Death Disco Athens Open Air Festival Day 1 (VNV Nation, Sad Lovers And Giants, Selofan, Lebanon Hanover, κ.ά.) @ Τεχνόπολη, 22/07/23

Χορός, σκοτάδι, νυχτερίδες, βεντάλιες, σε μια καυτή φεστιβαλική ημέρα

Από τους Αποστόλη Ζαμπάρα, Ειρήνη Τάτση, 23/07/2023 @ 17:17

Η ανακοίνωση του πρώτου Open Air Festival από το Death Disco, ήταν μια ευχάριστη και άκρως καλοδεχούμενη εναλλακτική πινελιά στο αθηναϊκό φεστιβαλικό τοπίο. Έπειτα από την οριστικοποίηση του lineup των δύο σκηνών του διημέρου, ήταν βέβαιο πως, στα χαρτιά τουλάχιστον, το Death Disco Athens Open Air Festival προμηνυόταν τουλάχιστον ενδιαφέρον. Οι τελικές πληροφορίες δε, το καθιστούσαν ιδιαίτερα προσιτό και του έδιναν μια ακόμη πιο φιλική, ζεστή και συμπεριληπτική αύρα. Η πρώτη μέρα του φεστιβάλ, σε γενικές γραμμές κρίνεται πετυχημένη, αλλά ας τα πάρουμε με τη σειρά. [Α.Ζ.]

Με τον ήλιο ακόμη να καίει αλλά χωρίς να μας ταλαιπωρεί λόγω προχωρημένης ώρας, το ποδαρικό για το Death Disco Open Air Festival έκαναν οι δικοί μας Youth Valley, ακριβώς στις επτά. Ένα συγκρότημα που πολύ έχουμε αγαπήσει και φαίνεται να τιμά αυτή την αγάπη με τις εξαιρετικές ως τώρα ζωντανές τους εμφανίσεις. Με τον πολύ πρόσφατο τους πρώτο δίσκο, "Lullabies For Adults" στις βαλίτσες τους, αλλά και το πρώτο τους EP, οι Youth Valley μας υποδέχθηκαν στο φεστιβάλ με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

Η σκηνική τους παρουσία χαρακτηρίζεται λίγο περισσότερο από το shoegaze στοιχείο της μουσικής τους, μιας που σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια της εμφάνισής τους παρέμειναν σχετικά, μα σκόπιμα, στατικοί, με εξαίρεση φυσικά το μεγάλο τους φινάλε που γύρισαν όλοι μαζί σε έναν κύκλο. Οι Youth Valley έκαναν πρόδηλο ότι ο ήχος αναμενόταν να μας ανταμείψει με το παραπάνω. Στην αρχή θεώρησα ότι μπορεί αυτός ο κρυστάλλινος ήχος που απέδιδαν να είχε να κάνει με τη δική τους ηχητική τελειομανία, όμως εν τέλει αυτή η ποιότητα μας συνόδευσε καθ’ όλη τη διάρκεια της βραδιάς. Με τον κόσμο να έχει αρχίσει ήδη να δραστηριοποιείται, οι Youth Valley απέδειξαν για ακόμη μια φορά της αξία τους. Βρείτε να τους δείτε οπωσδήποτε. [Ε.Τ.]

Η μπάντα που θα έκανε ποδαρικό στο Machine Work Stage έμελλε να ήταν οι Kalte Nacht, ξεκινώντας πέντε λεπτά νωρίτερα του προγραμματισμένου. Ανυπομονώντας για την εμφάνισή τους, μιας και αποτελούν ένα από τα πλέον ανερχόμενα και ενδιαφέροντα εγχώρια darkwave σχήματα, πιάσαμε θέση στο χώρο που φιλοξενούσε το κλειστό stage. Παρά την ύπαρξη μηχανήματος κλιματισμού, είναι γεγονός πως όταν αυξήθηκε η ροή του κόσμου η θερμοκρασία δυσκόλευε την παρακολούθηση, γεγονός πως θα εντεινόταν στην εν λόγω σκηνή όσο περνούσαν οι ώρες. Σε κάθε περίπτωση, η ενεργητική παρουσία του ντουέτου, η άψογη απόδοση του υλικού τους και κυρίως η ζωντάνια στα φωνητικά, με έμφαση στον ομότιτλο δίσκο τους, και κυρίως οι εναλλαγές ανάμεσα σε ενδιαφέροντα και αρκούντως ατμοσφαιρικά synth θέματα, απέδειξαν πως οι Kalte Nacht είναι ένα συγκρότημα που αξίζει να ασχοληθείτε. [Α.Ζ.]

Τι κι αν η τεράστια επιτυχία των Molchat Doma έφερε στο προσκήνιο το παγωμένο σιβηρικό post punk, οι Ploho υπήρχαν να τιμούν το ιδίωμα ασταμάτητα εδώ και μία δεκαετία. Από την πολύπαθη τα τελευταία χρόνια Ρωσία το post punk των Ploho ήρθε να ταράξει τα νερά και να βάλει την πρώτη χορευτική νότα στο open air stage του φεστιβάλ, μετά το σκληρό ζέσταμα των Kalte Nacht. Πλήκτρα, σύνθια, μπάσα και μια φωνή βαθιά να έρχεται από το λαιμό του Viktor Uzhakov, απόλυτη συνταγή επιτυχίας για post punk με gothic λεπτομέρειες.

Με το τελευταίο φως στον ουρανό, οι Ploho έμοιαζαν ευδιάθετοι - όσο γίνεται όταν μιλάμε για μια τεράστια συλλογή του συγκεκριμένου μουσικού ιδιώματος - και έτοιμοι να δώσουν τον καλύτερό τους εαυτό εμπρός στον ομολογουμένως πλέον, πολυάριθμο κόσμο που τίμησε το φεστιβάλ ακόμη και σε μία ώρα που δεδομένων των συνθηκών, τα πράγματα ήταν δύσκολα. Ο πραγματικός γκοθάς όμως έχει ένα ανίκητο όπλο εναντίον του καύσωνα - και αυτό είναι η βεντάλια, εργαλείο που είχε την τιμητική του και ειδικά από το set των Ploho και μετά, άρχισε να δίνει πνοή σε όλες τις παρέες τριγύρω. Ο ήχος συνέχισε να είναι εξαιρετικός και για τους Ploho, από τους οποίους ακούσαμε φυσικά αγαπημένα τους κομμάτια όπως τα “Zakladka” και “Prosti” και μείναμε με την υπόσχεση ότι το βράδυ αυτό, ο σκοτεινός χορός δε θα σταματούσε. [Ε.Τ.]

Machine Work συνέχεια, και σειρά είχαν οι Rue Oberkampf. H τριάδα από τη Γερμανία, έπιασε πόστα σε DJ set, μικρόφωνο και synth, και με μια φωτεινή τριγωνική κατασκευή να κοσμεί τη σκηνή, ξεσήκωσε το κοινό. Άκρως επαγγελματική εμφάνιση υψηλού επιπέδου, ερμηνείες που έδεναν άψογα με το συνδυασμό ηλεκτρονικής/dance μουσικής και πιο παραδοσιακού ‘80s synthwave, EBM περάσματα, και κυρίως, πληκτράς με μπλουζάκι Darkthrone(!). Σε περίπου 50 λεπτά, οι επικοινωνιακοί Rue Oberkampf ανέβασαν υψηλά τον ποιοτικό πήχη της βραδιάς, αφού η εντελώς σύγχρονη και ανανεωτική τους πτυχή στα ηχοχρώματα που συνδυάζουν, κέρδισε το ετερόκλητο κοινό που παρακολούθησε την εμφάνισή τους. [Α.Ζ.]

Τρομάζω και μόνο στη σκέψη του τι show θα μπορούσε να φέρει εις πέρας ο Soft Moon στην ανοιχτή σκηνή της Τεχνόπολης με τέτοιο ήχο. Δυστυχώς δεν κατάφερε να βρεθεί μαζί μας, όμως οι Lebanon Hanover, αγαπημένοι του ελληνικού κοινού, βρέθηκαν να δώσουν τη λύση για την κάλυψη αυτής της απουσίας. Μπορεί να μην πέρασε πολύς καιρός από την τελευταία φορά που απολαύσαμε το ντουέτο ζωντανά, δεν μας πείραξε καθόλου όμως αφού ποτέ δεν μας είναι αρκετοί. Το Δεκέμβρη με παγωνιά και τώρα με καύσωνα, η Larissa και ο William φαίνεται να μην μασάνε από ακραίες θερμοκρασίες και έβαλαν το στίγμα για την τελική ευθεία των νυχτερινών εμφανίσεων του φεστιβάλ. Κορμιά να λικνίζονται σε έναν ομολογουμένως ιδιαίτερα safe χώρο για όλους και οι Lebanon, μοναχικοί με έναν ιδιαίτερο, δικό τους τρόπο να κρατούν συντροφιά στις προσωπικές μελαγχολικές μας ανάγκες.

Η αποψινή εμφάνιση των Lebanon Hanover ίσως να μην ήταν το ίδιο πληθωρική σε φώτα και σκηνικά στο background, η λιτότητα όμως έδενε με την ατμοσφαιρική άπνοια σε μια αλληλουχία που έμοιαζε βασανιστικά σωστή. Ένα βάσανο βαρύ και γλυκό σαν τις φωνές της Larissa και του William. Ο κόσμος ξεσηκώθηκε στο “Gallowdance”, αλλά η προσωπικά αγαπημένη μου στιγμή είναι η συγκινητική και από καρδιάς σπαρακτική ερμηνεία του William στο “Kiss Me Until My Lips Fall Off”. “Albatross” και “Alien” φυσικά είναι οντότητες που αποτελούν ζοφερή συντροφιά στα set των Lebanon Hanover και δε θα μπορούσαμε να ζητήσουμε καλύτερη επιλογή. Η λιτότητα και ο μινιμαλισμός τους επί σκηνής έχει γίνει πλέον εχέγγυο εξαιρετικών εμφανίσεων εκ μέρους των Lebanon Hanover και η αποψινή τους εμφάνιση δεν αποτέλεσε εξαίρεση. [Ε.Τ.]

Για τους Selofan πλέον, τα λόγια είναι περιττά. Η σημασία τους, τόσο για τη σύγχρονη σκηνή, όσο και τη γενικότερη αναβίωση του darkwave τα τελευταία χρόνια, καθοριστική. Με λίγα λόγια, το φεστιβάλ θα ήταν ελλειπές χωρίς την εμφάνισή τους. Έτσι, με φανατικό κοινό να τους ακολουθεί παντού, αλλά και πληθώρα κόσμου να επιθυμεί να μυηθεί στα ηχοτοπία τους, οι Σελοφάν, σε ένα κατάμεστο, και καυτό, Machine Work Stage, παρέδωσαν μια headline εμφάνιση με τα όλα της. Σύνθια και μπασογραμμές έδιναν και έπαιρναν, αρχής γενομένης του εναρκτήριου “Billie Was A Vampire”, με ένα κοινό να έχει συντονιστεί πλήρως και να χορεύει στους ρυθμούς του ντουέτου.

Βέβαια, οι συνθήκες δεν ήταν και οι ιδανικότερες, με την Ιωάννα να το επισημαίνει αρκετές φορές, με το χαρακτηριστικό της ύφος πάντα. Ανά στιγμές δινόταν πράγματι η εντύπωση της «σάουνας», και ακόμα και αν οι βεντάλιες στο κοινό (αλλά και στη σκηνή!) έδιναν τη δική τους πρακτική και αισθητική μάχη, η κατάσταση, δεν βελτιωνόταν ιδιαίτερα. Παρ’ όλα αυτά, σε κομμάτια όπως το διαχρονικό “Give Me A Reason” ή το αγαπημένο “Στο Σκοτάδι”, το sing-along έδινε και έπαιρνε, και ο ενθουσιασμός δεν κάμφθηκε. Οι Σελοφάν παρουσίασαν και μια ολοκαίνουρια σύνθεση η οποία κέρδισε μονομιάς τις εντυπώσεις, και στη μια ώρα που εμφανίστηκαν, απέδειξαν πως υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, δεν μπορούν να λαθέψουν. Το μέγεθός τους στην τελική, καθώς και η επιρροή τους, είναι τέτοια που οριακά τους καθοδηγούν από μόνα τους. Με λίγα λόγια, οι Selofan αποτέλεσαν ένα από τα απόλυτα highlights της βραδιάς, με το πολυποίκιλο darkwave τους να παρασέρνει αβίαστα. [Α.Ζ.]

"My Irish blood cannot take this heat, but we will make it work." Μεταξύ των πρώτων λέξεων του πλήρως επικοινωνιακού Ronan Harris, ήταν και αυτές εδώ. Και έκανε την υπόσχεση πράξη. Οι VNV Nation σε μια υποδειγματική εμφάνιση - και για μένα την κορυφαία αυτής της μέρας του φεστιβάλ - εξήγησαν πως το EBΜ όχι απλά δεν είναι νεκρό μουσικό είδος, αλλά ότι οι ίδιοι οι VNV Nation είναι ικανοί από μόνοι τους να το ξαναφέρουν στο προσκήνιο. Προτού αρχίσω και γίνομαι βαρετή με τον ήχο, θα το βγάλω εξ αρχής από τη μέση - ιδανικός και στο set των VNV Nation. Η προσπάθεια να γίνει ένα πέρασμα από όλη την, εκτενή δισκογραφία τους, μπορούμε να πούμε πως στέφθηκε από επιτυχία, αφού τη λίγο παραπάνω από μία ώρα που βρέθηκαν στη σκηνή - με το πρόγραμμα να τηρείται κατά γράμμα καθ ‘ολη τη διάρκεια της ημέρας - ακούσαμε ενδιαφέρουσες επιλογές από τα πιο γνωστά τους κομμάτια και το set δε φάνηκε να βασίζεται στο φετινό δίσκο τους, “Electric Sun”.


 
Παρά τις υψηλές, ειδικά για τη νυχτερινή ώρα θερμοκρασίες, κανένα μέλος του κοινού δεν έμεινε ασυγκίνητο από την μουσική των VNV Nation και παρουσιάσε τη χορευτική του δεινότητα. Από την αρχή κιόλας της εμφάνισής τους, το “Darkangel” ξεσήκωσε τα πλήθη και τα άφησε εκεί, ξεσηκωμένα. Τα εντυπωσιακά φώτα που συνόδευαν τους VNV Nation ανέπτυξαν ακόμη περισσότερο τη συνολική εμπειρία, ενισχύοντας την αποδεδειγμένη σκηνική παρουσία του συγκροτήματος που παρέσυρε τα πάντα στο διάβα του. Με κάθε κίνηση του Harris, το κοινό πήγαινε μαζί και έπαιρνε κίνητρο από την όλη στάση και φιλοσοφία που απέπνεαν - το λέει άλλωστε και το σήμα κατατεθέν τους: “One shall strive to achieve, not sit in bitter regret”. Η συνολική παρουσία των VNV Nation έμοιαζε σαν να δίνει σε κάθε της κίνηση μια αίσθηση χορευτική.

Η απομυθοποίηση της χρήσης περισσότερο pop ήχων που έγινε κατά κόρων από τους VNV Nation σε χώρους όπως το dark industrial, σε βραδιές σαν την αποψινή, απέδειξε την αξία της. Ο κόσμος διασκέδαζε με πάθος σε κομμάτια όμως “Chrome”, “Control”, “Prophet” ή “Nova”. Δεν έλειψε όμως και ο προβληματισμός. Ο συνεχώς επικοινωνιακός Harris, είπε τις πιο σημαντικές λέξεις σε όλη τη διάρκεια της νύχτας λίγο πριν το “Resolution”. “If you feel you cannot make it, please talk to someone, do not suffer alone”. Πράγματι, στις σκοτεινές μουσικές βρίσκουν καταφύγιο συχνά οι λίγο πιο βασανισμένες ψυχές και είναι στιγμές ενσυναίσθησης όταν οι αγαπημένοι σου καλλιτέχνες αγγίζουν επί σκηνής τέτοια δύσκολα θέματα με την πρέπουσα ευαισθησία, και προτροπή προς την καλύτερη δυνατή λύση. Με τους Sad Lovers And Giants να έχουν ήδη ξεκινήσει να προλογίζουν το κλείσιμο της βραδιάς στην εσωτερική σκηνή, οι VNV Nation, ολοκλήρωσαν θριαμβευτικά την εμφάνισή τους με το “Perpetual” εν μέσω μηδενικής αμφιβολίας για την ικανότητα τους να στρέψουν ένα πλήθος ήδη ιδρωμένο από τον καιρό, να ξαναϊδρώσει από το χορό. [E.T.]

SETLIST

Before The Rain
The Farthest Star
Darkangel
Illusion
Chrome
Artifice
Control
When Is the Future?
Resolution
Prophet
Nova
All Our Sins

Αυλαία στην πρώτη ημέρα του Death Disco Athens Open Air Festival έριξαν οι ιστορικοί Sad Lovers And Giants. Οι δεσμοί αγάπης ανάμεσα στο εγχώριο κοινό και το βρετανικό post-punk σχήμα είναι δυνατοί, και έτσι, παρά τις συχνές επισκέψεις τους στα μέρη μας, δεν θα μπορούσαν να λείπουν σε αυτό το συναυλιακό ραντεβού. Καθώς η εμφάνιση της μπάντας εξελισσόνταν με χαρακτηριστική άνεση και αμεσότητα, με αρκετό κόσμο να πηγαινοέρχεται στο Machine Work Stage λόγω της υψηλής θερμοκρασίας, ένα πράγμα ήταν εύκολα αντιληπτό. Έχοντας περάσει πλέον 40 χρόνια από τις κυκλοφορίες των άκρως σημαντικών “Epic Garden Music” και “Feeding The Flame”, είναι αξιοπρόσεκτο και ιδιαίτερα ευχάριστο το πώς οι συνθέσεις τους, όχι απλώς δεν έχουν χάσει το στίγμα τους, αλλά συνεχίζουν να κεντρίζουν το ενδιαφέρον νεότερων ακροατηρίων.

Η επιστροφή των Sad Lovers And Giants, βασίστηκε εντόνως στο “Feeding The Flame”, πλαισιώνοντας το με κομμάτια από όλη τους την πορεία. Μπορεί ανά στιγμές η φωνή του Garçe Allard να έπεφτε σε ένταση ή το σαξόφωνο να χανόταν στη μείξη, αλλά με τον ήχο σε γενικές γραμμές σύμμαχο, οι ψυχεδελικές προεκτάσεις του ιδιότυπου post-punk της μπάντας, κέρδιζαν με την ώρα το κοινό. Γκρουβαριστά ξεσπάσματα όπως το “Lope” έφερναν τον γενικότερο alt-rock χαρακτήρα της μπάντας στο προσκήνιο. Ξεσπάσματα και ρυθμοί όπως των “Man Of Straw” ή “Strange Orchad”, παρέσερναν και δημιουργούσαν ένα αρκετά ονειρικό τοπίο. Κατά μια έννοια, οι πεισματάρηδες και οραματιστές Sad Lovers And Giants, με μια σκηνική παρουσία που μαγνήτιζε, επιβλήθηκαν με τη μουσικότητά τους, αναγκάζοντας σημαντική μερίδα του κοινού να επιμείνει για να τους εκτιμήσει.

Είναι βέβαια λογικό και αναμενόμενο, σε ένα φεστιβάλ, η πλειοψηφία των παρευρισκόμενων να συγχρονίζεται στα μεγάλα κομμάτια. Οι Sad Lovers And Giants, απέδειξαν και υπενθύμισαν, ειδικά προς το τελευταίο μισάωρο της εμφάνισής τους, πως έχουν πληθώρα τέτοιων. Στα “Colourless Dream” και φυσικά το αξεπέραστο “Things We Never Did” προκλήθηκε ένας μικρός παροξυσμός, παρά την όποια κούραση που είχε επέλθει. Ακούγοντας αυτά τα τραγούδια και βιώνοντας τη ζωντανή τους μεταφορά, μέσα σε ένα γενικά θετικό κλίμα, ακόμη και σε ένα τέτοιο πλαίσιο, εκτίμησα ιδιαίτερα το πώς η προσήλωσή της μπάντας στο ολοδικό της καλλιτεχνικό μονοπάτι της προσφέρει, τόσα χρόνια μετά, την αρμόζουσα δικαίωση.

Όταν το σετ και η ημέρα έκλεισε με το μεγάλο “50:50”, που τραγουδήθηκε δυνατά, σε μια συναυλιακή κορυφή, οι Sad Lovers And Giants είχαν προσφέρει μια ακόμη εξαιρετική συναυλία. Παρ’ όλες τις προαναφερθείσες ενστάσεις για την καταλληλότητα της μικρής σκηνής, αλλά και την αναγκαιότητά της, η οποία αν αναλογιστεί κανένα τόσο την πληθώρα συγκροτημάτων όσο και τους χρόνους που απαιτούν για το changeover τόσων μπαντών και φυσικά τους όπους περιορισμούς σε decibel τις βραδινές ώρες, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, οι Βρετανοί κατάφεραν να κερδίσουν τις εντυπώσεις.

Η πρώτη ημέρα του Death Disco Athens Open Air, φανέρωσε μια προσπάθεια άξια στήριξης, με σεβασμό προς το κοινό. Εξαιρετικός ήχος, άριστη τήρηση χρονοδιαγράμματος όπως και εξυπηρέτηση, και παρά το γεγονός πως ο κλιματισμός δεν ήταν επαρκής για τις απαιτήσεις και τα δεδομένα της κλειστής σκηνής, ειδικά με κόσμο να καπνίζει υπό τέτοιες συνθήκες δυσχεραίνοντάς τες, η συνολική εμπειρία ήταν ικανοποιητική, όπως και η προσέλευση, με περιθώρια βελτίωσης. Αναμένοντας τη δεύτερη ημέρα, οι σκέψεις που κυριαρχούν στο μυαλό είναι πως η εναλλακτική σκηνή και τα εν λόγω ηχοχρώματα διαθέτουν περιθώριο μαζικής συναυλιακής έκφρασης. Συνεπώς, το φεστιβάλ του Death Disco, με μια δυναμική έναρξη, παρείχε μια εναλλακτική ανάσα δροσιάς στο συναυλιακό καλοκαίρι. Αναμένουμε τη συνέχεια.

Φωτογραφίες: Άρτεμις Ανδρουλάκη

  • SHARE
  • TWEET