The Haunted: «Γράφουμε για το απόλυτο χάος του κόσμου που ζούμε»
Ο Marco Aro τα είπε όλα για το νέο δίσκο αλλά και την ιστορία των τεράστιων The Haunted
Η κληρονομιά των The Haunted είναι πολύ μεγάλη. Μαζί με τους At The Gates είναι από τα σημαντικότερα συγκροτήματα στη διαμόρφωση ενός ήχου που ξεκίνησε από το thrash, το hardcore και το μελωδικό death metal, φτάνοντας τελικά στα παρακλάδια εκείνα του metalcore που κυριάρχησαν και κυριαρχούν στο σκληρό ήχο εδώ και χρόνια. Η προσφορά τους στην εξέλιξη της μουσικής μας είναι ανεκτίμητη.
Τα δύο πρώτα άλμπουμ, το ομώνυμο και το "Made Me Do It" έχουν αδιαμφισβήτητα θέση πολύ ψηλά στα metal άλμπουμ που έκλεισαν τη δεκαετία του 90. Το "Revolver" και το "Unseen" από την άλλη, το καθένα με τον τρόπο του, έφεραν αλλαγές και πειραματισμό, αλλά τελικά είναι τρομερά κι αυτά, κι ας είναι τόσο διαφορετικά.
Εδώ και περίπου μια δεκαετία όμως έχουν επιστρέψει για τα καλά στη βάση του αρχικού τους ήχου. Με το πιο σταθερό lineup που είχαν ποτέ, τον Marco Aro και πάλι στο μικρόφωνο, στο νέο άλμπουμ "Songs Of Last Resort", καταφέρνουν να συνδεθούν περισσότερο από κάθε άλλη φορά με το τεράστιο "Made Me Do It". Στα πλαίσια της περιοδείας τους λοιπόν, θα έρθουν κι από τα μέρη μας και εμείς εκμεταλλευτήκαμε την ευκαιρία να μιλήσουμε με τον Marco. Για το νέο άλμπουμ, τα live, το "Made Me Do It", τους At The Gates, τη μουσική βιομηχανία αλλά και για όλους εκείνους τους θρύλους που ακολουθούν την μπάντα από τα χρόνια που ακόμα ήμασταν πιτσιρικάδες. Εμείς κι αυτοί.
Είμαι πολύ χαρούμενος που κάνουμε αυτή τη συνέντευξη σχετικά με τις επερχόμενες εμφανίσεις σας στην Ελλάδα, αλλά και για το νέο σας άλμπουμ που κυκλοφόρησε φέτος. Σκεφτόμουν λοιπόν ότι έχουν περάσει 25 χρόνια από τον πρώτο σου δίσκο με το συγκρότημα, το "Made Me Do It", και τώρα επιστρέφετε με ένα καινούργιο στο οποίο αρκετά κομμάτια ακούγονται σαν άμεσοι απόγονοι εκείνου του άλμπουμ. Νιώσατε σαν να γυρνάτε πίσω στον ήχο σας αυτή τη φορά;
Νομίζω ότι περισσότερο ήταν πως όλοι είχαμε το ίδιο σκεπτικό με τότε, όταν γράφαμε το "The Haunted Made Me Do It". Γιατί όλοι όσοι έγραφαν τραγούδια τότε συμμετείχαν και τώρα. Ο Jonas είχε το θέμα με τους At The Gates, ο Ola έκανε τα δικά του, ο Jensen επίσης. Οπότε, για πρώτη φορά μετά από πολύ, πολύ καιρό, βρεθήκαμε όλοι μαζί με την ίδια διάθεση να φτιάξουμε δίσκο.
Πώς βλέπεις τώρα εκείνα τα πρώτα χρόνια με τους The Haunted; Γυρίζοντας τον κόσμο με έναν τεράστιο δίσκο, έχοντας την κληρονομιά των At The Gates στα χέρια σας, συνδυασμένη φυσικά με εκείνο το νέο «τέρας» της σουηδικής metal σκηνής.
Καλές και κακές στιγμές, θα έλεγα! Ήμασταν τότε πολύ πιο νέοι και λίγο πιο τρελοί. Οπότε, καμιά φορά περνούσαμε υπερβολικά καλά…
(γέλια)
Αλλά δεν θα το άλλαζα με τίποτα στον κόσμο, γιατί ήμασταν και παραμένουμε πολύ καλοί φίλοι εδώ και σχεδόν 25-26 χρόνια. Ακόμα κι όταν δεν ήμουν εγώ στη μπάντα, κρατήσαμε επαφή. Δεν μαλώσαμε ποτέ μεταξύ μας, ποτέ. Ήμασταν πάντα καλοί φίλοι που γυρνούσαν τον κόσμο και έκαναν διασκεδαστικά πράγματα…
Όποτε βρισκόμασταν για κάποιο live, λέγαμε για νέο άλμπουμ. Έτσι, μέσα σε αυτά τα οκτώ χρόνια, ενθουσιαστήκαμε έξι φορές για αυτό, αλλά ποτέ δεν το κάναμε
Τώρα, το "Songs Of Last Resort" χρειάστηκε οκτώ χρόνια για να ολοκληρωθεί. Γιατί τόσο πολύ;
Υποθέτω επειδή δεν είμαστε μια μπάντα που κάνει πρόβες. Δεν έχουμε κάποιον χώρο, προβάδικο. Είχαμε παλιά, αλλά μετά ήρθε η πανδημία, και εκείνος ήταν το γκαράζ του Jonas, το οποίο το μετέτρεψε σε γραφείο. Οπότε μείναμε χωρίς. Το μόνο που μας φέρνει μαζί πλέον είναι οι συναυλίες. Η πανδημία στάθηκε εμπόδιο, μετά ήρθε η ζωή γενικότερα. Κάθε φορά που βρισκόμασταν για κάποιο live, λέγαμε για το άλμπουμ. Έτσι, μέσα σε αυτά τα οκτώ χρόνια, ενθουσιαστήκαμε έξι φορές για να το φτιάξουμε, αλλά ποτέ δεν το κάναμε... Μέχρι που βρεθήκαμε πέρσι στο Sweden Rock Festival και είπαμε «εντάξει, αρκετά με τις δικαιολογίες, τώρα πρέπει να το κάνουμε». Είχαμε υλικό οκτώ χρόνων, αλλά δεν το αγγίξαμε. Γράψαμε ολοκαίνουρια κομμάτια. Και όλο αυτό πήρε δυο-τρεις μήνες ώσπου ξεκινήσαμε να γράφουμε demos. Ήταν μια πολύ γρήγορη διαδικασία.
Σκέφτεστε να κάνετε κάτι με το υλικό που έχετε από τα προηγούμενα οκτώ χρόνια;
Μιλήσαμε πολύ για το να βγάλουμε EPs κ.λπ., γιατί ηχογραφήσαμε 17 τραγούδια για το άλμπουμ και μπήκαν μόνο 14. Οπότε έχουμε ακόμα τραγούδια έτοιμα, ηχογραφημένα, μιξαρισμένα και mastered. Είναι πολύ καλά. Ο Jensen ήδη μιλάει για έναν νέο δίσκο. Θα πρέπει να τα ξαναδούμε και να δούμε αν κάτι αξίζει να κρατηθεί. Γιατί αυτά τα τραγούδια των οκτώ ετών δεν είναι κακά. Ίσως χρειάζονται λίγο φρεσκάρισμα για να «κολλήσουν» στο σήμερα. Αν και δεν ακολουθούμε μόδες, παραμένουμε σταθερά οι ίδιοι. Το μόνο που είπαμε για αυτό το άλμπουμ ήταν «να το κάνουμε επιθετικό». Να πάρουμε τους The Haunted και να τους πάμε στο 11. Και νομίζω ότι το καταφέραμε.
Κατά βάθος ήθελα να εντυπωσιάσω τον Bjorn Strid με τις ερμηνείες μου
Επίσης, οι ερμηνείες σου ακούγονται πιο σταθερές σε αυτό το άλμπουμ. Έχεις ακόμα το χαρακτηριστικό σου στυλ, αλλά μοιάζει σαν να δούλεψες πιο επαγγελματικά, θα έλεγα, για το αποτέλεσμα. Είναι θέμα χρόνου ή απλά εμπειρίας;
Νομίζω πιο πολύ εμπειρίας, αλλά είχα και έναν νέο vocal producer, τον Bjorn Strid από τους Soilwork.
ΟΚ…
Τον ξέρω πάρα πολλά χρόνια, αλλά δεν είχαμε κάνει ποτέ κάτι επαγγελματικό μαζί. Προσωπικά νιώθω ότι δεν έκανα τίποτα διαφορετικό, αν και μου έχουν κάνει πολλές φορές αυτή την ερώτηση. Νομίζω ότι υποσυνείδητα προσπάθησα να τον εντυπωσιάσω. Αυτό πρέπει να ήταν. Γιατί η προσέγγισή μου ήταν η ίδια. Η φωνή μου είναι πιο δυνατή τώρα, γιατί είμαι πιο μεγάλος, αλλά νομίζω ότι κατά βάθος ήθελα να τον εντυπωσιάσω.
Ενδιαφέρον. Τώρα, το άλμπουμ ξεκινά με το "Warhead", και δεν μπορώ να μην αναρωτηθώ αν έχει συνολικά αντιπολεμικό θέμα…
Ναι, έχει. Όταν ξεκινήσαμε να γράφουμε στίχους, έγραφε ο Jensen, ο Ola, εγώ, και μερικούς τους γράψαμε μαζί. Δεν είχαμε σκοπό να έχει το άλμπουμ κάποιο συγκεκριμένο θέμα. Αλλά όταν μαζευτήκαμε και παρουσιάσαμε τα κείμενα ο ένας στον άλλον, διαπιστώσαμε ότι όλοι γράφαμε για το ίδιο πράγμα: για αυτό το απόλυτο χάος του κόσμου που ζούμε. Είναι φρικτό. Είναι δύσκολο να αγνοείς το τι συμβαίνει γύρω σου. Έτσι κατέληξε όλο το άλμπουμ να είναι γύρω από αυτό.
Αυτό το κάνει το πιο «κοινωνικά ευαίσθητο» άλμπουμ που έχετε φτιάξει, σωστά;
Ναι. Το θέμα είναι ότι οι The Haunted ποτέ δεν ήταν πολιτική μπάντα, ούτε και θα γίνουμε. Αλλά, όπως είπα, είναι δύσκολο να αγνοήσεις τι γίνεται γύρω σου. Δεν νομίζω ότι το κάναμε επίτηδες για να είμαστε «αντί» σε κάτι... Έχω και στρατιωτικό υπόβαθρο, και ούτω καθεξής... Απλά ήταν εύκολο να γράψουμε για αυτά, γιατί ζούμε όλοι σε έναν τρελό κόσμο.
Τώρα, ας επιστρέψουμε στη μουσική πλευρά του άλμπουμ. Τα τρία πρώτα κομμάτια έχουν αυτήν την thrash/melodeath ενέργεια που βρίσκουμε στις πολύ πρώιμες δουλειές σας. Από την άλλη, το "To Bleed Out" έχει κάτι εντελώς διαφορετικό, θυμίζει περισσότερο Amon Amarth, ενώ το "Collateral Damage" είναι πιο σκοτεινό και ταυτόχρονα μελωδικό. Όλα τα κομμάτια γράφτηκαν την ίδια περίοδο, με την ίδια διάθεση;
Το "To Bleed Out" το έγραψε ο Jensen. Και νομίζω ότι, επειδή το τραγούδι μιλά για τη φιλία και την απώλεια της φιλίας, ήθελε πραγματικά να γράψει ένα συναισθηματικό κομμάτι. Και νομίζω ότι τα κατάφερε. Μου αρέσει πολύ να το παίζω live γιατί φαίνεται ότι και το κοινό το απολαμβάνει. Θα έλεγα ότι είναι κάπως σαν επιστροφή στο "Hollow Ground".
Και επίσης, το "Through the Fire" είναι το "Hate Song" του 2025;
(γέλια) Δεν ξέρω! Το θέμα είναι ότι, όταν το ακούσαμε πρώτη φορά, είπαμε «αυτό πρέπει οπωσδήποτε να μπει στον δίσκο!». Γιατί δεν είχαμε γράψει ποτέ πιο thrashy τραγούδι από το "Through the Fire". Αλλάξαμε τον τίτλο του, γιατί στην αρχή λεγόταν "Through the Blitz", που ακουγόταν πολύ σαν κλασικός τίτλος thrash κομματιού. Οπότε αποφασίσαμε να το αλλάξουμε σε "Through the Fire". Είναι και ένα από τα αγαπημένα μου στο άλμπουμ, γιατί έχει όλα τα χαρακτηριστικά του thrash των αρχών των 90s.
Μου μίλησες για το φωνητικό στυλ και τη διαφορά που έκανε ο Bjorn σε σένα, αλλά συνολικά ο ήχος του άλμπουμ είναι πιο «οργανικός» και πλουσιότερος από πριν, ειδικά στις κιθάρες. Κάνατε κάτι διαφορετικό στη διαδικασία της ηχογράφησης αυτήν τη φορά;
Παλιά, διαλέγαμε στούντιο και παραγωγό κατευθείαν. Αλλά τώρα αποφασίσαμε πρώτα για το στούντιο και μετά στείλαμε πέντε τραγούδια σε πέντε διαφορετικούς παραγωγούς, απλώς για να δούμε πώς το φαντάζονταν εκείνοι, αν ίσως μας ξέφυγε κάτι, αν θα έπρεπε να ακουγόμαστε πιο «μοντέρνοι» κ.λπ. Οπότε στείλαμε σε πέντε εντελώς διαφορετικούς παραγωγούς, και ο Jens (σ.σ. Bogren) μας έστειλε πίσω κάτι που ήταν ακριβώς αυτό που είχαμε στο μυαλό μας. Και ο Oskar επίσης, που ηχογράφησε τα κομμάτια, ήταν πολύ κοντά. Αλλά ο Jens έχει αυτόν τον ήχο που είναι δύσκολο να περιγραφεί, αλλά ταίριαξε σε εμάς απόλυτα.
Για μένα δεν ήταν μόνο η κληρονομιά των At The Gates, γιατί αγαπούσα τους The Haunted το ίδιο πολύ
Εντάξει, βγάζει νόημα. Πάμε τώρα πίσω στον καιρό που ήμασταν πιτσιρικάδες και νιώθαμε ότι οι The Haunted ήταν οι διάδοχοι της τεράστιας κληρονομιάς των At The Gates. Φυσικά, στην πραγματικότητα δεν ήταν ακριβώς έτσι, αλλά αυτό αισθανόμασταν τότε. Εσύ το ένιωσες ποτέ αυτό όταν μπήκες στο συγκρότημα, ειδικά αφού το "Made Me Do It" ήταν πιο κοντά στο "Slaughter of the Soul" από το ντεμπούτο;
Ναι! Το θέμα είναι ότι πρώτη φορά που γνώρισα τα παιδιά ήμουν σε περιοδεία με την παλιά μου μπάντα, τους Face Down. Κάναμε περιοδεία με Napalm Death, Crowbar και At The Gates. Και τότε τους γνώρισα, το ’95, μόλις είχε βγει το "Slaughter of the Soul". Θυμάμαι που τους άκουσα πρώτη φορά ζωντανά να παίζουν το "Blinded By Fear" και απλά ερωτεύτηκα. Και μετά οι At The Gates διαλύθηκαν. Και την αμέσως επόμενη μέρα σχηματίστηκαν οι The Haunted. Κυκλοφόρησαν το πρώτο τους άλμπουμ, "The Haunted", και ερωτεύτηκα κι εκείνον τον δίσκο. Και μετά με πήρε τηλέφωνο ο Anders… Γιατί ο Pete στην πραγματικότητα δεν ήταν μέλος στον πρώτο δίσκο, ήταν session, κι όταν έφυγε, με κάλεσε ο Anders να κατέβω για audition. Και πήγα. Είχαν τα χειρότερα poker faces όλων των εποχών! Ο Adrian δεν μπορούσε να σταματήσει να χαμογελάει, και οι υπόλοιποι φαίνονταν λες και ήταν ήδη κανονισμένο. Ήταν ξεκάθαρο. Αλλά για μένα δεν ήταν μόνο η «κληρονομιά των At The Gates», γιατί αγαπούσα τους The Haunted το ίδιο πολύ. Είχαμε μάλιστα τότε έναν άτυπο κανόνα, μέχρι το 2002 περίπου, ότι παίζαμε ένα τραγούδι των At The Gates σε κάθε μέρος όπου εκείνοι δεν είχαν παίξει ποτέ. Οπότε κάναμε το "Blinded By Fear" σε διάφορες χώρες και πόλεις, όπου δεν είχαν εμφανιστεί οι At The Gates. Υποθέτω αυτό ήταν το «κληρονομικό» κομμάτι, αλλά ποτέ δεν υπήρχε ανταγωνισμός μεταξύ The Haunted και At The Gates, γιατί οι At The Gates τότε ήταν νεκροί. Ουσιαστικά τους αποτίναμε φόρο τιμής. Και όταν επέστρεψαν το 2007-2008 ήταν κάτι απίστευτο.
Μέσα σε λίγα χρόνια έχασα πολύ καλούς φίλους…
Σκοπεύετε να αποτίσετε φόρο τιμής στον Tompa;
Δεν ξέρω τι γίνεται αυτήν τη στιγμή στο στρατόπεδό τους. Τους αφήνω στην ησυχία τους. Ας τους αφήσουμε να πενθήσουν με ηρεμία, γιατί όλοι πενθούμε. Αλλά για όσους ήταν πραγματικά πολύ κοντά του, είναι καλύτερα να τους αφήσουμε στην ησυχία τους και να μην το συζητάμε καν. Γιατί μας χτύπησε όλους πολύ, πάρα πολύ. Παρόλο που την τελευταία χρονιά ήταν κάπως αναμενόμενο, όταν ήρθε εκείνη η μέρα, πόνεσε αφάνταστα.
Ναι…
Οι τελευταίοι μήνες ήταν πραγματικά απαίσιοι. Το ίδιο συνέβη και πριν λίγα χρόνια με τον LG (σ.σ. Petrov, Entombed). Ήρθε από το πουθενά. Από το πουθενά. Ξαφνικά ήταν άρρωστος και όλα εξελίχθηκαν πάρα πολύ γρήγορα. Μέσα σε λίγα χρόνια έχασα πολύ καλούς φίλους…
Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να γιορτάζουμε τη μουσική και την κληρονομιά τους…
Νομίζω ότι ο Thomas θα συμφωνούσε με αυτό που είχε πει ο Ozzy: «Μην πενθείτε, γιορτάστε».
Ο Jensen και τα αδέλφια Bjorler ήθελαν να βρουν τρόπο να φύγουν από αυτό το συμβόλαιο με την Earache
Ας γυρίσουμε πάλι πίσω, γιατί ο θρύλος λέει ότι ηχογραφήσατε κι ολοκληρώσετε το "Made Me Do It", χωρίς να ξέρει τίποτα η Earache. Και μόνο όταν ήταν έτοιμο, πήγατε και τους ενημερώσατε ότι είχατε φτιάξει άλμπουμ. Ισχύει;
Ναι!
Και πώς αντέδρασαν;
Δεν αντέδρασαν… γιατί ήταν μια δισκογραφική που, κατά τη γνώμη μου, δεν νοιαζόταν πραγματικά για τις μπάντες της. Εγώ δεν είχα καθόλου καλή σχέση μαζί τους. Γιατί ουσιαστικά κληρονομήσαμε ένα σκατένιο συμβόλαιο, που ήταν των At The Gates, και μαζί κληρονομήσαμε και το χρέος τους. Κι αυτό ήταν επίσης πολύ σκατένιο. Οπότε θα έλεγα ότι ο Jensen και τα αδέλφια Bjorler ήθελαν να βρουν τρόπο να φύγουν από αυτό το συμβόλαιο και να ψάξουν κάτι άλλο, αλλά η Earache το κράτησε...
Παρ’ όλα αυτά, ήμασταν πάρα πολύ περήφανοι για αυτόν τον δίσκο. Εγώ τότε δεν ήξερα τίποτα από όλα αυτά. Δεν με απασχολούσε, ως ο «νέος» της μπάντας, η πολιτική εκείνων των καταστάσεων. Αλλά όσο προχωρούσε η σχέση μας, η δική μου σχέση με την Earache χειροτέρεψε πολύ.
Ναι, μπορεί να συμβεί. Είναι δύσκολη βιομηχανία.
Είναι. Είναι μια πολύ δύσκολη βιομηχανία. Αλλά πλέον, μεγαλώνοντας και περνώντας μέσα από όλους αυτούς τους σκατο-προμότερς, τις σκατο-δισκογραφικές, τα σκατο-συμβόλαια κ.λπ., είμαστε καλύτερα προετοιμασμένοι από ποτέ. Δεν την πατάμε πια με τέτοια.
Βγήκατε δυνατότεροι μέσα από αυτές τις δυσκολίες.
Ναι… γιατί φαντάσου… είσαι στα 20 σου, η μπάντα σου γίνεται πολύ επιτυχημένη. Και έρχονται όλοι αυτοί οι τύποι και σου προσφέρουν διάφορα πράγματα. Και φυσικά θα υπογράψεις! Γιατί σκέφτεσαι βραχυπρόθεσμα. Αλλά πλέον, αν κάτι δεν ακούγεται ή δεν φαίνεται σωστό, απλά δεν το κάνουμε.
Ναι. Αυτή είναι η εμπειρία…
Ναι, είναι. Ισχύει και για τις συναυλίες και τις περιοδείες. Έχουμε περιοδεύσει τόσο πολύ που δεν χρειάζεται να το κάνουμε πια. Γιατί όλοι έχουμε δουλειές, οικογένειες, σπίτια και έξοδα. Οπότε μπορούμε να διαλέγουμε τι θέλουμε να κάνουμε. Και γι’ αυτό είμαστε πολύ ενθουσιασμένοι που θα έρθουμε στην Ελλάδα, γιατί η πρώτη μας εμπειρία από Ελλάδα ήταν, αν θυμάμαι καλά, το ’99 (σ.σ. το 2001 ήταν). Παίξαμε στο Woodstock!
Θυμάσαι το όνομα του χώρου;
Ναι, θυμάμαι το όνομα. Θυμάμαι και τον διοργανωτή, τον Harry!
ΟΚ!
Υποθέτω ότι θα είναι μεγάλος τώρα. Πρέπει να είναι μεγάλος, γιατί τότε ήταν γύρω στα 40. Ίσως και όχι. Δεν ξέρω. Αλλά θυμάμαι σίγουρα την πρώτη εμφάνιση. Παίξαμε στη Θεσσαλονίκη την προηγούμενη μέρα και μετά στην Αθήνα, όπου κάναμε και ένα signing σε δισκοπωλείο. Το θυμάμαι αυτό. Και μας έφερναν δίσκους με ούζα και μπύρες συνέχεια. Οπότε ήμασταν ήδη μεθυσμένοι πριν το live. Και θυμάμαι ότι εκείνη η συναυλία ήταν απίστευτα τρελή, απίστευτα! Γι’ αυτό προσπαθούσαμε να ερχόμαστε όσο πιο συχνά μπορούσαμε στην Ελλάδα και στην Αθήνα. Και νομίζω η τελευταία φορά με το παλιό line-up των The Haunted ήταν όταν ανοίξαμε για τους Exodus… Και με αυτό το line-up, νομίζω ότι η τελευταία φορά ήταν στο Gagarin, για το "Strength In Numbers", αν θυμάμαι καλά. Ή μήπως για το "Exit Wounds";
Για το "Exit Wounds"...
Ναι, μάλλον για το "Exit Wounds" ήταν.
Ο Anders πάντα σπάει το lineup. Όλο φεύγει και ξανάρχεται, το ίδιο κάνει και με τους At The Gates
Άρα, ουσιαστικά, αυτή πρέπει να είναι η μεγαλύτερη περίοδος που είχατε σταθερό line-up χωρίς αλλαγές μελών. Σημαίνει ότι βρήκατε τη χημεία σας;
Ο Anders πάντα το χαλάει αυτό. Όλο φεύγει και ξανάρχεται, το ίδιο κάνει και με τους At The Gates. Ναι, αλλά μάλλον αυτή είναι η πιο σταθερή σύνθεση που είχαμε ποτέ.
Οπότε, βρήκατε μια χημεία που λειτουργεί και θέλετε να την κρατήσετε;
Ναι, απολύτως! Γιατί είναι ευλογία να είσαι στα 50 σου, να ταξιδεύεις τον κόσμο με τους καλύτερούς σου φίλους, κάνοντας πολλές φορές εντελώς παιδικά πράγματα…
(γέλια)
Και ναι, είναι πολύ διασκεδαστικό. Ο Ola, που είναι το νεότερο μέλος της μπάντας, είναι φοβερός τύπος. Η χημεία τώρα στη μπάντα είναι σούπερ, αλλά και πολύ σεβαστική. Αν κάποιος έχει μια κακή μέρα, απλά τον αφήνουμε ήσυχο. Ξέρουμε τόσο καλά ο ένας τον άλλον, που δεν υπάρχουν τριβές. Ξέρουμε ότι αν κάποιος μεθύσει ένα βράδυ και πει κάτι πολύ ηλίθιο, απλά τον αφήνεις ήσυχο, γιατί θα το μετανιώσει το πρωί. Οπότε, είμαστε απλά «μεγάλοι άνθρωποι που κάνουν παιδικά πράγματα» και περνάνε φανταστικά. Και αυτό βγαίνει και στις συναυλίες, ότι περνάμε τέλεια.
Δεν υπάρχει πια πίεση. Δεν είναι για τα λεφτά ούτε επειδή «πρέπει» να κάνουμε κάτι. Γιατί όταν ξαναβάλαμε μπρος αυτό το πράγμα, είπαμε: «Ας το κρατήσουμε διασκεδαστικό». Όσο είναι διασκεδαστικό, θα το κάνουμε. Αν κάποτε γίνει «πρέπει», τότε θα καθίσουμε να το ξανασκεφτούμε. Γιατί το «πρέπει» σκοτώνει όλη τη χαρά. Προτιμώ να περνάω καλά και να είμαι άφραγκος, παρά να κάνω κάτι επειδή πρέπει. Και ο κόσμος το καταλαβαίνει όταν ανεβαίνεις στη σκηνή και είσαι στη δουλειά.
Ναι, ναι. Και υπάρχουν πάρα πολλές μπάντες που παίζουν σαν να είναι στη δουλειά…
Έχουν το ίδιο setlist και την ίδια ατάκα ανάμεσα στα τραγούδια. Το ίδιο πράγμα. Δεν θα πω ονόματα, αλλά αν τους δεις δύο βράδια στη σειρά, θα κάνουν ακριβώς τα ίδια. Εμείς δεν το κάνουμε αυτό. Μπορούμε να αρχίσουμε να κάνουμε πλάκα με τον κόσμο. Μπορούμε να αλλάξουμε τραγούδι στη μέση του set: «Θα ήθελα να παίξουμε αυτό αντί για το άλλο, είναι πιο διασκεδαστικό».
Είναι αλήθεια ότι τα live έχουν γίνει πιο «σταθερά», ακόμα και στον metal κόσμο που παλιά ήταν διαφορετικός.
Ναι, γιατί τώρα είναι δουλειά. Οι άνθρωποι δουλεύουν.
Όταν ανεβαίνω στη σκηνή, ψάχνω ενέργεια στην πρώτη σειρά. Αν συνδεθώ με ένα άτομο, από εκεί παίρνω την ενέργειά μου
Στην Ελλάδα δεν το ζούμε τόσο αυτό, αλλά πλέον σε μια περιοδεία συνήθως υπάρχουν τέσσερα-πέντε συγκροτήματα και το καθένα έχει 40-60 λεπτά να παίξει. Και στο ενδιάμεσο είναι σαν τη Formula 1 όταν αλλάζουν λάστιχα. Όλα πρέπει να γίνουν γρήγορα και υπάρχει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα… όλα είναι προκαθορισμένα…
Ναι. Και, κατά τη γνώμη μου, αυτό κόβει την πλάκα απ’ όλο το πράγμα. Γιατί εγώ γουστάρω να βλέπω μια μπάντα που διασκεδάζει, που πραγματικά περνάει καλά. Που γουστάρουν ο ένας την παρέα του άλλου και την επαφή με το κοινό. Αυτό είναι που μετράει για μένα. Όταν ανεβαίνω στη σκηνή, ακόμα κι αν έχω μια κακή μέρα, δεν φταίει το κοινό. Δεν χρειάζεται να το δείτε αυτό. Οπότε πάντα ψάχνω ενέργεια στην πρώτη σειρά. Αν συνδεθώ με ένα άτομο, από εκεί παίρνω την ενέργειά μου.
Πιο πριν, όταν μίλησες για τον Anders που μπαίνει και βγαίνει από το συγκρότημα, ένιωσα μια μικρή πικρία. Νομίζω ότι όλες αυτές οι συνεχείς αλλαγές στη σύνθεση ίσως σας κράτησαν πίσω κάποια στιγμή. Ειδικά όταν στο "Made Me Do It" η μπάντα είχε πραγματικά απογειωθεί. Συμφωνείς;
Ναι, συμφωνώ. Ο Anders έφευγε πάντα, γιατί είναι ένας τύπος που δεν θέλει να «δεσμεύεται» και δεν είναι σίγουρος για το τι θέλει να κάνει. Αλλά και πάλι, ήταν πάντα μέρος της μπάντας, έστω κι αν έλειπε μερικούς μήνες ή ένα χρόνο. Πάντα ήταν στην περιφέρεια. Εγώ πάλι έφυγα το 2003, κι αυτό γιατί το διασκέδαζα υπερβολικά πολύ. Έκανα πολλά ναρκωτικά, έπινα πολύ και ήμουν μεγάλος μαλάκας. Έπρεπε να το σταματήσω, γιατί η οικογένειά μου μού είπε «Φτάνει πια. Θες να μείνεις μαζί μας ή να συνεχίσεις αυτές τις μαλακίες;». Έτσι αποφάσισα να κόψω τα ναρκωτικά και τη μουσική, να τα παρατήσω όλα και να ξεκινήσω από το μηδέν. Είμαι καθαρός από το 2003…
Νομίζω πήρες τη σωστή απόφαση…
Ναι, το έκανα. Για την περίσταση, ήταν σίγουρα η καλύτερη απόφαση, γιατί μόλις είχα παιδί και δεν μπορούσα να τους βάλω σε αυτή την κόλαση, να ζουν με έναν ναρκομανή.
Και μετά επέστρεψε ο Pete.
Ναι, γιατί τότε με ρώτησαν: «Ποιον νομίζεις ότι πρέπει να φέρουμε στη θέση σου;». Και είπα «Φέρτε πίσω τον Pete, γιατί δεν νομίζω ότι οι fans μπορούν να αντέξουν άλλο καινούργιο πρόσωπο». Έτσι έκαναν μερικούς δίσκους με τον Peter, αλλά κι αυτό στο τέλος κατέρρευσε.
Οι περίοδοι με σένα στο μικρόφωνο και με τον Pete ήταν πάντα πολύ διαφορετικές μεταξύ τους. Γιατί πιστεύεις ότι άλλαζε τόσο πολύ ο ήχος του συγκροτήματος;
Δεν είναι ότι δεν ξέρω να τραγουδάω, απλά δεν θέλω. Μου αρέσει πολύ περισσότερο να ουρλιάζω… ενώ ο Pete είναι πραγματικός τραγουδιστής, ένας πραγματικός vocalist. Και γράφει στίχους με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο απ’ ότι εγώ. Και τα παιδιά στους Haunted, όντας πολύ καλοί μουσικοί, ήθελαν να εξερευνήσουν κάτι διαφορετικό. Γιατί ήξεραν πώς να γράφουν γρήγορα κομμάτια με βαριά riffs, και ήθελαν να δοκιμάσουν κάτι άλλο. Με τον Pete είχαν αυτή την ευκαιρία. Νομίζω αυτός είναι ο κύριος λόγος που οι Haunted άρχισαν να ακούγονται διαφορετικά.
Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που μια μπάντα με ταξίδεψε όπως οι Sleep Token
ΟΚ, βγάζει νόημα. Τώρα, ξέρεις, πιστεύω ότι οι Haunted, μαζί με τους At The Gates, ήταν η μεγαλύτερη επιρροή για τη σκηνή του metalcore που ακολούθησε. Παρακολουθείς καθόλου αυτή τη σκηνή; Τη βλέπεις σαν εξέλιξη του ήχου που δημιουργήσατε εσείς χρόνια πριν;
Παλιά την παρακολουθούσα, αλλά όχι πια. Γιατί, ξέρεις κι εσύ, μάλλον είμαστε κοντά στην ίδια ηλικία, όταν ακούμε μουσική τείνουμε να γυρίζουμε πίσω στα παλιά. Δυσκολεύομαι να εντυπωσιαστώ από καινούργιες μπάντες. Αν θέλω να εντυπωσιαστώ, πρέπει να είναι κάτι πραγματικά ξεχωριστό. Όπως οι Sleep Token, που δεν είναι metal, αλλά κάποιος αποφάσισε να τους πει metal. Είναι prog μπάντα και μπορούν να κάνουν τα πάντα. Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που μια μπάντα με ταξίδεψε όπως αυτοί.
Συμφωνώ απόλυτα…
Γιατί είναι πολύ τολμηροί όταν γράφουν μουσική. Δεν τους νοιάζει. Δεν τους νοιάζει αν δεν σου αρέσει αυτό που κάνουν. Σημασία έχει ότι αρέσει σ’ αυτούς. Αυτό είναι όλο. Και υπάρχουν και μερικές άλλες hardcore μπάντες, αλλά νομίζω ότι πολλές από τις νέες που γίνονται γνωστές τώρα ακούγονται σχεδόν ίδιες. Και τώρα όλοι πρέπει να έχουν μια γυναίκα τραγουδίστρια… είναι μόδα. Μου αρέσουν οι Spiritbox και άλλες μπάντες με γυναίκες στο μικρόφωνο, αλλά μοιάζει σαν να είναι απαραίτητο πλέον. Αλλιώς δεν θα πετύχεις. Και αυτό, κατά τη γνώμη μου, είναι για όλους τους λάθος λόγους.
Δεν θα κάνουμε ποτέ τον ήχο μας πιο νεανικό ή φρέσκο, γιατί εμείς ακούγομαστε σαν Haunted, τελεία
Έχει να κάνει ταυτόχρονα και με τη βιομηχανία, γιατί σκέφτομαι ότι σήμερα η εμπορική επιτυχία έρχεται από εντελώς διαφορετικά μονοπάτια απ’ ότι πριν 20-30 χρόνια, με τα social media και τις νέες μεθόδους marketing που έχουν αλλάξει το παιχνίδι. Υποθέτω συμφωνείς. Μέχρι ποιο σημείο θα έμπαιναν οι Haunted σε αυτό το παιχνίδι της νέας εποχής;
Ναι, το κάναμε. Σ’ αυτό το άλμπουμ στείλαμε υλικό σε νέους παραγωγούς, για να δούμε αν αυτό είναι κάτι που θα μας ταίριαζε, να κάνουμε τον ήχο μας πιο «φρέσκο» και νεανικό. Δεν ήταν για εμάς, γιατί οι Haunted έχουν έναν ήχο πολύ ιδιαίτερο. Δεν υπάρχουν πολλές μπάντες που να ακούγονται έτσι. Δεν θα λέγαμε ποτέ κάτι σαν αυτό που είπαν οι Slayer στο "God Hates Us All", όταν είπαν «Αυτός ο δίσκος θα ακούγεται σα Slipknot». Όχι. Δεν θα το κάνουμε ποτέ αυτό, γιατί εμείς ακούγομαστε σαν Haunted, τελεία.
Εντάξει, ξεκάθαρο. Μας είπες ήδη για τα επόμενα βήματα – νέο άλμπουμ, EP και κάποια κομμάτια που έχουν μείνει. Υπάρχουν άλλα σχέδια που θέλεις να μοιραστείς πριν κλείσουμε τη συνέντευξη; Και να κλείσουμε με λίγα λόγια για το επερχόμενο live;
Ω, το επερχόμενο live θα είναι πιθανότατα το καλύτερο που έχετε δει ποτέ. Το θέμα είναι ότι φέτος δεν κάνουμε πολλά πράγματα, γιατί χάσαμε πολλές ευκαιρίες και συναυλίες λόγω του ότι το άλμπουμ βγήκε Μάιο. Όλα τα φεστιβάλ είχαν ήδη κλείσει. Οπότε, για του χρόνου έχουμε πολλές προτάσεις και τις εξετάζουμε. Νομίζω θα είναι μια πολύ γεμάτη χρονιά, θα έχει πολλή πλάκα. Και ελπίζω να πάμε σε μέρη που δεν έχουμε πάει ποτέ, ή τουλάχιστον δεν έχω πάει εγώ προσωπικά. Θα ήταν πολύ ωραίο.
Σε ευχαριστώ για τον χρόνο σου. Χάρηκα πραγματικά τη συζήτησή μας. Ελπίζω κι εσύ. Θα σε περιμένουμε ξανά στην Ελλάδα για live, να δείξεις πώς γίνεται…
Ναι, δεν θα απογοητευτείτε.