Crippled Black Phoenix, Their Methlab @ Fuzz Club, 23/11/24
Με πλώρη για άλλα είκοσι χρόνια, οι Crippled Black Phoenix γιόρτασαν μαγικά την επέτειό τους στο αγαπημένο τους μέρος
Για μένα όπως και για αρκετό κόσμο που γνωρίζω, υπάρχει στην ψυχούλα μας κάτι να μας συνδέει βαθιά με τους Crippled Black Phoenix. Είναι ένα συγκρότημα που δεν μπορεί να σου αρέσει λίγο. Ή το σιχαίνεσαι, ή το αγαπάς. Η σου συμβαίνουν και τα δύο, ανάλογα την περίοδό τους. Με το σχήμα να έχει πάρει δισκογραφικά τα πάνω του στις δύο τελευταίες κυκλοφορίες και την πρόσφατη δουλειά “The Wolf Changes Its Fur But Not Its Nature” όπου περιέχει διασκευές άλλων καλλιτεχνών αλλά και επανεκτελέσεις δικών τους κομματιών, οι Crippled Black Phoenix δείχνουν να κλείνουν έναν κύκλο, τούτον μιας ζωής εικοσαετίας. Όπως ανέφεραν οι ίδιοι στη συναυλία, όταν τους έγινε η πρόταση να γιορτάσουν αυτή την επέτειο στην Αθήνα, έπρεπε να γίνει καθώς είναι από τα αγαπημένα μέρη τους στον κόσμο. Και όσοι ήμασταν εκεί σε σχεδόν κάθε τους εμφάνιση, το πιστεύουμε πως δεν πρόκειται για τετριμμένη υπερβολή.
Ας πιάσουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Σχεδόν ιδανικά, το μεσημέρι του Σαββάτου η θερμοκρασία έπεσε ίσα με δέκα βαθμούς και νιώσαμε επίσημα χειμώνα. Κανείς βέβαια δεν φάνηκε να πτοείται από αυτή τη συνθήκη μιας που ο χώρος άρχισε να γεμίζει και να «ζεσταίνεται» από νωρίς. Πολύ σωστή απόφαση θα πω εγώ, από τη στιγμή που τον εναρκτήριο ρόλο είχαν οι εξαιρετικά ταλαντούχοι Their Methlab. Ο λόγος για το Αθηναϊκό τρίο που έχει εντυπωσιάσει σε όποια συναυλία ονόματος του εξωτερικού έχει βρεθεί ως support σχήμα, μα καμία εντύπωση δεν προκαλεί σε όσους τους παρακολουθούμε, που έχει πετύχει την τέλεια ισορροπία ανάμεσα σε δύο πράγματα – post-rock και post-metal, όπως και του γεγονότος ότι η απουσία στίχων και φωνητικών στη μουσική τους δεν κουράζει δευτερόλεπτο.
Με ήχο αστραφτερό και εντυπωσιακό από το πρώτο δευτερόλεπτο – καμία εντύπωση δεν μου προξένησε αφού και οι ίδιοι ασχολούνται με το άθλημα – οι Ther Methlab δεν άργησαν και πάλι να εντυπωσιάσουν, φαινόταν άλλωστε από τις αντιδράσεις του κόσμου. Οι ίδιοι μας ανέφεραν ότι δεν είναι πολύ καλοί στα λόγια και είπαν ένα θερμό ευχαριστώ, ωστόσο ως κορύφωση του σχεδόν πενηντάλεπτου σετ τους κράτησαν το μοναδικό τραγούδι που έχουν ηχογραφήσει και με φωνητικά ως “Colours In Venice”, “Venice”, του οποίου το επικό στοιχείο και η black ατμόσφαιρα που αποθέτει ο τρόπος που έχουν γραφτεί τα τύμπανα τολμώ να πω ότι θυμίζει μέχρι και Bathory, και αυτό το κάνει μερικές φορές το post-metal και γι’ αυτό το αγαπάμε. Νομίζω χρειαζόμαστε δίσκο μιας και έχουμε καιρό να χορτάσουμε δουλειά από τα χεράκια τους.
Ένα υβρίδιο Σκωτζέζικης και Παλαιστινιακής σημαίας ανεμίζει. Scotland For Palestine όπως θα μας πει αργότερα ο Greaves. Τα ζώα του "Banefyre", έτερα εγώ της τωρινής σύνθεσης του συγκροτήματος, κοσμούν στο βάθος τη σκηνή γύρω από, προφανώς, μια φωτιά.
“- "No, Sir." Why "No, Sir"? Why do you think you would not do it again?
- Because they'd send me back to this place, Sir. "Because they would send me back to this place, Sir."
- A conditioned response indicating fear of reprisal. There's no moral sense at work here at all.
- In my experience psychopaths rarely show the least sign of inner change or development. "Vulpes pilum mutat, non mores", as they say. The leopard never changes his spots.
- Wolf, Sir
- Did you speak, boy?
- Sorry, Sir, but vulpes means wolf, Sir. "Vulpes pilum mutat, non mores" means, literally...
...the wolf changes its fur but not its nature”
Ο εμβληματικός διάλογος από την ταινία “The Young Poisoner’s Handbook” βγαίνει από τα ηχεία και το κοινό ανατριχιάζει συλλογικά. Γνωρίζουμε όλοι τι ακολουθεί. Το “Troublemaker” από το ιστορικό "I, Vigilante" άλλωστε είναι ένα από τα αγαπημένα κομμάτια των Crippled Black Phoenix που φαίνονται έτοιμοι να τσαλαπατήσουν την ψυχούλα μας. Σύντομα, οι Crippled Black Phoenix κάνουν ένα πέρασμα από τον πιο πρόσφατο δίσκο τους, “Banefyre”, με τα “ Wyches and Basterdz”, “Bonefire” και “The Reckoning” να διαδέχονται το ένα το άλλο. Το σημαντικότερο που έχουν όμως να μας προσφέρουν, είναι η συνειδητοποίηση ότι ο ήχος για άλλη μια φορά θα μας βγάλει ασπροπρόσωπους. Και οι επτά Crippled Black Phoenix στην τωρινή τους σύνθεση και τιμώντας τον όρο της κολεκτίβας, ακούγονται λες και παίζουν μόνοι τους, όλοι σε κομβικές θέσεις στη σκηνή και με το χώρο τους να εκφραστούν. Στο επίκεντρο, η σαγηνευτική Belinda Kordic, η τελευταία σταθερά των Crippled Black Phoenix μετά τον Justin Greaves, αποδίδει τα μέγιστα με τη φωνή της ενώ οι πλήρως εναρμονισμένες με το ρυθμό κινήσεις της σε χαζεύουν λίγο.
O Justin μας καλωσορίζει. Προσέχει και σχολιάζει κάτι αναπάντεχο – πως συγκινείται με το σεβασμό, αλλά δεν χρειαζόταν κιόλας να του δείχνουμε τόσο, αναφερόμενος στην ησυχία μεταξύ των όποιων παύσεων αναγκαστικά έκανε το συγκρότημα. Πράγματι, κάτι που ανέβασε κατά πολλά επίπεδα τη συγκεκριμένη εμφάνιση ήταν το γεγονός ότι οι παρευρισκόμενοι στο χώρο, έμοιαζαν να γνώριζαν τι είχαν έρθει να δουν και με στόχο να προσηλωθούν. Επικρατούσε ησυχία και προσήλωση. Στοιχεία αναγκαία για την επίσκεψη στις επανεκδόσεις των κλασσικών “Goodnight Europe” και “You Take The Devil Out Of Me” ως “Goodnight Europe (Pt. II)” και “You Put The Devil In Me” αντίστοιχα. ΟΙ διασκευές των “Everything I Say” και “My Pal” βρίσκουν εύφορο έδαφος, αν και μέσα μου πάντα θα έχω ως λίγο περισσότερο αγαπημένη αυτή του “Of A Lifetime” που δεν ακούσαμε – ας μην γκρινιάξω όμως, την έχουμε ακούσει στο παρελθόν. Μεταξύ τους όμως, ο Greaves μας εξηγεί τι είναι οι μαγικοί αριθμοί. Αυτοί που όταν τους συναντάς σε επανάληψη γνωρίζεις πως όλα θα πάνε καλά. Το “444” επισφραγίζει πως βλέπουμε μία μεγάλη εμφάνιση.
Ο Greaves παίρνει ξανά το λόγο. Η πολιτική του προπαγάνδα είναι αναπόσπαστο κομμάτι της φιλοσοφίας των Crippled Black Phoenix αλλά και των ζωντανών τους εμφανίσεων. Μας αναφέρει το κίνημα των Hunt Saboteurs στη Σκωτία και πως αυτοί αντιμετωπίζονται ως τρομοκράτες πίσω στη χώρα του. Πως είναι χαρούμενος ότι υπάρχει κάποιο μέρος στην Ευρώπη που μπορεί να πει τη γνώμη του για την Παλαιστίνη χωρίς να συλληφθεί. Κλείνει, ρωτώντας πόσο βρισκόντουσαν στην πρώτη τους συναυλία στην Αθήνα το 2007. Εκεί όπου το “Rise Up And Fight” απέκτησε, σύμφωνα με τα λόγια του, άλλο νόημα με την ιστορία του αστυνομικού που πυροβόλησε εν ψυχρώ πολίτη στο Μαρούσι. Και όλοι ξέρουμε τι ακολούθησε έναν χρόνο αργότερα. Με ένα στόμα μια φωνή, συνοδεύουμε. Αν έχω ένα παράπονο να κάνω για όλη τη βραδιά, είναι πως σε αυτό το σημείο με τέτοιο επαναστατικό κλίμα, μου έλειψε ένα κομμάτι από το πολυαγαπημένο μου "(Mankind) The Crafty Ape)" που δεν ακούσαμε καθόλου, αλλά μικρό το κακό. Το πέρασμα από τη μέση περίοδό τους με τα “To You I Give”, “Lost” και “Hold on (So Goodbye To All of That)” με κάνει να ξεχαστώ.
Σε άλλη μια κατάθεση ψυχής, ο Greaves δεν διστάζει να δείξει τη χαρά του. Μας λέει πως θα παίξουν το χιτάκι τους. Όλοι ξέρουμε τι εννοεί. Προσπαθώντας να χρησιμοποιήσει το χιούμορ για να παλέψει τα πραγματικά του συναισθήματα, παριστάνει τον redneck που λέει ιστορίες από τα παλιά, αλλά αποτυγχάνει και μπήγει τα κλάματα. Φήμες λένε πως ακολούθησαν πολλοί μαζί του. “We’ve Forgotten Who We Are”, να είναι άραγε ένα από τα καλύτερα κομμάτια που γράφτηκαν την τρέχουσα δεκαετία; Όσοι βρισκόμασταν το Σάββατο στο Fuzz, μάλλον θα συμφωνούσαμε πως ναι. Φυσικά είναι αδύνατον να κλείσει συναυλία των Crippled Black Phoenix χωρίς το “Burnt Reynolds” και το τραγούδι του κοινού, κι εκεί μένει να μας βρει το τέλος. Ο Greaves ζητά φαινομενικά αστεία, να κάνουμε κι ένα moshpit να θυμηθεί τα παλιά. Για λίγο οι Crippled Black Phoenix χάνονται από τη σκηνή, μα εμείς δεν σταματάμε το τραγούδι, κάποιοι γνωρίζοντας τι ακολουθεί. Με την επιστροφή τους, ως είθισται, ο Greaves κατεβαίνει από τη σκηνή μαζί με την κιθάρα, μέσα στον κόσμο, ενώνοντας τους όλους σε μια αγκαλιά. Γυρνώντας πίσω στη σκηνή όμως, θα τον δούμε με μια καραφλή μάσκα – θα αφήσω του καθενός τη φαντασία να επιλέξει ποιο χαρακτήρα παρίστανε – και το υπόλοιπο “Burnt Reynolds” διασκευάζεται σε μια σπιντάδικη, προτομεηντενική εκδοχή του, ίσως και κρυφός φόρος τιμής στον Paul Dianno, και το moshpit που πριν ακουγόταν σαν αστείο, συμβαίνει πράγματι.
Έπειτα από σχεδόν δύο ώρες υπερπλήρους πορείας προς το παρόν, το παρελθόν και το μέλλον, η τωρινή εκδοχή του Greaves, της Cordic και της παρέας τους μας άφησε μια ζεστασιά ικανή να μας κρατήσει όλο το χειμώνα. Μια φωτιά που καίει σαν και τον τελευταίο τους δίσκο. Και μια προσμονή για το επόμενο ραντεβού μας. Κάποιες μπάντες τις ερωτεύεσαι, θα θυμίζουν κάθε φορά που θα συναντιέστε το γιατί και θα μοιάζει απόλυτα λογικό.
Φωτογραφίες: Ρωμανός Λιούτας
Troublemaker
Wyches And Basterdz
Bonefire
The Reckoning
Goodnight, Europe (Pt. II)
You Put The Devil In Me
Everything I Say (διασκευή Vic Chesnutt)
444
My Pal (διασκευή God)
Rise Up and Fight
To You I Give
Lost
Hold On (So Goodbye To All of That)
We Forgotten Who We Are
Burnt Reynolds