To θηρίο που αναπνέει οργή

Το "Hollywood" του Νick Cave είναι ένα μεγαλειώδες ρέκβιεμ, που ζωντανεύει σε 14 λεπτά τον χειρότερο εφιάλτη του ανθρώπου

Από τον Νίκο Παπαδογιάννη, 01/11/2019 @ 20:24

Τσακισμένος από ανείπωτη θλίψη, ο Nick Cave έγραψε ένα αριστουργηματικό άλμπουμ και το έκλεισε με ένα τραγούδι ορόσημο, ίσως το κορυφαίο που πέρασε ποτέ από τα αυλάκια της δισκογραφίας. Ακόμα και ο τίτλος του είναι μαχαιριά στην καρδιά, όταν αντιπαρατεθεί με το περιεχόμενο: "Hollywood". Η ελεγεία με την οποία ολοκληρώνεται το συνταρακτικό "Ghosteen" δεν έχει σχέση με το Χόλιγουντ και με τη χρυσόσκονη. Στην πραγματικότητα, είναι το άκρο αντίθετο της καλιφορνέζικης λιακάδας.

Εκεί, όμως, ονειρευόταν να βγει ο Cave στα 62 του, μετά από δεκαετίες ακροβασίας στο χείλος του γκρεμού. Στην ηλιοφάνεια. Στη ζεστασιά. Στην ξενοιασιά. Στην ανάπαυση του πολεμιστή. Στο απυρόβλητο.

Αλίμονο, όμως, τον περίμενε ασήκωτο πένθος. Ο τραγικός θάνατος του έφηβου γιου του, που έπεσε σε γκρεμό και σκοτώθηκε σε μία εκδρομή στην εξοχή τον Ιούλιο του 2015, έσβησε τον ήλιο του Νick Cave. Το "Ghosteen", γραμμένο εξ ολοκλήρου την επαύριον της τραγωδίας (αντίθετα με το "Skeleton Tree", που εν πολλοίς είχε πάρει τη μορφή του νωρίτερα) είναι το σάουντρακ του Άδη.

Το πρώτο μισό του άλμπουμ, μακρύ και ασυνάρτητο όπως οι αγχωμένες νύχτες της παιδικής ηλικίας, συμβολίζει -σύμφωνα με τον ίδιο τον Cave- τα παιδιά. Το δεύτερο, με την αργόσυρτη ερεβώδη αμηχανία του, τους γονείς. Νεκρά παιδιά και χαροκαμένοι γονείς. Η χαρά που έσβησε μέσα σε μία στιγμή και ο πόνος που πλημμύρισε τα πάντα σαν αδιαπέραστη μελάνη. Δεν υπάρχουν εδώ ανάσες ανακούφισης.

Όταν, μετά από μία ώρα μαρτυρίου, ακούγονται οι πρώτες νότες του "Hollywood", ο ακροατής παλεύει με αφόρητα συναισθήματα που του μεταδόθηκαν σαν ασθένεια. Πασχίζει να απομακρυνθεί, αλλά φοράει τα παπούτσια του πατέρα που αποχαιρέτησε το παιδί του. Η μοναδική ελπίδα του, είναι να πιαστεί από όπου μπορεί, ώστε να αντέξει το κύμα της λύπης.

Κάτω από τη μαύρη μπογιά, τα μαλλιά του Nick Cave πρέπει να είναι κάτασπρα. Η μουσική του δεν χωράει πια το φως. Όταν τον αποκαλούσαν «πρίγκηπα του σκότους», δεν είχαν στο μυαλό τέτοια κατάρα. Ακόμα και όταν ο Cave φλέρταρε με την αυτοκαταστροφή, στα χρόνια των Birthday Party, η ζωή του ήταν μάλλον μαύρο θέατρο, παρά πραγματική απόπειρα αυτοχειρίας.

Τώρα, πια, η μάσκα του πρωταγωνιστή είναι καμωμένη από αληθινό δέρμα. Όποιος επιχειρήσει να την τραβήξει από το πρόσωπό του, ρισκάρει να γεμίσει τα δάχτυλά του με αίμα και δάκρυα.

Το "Χόλιγουντ" του τίτλου είναι μεταφορά, μια τελευταία αδέξια απόπειρα για μαύρο χιούμορ. «Βρισκόμουν στα μισά του δρόμου προς το Μαλιμπού», διηγείται στο ξεκίνημα ο Cave, πάνω από το δυσοίωνο συνθεσάιζερ του Warren Ellis και από αιθέρια φωνητικά που παλεύουν να διώξουν το μολυβένιο σύννεφο. «Τότε, εμφανίστηκε μπροστά μου ένα παιδί με πρόσωπο νυχτερίδας. Και εξαφανίστηκε ξανά, από το φως των προβολέων». Ένα προαίσθημα. Μία χίμαιρα.

«Αγόρασα ένα σπίτι με πισίνα, αλλά και ένα πιστόλι που σκοτώνει. Μου έλεγαν, ότι σε αυτούς τους λόφους ζει ένα θηρίο. Η καρδιά του ζώου είναι μία αδυσώπητη μηχανή οργής. Κυκλοφορεί όλη νύχτα στην περίμετρο και μελετάει συμφορές. Τρυπώνουμε μέσα στις πληγές μας και κοιμόμαστε εκεί, σαν φαντάσματα. Τα όνειρά μας είναι το μεγαλείο μας». Αλλά τα όνειρα δεν είναι ποτέ αληθινά.

Το κακό πλησιάζει, αλλά κανένα όπλο δεν μπορεί να το σταματήσει. Ξαφνικά, ο βασανιστικά αργός ρυθμός δίνει τη θέση του σε στρατιωτικά τύμπανα, που προαναγγέλλουν τον ερχομό του θηρίου. Πουθενά αλλού δεν έχει ντραμς ο δίσκος. Μόνο τη στιγμή που βγαίνει το τέρας, για να συνοδεύσει το ποδοβολητό του.

«Άγρια ζώα περιπολούν στις αμμουδιές, τρομερά πλάσματα βγαίνουν από τη θάλασσα. Στέκομαι άναυδος στην παραλία, ενώ οι άλλοι το βάζουν στα πόδια. Ένα παιδί αφήνει το κουβαδάκι του και αναλήπτεται στον ήλιο…».

Ο θάνατος ήρθε και πήρε μαζί του τον 15χρονο Άρθουρ, να κάνει παρέα στις νυχτερίδες. Ο αβοήθητος πατέρας είδε το κτήνος να αρπάζει το γιο του και να το παρασύρει στους ουρανούς της ψεύτικης λιακάδας. «Τώρα πια, περιμένω να έρθει η σειρά μου», θρηνεί ο Cave, με φωνή πλημμυρισμένη από συναίσθημα. Και τι άλλο να κάνει; Τι μπορεί να κάνει, κάποιος που χάνει τη γη κάτω από τα πόδια του;

Ανεβαίνει στο βουνό για να συναντήσει τον θεό που πιστεύει, αυτό μπορεί να κάνει. Σε όλο το "Ghosteen", ο Cave έχει χάσει την πίστη του και ψάχνει απεγνωσμένα κάτι για να πιστέψει. Την τελευταία του ελπίδα την αναζητεί σε μία αρχαία βουδιστική παραβολή.

«Η Κίσα είχε ένα παιδί που πέθανε», διηγείται ξαφνικά με ένα απόκοσμο φαλσέτο. «Όχι, δεν πέθανε, αλλά είναι βαριά άρρωστο», ξεσπαθώνει όταν οι χωρικοί την παροτρύνουν να το θάψει γρήγορα στο δάσος. Η Κίσα αρνείται να αποδεχθεί το μοιραίο και πάει να συναντήσει τον θεό.

«Μην κλαις», της λέει εκείνος, υπάρχει λύση. «Το μόνο που χρειάζομαι για να σώσω το παιδί σου είναι ένας σπόρος μουστάρδας. Πήγαινε στο χωριό για να μου τον φέρεις. Θα πρέπει όμως να προέρχεται από σπίτι που δεν έχει κανέναν νεκρό».

Η Κίσα φεύγει αισιόδοξη, διάβολε, έναν σπόρο θα τον βρει, αυτός είναι τελικά το ελιξήριο της ζωής, ωστόσο  επιστρέφει με άδεια χέρια. «Όλοι έχουν χάσει κάποιον, όλοι χάνουν κάποιον», ψιθυρίζει στα αυτιά του παιδιού, πριν το φωλιάσει στην τελευταία του κατοικία. Κανένας δεν είναι άτρωτος απέναντι στην απώλεια. Δεν υπάρχει άνθρωπος που δεν γνωρίζει το δάκρυ. Κρυμμένος πίσω από μία μελωδία απίστευτης ομορφιάς, ο Nick Cave βρίσκει την παρηγοριά στον πόνο των άλλων.

«Είναι μακρύς, πολύ μακρύς ο δρόμος, ώσπου να ησυχάσει το μυαλό», ομολογεί, την ώρα που ακούγονται οι τελευταίες θρηνητικές νότες. Έχουν περάσει πια 14 λεπτά από τις πρώτες φλόγες («Οι φωτιές μαίνονταν όλη τη νύχτα…») και ο ακροατής αισθάνεται την ψυχή του να καίγεται, τα πόδια του να λυγίζουν.

Καμία ευαίσθητη καρδιά δεν μπορεί να αντέξει αυτό το σφυροκόπημα συναισθημάτων και εικόνων. Στην προσπάθειά του να ξορκίσει τους δαίμονες που του τρώνε τα σωθικά εδώ και τέσσερα χρόνια, ο Νick Cave έγραψε το τραγούδι της ζωής του και του θανάτου του. Ένα μεγαλειώδες ρέκβιεμ, που θα στοιχειώνει παντοτινά τους εφιάλτες τους δικούς του και τους δικούς μας.

  • SHARE
  • TWEET