Helstar

Vampiro

Ellefson Music Productions (2016)
Από τον Σπύρο Κούκα, 23/08/2016
Το ερεβώδες μεγαλείο του συγκρίνεται μονάχα με τις θρυλικές late '80s δουλειές τους
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Η φετινή δισκογραφική προσπάθεια των Τεξανών θρύλων του U.S. metal, αναμενόταν με περίσσεια ανυπομονησία, καθώς η προαναγγελθείσα επιστροφή τους στον ήχο και το στιχουργικό θέμα του κορυφαίου "Nosferatu" υπονοούσε σαφέστατα και μια, τρόπον τινά, επιστροφή στη φόρμα. Το, προ τριετίας, "This Wicked Nest", αποτέλεσε μια μικρή απογοήτευση, μιας και η ξεκάθαρη thrash προσέγγισή του, αλλοίωνε το μοναδικό χαρακτήρα της μπάντας, ενώ και από άποψη συνθέσεων, έμοιαζε ως η λιγότερο καλή δουλειά της, ως τότε. Άλλωστε, με την μπάντα να κάνει έναν έξυπνο ελιγμό, με το να μην προβεί σε ένα ξεκάθαρο sequel, σε ό,τι αφορά την ονομασία, διαχωρίζοντας, έτσι, τη θέση του νέου άλμπουμ, από το αριστουργηματικό κύκνειο άσμα της κλασσικής περιόδου της, οι όποιες, αναπόφευκτες, συγκρίσεις γίνονταν, θα είχαν μονάχα θετικό αντίκτυπο, αν βεβαίως ο δίσκος εκπλήρωνε τις προσδοκίες.

Οι υποθέσεις, όμως, είναι για τους μετριοπαθείς κι εδώ μιλάμε για τους Helstar, μια από τις κορυφαίες μπάντες της γενιάς της. Έτσι, το φετινό "Vampiro" άλμπουμ, δίχως περιστροφές, αποτελεί ό,τι καλύτερο έχουν κυκλοφορήσει οι Τεξανοί από την εποχή του "Nosferatu", όντας η κορωνίδα της ύστερης πορείας τους και ξεπερνώντας ακόμη και το άλμπουμ της επιστροφής τους, το υπέροχο "The King Of Hell". Πλέον, η σύζευξη των πιο σύγχρονων και thrash στοιχείων, με τα κλασσικότροπα και τεχνικά χαρακτηριστικά του ήχου τους, έχει τελειοποιηθεί, όντας πλήρως εναρμονισμένη στις ανάγκες της εκάστοτε σύνθεσης. Με αυτόν τον τρόπο, το τελικό αποτέλεσμα, αν και σαφέστατα «πατάει» πάνω στις φόρμες των "Nosferatu" και "A Distant Thunder", δεν μοιάζει αναχρονιστικό ή νοσταλγικό σε καμία στιγμή του, μιας κι έχει προσαρμοστεί στις ανάγκες της εποχής όπου κυκλοφορεί, έχοντας εμφανώς πιο επιθετικό ήχο από τους, προ εικοσιπενταετίας, προκατόχους του.

Μάλιστα, οι συνθέσεις παρουσιάζονται άκρως ποικιλόμορφες και, προφανώς, συναρπαστικές, με τις αλλαγές ρυθμών και διαθέσεων, πάντοτε μέσα στα πλαίσια της σκοτεινής, βαμπιρικής θεματικής, να διατηρούν το στοιχείο της έκπληξης ακόμη και στην πολλοστή φορά ακρόασής τους. Σε αυτό συμβάλλει τα μέγιστα και η συγκλονιστική απόδοση του James Rivera, ο οποίος στα 56 του χρόνια κάνει μια από τις πιο πολυδιάστατες ερμηνείες ολόκληρης της καριέρας του, καταπίνοντας πλανήτες σε κάθε τσιρίδα του και στέλνοντάς σε στα βαθύτερα μπουντρούμια της κολάσεως σε κάθε του growl. Πραγματικά, πέραν του ότι συνθλίβει άνετα κάθε σχεδόν συνομήλικό του τραγουδιστή, κάνοντας τις συζητήσεις περί ερμηνευτικής αξιοπρέπειας να φαντάζουν ανούσιες, συνάμα καταδυναστεύει οποιονδήποτε πιτσιρικά που θέλει να θεωρεί τον εαυτό του ανταγωνιστικό υψίφωνο, ασθμαίνοντας, όμως, να αποδώσει ζωντανά τις στουντιακές του ακροβασίες.

Σε ό,τι αφορά τώρα τη θεματική του δίσκου, η μπάντα αποφάσισε να καταπιαστεί ξανά με το αγαπημένο της θέμα περί βαμπιρισμού, αν και δεν περιορίστηκε αυτήν τη φορά μόνο στη νουβέλα "Dracula" του Bram Stocker ως πηγή έμπνευσης. Βεβαίως, αναφορές σε αυτήν υπάρχουν, και μάλιστα γραμμένες από τον νέο κιθαρίστα, Andrew Atwood (ο οποίος, εκτός από απόλυτα καταρτισμένος παίκτης, μοιάζει το ιδανικό συμπλήρωμα για τον Larry Barragan), αλλά εδώ, η μπάντα έχει επικεντρωθεί περισσότερο στις ταινίες του Christopher Lee ως Δράκουλα, στην (εμπνευσμένη από τη νουβέλα του Stocker) ταινία "Dracula Untold", αλλά και στην ιστορία της «Κόμισσας του αίματος», Elizabeth Bathory, μεταξύ άλλων. Έτσι, ο δίσκος, μπορούμε να πούμε πως έχει μια πιο διευρυμένη οπτική γύρω από το μύθο του αιμοσταγή Ρουμάνου Κόμη, εντάσσοντας το στιχουργικό concept στο γενικότερο σκοτεινό ηχητικό κλίμα του, παρά επικεντρώνοντας την προσοχή του σε αυτό, γεγονός που λειτουργεί ξεκάθαρα υπέρ του.

Παράλληλα, οι αναφορές στο "Nosferatu" αποτελούν ένα απολαυστικό trivia, καθώς, πέραν του ήχου, υπάρχουν διάσπαρτα «τυράκια» στους στίχους, που θα φέρουν ένα πονηρό χαμόγελο στα χείλη όταν ανακαλυφθούν, αλλά και στους τίτλους των κομματιών, οι οποίοι ακολουθούν παρόμοια εκφραστική προσέγγιση με εκείνους του αριστουργήματος του 1989. Αποκορύφωμα όλων αυτών, το instrumental "Malediction", που βρίσκεται έβδομο στη σειρά των κομματιών του νέου άλμπουμ, τη θέση όπου έχει και το "Benediction" στο "Nosferatu". Με αυτά και μ’ αυτά, η σύνδεση με το παρελθόν δεν εκβιάζεται, μα αποδίδει ένα φόρο τιμής στις χρυσές εποχές τους, κάτι που, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, λειτουργεί ευεργετικά, τόσο για τον νέο, όσο και για τον κλασσικό τους δίσκο.

Τελικά, το "Vampiro", μέσα στο μεγαλειώδες έρεβός του, αποτελεί ό,τι καλύτερο έχουν κυκλοφορήσει οι Τεξανοί θρύλοι από τα τέλη των '80s και τα, ασυναγώνιστα, "A Distant Thunder" και "Nosferatu". Για μένα, δεν καταλαμβάνει θέση απλώς στα καλύτερα της χρονιάς που διανύουμε, αλλά και στα καλύτερα του είδους του, για την τελευταία πενταετία. Βρείτε το, ακούστε το, αποθεώστε το. Προσωπικά, το έπραξα ήδη.

  • SHARE
  • TWEET