«Είμαι ο Στάθης, ποιος τον ζητεί;»

Ο Νίκος Παπαδογιάννης αποχαιρετά έναν από τους αφανείς εργάτες της ελληνικής έντεχνης μουσικής. Και μία φιλία που κράτησε τρεις ώρες.

Από τον Νίκο Παπαδογιάννη, 17/08/2016 @ 10:40

Πρώτοι μου μίλησαν για τη "Μέθεξη" ο Μίλτος Πασχαλίδης και η Ροδίτισσα Μιρέλα Πάχου. «Εάν πας για καμιά μετάδοση μπάσκετ στο νησί, να βγεις για ποτό στη 'Μέθεξη' και να ζητήσεις τον Στάθη, που είναι ο πιο μπέσα τύπος».

Απρίλιο μήνα έσκασε στο πρόγραμμα Ρόδος, για ένα Κολοσσός-Πανιώνιος. Οι πιο τοληροί έκαναν ήδη μπάνιο στη θάλασσα και οι επισκέπτες της "Μέθεξης" κάθονταν έξω, στην ωραία αυλή. 

Ζήτησα μία Leffe και έστειλα μήνυμα στον Μιλτιάδη: «Είμαι στο μαγαζί που μου είπες και βλέπω και μία παλιά αφίσα για ζωντανή εμφάνιση κάποιου Πασχαλίδη, τον έχεις ακουστά;».

Ο Μίλτος τηλεφώνησε αμέσως και με ρώτησε αν είναι εκεί ο Στάθης. Μπήκα μέσα με το τηλέφωνο ανοιχτό και πλησίασα τον 55άρη με το καλλιτεχνικό μουσάκι που στεκόταν πίσω από τη μπάρα. Eκείνος με κοίταξε κάπως καχύποπτα. «Εγώ είμαι ο Στάθης, ποιος τον ζητεί;».

Του έδωσα το τηλέφωνο και τον άκουσα να συνομιλεί εγκάρδια με τον Μίλτο, για 5-10 λεπτά. «Θα τα πούμε το καλοκαίρι από κοντά», του είπε, πριν κλείσει. «Όπως κάθε χρόνο. Κι αν δεν κατέβεις εσύ στη Ρόδο, θα έλθω εγώ να σε βρω».

Επέστρεψα διακριτικά στο τραπέζι μου, όπου προσγειώθηκε μετά από λίγο μία δεύτερη Leffe, μαζί με τον ίδιο τον Στάθη και τη σούμα του. Η σούμα είναι εκείνο το ωραίο αφέψημα που φτιάχνουν στα Δωδεκάνησα, που σου κλείνει πονηρά το μάτι. Όταν πρωτοδοκιμάζεις, νομίζεις ότι πίνεις δυνατή σουμάδα. Μία ώρα αργότερα, κάνεις οχτάρια.

Μιλήσαμε με τον Στάθη, τον οποίο έβλεπα για πρώτη φορά στη ζωή μου, για περισσότερες από 3 ώρες. Για το νησί του, για μουσική, για πολιτική, για τους κοινούς φίλους, για την τυχαία γνωριμία του Μίλτου με τον αδελφό του Άλκη Αλκαίου στον παλαιό "Ηριδανό", για το "Πέρα Βρέχει" που άνοιξε το 1991 στη μικρή Απολακκιά, για τα ρηξικέλευθα μαγαζιά που άνοιξε ο ίδιος ο Στάθης στη Ρόδο, για τα ταξίδια του με το τροχόσπιτο, για το χθες, το σήμερα, το αύριο. 

Στο τέλος δεν με άφησε να πληρώσω ούτε ένα σέντσι, μολονότι θα ήπιαμε ένα βαρέλι σούμα (και δύο Leffe). Ευχαρίστησα και τον Πασχαλίδη με ένα μεθυσμένο sms και επέστρεψα με τα οχτάρια που λέγαμε στο ξενοδοχείο. Ευτυχώς, η πτήση μου έφευγε το επόμενο απόγευμα.

Ο Στάθης Τριανταφύλλου ήταν μία εμβληματική φυσιογνωμία στη ροκ σκηνή της Ρόδου και συνολικά της χώρας, χωρίς να είναι μουσικός. Ο "Ηριδανός" και η "Μέθεξη" έγραψαν ιστορία και γκρέμισαν τείχη, σε εποχές πολύ πιο δύσκολες για την έντεχνη ελληνική μουσική και για τη νύχτα της επαρχίας. 

Ήταν και καταπληκτικός τύπος, από εκείνους που κάνουν τον κόσμο καλύτερο. Οι τρεις ώρες που περάσαμε μαζί και τα καλά λόγια των κοινών φίλων έφταναν για να καταλάβω την ποιότητα του ανδρός

Ο κοσμαγάπητος Στάθης σκοτώθηκε τα ξημερώματα της 12ης Αυγούστου σε τροχαίο δυστύχημα στην Ψαροπούλα, στα 58 του χρόνια, όχι επειδή ήταν απρόσεκτος, αλλά εξαιτίας του εμφράγματος που τον χτύπησε αδυσώπητα ενώ οδηγούσε. 

Ελπίζω να πήγε κάπου καλύτερα, και να παίζει εκεί ωραίες μουσικές, σαν αυτές που ακούγονταν στο μπαράκι του. Στο συγκινητικό αντίο του Μίλτου Πασχαλίδη, επιτρέψτε μου να προσθέσω το σεμνό δικό μου. 

"Σύγχρονο Διαγνωστικό Κέντρο Δωδεκανήσου", γράφει το κουδούνι της "Μέθεξης", απομεινάρι από την εποχή που το κτίριο στέγαζε τον αξονικό τομογράφο του νησιού. Με κάποιον διεστραμμένο τρόπο, η πινακίδα λέει την αλήθεια.  

Έμαθα το νέο στη Νίσυρο όπου με έφεραν οι άνεμοι, όχι πολύ μακριά από τη Ρόδο. Στα Νικειά, έξω από το σπίτι του Νίκου Παπάζογλου. Αλλά αυτό είναι θέμα για κάποιο άλλο σημείωμα...

Στάθης Τριανταφύλλου

  • SHARE
  • TWEET