Ο Χρήστος Καραδημήτρης είναι υπέρμαχος της φράσης του Νίτσε πως «χωρίς μουσική, η ζωή θα ήταν ένα λάθος». Μέσα από το Rocking.gr διοχετεύει την ανάγκη επικοινωνίας για θέματα γύρω από τη μουσική, μιλώντας...
Neal Morse
The Dreamer - Joseph: Part One
Κάπου μεταξύ του "Jesus Christ The Exorcist" και του "Sola Gratia", η νέα προσωπική δουλειά του Neal Morse τον βρίσκει να κινείται για μια ακόμα φορά στα γνωστά του στάνταρ
Όσοι ακολουθούμε πιστά τα μουσικά δρώμενα του Neal Morse, έχουμε εντοπίσει μια μικρή μείωση στον ρυθμό με τον οποίο δημιουργεί νέες μουσικές και κυκλοφορεί νέα άλμπουμ. Βέβαια, για τα δεδομένα του Neal η μείωση αυτή μεταφράζεται σε μόλις 1-2 άλμπουμ τη χρονιά και για του λόγου το αληθές - αν δεν μου διαφεύγει κάτι σημαντικό - το "The Dreamer – Joseph: Part One" αποτελεί το μοναδικό άλμπουμ με νέα μουσική που θα κυκλοφορήσει μέσα στο 2023.
Επίσης, αντιλαμβάνομαι πως είναι ενδεχομένως λίγο δύσκολο να εξηγηθεί σε κάποιον με επιφανειακή επαφή ότι υπάρχει σημαντική διαφορά μεταξύ της The Neal Morse Band (που είναι κανονική μπάντα με σταθερά μέλη) και των προσωπικών του δουλειών του Neal. Κι άντε μετά να εξηγήσεις πως τα προσωπικά του άλμπουμ με τη σειρά τους χωρίζονται στα prog και στα μη prog, ενώ εσχάτως έχει δημιουργηθεί μια νέα (υπό)κατηγορία κυκλοφοριών, αυτή των prog musical/operas. Η τελευταία αυτή κατηγορία εγκαινιάστηκε με το "Jesus Christ The Exorcist" το 2019 και το "The Dreamer – Joseph: Part One" μοιάζει αρκετά κοντά σε αυτή.
Αυτό συμβαίνει διότι το πρώτο μέρος "The Dreamer - Joseph" – το οποίο είναι φυσικά θρησκευτικό concept – ακολουθεί την ίδια λογική των καλεσμένων τραγουδιστών που αναλαμβάνουν διάφορους κομβικούς ρόλους της ιστορίας, οι οποίο προσφέρουν ποικιλία και διαφοροποίηση με τις ερμηνείες τους. Όμως, την ίδια στιγμή, περιλαμβάνει λιγότερα musical στοιχεία και περισσότερα κοινά με ένα άλμπουμ σαν το "Sola Gratia", το τελευταίο δηλαδή ορθόδοξα prog άλμπουμ που κυκλοφόρησε ο Neal. Ως εκ τούτου, είναι εν τέλει ορθότερο να πούμε ότι το "Joseph" στέκεται κάπου ανάμεσα.
Μεταξύ των καλεσμένων τραγουδιστών ξεχωρίζουν οι παρουσίες των Ted Leonard (Spock’s Beard, Pattern-Seeking Animals, Enchant), Matt Smith (Theocracy) και Jake Livgren (Proto-Kaw, Kansas), ενώ ο απαραίτητος γυναικείος ρόλος καλύπτεται επάξια από την Talon David. Πάντως, αυτή τη φορά τον πρωταγωνιστικό ρόλο τον κράτησε για τον εαυτό του ο Neal, αποτελώντας όντως τον σημαντικότερο πυρήνα του άλμπουμ και σε ερμηνευτικό επίπεδο. Παράλληλα, αξίζει να αναφερθεί ότι από ένα κιθαριστικό σόλο συνεισφέρουν οι συμπαίκτες του στους Flying Colors και The Neal Morse Band αντίστοιχα, Steve Morse και Eric Gillette, με τον τελευταίο να αναλαμβάνει και τον ρόλο του ντράμερ σε όλο το άλμπουμ!
Όσον αφορά στο μουσικό κομμάτι, ο Neal συνεχίζει να χρησιμοποιεί κάποιες φόρμουλες που δουλεύουν καλά για αυτόν, όπως το να ανοίγει τα άλμπουμ του με ένα "Overture", ήτοι με ένα instrumental κομμάτι μέσα από το οποίο περνάνε όλα τα βασικά θέματα που θα αναπτυχθούν στα τραγούδια του δίσκου. Κι ενώ πλέον βρίσκω κάπως βαρετή/τετριμμένη την ιδέα, πάντα εν τέλει πιάνω τον εαυτό μου να τα απολαμβάνει και ομολογουμένως αποτελούν ιδανική εκκίνηση για να μπει κάποιος στο κλίμα ενός concept άλμπουμ.
Ανάλογες φόρμουλες γίνονται διακριτές κατά την ακρόαση του άλμπουμ και σε συνδυασμό με το πόση μουσική που έχει γράψει και κυκλοφορήσει ο Neal όλα αυτά τα χρόνια, δίνουν την αρχική αίσθηση ότι επαναλαμβάνει πράγματα που έχει δοκιμάσει ξανά στο παρελθόν. Όμως, πολύ σύντομα γίνεται αντιληπτό ότι ακόμα και στα trademark μέρη που χαρακτηρίζουν το συνθετικό του ύφος η έμπνευση είναι και πάλι παρούσε, και πως για μια ακόμα φορά ο Neal καταφέρνει να συνδυάσει επιτυχημένα τις διαφορετικές μουσικές πτυχές του, αλλά και να προσθέσει κάποια νέα στοιχεία.
Το "Prologue_Before The World Was" είναι μια αργή σύνθεση που κλιμακώνεται σταδιακά με την χορωδία να συνοδεύει την ψυχωμένη ερμηνεία του Neal και τον Steve να βάζει το κερασάκι με το υπέροχο σόλο του αφήνοντας εν τέλει μια αρκετά ευχάριστη αίσθηση, ενώ οι ακουστικές κιθάρες του groovy "A Million Miles Away" πρεσβεύουν ένα συνθετικό ύφος στο οποίο πάντα βρίσκει τρόπο να τα καταφέρνει καλά ο Neal και το ίδιο συμβαίνει κι εδώ.
Στα "Burns Like A Wheel" και "Liar Liar" ανεβαίνουν λίγο οι ρυθμοί και κυρίως εμπλέκονται οι καλεσμένοι τραγουδιστές, με τον Ted Leonard να κάνει την παρουσία του πιο αισθητή από κάθε άλλον, αλλά η αλήθεια είναι πως δεν τις λες και συνθέσεις που ξεχωρίζουν για τα δεδομένα του Neal. Από την άλλη, το "Like A Wall" φέρνει λίγο Bryan Adams στο μυαλό και ροκάρει πολύ πιο ευχάριστα, ενώ το groovy "Gold Dust City" ο Livgren το απογειώνει με την ερμηνεία του και μαζί με τη συνεισφορά της χορωδίας καθιστούν το εν λόγω τραγούδι ως ένα από τα καλύτερα του άλμπουμ.
Στο funky/bluesy “Slave Boy” και στο "Out Of Sight, Out Of Mind" είναι η σειρά της Talon David να βγει στο προσκήνιο, κεντρίζοντας το ενδιαφέρον με τη θεατρικότητα των ερμηνειών της, αλλά έχω την αίσθηση πως οι εν λόγω συνθέσεις έχουν περισσότερη χρησιμότητα στη ροή του concept και στην κάπως διαφορετική γεύση που προσφέρουν οι ερμηνείες της David, παρά ξεχωρίζουν ως αυτόφωτα τραγούδια. Αντιθέτως, το αργό και φορτισμένο "Wait On You" το παίρνει πάνω του ο Neal και το απογειώνει με την ερμηνεία του στην ενδεχομένως καλύτερη στιγμή του άλμπουμ, έχοντας και τον Gillette να συνεισφέρει ένα υπέροχο και πολύ ταιριαστό Gilmourικό σόλο.
Όμως, η πιο ευχάριστη έκπληξη του άλμπουμ θα έρθει αμέσως μετά, με το "I Will Wait On The Lord", καθώς πρόκειται για μια acapella ερμηνεία από την Vanderbilt Blair Children’s Chorus Chorale, η οποία ταιριάζει πολύ στο θρησκευτικό/πνευματικό θέμα του άλμπουμ και θα είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον να το εντάξει περισσότερο το εν λόγω χορωδιακό στοιχείο στις δουλειές του ο Neal.
To κλείσιμο του άλμπουμ, επιφυλάσσει δυο ακόμα πολύ δυνατές στιγμές με το bluesy "Ultraviolet Dreams" και το δυναμικό, uplifting "Heaven In Charge Of Hell" να ξεχωρίζουν αμφότερα, πριν το "Why Have You Forsaken Me?" έρθει περισσότερο για να αφήσει στη μέση την ιστορία και να οδηγήσει στο δεύτερο μέρος που αναμένεται να κυκλοφορήσει μέσα στο 2024, παρά συνοψίσει με κάποιο τρόπο τα όσα συνέβησαν (μουσικά και στιχουργικά) σε αυτό το πρώτο μέρος.
Και μόνο το γεγονός ότι οδηγήθηκα σε μια σχεδόν track by track ανάλυση του "The Dreamer – Joseph: Part One", παρόλο που δεν το είχα σχεδιάσει, καταδεικνύει ότι η νέα δισκογραφική δουλειά του Neal Morse έχει αρκετά πράγματα στα οποία αξίζει να σταθεί κάποιος. Εν κατακλείδι, στέκεται αξιοπρεπώς ανάμεσα στην τόσο πλούσια δισκογραφία του έστω κι αν δεν διεκδικεί ούτε δάφνες πρωτοτυπίας ούτε κάποια θέση ανάμεσα στις καλύτερες δουλειές αυτού του σπουδαίου μουσικού. Αν μη τι άλλο, θα ικανοποιήσει όσους γνωρίζουν την πορεία του και εκτιμάνε τόσο το καλλιτεχνικό του έργο όσο κι αυτά που πρεσβεύει.