In The Woods, Dope Of Gods @ Κύτταρο, 15/04/18

Συναίσθημα και νοσταλγία, αφού λίγες μπάντες μπορούν να είναι τόσο underground και να έχουν τόσο βαριά κληρονομιά

Από τον Νικόλα Ρώσση, 18/04/2018 @ 11:03

Οι In The Woods ήρθαν επιτέλους για πρώτη φορά στην Ελλάδα και αυτό αποτέλεσε μια πολύ σημαντική στιγμή για εμένα, καθώς οι Νορβηγοί έχουν μεγάλο μερίδιο ευθύνης για την μουσική μου διαπαιδαγώγηση και την εξέλιξη μου στο μεγάλο φλώρο που είμαι σήμερα.

Αλλά ας τα πάρω τα πράγματα με την συναυλιακή τους σειρά. Οι Dope Of Gods είχαν ήδη ξεκινήσει όταν έφτασα στο venue, αλλά όπως φάνηκε πρόφτασα τελικά σχεδόν όλο το set τους. Γενικώς για όσους εκτιμούσαν την αισθητική των πρώιμων In The Woods, όπου η τραγουδίστρια δεν συμφωνούσε πάντα απόλυτα για την ακρίβεια των φωνητικών μελωδιών (ως προς τις νότες τους δηλαδή) τότε θα έβρισκαν στον ήχο της μπάντας το ιδανικό support. Ο εξαιρετικά προσιτός  ήχος τους φλέρταρε ενίοτε και με πιο dark wave ή και gothic μονοπάτια στα αυτιά μου, αλλά θεωρώ ότι είχε αισθητικά αρκετές επιρροές από την Omnio των In The Woods περίοδο, όπως και στην προσέγγιση των μεγαλόπνοων συνθέσεων. Χωρίς να γνωρίζω την ύπαρξη τους πριν από αυτήν τη συναυλία, μας παρουσίασαν ένα ολοκληρωμένο και ορθώς επιμελημένο σετ το οποίο λειτούργησε σαν μουσικό ορεκτικό για τους Νορβηγούς, αλλά δεν με κέρδισαν και ως καινούργιο fan. Πάντως χαριτωμένη ήταν η διασκευή στο "White Rabbit", η οποία προφανώς απέδιδε περισσότερο φόρος τιμής στους headliners παρά στους Jefferson Airplane.

Dope Of God

Τηρώντας το χρονοδιάγραμμα, πράγμα το οποίο πάντα εκτιμώ σε μια διοργάνωση, οι In The Woods ανέβηκαν στο σανίδι. Δίχως προφάσεις άψογου επαγγελματισμού, η παρουσία τους και το στήσιμο τους παρέπεμπε σαφώς σε πιο underground καταστάσεις και ο σεμνός και αρκετά ντροπαλός frontman βγήκε με το κινητό του στο χέρι απαθανατίζοντας την είσοδό του και την αντίδραση του κοινού. Εξαίρεση ίσως ο νεαρός κιθαρίστας που ξεκάθαρα ζούσε το rock 'n' roll όνειρο του, ο οποίος πηγαινοερχόταν και σόλαρε σε διάφορες πόζες.

In The Woods

Η ένταση της μουσικής ήταν πολύ πιο δυνατή σε σχέση με το support και πολύ γρήγορα διαπίστωσα με τον απογυμνωμένο ήχο τους από τα στουντιακά overdubs και την έλλειψη πλήκτρων, ότι μάλλον δεν έχω ιδέα τι επρόκειτο να δω. Σχεδόν με το καλημέρα, έχοντας τελείως διαφορετικές προσδοκίες, αφού μάλλον περίμενα κάτι πιο εξαγνισμένο και ώριμο, έφαγα στη μούρη μια black metal σφαλιάρα που με επανέφερε στην τάξη. Έτσι για αρχή, κάναμε μια τολμηρή βουτιά στο παρελθόν και ακούσαμε "Yearning The Seeds Of A New Dimension" και "Heart Of Ages". Θεωρούσα επίσης από την συνολική εξελεγκτική τους πορεία ότι θα είχαν απαρνηθεί εν μέρει το πιο σκληρό παρελθόν, αλλά τελικά  πόσο λάθος έκανα. Στη συνέχεια το "Blue Oceans Rise" μας επαναφέρει στο παρόν της μπάντας, το οποίο έτσι και αλλιώς, κοιτά σχεδόν μια εικοσαετία πίσω και καπάκι με ταχύτητα 299.796 χιλιομέτρων το δευτερόλεπτο,  ταξίδεψα με την ταχύτητα του φωτός στις στιγμές που αγάπησα περισσότερο τους In The Woods. Όμως με μια ελαφρά διαφορετική προσέγγιση στις φωνητικές γραμμές, το συναίσθημα δεν ήταν το ίδιο.

In The Woods

To "Cult Of The Shining Stars" και το "Towards The Black Surreal", βρήκαν το συγκρότημα στο αποκορύφωμα της απόδοσης τους και το κοινό να κινείται στους ρυθμούς των τραγουδιών, αν και ο drummer από την ένταση του παιξίματος αναγκάστηκε να βάλει μονωτική ταινία σε ένα του δάχτυλο, αφού μάλλον το «ξεπέτσιασε».

Και κάπου εκεί χτύπησε το τηλέφωνο μου. Ήταν σημαντικό, για δουλειά και έπρεπε να το σηκώσω, μη με κρίνετε. Από το δρόμο λοιπόν νομίζω ότι άκουγα να παίζουν το "Devil’s At The Door", αλλά όταν μπήκα πάλι μέσα είχαν επιστρέψει στα παλιά και υπό τους ήχους του In The Woods πλέον επιβεβαιώνω ότι ο τραγουδιστής  μάλλον αποδίδει καλύτερα στα τσιριχτά, αφού οι μελωδικές γραμμές δεν είναι τελικά το φόρτε του. Και πάνω που μπαίνω στο κλίμα πάλι με το "The Divinity Of Wisdom", η συναυλία στα περίπου 70 λεπτά της φτάνει στο τέλος της.

In The Woods

Ο αμήχανος, όταν μιλάει στο κοινό, αλλά συμπαθέστατος τραγουδιστής μας αποχαιρετά, όμως το κοινό δεν κουνιέται. Τελικά μετά από μερικά λεπτά, απλά βγήκαν να μαζέψουν και πιάσαμε το νόημα.

Χωρίς να διαθέτουν κάποια αξιομνημόνευτη σκηνική παρουσία και χωρίς να είναι εκτελεστικά άρτιοι, η τεράστια κληρονομιά που κουβαλάνε  τους ξελάσπωσε και το κοινό τους αγκάλιασε θερμότατα. Επίσης κρίνοντας και από το μέσο όρο ηλικίας, ο παράγοντας νοσταλγία ήταν και αυτός σημαντικός ως προς την προσέλευση και υπήρχαν πάρα πολλοί die-hard fans, που έβρισκαν τελείως επουσιώδεις τις ατέλειες. Όπως και εγώ άλλωστε. Η συναυλία είχε έντονο συναίσθημα και για το συγκρότημα αλλά και για το κοινό και ενώ είναι ξεκάθαρο ότι ήταν σκουριασμένοι μιας και δεν κάνουν και τόσο συχνά συναυλίες, εγώ θα μπορούσα να τους βλέπω κάθε εβδομάδα.

Φωτογραφίες: Αφροδίτη Ζαγγανά

  • SHARE
  • TWEET