Inter Arma

Paradise Gallows

Relapse (2016)
Από τον Δημοσθένη Ιωάννου, 27/06/2016
Ένα ταξίδι στη σκοτεινή black-doom-sludge πλευρά του metal
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Η μπάντα από τις Η.Π.Α. κυκλοφόρησε την πρώτη της δουλειά το 2010 ονόματι "Sundown". Το 2013 ακολούθησε το "Sky Burial" και φέτος μας κάνουν μία μετωπική επίθεση με τον τρίτο τους full-length δίσκο 'Paradise Gallows". Ο ήχος τους είναι κατά κύριο λόγο sludge με έντονες επιρροές από τη σχολή των Neurosis, The Melvins,Cult Of Luna, πρώιμων Mastodon και λοιπών συγκροτημάτων του είδους, εμπλουτίζοντας όμως τον ήχο τους με ορχηστρικά και black metal περάσματα.

Η παραγωγή είναι γεμάτη και αναδεικνύει την ατμόσφαιρα που οι Inter Arma προσπαθούν να πετύχουν. Οι κιθάρες έχουν τη βαρύτητα που τους αρμόζει, το μπάσο θολώνει το τοπίο, τα φωνητικά βγαίνουν από πηγάδι απείρου βάθους, ενώ τα τύμπανα ακούγονται φυσικότατα και στο background. Με αυτόν τον τρόπο η μπάντα ακούγεται σαν ένα ενιαίο σύνολο, ογκώδες, όσο θολό απαιτεί η αποπνικτική τους ατμόσφαιρα, καθώς και ποικιλόμορφο μιας και στο κάθε τραγούδι υπάρχουν απρόβλεπτα σημεία (πλήκτρα, ψαλμωδίες, πιάνο, μελωδικά leads) που εν κατακλείδι μεγαλώνουν το ηχητικό τους φάσμα. Έτσι δεν ακούγονται βαρετοί και ο δίσκος κυλάει φυσικά παρά τα εβδομήντα λεπτά της διάρκειάς του.

Όσον αφορά στα τραγούδια του, ο δίσκος χωρίζεται εμφανώς σε δύο μέρη. Πράγμα που θεωρώ αρκετά ενδιαφέρον, καθώς με αυτόν τον τρόπο η μπάντα αφήνει τον ακροατή να ανασάνει και να εκτιμήσει τα αργά, μελωδικά σημεία σε αντιπαράθεση με τα άκρως επιθετικά και heavy που τόσο σωστά είναι χωρισμένα στο "Paradise Gallows". Το πρώτο μέρος αρχίζει με το ορχηστρικό "Nomini" που προκαλεί αυτό το αίσθημα δέους και που παραμένει σε όλη τη διάρκεια του δίσκου. Στη συνέχεια το "An Archer In The Emptiness" αγγίζει μέχρι και death metal μονοπάτια στο ύφος των Triptykon, ενώ το πρώτο "single" του δίσκου (διαρκεί εννιά λεπτά), "Transfiguration", που ακολουθεί είναι από τις δυνατότερες στιγμές του. Το "Primordial Wound" θυμίζει τις πολύ stoner-άδικες στιγμές των Melvins, αλλά ταυτόχρονα και Rotting Christ της τελευταίας περιόδου (!), ενώ τα φωνητικά γίνονται εφιαλτικά και θεατρικά για πρώτη φορά.

Το "Potomac" δίνει το έναυσμα για το δεύτερο μέρος του άλμπουμ επαναλαμβάνοντας τη φράση που άνοιξε το άλμπουμ και εξελίσσοντάς τη με τη συνοδεία πιάνου. Τα κομμάτια που ακολουθούν συνεχίζουν στο ίδιο μοτίβο, έχουν αναπάντεχες αλλαγές και αντίστοιχα μεγάλες διάρκειες. Εδώ, όμως, ακούμε για πρώτη φορά καθαρά φωνητικά, αργόσυρτα σε σκοτεινές και ατμοσφαιρικές ερμηνείες. Στο ομώνυμο κομμάτι η μπάντα θυμίζει πρόσφατους Neurosis, καθώς πειραματίζεται σε post metal λημέρια εκφράζοντας την ψυχική οδύνη όπως τη δίδαξαν οι πατέρες του είδους, ενώ το κιθαριστικό solo είναι η λύτρωση που περίμενα από την πρώτη νότα του τραγουδιού. Μεγαλειώδες.

Έχουμε να κάνουμε με έναν από τους σημαντικότερους δίσκους της σκοτεινής πλευράς του metal που θα ακούσουμε φέτος. Έναν δίσκο που πατάει γερά στις πλάτες του παρελθόντος από μία τολμηρή μπάντα που ξέρει πώς να πειραματίζεται. Και αν το καταπληκτικό εξώφυλλο είναι η αφορμή για να ασχοληθεί κάποιος με το "Paradise Gallows", τότε η πρώτη ακρόαση είναι σίγουρα ο λόγος για να κολλήσει για καιρό.

  • SHARE
  • TWEET