιητικά ή ωμά -ανάλογα τι θέλεις να εκφράσεις.
Ποια είναι τα πλάνα σας για την προώθηση αυτού του δίσκου;
Βγάλαμε δύο video clip για τα τραγούδια "Getting Nowhere" και "Sun Upon A Time", γενικά προσπαθούμε να είμαστε όσο το δυνατόν πιο ενεργοί, δημιουργικοί κια να συνδέουμε εικόνα με τη μουσική. Είναι και σημερινή αναγκαιότητα αλλά και ευκαιρία να εκφραστείς μέσα και από αυτό. Και τέλος το πιο σημαντικό από πλάνα είναι να κάνουμε όσο το δυνατόν περισσότερες συναυλίες.
Αν σας ζητούσαν να παίξετε πέντε διασκευές στο set σας που πιστεύετε θα σας αντιπροσώπευαν ως συγκρότημα, ποιες θα ήταν;
Θα σου πω κάποιες αγαπημένες που έχουμε παίξει και μας αντιπροσωπεύουν... Η έστω μας αντιπροσώπευαν τις χρονικές περιόδους που τις παίζαμε... 'Ισως δεν είναι αυτές που θα διαλέγαμε να παίξουμε απαραίτητα στο σετ μας, αλλά σίγουρα είναι αυτές που μας εξέφραζαν πιο πολύ.
The Sonics - "Have Love Will Travel"
Rival Sons - "Pressure And time"
Cage The Elephant - "Mess Around"
Jimi Hendrix - "Fire"
The Doors – "Five To One"
Υπάρχει σκηνή και μας θεωρούμε μέλος της, βέβαια είναι πιο ευροία από ότι παλιότερα με τα καλά και τα κακά του αυτό
Βλέπετε τον εαυτό σας ως μέλος κάποιας ευρύτερης «σκηνής» στην Ελλάδα; Κι αν ναι, ποια άλλα συγκροτήματα θα βάζατε σε αυτή;
Σίγουρα υπάρχει σκηνή και μας θεωρούμε μέλος της, βέβαια είναι πιο ευρεία από ότι παλιότερα με τα καλά και τα κακά του αυτό. Εμείς παίζουμε ένα κράμα Rock n Roll με indie, garage rock, brit pop και ψυχεδέλεια. Παλαιότερα είχαμε και στοιχεία blues. Όλα αυτά είναι χαρακτηριστικά του ηχοχρώματος μας οπότε θα αναφέρω μπάντες που είναι κοντά σε αυτό αντίστοιχα - η κάθε μια με πολύ διαφορετικό τρόπο προσέγγισης φυσικά - όπως οι Acid Baby Jesus, Whereswilder, Bonnie Nettles, Hex, Cosmonuts, Coral Fuzz, Big Nose Attack, Birds Of Vale και άλλες πολλές. Ευτυχώς υπάρχει πολύ ταλέντο και μεράκι στη σκηνή.
