«A Buyer's Guide»: Opeth

Η παρακαταθήκη ενός συγκροτήματος που αιχμαλώτισε το λυκόφως του φθινοπώρου και το μετέτρεψε σε ήχους

Είναι δύσκολο να σηκώσεις πολλές πέτρες στον metal ήχο του εικοστού πρώτου αιώνα και να μην βρεις από κάτω μία αισθητική διαμορφωμένη από τους Σουηδούς. Η εικονοποιία που ένωνε το γοτθικό τρόμο με την αριστοκρατική παρακμή της Βικτωριανής εποχής, παρούσα ήδη από τα πρώτα άλμπουμ τους στην Candlelight Records, έφτασε σε ένα απόγειο με την δεύτερη εποχή τους, αρχής γενομένης με το "My Arms, Your Hearse". Τόσο μουσικά, όσο και οπτικά, μπορούμε να διακρίνουμε τους Opeth στη μουσική μεταγενέστερων συγκροτημάτων, είτε είναι πιο περπατημένα, όπως στην περίπτωση των In Vain, Leprous, Caligula's Horse, Ne Obliviscaris, In Mourning, Hypno5e, Wilderun, Anciients, και φυσικά Soen, είτε πρόκειται για πιο σύγχρονα, με ντεμπούτα όπως των Sikasa, Avkrvst, και The Anchoret, σε μία νέα γενιά μουσικών που εξακολουθεί να εμπνέεται από την περίπλοκη ριφολογία και τις έντονες αντιθέσεις μεταξύ ογκώδους ήχου και ευγενικών ιντερλούδιων μέσα στο κομμάτι.

Opeth

Μέσα απ' αυτή την πυκνή σκοτεινιά, ο extreme ήχος έβρισκε ρωγμές απ' όπου ξεπρόβαλε το φως της progressive rock παρακαταθήκης της ένδοξης δεκαετίας του '70. Έτσι, με άμεσα και έμμεσα δάνεια, η νερντοσύνη του ιθύνοντα νου των Opeth, του ευρυμαθούς Mikael Åkerfeldt, έκανε διαρκείς αναφορές σε γνωστά και άγνωστα συγκροτήματα, όπως οι King Crimson, Comus, Pink Floyd, Blackwater Park, Jethro Tull, και Camel, ενώ παράλληλα μιλούσε την γλώσσα των Bathory, Morbid Angel, Obituary, Autopsy και Celtic Frost, καλύπτοντας όλον τον ενδιάμεσο χώρο, από τους Deep Purple και τους Led Zeppelin, ως τους Judas Priest και τους Iron Maiden. Έτσι, μέσα στο διάστημα τριών δεκαετιών, ξεδίπλωσαν μία υβριδική πολυγλωσσία (ή/και ετερογλωσσία), που συνδύαζε το κλασικό με τον ακραίο ήχο, τα blues με το metal, και το κλασικό ροκ με τον πειραματισμό. Έδειχνε, όμως, πάνω απ' όλα μία σαφή ικανότητα για διατήρηση σταθερού παρονομαστή ποιότητας, για οποιαδήποτε περίοδο κι αν μιλάμε.

Σαφή επίδραση στην κληρονομιά των Opeth είχαν οι διάφοροι καλλιτέχνες που έπλεξαν με το δικό τους τρόπο κάποιο περίτεχνο στοιχείο στο διάκοσμο του κεφαλαίου Ο τους: πρώτος και κύριος ο Timo Ketola που σχεδίασε το μεγαλοπρεπές logo τους, το οποίο ακόμη θαυμάζω ως ραφτό πάνω στη μαύρη τσάντα του λυκείου μου, έπειτα ο Travis Smith, που φιλοτεχνεί τα εξώφυλλά τους από το Still Life και εξής, έχοντας χαράξει αμετάκλητα το όνομά τους στην αισθητική τους. Σε ηχητικό επίπεδο, o Dan Swanö, μαζί με τη διοπτροφόρο διάνοια από την Αγγλία, τον Steven Wilson, επέδρασαν καθοριστικά στον ήχο και την συνθετική αντίληψη του Åkerfeldt και της παρέας του, όχι τόσο ανοίγοντας πόρτες, αλλά περισσότερο αναδεικνύοντας μαιευτικά πλευρές ήδη παρούσες στον ήχο του συγκροτήματος.

Opeth

Στον παρόντα οδηγό, η τρίτη περίοδος των Opeth, που εκκινεί με την στυλιστική διαφοροποίηση που έγινε με το "Heritage" το 2011 και διαρκεί ως και σήμερα, μάλλον υποεκπροσωπείται, καθώς οι υπόλοιποι τρεις δίσκοι, "Pale Communion" (2014), "Sorceress" (2016), και "In Cuada Venenum" (2019) δεν παρουσιάζονται. Αυτό μπορεί να υπονοήσει μία υποτίμηση, όμως η πραγματικότητα είναι ξανά συνθετότερη των συμπερασμέτων: ακόμη και μέσα στην μεταξύ μας διχογνωμία, δεν εκλείπει η (έστω μερική) εκτίμηση για την progressive rock πλευρά των Opeth. Αντιθέτως, πρόκειται μάλλον για μία επιλογή που θέλει να εστιάσει στην πρωτοποριακή πλευρά του συγκροτήματος, σ' εκείνη που διαφαινόταν η δική τους φωνή και υπόσταση, κι όχι να εποπτεύσει εγκυκλοπεδικά την μουσική τους, αφήνοντας έτσι απ' έξω και το θριαμβευτικό ντεμπούτο "Orchid".

Ως εκ τούτου, και λίγο πριν την ζωντανή τους εμφάνιση στην Ελλάδα στις 3 Ιουλίου, στα πλαίσια του Rockwave Nights στο Λυκαβηττό με την συντροφιά των Leprous, κάνουμε μία καταβύθιση στο φωτεινό ψύχος των Opeth, και αναθυμόμαστε γιατί είναι ένα από τα σημαντικότερα συγκροτήματα της εποχής τους. (Μ.Κ.Ο.)

Διαβάστε επίσης: Burdens of a Harlequin - Αφιέρωμα στους Opeth

 
Opeth - Still Life

Still Life
(Peaceville, 1999)

Κάποια μουσικά έργα, είναι αναλλοίωτα στο χρόνο. Το "Still Life" πιστό στο όνομά του, απεικόνισε μια ιστορία ενός εξόριστου που επέστρεψε στον τόπο καταγωγής του, καταπατώντας ιερά και όσια, αμαρταίνοντας για να ξαναβρεί τον έναν και μοναδικό του έρωτα που είχε διαλέξει μια άλλη αγάπη - αυτή του Θεού. Γύρω από τον ανώνυμο αφηγητή και την εμβληματική μορφή της πλέον καλόγριας Melinda (της οποίας το όνομα επέλεξε αργότερα ο Akerfeldt να δώσει στην πρώτη του κόρη), πλέκεται μια ιστορία θρησκείας, μίσους, πάθους, εκδικητικότητας και απουσίας ευτυχούς τέλους. Ένας concept δίσκος που πολλοί θεωρούν τον καλύτερο εντός των metal πλαισίων, και όχι άδικα. Ένα εξώφυλλο που αποτελεί πλέον αγιογραφία και σηματοδοτεί μια πολυετή συνεργασία με τον εικαστικό Travis Smith. Παράλληλα, το "Still Life" ντύνεται με την απόλυτη ίσως, ισορροπία μεταξύ ακουστικού progressive metal και σκληρού μελωδικού death, με μάλιστα την πρώτη φορά που η ίσως πιο αξιομνημόνευτη σύνθεση των Opeth ως σήμερα στο πλευρό του Akerfeldt συστήνεται - Peter Lindgren, Martin Mendez, Martin Lopez. Το "Still Life" είναι ο δίσκος που θα καταφέρνει πάντα να μας γυρνά στη δυστοπική, θεοκρατική του κοινωνία με το ίδιο σθένος και ζωντάνια, σαν να κυκλοφόρησε χθες. (Ε.Τ.)

Opeth - Blackwater Park

Blackwater Park
(Music For Nations / Koch, 2001)

Υπάρχουν σπουδαία άλμπουμ, υπάρχουν σημαντικά άλμπουμ, κι υπάρχει και το "Blackwater Park". Πρόκειται για τη στιγμή που η κλασική τετράδα των Opeth θα βρει τον μέντορά της στο πρόσωπο του Steven Wilson, που θα αναλάβει να περιχύσει τις συνθέσεις με την μελαγχολία του mellotron. Πρόκειται για τη στιγμή που η συνθετική ωρίμανση του Åkerfeldt θα φτάσει στο ζενίθ της, συγκεράζοντας τον ακραίο ήχο, με κρυστάλλινα bluesy σόλο, σκονισμένες ακουστικές συγχορδίες και πλήκτρα στοιχειωμένων πιάνων. Πρόκειται για τη στιγμή που η ομίχλη θα εντυπωθεί στο μυαλό μας μέσα από τα τραβηγμένα σφυρίγματα της κιθάρας, το χειμερινό ψύχος θα βρει τη φωνή του, και η στηθάγχη θα γραφτεί σε ακόρντα. Εν ολίγοις, πρόκειται για μουσική ιστορία, σμηλεμένη από ζουμερά riffs (καθένα επί τέσσερα, όπως λέει το αστείο), τεχνικό παίξιμο, αβίαστες εναλλαγές ύφους και κατεύθυνσης, και μία ατμόσφαιρα που δύσκολα βρίσκει αντάξιά της στην ισορροπία του γκρίζου. Αινιγματικό όσο και οι στίχοι του, καταθλιπτικό, και με την πίκρα της απομόνωσης, το "Blackwater Park" δεν αποτελεί μόνο τον κορυφαίο δίσκο των Opeth, αλλά και τη στιγμή που ένας ολόκληρος αισθητικός κώδικας από υφές, ήχους, θέματα, και χρώματα υποστασιοποιήθηκε. Απ' τη στιγμή που ο ήλιος έδυσε πάνω απ' το πάρκο, τίποτα πια δεν ήταν ίδιο… (Μ.Κ.Ο.)

 
Opeth - Deliverance

Deliverance
(Music For Nations / Koch, 2002)

Πώς διαδέχεσαι ένα άλμπουμ που αλλάζει την δική σου ιστορία αλλά και ολόκληρου του ακραίου ήχου; Μαξιμαλιστικά. Τα sessions για το διάδοχο του "Blackwater Park" ήταν εξοντωτικά, μέσα στις αναποδιές, και πρακτικά βρήκαν τους Σουηδούς να ξεκινούν από το μηδέν. Το αποτέλεσμα, ήταν ακραίο, από κάθε άποψη. Στο "Deliverance", οι πνιγηρές progressive death metal πτυχές του ήχου των Opeth εξωθήθηκαν στα άκρα. Ένα από τα πιο πυκνά, τεχνικά, δαιδαλώδη και συντριπτικά άλμπουμ της δισκογραφίας τους, με πολιορκητικό κριό το αξεπέραστο ομότιτλο άσμα, το "Deliverance" προσφέρει 62 λεπτά λαβυρινθώδους ακραίου ήχου. Οι Opeth όμως, δεν ήταν ποτέ μόνο αυτό. Οι έξι τιτάνιες συνθέσεις του άλμπουμ, 22 χρόνια μετά, διακατέχονται ακόμη από μια απόκοσμη αίγλη, όπου όχι απλά ηχούν αρχέτυπο ενός εκλεπτυσμένου, και εν πολλοίς αμίμητου προσωπικού ύφους, αλλά και επιδραστικά μνημεία ενός ζοερού είδους που έκτοτε όσες αναβιώσεις και αν γνώρισε, αυτή την ατμόσφαιρα δεν την ξανάπιασε. (Α.Ζ.)

Opeth - Ghost Reveries

Ghost Reveries
(Roadrunner, 2005)

Κάτσε να τελειώσει το εναρκτήριο "Ghost Of Perdition" και μιλάμε σαν άνθρωποι γιατί τώρα το έδαφος έχει χαθεί. Ωραία, πάμε από την αρχή. Πολύς κόσμος, και δικαίως, θα ισχυριστεί πως στον όγδοο δίσκο τους οι Opeth άγγιξαν το τέλειο, από κάθε άποψη. Πράγματι, αν και δεν επιφέρει κάποια σημαντική διαφοροποίηση όπως οι πρόσφατοι προκάτοχοί του, το "Ghost Reveries" ηχεί ως το αμάλγαμα όσων ήταν οι Σουηδοί μέχρι τότε. Με τον Per Wiberg στην επίσημη πρώτη του στα πλήκτρα να αφήνει μεγάλο στίγμα στο ηχόχρωμα, αλλά και τελευταία κυκλοφορία με τον τρομερό Martin Lopez στα τύμπανα και τον Peter Lindgren στις κιθάρες, μόνο αλλαγές δεν αποπνέει αυτό το άλμπουμ. Αντιθέτως, οι progressive rock επιρροές καθοδηγούν τις death metal υφολογικές και συνθετικές τεχνοτροπίες πιο ενσωματωμένες από ποτέ, και με σύμμαχο μια άριστη παραγωγή καθώς και μια λεπτοδουλεμένη αποκρυφιστική αισθητική, το "Ghost Reveries" ηχεί συμπαγές. Αδιαπέραστο, μεγαλειώδες, ολιστικό έργο ακραίας τέχνης, που στις σκοτεινές του λεπτομέρειες προοικονομεί και ένα τέλος εποχής στο εγγύς μέλλον. Συγχωρέστε με τώρα, πάω να χαθώ στις επικλήσεις του "The Grand Conjuration". Δέος. (Α.Ζ.)

 
Opeth - My Arms, Your Hearse

My Arms, Your Hearse
(Candlelight, 1998)

Μπορεί να είχαν προηγηθεί δύο διόλου ευκαταφρόνητα άλμπουμ, όμως, χωρίς αμφιβολία, οι Opeth εδώ βρήκαν τον ήχο τους. Το "My Arms, Your Hearse" αποτελεί έναν δίσκο για την αγάπη και τον θάνατο και, συνεπώς, είναι, παράλληλα, πανέμορφα μελωδικό και αποπνικτικά κατάμαυρο και στριφνό. Όμως, πάνω απ' όλα, το τρίτο άλμπουμ των Σουηδών είναι ένα άλμπουμ γεμάτο πρωτιές αφού σε αυτό συμμετέχει για πρώτη φορά ο Martin Lopez, εδώ συναντάμε το πρώτο μεγάλο hit του συγκροτήματος (τι ποιο;), αλλά, επίσης, σε αυτή την κυκλοφορία εμπεριέχεται και το "Creedence", ένα κομμάτι που άνοιξε το δρόμο προκειμένου στη συνέχεια να ανακαλύψουμε μια ολόκληρη και τελείως διαφορετική πλευρά τους. Είναι αλήθεια πως οι Opeth στην πορεία τελειοποίησαν τη φόρμα τους και τους πειραματισμούς τους, κυκλοφορώντας πιο ολοκληρωμένους δίσκους που κατάφεραν να αγγίξουν την τελειότητα. Όμως, για χιλιάδες λόγους, για πάρα πολλούς από εμάς, το "My Arms, Your Hearse", θα έχει πάντα μια ξεχωριστή θέση ανάμεσα στη δισκογραφία τους και θα μας θυμίζει μια εποχή που οι Opeth υπήρξαν το πιο σπουδαίο, ενδιαφέρον, και πορωτικό ανερχόμενο όνομα της death metal σκηνής.  (Α.Α.)

Opeth - Damnation

Damnation
(Music For Nations / Koch, 2003)

Κάποιοι το λάτρεψαν, κάποιοι το μίσησαν, το σίγουρο όμως είναι το "Damnation" δεν αφήνει κανέναν φίλο των Opeth αδιάφορο και, κάπως, σε ερεθίζει πάντα να ανοίγεις κουβέντα γι αυτό. Ναι, είναι το ακουστικό τους άλμπουμ και ναι, είναι εκείνο στο οποίο ο Steven Wilson έβαλε περισσότερο το χεράκι του στο ύφος της μπάντας. Και; Αυτό που έχει σημασία δεν είναι τόσο η μυθολογία γύρω του αλλά η αληθινά υπέροχη μουσική του. Διότι οι Opeth εδώ, μπορεί να ξεγυμνώνουν τα τραγούδια τους από κάθε extreme στοιχείο, διατηρούν όμως αυτό το αραχνιασμένο, στοιχειωμένο συναίσθημα, ίσως μάλιστα ακόμα περισσότερο εξαιτίας της ακουστικής και οικείας του φύσης. Μόνο κομματάρες, ένας Akerfeldt γήινος κι ανατριχιαστικός κι ένα φανταστικό άλμπουμ που είναι το τέλειο αδερφάκι του "Deliverance", αν και ίσως τα χρώματα των εξωφύλλων έπρεπε να είναι αντίστροφα. (Α.Κ)

Opeth - Watershed

Watershed
(Roadrunner, 2008)

Η πρώτη αλλαγή σύνθεσης για τους Opeth έπειτα από πολλά χρόνια, θα συνοδεύσει την κυκλοφορία του τελευταίου αμιγώς metal δίσκου τους αλλά και την τελευταία φορά που θα ακούσουμε brutal φωνητικά από τον Akerfeldt στους Opeth. Η προσθήκη των Fredrik Åkesson και Martin Axenrot στις τάξεις των Opeth παρά τις αλλαγές που φέρνει, εισάγει και την κυκλοφορία του "Watershed", μιας ακόμη ποιοτικότατης δουλειάς για εκείνους. Ίσως μαζί με το "Still Life", το "Watershed" να αποτελεί την πιο ισορροπημένη τους κυκλοφορία μεταξύ progressive και death στοιχείου, αυτή την εναλλαγή ευαλλωτότητας και επίθεσης που τόσο καλά ξέρουν να κάνουν - μια αίσθηση που σίγουρα συμπυκνώνεται στο αγαπημένο κομμάτι "Porcelain Heart". Λίγη όμως από τη μαγεία του "Watershed", μένει φυλαγμένη στα τρία κομμάτια που θα το συνοδεύσουν στα πλαίσια της special edition κυκλοφορίας του, που μοιάζουν πλέον απαραίτητα για να το απολαύσεις ολόκληρο. Τέλος μιας εποχής, με τον καλύτερο τρόπο. (Ε.Τ.)

 
Opeth - Heritage

Heritage
(Roadrunner, 2011)

Όλα τα χρόνια μέχρι το 2011, ο Akerfeldt προσπαθούσε να κρατήσει τα progressive και τα extreme στοιχεία των Opeth σε μια ισορροπία, μέχρι να έρθει το "Heritage" και με μία κίνηση να τα ρίξει όλα κάτω. Αυτό ήταν το άλμπουμ της μεγάλης Opeth δήλωσης: "τέρμα το extreme, μόνο prog". Και μάλιστα prog με πολλά vintage ‘70s στοιχεία και με συνθέσεις αρκετά δύσκολες, ακόμα και για τους φίλους του progressive rock. Το "Heritage" διαθέτει όντως μια παράξενη, σχεδόν ελιτίστικη αύρα που ομολογουμένως δεν είναι για όλους. Λείπουν επίσης τα τραγούδια κράχτες. Περιέχει όμως πολύ όμορφη μουσική και πολλές στιγμές που θα ανταμείψουν τον ακροατή που θα επενδύσει τον χρόνο του και θα σκάψει βαθιά μέσα στα μυστικά του άλμπουμ. Το "Heritage" παρέμεινε κάπως παρεξηγημένο, σηματοδότησε δε τη νεότερη περίοδο της μπάντας. Όμως αυτά δεν σημαίνουν πως δεν έχει την δική του, καθόλου αμελητέα, αξία. (Α.Κ)

 
Opeth - Morningrise

Morningrise
(Candlelight Records, 1996)

Το "Morningrise" είναι ένα άλμπουμ που απευθύνεται κυρίως στους πιστούς (και παλιους) οπαδούς του συγκροτήματος και τους λάτρεις του δίκου τους progressive death metal του παρελθόντος. Με διάρκεια που φτάνει σχεδόν τη μία ώρα και συνθέσεις που υπερβαίνουν τα δέκα λεπτά (υπάρχει και το "Black Rose Immortal" που διαρκεί είκοσι!), το άλμπουμ μπορεί να φανεί κουραστικό σε ακροατές που δεν είναι εξοικειωμένοι με το παλιό και άγριο στυλ της μπάντας. Βίαια growls με μελωδικά καθαρά φωνητικά, δημιουργώντας μια αντιθετική και δυναμική ηχητική εμπειρία. Οι πολύπλοκες δομές των τραγουδιών, τα φωνητικά και η ατμοσφαιρική παραγωγή, αν και εντυπωσιακές, δεν φτάνουν τα ύψη των επόμενων αριστουργημάτων τους, αλλά ειναι αληθινά και πραγματικά ωμά αυθεντικά. Μόνο για αυτούς τους λόγους, δεν το κρίνουμε ως ένα απαραίτητο δίσκο για τη συλλογή μας/σας, αλλά από την άλλη ειναι δύσκολο να λείπει. Οι πραγματικά true φίλοι το έχουν ψηλά στην καρδιά τους! (Θ.Γ.)

 
Opeth - The Roundhouse Tapes

The Roundhouse Tapes
(Peaceville, 2007)

Ηχογραφημένο ζωντανά στις 9 Νοεμβρίου 2006 στο ιστορικό Roadhouse στο Λονδίνο, το "The Roundhouse Tapes" είναι το δεύτερο επίσημο live του ιδιοφυούς αυτού συγκροτήματος. Μετά από επτά καταπληκτικά και αναγνωρισμένα άλμπουμ, ήταν μια καλή στιγμή για να κυκλοφορήσει μια νέα ζωντανή ηχογράφηση και οι Opeth επέλεξαν έναν από τους καλύτερους χώρους του Λονδίνου για να την ηχογραφήσουν και ζήτησαν από τη διάσημη βρετανική εταιρεία Peaceville που ήταν ένας από τους πρώτους συνεργάτες τους, να κάνει την παραγωγή. Είμαστε ακόμα (περίπου) στην metal φάση τους. Εχει κομμάτι και από το "Orchid", τι αλλο να ζητήσεις. Εντάξει, έχει και χαλαρό από το "Damnation". Βασικά εχει από όλα (μέχρι τότε) εκτός του "Deliverance". Οι φωνητικές επιδόσεις του Mikael Åkerfeldt, συνδυάζοντας βία και μελωδία, εντυπωσιάζουν ακόμα περισσότερο ζωντανά. Ο δίσκος αποτυπώνει την ουσία της μπάντας και την εκπληκτική της απόδοση επί σκηνής. Όσο το ακούς νιώθεις και αντιλαμβάνεσαι την ικανότητά τους να μεταφέρουν την περίπλοκη και ατμοσφαιρική τους μουσική σε ζωντανές εκτελέσεις, τόσο καλά! (Θ.Γ.)

A Compilation

The Moor (Still Life)
Face of Melinda (Still Life)
Bleak (Blackwater Park)
Blackwater Park (Blackwater Park)
Deliverance (Deliverance)
Master's Apprentices (Deliverance)
Ghost of Perdition (Ghost Reveries)
The Grand Conjuration (Ghost Reveries)
April Ethereal (My Arms, Your Hearse)
Demon of the Fall (My Arms, Your Hearse)
Windowpane (Damnation)
In My Time of Need (Damnation)
Heir Apparent (Watershed)
Porcelain Heart (Watershed)
I Feel the Dark (Heritage)
Marrow of the Earth (Heritage)
To Bid You Farewell (Morningrise)
Advent (Morningrise)

  • SHARE
  • TWEET