Abbie Gale

2

Inner Ear (2007)
Από τον Μανώλη Γεωργακάκη, 29/01/2008
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Στο νεφελώδες τοπίο της ατμοσφαιρικής indie των Abbie Gale προστίθεται ένας δεύτερος δίσκος, με τίτλο "2", σαν ψευδαίσθηση με γεύση γλυκόριζα. Η διαμαντένια πρώτη κατάθεση, "Family Life" (2006), είχε θέσει τις βάσεις μιας άνευρης ονειρικής περιπλάνησης με ζαχαρωτές μελωδίες. Στο "2" o ήχος βαθαίνει ακόμα περισσότερο και δημιουργεί έναν pop ίλιγγο, που περιπλανιέται ανάμεσα στη μετρημένη κατάθλιψη και την άμετρη αισιοδοξία. Οι ξεδιάντροπες ακουστικές δεν υποχωρούν, αλλά εμπλουτίζονται από έμψυχο ηλεκτρισμό. Παρά την αναποτελεσματικότητα της μεθόδου, επιχειρώ να περιγράψω: Τα αυτιά μου ακούν τη Dido να διασκευάζει Blonde Redhead. Τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο απλά.

Το "Live After Life" εισάγει μια αργή βασανιστική φαντασμαγορία λιτότητας, που δαμάζει τους εφιάλτες. Η αποτελεσματική ασυδοσία του "Lovesong" κυριεύεται από το διάλογο της «Κίρκης» Evira με τον μπροστάρη των Raining Pleasure, κάτι που εξηγεί μια κάποια γενικότερη οικειότητα του ήχου. To "Heliotrope Portrait" σφύζει από συγκρατημένη δραματικότητα ερωτικού ψαλμού και διαλύεται από το εξαιρετικό "Clown", που επιχειρεί να ηλεκτρολύσει τη μελωδική ευρηματικότητα της εποχής του "Family Life", χωρίς ακριβώς να το πετύχει, αλλά και χωρίς να απογοητεύει. To "Wanted" διατηρεί την ταυτότητα του άλμπουμ, χωρίς να δικαιολογεί την παρουσία του - αλλά ποιός με ρώτησε; Οι αισθήσεις αποκτούν νέο ερέθισμα με την by-the-rules ζωηρή indie αισθητική του "Gone" και την ανελέητη ψευδοϋποτονικότητα του "Contact Improvisation", που οδηγεί σιγά-σιγά στην έκρηξη. Τα αναποφάσιστα πειράματα "Over The Wall" και "Sometimes" σαγηνεύουν με έντονες μελωδίες, που έχουν την αξιοπρέπεια να μη σου κολλήσουν στο μυαλό. Πιο ηλεκτρικό, το "Air" συνεφέρει και παραδίδει στο λήθαργο του "Goodnight". Σπονδή στην τελειότητα, το μυστηριώδες "Danko" με τα αγχώδη «μιλητά» φωνητικά κερδίζει κάθε στοίχημα.

Δεν παραδίδομαι στον ενθουσιασμό. Πρόκειται για ένα πετυχημένο εγχείρημα, που όμως κινείται στα όρια που το ίδιο έθεσε στον εαυτό του. Δεν επιδίδεται σε εμπορική ευκολία. Δεν απελευθερώνεται προς την πλευρά αρρωστημένων πειραματισμών. Δεν επιδιώκει την πρωτοτυπία. Δε διακυμαίνεται ηχητικά και δημιουργεί μια προκρουστική ομοιομορφία, που, αν δεν καταφέρνει να κουράσει, χάρη στην ποιότητα των συνθέσεων, περιφρονεί τις προσδοκίες (τουλάχιστον τις δικές μου). Παραδίδομαι στη γοητεία του αποτελέσματος. Ακεραιότητα της μουσικής δήλωσης και δώδεκα γλυκόπιοτες συνθέσεις που δεν λιγώνουν.

Κλείνοντας, θυμίζω πως οι Abbie Gale είναι Έλληνες και δη από την Πάτρα. Δεν εφιστώ την προσοχή σε αυτό το γεγονός. Δεν αξίζουν παραπάνω προσοχή, λόγω ονομασίας προέλευσης. Το επίπεδό τους είναι τουλάχιστον εφάμιλλο της διεθνούς indie ελίτ. Το να αντιμετωπίζουμε τα εγχώρια αγγλόφωνα ροκ προϊόντα με διαφορετικό τρόπο δε μπορεί παρά να τα μειώσει. Άσε που είναι αντίθετο με τους κανόνες που απορρέουν από τις ελευθερίες που αναγνωρίζονται από το Κοινοτικό δίκαιο.

  • SHARE
  • TWEET