Fly Beeyond Festival 2008: Massive Attack, Gogol Bordello, The National, Imam Baildi, Cyanna @ Στάδιο Καραϊσκάκη, 15/07/08

Από τον Κωστή Αγραφιώτη, 17/07/2008 @ 07:19
Το γεγονός πως φέτος το Fly Beeyond έλαβε χώρα για δεύτερη χρονιά, είναι από μόνο του επιτυχία. Η λίστα με τα φεστιβάλ που ξεκίνησαν με ελπίδες, τυμπανοκρουσίες και βαρύγδουπες ανακοινώσεις και τελικά τα έφαγε η... μαρμάγκα είναι αχανής, οπότε μόνο ως θετικό μπορούμε να εκλάβουμε το γεγονός ότι το εν λόγω φεστιβάλ έγινε... 2 ετών!

Αν μπορεί κανείς να κρίνει από τις φήμες, οι διοργανωτές προσπάθησαν φέτος να κάνουν το μεγάλο «μπαμ», κάτι όμως που για διάφορους λόγους δεν επετεύχθη. Εν τέλει, για την πρώτη μέρα του φεστιβάλ, το κύριο όνομα επιλέχθηκε μάλλον εκ του ασφαλούς, δεδομένης της απήχησης που έχουν οι Massive Attack στη χώρα μας. Όσο για τις υπόλοιπες δύο διεθνείς μπάντες που θα πλαισίωναν τους -κάποτε- πρωτοπόρους Βρετανούς, οι εκπλήξεις ήταν ισάριθμες: Οι αρκετά ανερχόμενοι, indie (βλ. «ινδιάνοι» κατά τον συνάδελφο Μανώλη) rockers, The National, από τη μία, αλλά και οι θεότρελοι gypsy-punk rockers, Gogol Bordello από την άλλη!

Το Στάδιο Καραϊσκάκη είναι ιδανικό από κάθε άποψη (άνετη πρόσβαση, γρήγορη έξοδος, καθίσματα κτλ) για αντίστοιχες διοργανώσεις, με μοναδικό μειονέκτημα ότι σε περίπτωση μειωμένης προσέλευσης, οι άδειες εξέδρες «χτυπούν» κάπως άσχημα στο μάτι. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα από αυτό της πρώτης μέρας δε θα μπορούσε να υπάρξει: Τα 6.000 περίπου άτομα που ήταν παρόντα κατά τη διάρκεια των Massive Attack, θα γέμιζαν ασφυκτικά μέχρι και... τις τουαλέτες του Λυκαβηττού. Αντιθέτως, η είσοδος στο στάδιο χθες -και δη κατά τις 6-7 το απόγευμα- σου έδινε την εντύπωση της εκδήλωσης «μεταξύ συγγενών και φίλων».

Την αυλαία άνοιξαν οι Cyanna, του οποίους δυστυχώς δεν πρόλαβα (sorry guys!). Από την άλλη, η μουσική των Imam Baildi, σε αντίθεση με το αντίστοιχο φαγητό, κάθε άλλο παρά «βαριά» μας έπεσε: Πανέξυπνα remixes ελληνικών '50s και '60s λαϊκών κομματιών, μπολιασμένα με trip hop και electronica στοιχεία και πειραματισμούς! Αν δεν είναι αυτό πρωτότυπη ιδέα, τότε τι είναι; Ίσως η μοναδική συναυλία που θα μπορούσε να αρέσει ταυτόχρονα και σε μένα και στους γονείς μου! Μαγκιά!



Το ευχάριστο πέρασμα των Imam Baildi διαδέχτηκαν οι κάπως πιο κατατονικοί The National. Με λίγη από τη μελαγχολία των Editors, την ατμόσφαιρα του Nick Cave, την πολυσυλλεκτικότητα των Tindersticks, αλλά παράλληλα και τη δυναμική του Bruce Springsteen, όταν το απαιτούσε η περίσταση, αυτό που μπορεί να πει κανείς, είναι πως ήταν τουλάχιστον ενδιαφέροντες.



Σημείο αναφοράς για τη μπάντα, το εκπληκτικό και πολυδιάστατο παίξιμο του Bryan Devendorf στα τύμπανα. Τέτοιο drumming -ιδανική βάση για το αρκετά ορχηστρικό παίξιμο της μπάντας- σε indie / alternative συγκρότημα θα ακούσετε αρκετά σπάνια.



Τα Nick Cave meets Leonard Cohen φωνητικά του Matt Berninger από την άλλη, μπορεί να μην αποτελούν την πιο πρωτότυπη χροιά, αλλά προσδίδουν την κατάλληλη «μαυρίλα» που θέλεις να έχει κάθε γκρουπ αντίστοιχου ήχου.



Παρά την καλή απόδοση και το δεμένο ήχο τους, η σχετικά δύσπεπτη (σαν το ιμάμ μπαϊλντί...) μουσική τους, δεν είναι και η πιο ταιριαστή για φεστιβάλ / ανοιχτό χώρο, κάτι που φάνηκε εξάλλου και από τις «αναιμικές αντιδράσεις του -έτσι κι αλλιώς- όχι και τόσο πολυπληθούς κοινού. Ένα Gagarin πάντως θα τους ταίριαζε γάντι, αναμφίβολα!



Τα κομμάτια που έπαιξαν προέρχονταν κυρίως από τα δύο τελευταία τους άλμπουμ, "Alligator" και "Boxer", με χαρακτηριστικές στιγμές τα "Start A War", "Secret Meeting", "Baby, We'll Be Fine", "Abel" και το φοβερό και τρομερό "Fake Empire".



Το πιο «πιασάρικο» όνομα της πρώτης μέρας του Fly Beeyond Festival ήταν σίγουρα οι Massive Attack. Εκτός του μύθου που τους περιβάλλει, όντας το γκρουπ που έθεσε τις βάσεις για την ανοικοδόμηση του trip-hop (για να είμαι ειλικρινής, όχι μόνο τις βάσεις, αλλά και τα μπετά έχει βάλει), έχουν καταφέρει να είναι ένα από τα λίγα συγκροτήματα που, παρά τη συχνή τους παρουσία στους ελληνικούς συναυλιακούς χώρους, έχουν δημιουργήσει ένα σταθερό φανατικό κοινό που δε χορταίνει να τους θαυμάζει από κοντά.



Και καθότι τίποτα δεν είναι τυχαίο σε αυτή τη ζωή, οι Massive έδωσαν και αυτή τη φορά μια εμφάνιση που όχι μόνο ικανοποίησε το κοινό τους, αλλά κέρδισε και το σεβασμό όσων δεν είχαν κάποια επαφή μαζί τους μέχρι σήμερα. Κοινώς εξασφάλισαν ήδη το κοινό για την επόμενη τους εμφάνιση επί ελληνικού εδάφους.

Δίχως διάθεση για «ποζεριλίκια» ή ανούσια παιχνίδια με το κοινό, που απλά σπαταλούν χρόνο, μία δεκάδα μουσικών ανέβηκε στις 21:50 επί σκηνής για να μας παρουσιάσει με τον πιο ειλικρινή τρόπο τη δικιά της άποψη για τη μουσική.

Συνολικά στη σκηνή ανέβηκαν: ένας dj (έτοιμοι είστε να πείτε την κακία πως δεν είναι μουσικός...), δύο drummer, κιθαρίστας, μπασίστας και πέντε τραγουδιστές! Να μου επιτρέψετε από την πεντάδα των τραγουδιστών που χρησιμοποιήθηκε να ξεχωρίσω την Big Fat Mama, η οποία με την κρυστάλλινη φωνή της απέδωσε άριστα όλα τα soul μέρη, καθώς και την αέρινη ξανθή φιγούρα, που για πρώτη φορά ήταν η εξαίρεση στον κανόνα «οι ψιλές και όμορφες γυναικείες φωνές δεν ανήκουν σε ψηλές και όμορφες γυναίκες».





Συγχαρητήρια αξίζουν και σε όσους επιμελήθηκαν το κομμάτι του φωτισμού, καθώς αυτός, όντας έντονος πίσω από τους μουσικούς, τους έκανε να μοιάζουν με αυτοκινούμενες σκιές και συνέβαλλε σε μεγάλο βαθμό στη δημιουργία της κατάλληλης ατμόσφαιρας για να ταξιδέψεις με τους ήχους των Massive Attack. Ατμόσφαιρα που εκ των πραγμάτων ήταν αδύνατο να επιτευχθεί στο μέγιστο βαθμό που ίσως θα έπρεπε, καθότι ήμασταν σε ανοικτό χώρο και σίγουρα μερικούς στο κοινό θα τους έβγαλε κάποιες στιγμές εκτός κλίματος.



Το συγκρότημα απέδωσε εξαιρετικά όλα τα κομμάτια, πραγματοποιώντας μία άκρως επαγγελματική εμφάνιση και επιτυγχάνοντας την ελάχιστη απαιτούμενη απόδοση ώστε να χαρακτηριστούν «εντυπωσιακά καλοί», εκμηδένισε τη σημασία των διάφορων μικρολαθών που προέκυψαν, καθώς και το μη ζεστό κοινό στην αρχή (δεν περίμενα τέτοια παγωμάρα στο "Risingson". Μετά το "Teardrop", και ακόμα περισσότερο μετά την πολύ δυνατή εκτέλεση του "16 Seeter", άρχισε το κοινό να ανεβαίνει).



Με setlist που, όπως ήταν αναμενόμενο, δεν είχε αφήσει εκτός τις κυριότερες τους επιτυχίες από τους ιστορικούς πλέον δίσκους "Blue Lines" και "Mezzanine" (μα πως μπορεί το "Blue Lines" να κυκλοφόρησε το 1991 και να ακούγεται ακόμα τόσο πρωτοποριακό;), μας κατέθεσαν για άλλη μία φορά το μουσικό μανιφέστο που συντάσσουν τόσα χρόνια, με συνθέσεις που σκοπό έχουν μέσα από τον κατάλληλο συνδυασμό διαφορετικών ήχων να δημιουργούν ένα ομοιογενές αποτέλεσμα, γεμάτο συναίσθημα, δυνατές στιγμές και ήχους, άκρως ατμοσφαιρικό και... καινοτόμο.



Το μανιφέστο τους αυτό δεν περιορίστηκε στο μουσικό σκέλος, αφού όπως συνηθίζουν, μηνύματα και σχόλια γύρω από την πολιτική κατάσταση στη Μεγάλη Βρετανιά, την καταπάτηση των ελευθεριών των εκεί πολιτών και τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας από τον Bush, πέρναγαν από πίσω τους σε διάφορες στιγμές της συναυλίας (κυρίως στα "Inertia Creeps" και "Safe From Harm"). Παρ' όλα αυτά, το γεγονός ότι τα πολιτικά αυτά μηνύματα ήταν κομμάτι του show και όχι κάτι ξεχωριστό, όπως για παράδειγμα στον Manu Chao, ήταν αυτό που σε καμία στιγμή δεν ξενέρωσε το κοινό. Ίσα ίσα, ταίριαζαν τόσο πολύ με τη μουσική και την εμφάνιση των Massive Attack, που έκαναν τις αλήθειες που έλεγαν, ακόμα πιο αφοπλιστικές.



Συνολικά, οι Massive Attack έδωσαν άλλη μία εμφάνιση αντάξια του ονόματος τους. Είναι εμφανές πως δίνουν στις πρόβες το μέγιστο που μπορούν ώστε να αποδίδουν άριστα στη σκηνή και να μη διακινδυνεύσουν το όνομα που έχτισαν τόσα χρόνια. Ευχαρίστησαν το κοινό τους, προκάλεσαν το σεβασμό στους τυχόν επικριτές τους και το μόνο τους ψεγάδι ήταν η μόλις 1 ώρα και 25 λεπτά εμφάνισης.



Σίγουρα, σε εποχές που διάφορα wannabe rock star συγκροτηματάκια παίζουν μετά βίας λίγο πάνω από 1 ώρα, η 1 ώρα και τα 25 λεπτά μοιάζουν όαση. Αλλά εδώ μιλάμε για μια από τις πιο επιδραστικές μπάντες των '90s, που η ιστορία της και μόνο θα έπρεπε να της επιβάλλει να παίζει περισσότερο...



Μέσα σε όλα ακούστηκαν και τα εξής κομμάτια: "All I Want", "Marooned", "Risingson", "16 Seeter", "Mezzanine", "Red Lights", "Inertia Creeps", "Safe From Harm", "Angel", "Unfinished Sympathy".



Δεν είναι δα και καμιά μεγάλη σοφία, είναι όμως πέρα για πέρα αλήθεια: Πρέπει να κρίνεις το κάθε συγκρότημα με ξεχωριστά κριτήρια. Με βάση λοιπόν το κριτήριο του... image, δύσκολα μπορείς να πάρεις στα σοβαρά μία μπάντα σαν τους Gogol Bordello. Για την ακρίβεια, αν δεις κάποια φωτογραφία τους, όντας ανυποψίαστος, σε πείθουν εύκολα να... μην ακούσεις ποτέ τη μουσική τους!



Αν από την άλλη αφήσεις σπίτι σου την προκατάληψη και τη μιζέρια του «δήθεν» και του «ψαγμένου», οι «τσιγγάνικοι» / punk ρυθμοί των Ουκρανοαμερικανών είναι ικανοί να σε παρασύρουν σε ένα γλέντι μέχρι τελικής πτώσης.



Όσοι έτσι παρέμειναν στο Καραϊσκάκη μετά το πέρας της εμφάνισης των Massive Attack, και παρά το προχωρημένο της ώρας, με σκοπό να περάσουν καλά -και όχι να βαυκαλιστούν στις κερκίδες με την ιδέα της ανωτερότητας των ακουσμάτων τους- έζησαν για δεύτερη φορά μέσα σε λίγες μέρες μια παρόμοια εμπειρία: Μετά το σεληνιασμό που μας προκάλεσαν οι Flogging Molly, ήρθαν οι απίστευτοι αυτοί τύποι από τη Νέα Υόρκη να μας δώσουν το τελειωτικό χτύπημα... Χορός, χορός, χορός και πάλι χορός!



Ήξερες-δεν ήξερες τα κομμάτια τους, ήσουν-δεν ήσουν κουρασμένος, η αστείρευτη ενέργεια του «Ευγένιου» και της παρέας του λειτούργησε σαν άλλο Red Bull, δίνοντας φτερά! Τι φτερά δηλαδή; Ολόκληρους αεροκινητήρες!



Δικαιολογημένα ο χαμός (σε ανθρώπινα πλαίσια, ευτυχώς) στις πρώτες σειρές κοινώς - αποτέλεσμα καθαρά της αλληλεπίδρασης μπάντας / κοινού. Το σκέφτομαι συχνά: Όταν βλέπεις το συγκρότημα να γουστάρει, θα γουστάρεις κι εσύ! Το κάνουν "Bordello" στη σκηνή; Ε θα το κάνουμε κι εμείς από κάτω! Αυτοί είναι οι Gogol Bordello λοιπόν: Ένα ειλικρινές συγκρότημα, που δίνει ό,τι έχει και δεν έχει στα live και σε κάνει να περνάς καλά και να απολαμβάνεις την κάθε στιγμή. Η πεμπτουσία της συναυλίας, or what;



Η λίγη σχετικά ώρα (μία ώρα και δέκα λεπτά περίπου) της εμφάνισης τους μας άφησε μεν ένα μικρό παράπονο στο τέλος, αλλά η εικόνα του Eugene, κατεβασμένου μπροστά στο κοινό και χαιρετώντας μας έναν-έναν, μέχρι το Καραϊσκάκη να αδειάσει, έστειλε το μήνυμά της: Θα ξανάρθουν, θα παίξουν κανονικό -και όχι κουτσουρεμένο «φεστιβαλικό»- σετ, θα τα ξανασπάσουν όλα, και θα περάσουν αυτοί καλά... κι εμείς καλύτερα!



Massive Attack: Δημήτρης Καρβούνης
...all the rest: Κωστής Αγραφιώτης
  • SHARE
  • TWEET