«Ενοχλούμε; Δεν ενοχλούμε...»

Ο Νίκος Παπαδογιάννης αναρωτιέται ποιοι είναι όλοι αυτοί οι νταλκαδιάρηδες που ζουν ανάμεσά μας

Από τον Νίκο Παπαδογιάννη, 30/03/2016 @ 07:50

Oι έξι μουσάτοι λεβέντες του διπλανού τραπεζιού στάθηκαν, αν μη τι άλλο, ειλικρινείς: «Παιδιά, σας προειδοποιούμε ότι θα γίνουμε λίγο ενοχλητικοί. Εάν γίνουμε πολύ ενοχλητικοί, να μας το πείτε...».

Στο μαρτυρικό πεντάωρο που ακολούθησε, οι έξι διονυσιασμένοι δεν κάθισαν κωλομέρι στην καρέκλα. Σε κάθε ρεφρέν, πετάγονταν όρθιοι σαν να τους χτυπούσε ηλεκτρικό ρεύμα και «τραγουδούσαν» λέξη προς λέξη στη διαπασών, συνοδεύοντας τον μαυροντυμένο αοιδό.

Όσο κυλούσε η νύχτα και έρρεε το αλκοόλ, η κατάσταση χειροτέρευε. Έριχναν και κανένα «σόρι» όταν ο οίστρος τους μεταφραζόταν σε αδέσποτες αγκωνιές και επέστρεφαν στο τσακίρ κέφι, μαζί με δεκάδες άλλους που διασκέδαζαν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο σε όλα τα μήκη και πλάτη του μαγαζιού.

Όχι, δεν είχαν λουλούδια να πετάξουν ούτε πιάτα να σπάσουν. Δεν βρισκόμασταν στον Κιάμο ούτε στον Βέρτη. Στον «Σταυρό του Νότου» έγιναν όλ' αυτά. Στον Σωκράτη Μάλαμα. Το είχε πάρει κάπου το μάτι μου, ότι οι φανατικοί σωκρατικοί μετατρέπουν τις παραστάσεις του σε γήπεδο, αλλά δεν περίμενα τέτοιο πράγμα. Χωρίς υπερβολή, η συμπεριφορά των θαμώνων θύμιζε μπουζουξίδικο.

Συνθήματα, γουίσκια, «γεια σου μεγάλε», πούρα και ατελείωτη τσιγαρίλα, κορίτσια και (κυρίως) αγόρια σκαρφαλωμένα σε καρέκλες, λανθάνων νεοπλουτισμός, μηδενικός σεβασμός για τους υπόλοιπους θαμώνες. Παρακμή.

Ναι, στον Μάλαμα. Στον Σωκράτη του εντέχνου.

Δυσκολευόμουν να καταλάβω προς τι ο ενθουσιασμός για τις ζωντανές του εμφανίσεις, όπου δεν βρίσκεις τραπέζι ούτε με μέσον, αλλά τώρα ξέρω.

Αυτό που πουλάει ο Μάλαμας δεν είναι θλιμμένο και βαρύ έντεχνο όπως νόμιζα, αλλά ατμόσφαιρα μεσημεριανού ρεμπετάδικου της Κυριακής. Βαρύ, αλλά εντέχνως εκλεπτυσμένο λαϊκό, δίχως τις ενοχές που συνοδεύουν το σκυλάδικο. Και υπερήφανο σερνικό νταλκά, που μπαίνει από το ένα αυτί της γυναικός και βγαίνει από το άλλο. Όλο αντροπαρέες έβλεπες στο μαγαζί. Αναλογία δέκα προς ένα. Σαραντάρηδες και πενηντάρηδες.

Η οδηγία για εξωστρεφή εσωστρέφεια έπνιξε αύτανδρα τα ξεχωριστά τραγούδια του Θανάση Παπακωνσταντίνου και κράτησε στην επιφάνεια ό,τι ήταν πιο ελαφρύ για να επιπλέει. Κανένας προβληματισμός, καμία πολιτική τοποθέτηση, καμία περίσκεψη. Ακόμα και το συγκλονιστικό «Στην Αμερική» παραδόθηκε στο κοινό διεκπεραιωτικό και αποστειρωμένο, σαν να μην είχε τίποτε να μεταλαμπαδεύσει στο φασίζον ελληναριό του 2016. Τοποθετημένο στο φινάλε ενός μπουζουκόπληκτου προγράμματος, πέρασε απαρατήρητο ανάμεσα στις ανάσες των μεθυσμένων και δεν ακούμπησε κανέναν. Ποια Μαρίκα, τώρα, ποιος Ντούσιας και ποιος Κωστής; Παίξε τα τέλια να κάνουμε γούστα.

Όταν πια άναψαν τα φώτα, δύο αντροπαρέες εκστασιασμένων σωκρατικών πήγαν να πιαστούν στα χέρια για τον Παναθηναϊκό και τον Ολυμπιακό. Εχει και η τέχνη τα όριά της... Ο Μάλαμας έφυγε για το σπίτι του χωρίς μια «καληνύχτα», αλλά οι εξαίρετοι μουσικοί του πέρασαν για τα περαιτέρω στο εμβληματικό μπαράκι της Γωγώς, η οποία λατρεύει τον Σωκράτη. Την ίδια διαδρομή ακολούθησαν οι περισσότεροι από τους φανατικούς οπαδούς, ίσως επειδή δεν υπήρχε κοντά πατσατζίδικο. Πεντέμισι το πρωί, δεν έπεφτε καρφίτσα στο μαγαζί. Δεν υπήρχε χώρος ούτε για την Τούλα τη γατούλα.

Ευτυχώς, οι ενοχλητικοί του διπλανού τραπεζιού δεν εμφανίστηκαν. Μετά από τέτοιο στραπάτσο, το τελευταίο που χρειαζόμουν ήταν ένα μεταμεσονύκτιο debate τύπου «Σπανούλης ή Διαμαντίδης».

  • SHARE
  • TWEET