«A Beginner's Guide»: Βρετανικό Anarcho-Punk

Εισαγωγικός οδηγός σε μια από τις πιο επαναστατικές και ριζοσπαστικές σκηνές που επέδειξε ποτέ ο κιθαριστικός ήχος

 Εκκινώντας την εκπληκτική καταγραφή του βρετανικού anarcho-punk στο "The Day The Country Died", o Ian Glasper επισημαίνει κάτι αναφορικά με τον όρο. Κάθε ορισμός, περιορίζει το εύρος της εννοιολογικής δυναμικής του περιεχομένου του. Η μνημειώδης βρετανική σκηνή, της οποίας τα πεπραγμένα κορυφώθηκαν τη δεκαετία 1977-1986, δεν ήταν μια συνεκτική ηχητική προπαγάνδα της αναρχικής θεωρίας. Τα αμέτρητα συγκροτήματα της σκηνής που δραστηριοποιήθηκαν, με κάθε τρόπο, στο Νησί τότε, ανέδειξαν τις αντιθέσεις, εκ των οποίων προκύπτει πως αυτή η σκηνή, δεν είχε παρόμοια στην ιστορία του κιθαριστικού ήχου.  

Στα μέσα της δεκαετίας του '70, φτώχεια και ανεργία είχαν αγγίξει νέες κορυφές. Το Συντηρητικό κόμμα είχε αναδείξει ως ηγέτιδα τη Θάτσερ, η οποία ως Υπουργός Παιδείας, είχε ήδη μειώσει προϋπολογισμούς εξαλείφοντας δημόσιες παροχές. Όταν εκλέχθηκε και Πρωθυπουργός της χώρας, η νεοφιλελεύθερη πολιτική της εδραιώθηκε. Την ίδια χρονική περίοδο, το βρετανικό punk, είχε μόλις εκραγεί, επιφέροντας κοσμογονικές αλλαγές. Ο Strummer καλούσε κόσμο να φτιάχνει μπάντες, αρκεί να ξέρει τρία ακόρντα και να μπορεί να το κάνει μόνος του. Ο Lydon κήρυττε "no future" και αναρχία στην προβληματισμένη νεολαία, που έβλεπε τα καλύτερα χρόνια της να χάνονται.

Παράλληλα, σε έναν κοινόβιο κοινωνικό χώρο έξω από το Epping, ονόματι Dial House, ο, έχων παρελθόν σε avant-garde καλλιτεχνικές ομάδες και συγγραφέας, Penny Rimbaud, κατά κόσμο Jeremy John Ratter, τζάμαρε με τον αυθάδη νέο που φιλοξενούσε εκείνη την περίοδο, ονόματι Steve Ignorant. Και εγένοντο Crass. Και εγένετο anarcho-punk. Με όνομα παρμένο από στίχο του "Ziggy Stardust", η κολεκτίβα, στην οποία εντάχθηκαν και άλλα μέλη της μικρής κομμούνας, επαναπροσδιόρισε ριζικά το έως τότε punk.

«Θέλαμε να διακρίνουμε την υποκρισία των προηγούμενων και να την κάνουμε πραγματικότητα... Είχαμε την ενέργειά τους αλλά και πολιτική ειλικρίνεια, που ήταν αυτή ακριβώς που δημιούργησε το κίνημα. Δεν θα μπορούσες ποτέ να δημιουργήσεις ένα τέτοιο κίνημα από κάτι τόσο μπανάλ όσο το punk rock. Άκουγες στο ραδιόφωνο τους Clash και δεν μπορούσες να τους ξεχωρίσεις από τους Rolling Stones, στο τέλος της ημέρας ήταν απλά rockn' roll, απλά μουσική» (Penny Rimbaud, TDTCD σελ. 11).

Οι Crass φρόντιζαν οι εμφανίσεις τους να είναι πολλά περισσότερα από ζωντανή απόδοση τραγουδιών. Κολλάζ και βιντεοπροβολές, πανό, λόγοι ανάμεσα στις εκτελέσεις, αυτοσχεδιασμοί, αυτοεκδόσεις δίσκων και fanzines, όρισαν το D.I.Y. Η απρόσμενη εμπορική επιτυχία του "The Feeding Of The 5.000", ώθησε αμέτρητες μπάντες να διαβούν τη σκέπη της Crass Records, αποκλειστικά για τις πρώτες κυκλοφορίες, οφείλοντας μετά να ξεκινήσουν το δικό τους label. Οι Crass, ενώ το αρχετυπικό punk είχε αρχίσει υποχωρεί και να βυθίζεται στην εσωστρέφεια του post-punk, επεδίωκαν ηχητικές επιθέσεις με σφιχτούς ρυθμούς και μπασογραμμές, κιθαριστικές παραμορφώσεις και κοφτερά riffs που στο μέλλον θα διάνθιζαν με όλο και πιο πειραματικά ηχητικά στοιχεία. Μπάντες σε όλο το νησί μιμήθηκαν τον ήχο τους, εντασσόμενες σε ένα δημιουργικό κίνημα.

Οι στίχοι, πέραν της επίθεσης σε εξουσιαστικούς θεσμούς και της ελευθερίας έκφρασης, διακρίνονταν από σαφείς θεματικές οριοθετήσεις. Αντιπολεμικός λόγος, αναρχική κοινωνική οργάνωση, οικολογία, αντισπισισμός, χορτοφαγία, φεμινισμός (με την εμβληματική Vi Subversa των Poison Girls και το "Penis Envy" των Crass να σείουν έναν ανδροκρατούμενο χώρο), και εχθρική στάση ενάντια στη βιομηχανία του θεάματος (παρεμβάσεις, αποχή από συνεντεύξεις σε μεγάλα μέσα, total black dress code). Οι ιδέες των καταστασιακών, σε συνδυασμό με τη συμμετοχή των μουσικών σε πολιτικές δράσεις, ανέδειξαν ένα κίνημα που οργάνωσε καταλήψεις, πορείες και φεστιβάλ, συγκρούστηκε με αστυνομία και ακροδεξιούς skinheads, παρακολουθήθηκε από μυστικές υπηρεσίες, συζητήθηκε στη Βρετανική Βουλή, δημιουργώντας μέχρι και διπλωματικό επεισόδιο.

Το anarcho-punk, ως εγγενής αντικουλτούρα, όσο περνούσαν τα χρόνια, αποκάλυπτε τις εσωτερικές του αντιφάσεις. Καλλιτέχνες ξέφευγαν από τον ήχο των Crass, το ασπρόμαυρο artwork και ένδυση συχνά απορρίπτονταν, οι προβληματισμοί παρουσίαζαν μια λιγότερο «στρατευμένη» κατεύθυνση. Το κίνημα σημείωσε μια καμπή το 1984. Οι Crass είχαν προαναγγείλει, εντελώς οργουελλικά, πως θα σταματούσαν τότε. Ο πόλεμος στα Φώκλαντ, η επανεκλογή της Θάτσερ, η αίσθηση πως ένας κύκλος είχε κλείσει, συνεισέφεραν στην εξασθένηση του. Αρκετά σχήματα συνέχισαν να δισκογραφούν, ενώ η φλόγα μεταλαμπαδεύτηκε και στον υπόλοιπο πλανήτη (επιρροές, με ξεκάθαρες διαφορές, παρουσιάζει και η εγχώρια punk σκηνή). Όσον αφορά τη Βρετανία, ο ήχος του UK82, το τότε νεογέννητο crust, το folk-punk, ξεπρόβαλλαν μέσα από τα σπλάχνα του anarcho-punk.

Το ηχητικό αποτύπωμα και η ιδεολογική στάση, ασκούν επίδραση έως σήμερα. Συγκροτήματα όπως οι Subdued και οι A Culture Of Killing κυκλοφορούν εξαιρετικά anarcho-punk άλμπουμ. Αυτός ο εισαγωγικός οδηγός, επιχειρεί να αναδείξει τις διάφορες προσεγγίσεις του κινήματος, καθώς και τη στιχουργική και ηχητική έκταση την οποία κατέλαβε. Η επιλογή των δεκαπέντε δίσκων πραγματοποιήθηκε αποσκοπώντας σε μια παρουσίαση, μέσα από τις ατέλειές της, του τι ήταν το anarcho-punk. Καλλιτέχνες όπως οι Poison Girls, οι KUKL της Bjork, The Apostles, Astronauts, Exit-Stance, Oi Polloi, Legion Of Parasites, A-Heads, Youth In Asia, Reality Control κ.ά., παρόλο που δεν έκοψαν το νήμα, δεν λησμονούνται. Οι Chumbawamba και Amebix, αν και δραστηριοποιήθηκαν ενεργά εντός της σκηνής στα πρώτα τους χρόνια, μένουν εκτός για λόγους ηχητικής συνάφειας.

Υφίσταται πληθώρα αναλύσεων αναφορικά με τα αίτια της ανόδου και της πτώσης της καταιγίδας που συνεπήρε τη Βρετανία και ενέπνευσε νεαρά άτομα σε όλη την υφήλιο. Το anarcho-punk δεν επιχείρησε απλώς να καλύψει το «κενό» κοινωνικών κρατικών πολιτικών και του ελεύθερου χρόνου εξαιτίας της ανεργίας, ή να αποτελέσει επιφανειακή αντίδραση προς το mainstream (punk) και τον συντηρητισμό. Δεν εξαλείφθηκε επειδή δεν υπέκυψε στον πραγματισμό ή επειδή δεν συνέπραξε με βρετανικές αριστερές οργανώσεις και κόμματα. Σίγουρα, η αποστασιοποίησή του από το βρετανικό αναρχικό κίνημα όπως και ζητήματα οργάνωσης και συνοχής ήταν καθοριστικά. Αποτέλεσε μια νεολαιίστικη δημιουργική δύναμη, που κυοφόρησε τις αντιφάσεις και τις αβλεψίες της ιδεολογίας της, σκιαγραφώντας το τι δύναται η τέχνη να πετύχει, σε έναν ύψιστο ελευθεριακό και πολιτικοποιημένο βαθμό. Ήταν οι αντιθέσεις του, μα πάνω από όλα ήταν οι επιλογές όσων ατόμων συμμετείχαν ενεργά σε μια μουσική σκηνή. Αυτός ο οδηγός δεν είναι πανάκεια. Είναι μια κατάθεση τιμών και σεβασμού, με αφορμή την κυκλοφορία του "Great War" των Rudimentary Peni, σε μια από τις πιο παραγνωρισμένες μα αδιαπραγμάτευτα επιδραστικές σκηνές στην ιστορία της τέχνης. [Α.Ζ.]

"You must learn to live with your own conscience,
your own morality,
your own decision,
your own self.
You alone can do it.
There is no authority but yourself"

Spotify Playlist


Crass - The Feeding Of The 5.000
(1978, Crass Records)

Crass - The Feeding Of The 5.000

Ξεκινώντας από τα βασικά... Οι Crass δεν είναι anarcho-punk. To anarcho-punk είναι οι Crass. Όλα ξεκινάνε όταν το εν λόγω ντεμπούτο άλμπουμ κυκλοφορεί το 1978 - όταν λέμε όλα, εννοούμε όλα. Δυνατός, επαναστατικός ήχος και ακόμα πιο ακραίοι στίχοι με ευθείες βολές κατά της θρησκείας, της γυναικείας κακοποίησης και του συστήματος, συνδυάζονται με τη δυναμική του punk και συνθέτουν ένα αριστούργημα που έκανε την αναφορά του "Anarchy" από τους Sex Pistols να φαίνεται σαν βόλτα σε νηπιαγωγείο. Το "The Feeding Of The 5.000" αποτελεί χωρίς καμία αμφιβολία την απαρχή του είδους, με τις πρώτες αντιδράσεις να έρχονται πριν καν κυκλοφορήσει, αφού οι εργάτες αρνήθηκαν να «κόψουν» τον δίσκο λόγω των βλάσφημων στίχων του "Asylum". Η λύση βρέθηκε στην αντικατάσταση της σύνθεσης από το "The Sound Of Free Speech" (ουσιαστικά δύο λεπτά απόλυτης σιγής), ενώ το λογοκριμένο κομμάτι προστέθηκε κανονικά στη μετέπειτα κυκλοφορία του '80 και αποτελεί ένα από τα πιο φοβερά «ανοίγματα» που μπορείς να βρεις. Δεκαοκτώ κομμάτια χαρίζουν ένα εξαιρετικό αποτέλεσμα, που αν κάποιος αναρωτιέται πόσο χαρακτήρα μπορεί να έχει ένας δίσκος, η απάντηση είναι στα 32 λεπτά του. [Ν.Π.]


Crisis - Hymns Of Faith
(1980, Ardkor Records)

Crisis - Hymns Of Faith

Δίσκος-μνημείο από ιστορική και καλλιτεχνική άποψη. Καταρχάς, το μισό συγκρότημα αποτελούνταν από τους Douglas Pearce και Tony Wakeford που στη συνέχεια θα δημιουργούσαν τους Death In June, προτού ο Wakeford εκδιωχθεί λόγω της συμμετοχής του στο National Front και δημιουργήσει το project των Sol Invictus. Πριν λοιπόν το φλερτ με φασιστικά σύμβολα και εθνικομπολσεβικισμό, ο Wakeford, μέλος του Socialist Workers Party, έγραφε ριζοσπαστικά, ακροαριστερά τραγούδια, ενώ με το συγκρότημα του συμμετείχε στα Rock Against Racism και Anti-Nazi League. Οι Crisis δημιουργήθηκαν το 1977 κυκλοφορώντας, έπειτα από 2-3 singles κι ένα EP, το 1980 το ντεμπούτο τους, προτού διαλυθούν. Το "Hymns Of Faith" είναι ένας εκπληκτικός δίσκος που συνδυάζει punk ορμή με την κλειστοφοβική ατμόσφαιρα των Joy Division ενώ, ένα πιο έμπειρο αυτί μπορεί να εντοπίσει διάσκορπα goth, ή ακόμη και new-wave στοιχεία. Το μπάσο κυριαρχεί, οι κιθάρες ισορροπούν μεταξύ punk τετράμπαρου ολοκληρωτισμού και post-punk τσαχπινιών, ενώ οι στίχοι αποτελούν ένα τσαμπουκαλεμένο ριζοσπαστικό μανιφέστο που καλεί σε προλεταριακή επανάσταση απέναντι στο φασιστικό αστικό κράτος. Άκρως σημαντικό άλμπουμ που κάποια στιγμή θα πρέπει να πάρει τη θέση που του αξίζει ανάμεσα στους κορυφαίους δίσκους της εποχής του. [Α.Α.]


Zounds - The Curse Of Zounds
(1981, Rough Trade Records)

Zounds - The Curse Of Zounds

Η φιλία τους με τους Crass, οι κοινές πολιτικές πεποιθήσεις τους και τα προβλήματα με τις αρχές έχουν διαποτίσει εμφανώς τον ήχο του "The Curse Of Zounds". Τι τον κάνει ξεχωριστό; Το γεγονός ότι εδώ, οι Zounds «έσπασαν» το κλισέ του θορυβώδους punk, εκφράζοντας αγανάκτηση και θυμό με έναν δικό τους μοναδικό τρόπο. Μελωδίες, χιούμορ και μινιμαλισμός, συνδυασμένα με επαναστατικούς, δυνατούς στίχους, συνθέτουν μία αφοπλιστική κυκλοφορία που είτε ακούς punk ή όχι, παίζει με σοβαρές πιθανότητες να σε κερδίσει ολοκληρωτικά. Όταν όλα τα παραπάνω δε, δένουν με το φανταστικό cover του Cliff Harper, το οποίο «το δημιούργησε για την απεργία των Πυροσβεστών στα τέλη της δεκαετίας του '70 και στη συνέχεια το ξανασχεδίασε για μας. Πληρώθηκε £30. Ήταν τα καλύτερα £30 που ξοδέψαμε ποτέ» (sic), το αποτέλεσμα είναι ένα επικό άλμπουμ που έχει μεταπηδήσει πανηγυρικά στην κατηγορία του κλασικού, παραμένοντας σταθερά επίκαιρο. [Ν.Π.]


Flux Of Pink Indians - Strive To Survive Causing Least Suffering Possible
(1982, Spiderleg Records)

Flux Of Pink Indians - Strive To Survive Causing Least Suffering Possible

Εν αρχή ήταν οι The Epileptics που, κατόπιν παραπόνων, ονομάστηκαν Epi-X. Το 1979, διαφωνίες μέσα στο συγκρότημα οδήγησαν σε αποχωρήσεις, αφήνοντας τους Colsk Latter και Derek Birkett ως τα εναπομείναντα μέλη. Αφού στρατολόγησαν τον Sid Ation (Rubella Ballet), επέλεξαν το κιθαριστικό δίδυμο των Andy Smith και Neil Puncher, άλλαξαν το όνομα τους σε Flux Of Pink Indians και κυκλοφόρησαν το εμβληματικό EP "Neu Smell". Πιστό στις ρίζες του DIY, το συγκρότημα κυκλοφόρησε το 1982 από τη δική του εταιρία το ντεμπούτο του. Το "Strive Τo Survive Causing Least Suffering Possible" μπορεί να μην περιέχει hit ανάλογο του "Tube Disaster" όμως φανερώνει ένα συγκρότημα πιο ώριμο, πιο τσαμπουκαλεμένο και ηχητικά πιο κατασταλαγμένο. Οι Flux Οf Pink Indians εδώ στήνουν το soundtrack μιας κοινωνίας στο κατώφλι της πυρηνικής καταστροφής και μας μεταφέρουν στο απόγειο της Θατσερικής Αγγλίας, ορθώνοντας ανάστημα απέναντι στο συντηρητικό κατεστημένο και φτύνοντας στα μούτρα κάθε μορφής εξουσία. Το "Strive To Survive Causing Least Suffering Possible" φανερώνει ένα συγκρότημα στην κορυφαία του στιγμή, αποτελώντας μέχρι σήμερα την καλύτερη απάντηση σε όσους/ες θεωρούν πως η πολιτική rock μουσική φτάνει μέχρι τους Rage Against The Machine και τους Green Day. [Α.Α.]


Rudimentary Peni - Death Church
(1983, Corpus Christi Records)

Rudimentary Peni - Death Church

Έπειτα από μια σειρά από επτάιντσα που τους ανέδειξαν σε ιδιάζουσα περίπτωση της σκηνής, οι λατρεμένοι Peni κυκλοφόρησαν το 1983 το κλασικό τους ντεμπούτο. Ο Blinko και η παρέα του αποστασιοποιήθηκαν ελαφρώς από τη συνομοταξία τους, χωρίς να αποταχθούν τις κοινές τους αξίες. Πάντρεψαν την ωμότητα και την ιδιοφυία της σκηνής με post-punk εσωστρέφεια και death rock σκοτάδι, ενώ ανά στιγμές έστρεφαν το φως του φεγγαριού τους πάνω σε αποκρυφιστικά avant-punk ηχοτοπία. Το "Death Church", με το παρανοϊκό του εξώφυλλο, τους χορούς σκελετών που ήταν οι ρυθμικές δονήσεις των 21 συνθέσεων, τη στιχουργία που ήταν αδύνατο να αντιγραφεί παρά μόνο να επιδράσει, στέκει αυτόφωτο. Αποτελεί έως και σήμερα μια αραχνιασμένη δίοδο ετερόκλητου μουσικού κοινού σε μια ξεχωριστή αισθητική, όντας περίτρανο πειστήριο της υφολογικής και καλλιτεχνικής ένωσης διαφορών που είναι το anarcho-punk. Η συνέχεια, είχε τις δικές της ιδιαιτερότητες αλλά αυτά τα 33 λεπτά πιθανώς και να σου αλλάξουν την κοσμοθεωρία του τι εστί καλλιτεχνική ελευθερία. [Α.Ζ.]


Political Asylum - Fresh Hate
(1983, Self-Released)

Political Asylum - Fresh Hate

Ο τρόπος με τον οποίο οι Political Asylum διαχειρίζονταν τη μουσική τους κυκλοφορώντας κασέτες που μπέρδευαν παλιά κομμάτια με νέα, δυσκολεύει ελαφρώς την επιλογή ενός δίσκου από τη δεκαετία του 1980, όταν και το συγκρότημα έγραψε τα καλύτερα τραγούδια του. Για λόγους αντιπροσώπευσης περισσότερο λοιπόν, επιλέξαμε να συμπεριλάβουμε το "Fresh Hate". Λίγο πριν το οριακά μεταλλίζον, "Valium For The Masses", κι ενώ δεν είχαν ακόμη ξεκινήσει να κινούνται σε αμιγώς indie μονοπάτια, οι Political Asylum έγραψαν εδώ μερικά από τα πιο ενδιαφέροντα κομμάτια της καριέρας τους, συνδυάζοντας τη μελαγχολία του post-punk και της αμερικανικής ανεξάρτητης σκηνής με το καταληψιακό punk. Κιθαριστικές μελωδίες και upbeat ρυθμοί μπλέκονται επιδέξια με σκοτεινές ατμόσφαιρες καθώς ο Ramsey Kanaan αφήνει ένα κομμάτι της ψυχής του σε κάθε λέξη που ουρλιάζει στο μικρόφωνο. Οι Political Asylum, εδώ, κατάφεραν να αναμείξουν τους Joy Division της "Warsaw" εποχής με την τσιτωμένη αισθητική των Crass, χαρίζοντας έναν από τους καλύτερους δίσκους της σκηνής κι ένα από τα πιο επιδραστικά ντεμπούτα της δεκαετίας. [Α.Α.]


Antisect - In Darkness There Is No Choice
(1983, Spiderleg Records)

Antisect - In Darkness There Is No Choice

Το ντεμπούτο των Antisect αποτελεί τη διασταύρωση δύο κόσμων. Ξεπηδώντας μέσα από τις διδαχές των Crass και Conflict, εντάσσει στην ηχητική του παλέτα γενναίες δόσεις από πρώιμο metal, Discharge και Motorhead, συνδημιουργώντας αυτό που έμελλε να ονομασθεί ως crust punk. Ενώ οι Amebix βουτούσαν στις ατμόσφαιρες των Black Sabbath, των Killing Joke και του μυστικισμού, οι Λονδρέζοι έμειναν στρατευμένοι, ευθείς, χειμαρρώδεις και με μια ηχητική καταιγίδα έφτασαν και μέχρι το νο.4 των Indie Charts παρακαλώ. Ο συγκλονιστικός αυτός δίσκος, αποτελεί σημείο καμπής για ολόκληρη τη βρετανική σκηνή, παρατάσσει διπλά φωνητικά, ακανθώδη κιθαριστικά riffs με εμπρηστικό, συχνά ποιητικό στίχο, έντεχνα ιντερλούδια, ανεβάζοντας την αδρεναλίνη, φέρνοντας δάκρυα στα μάτια και παραδίδοντας μαθήματα σκεπτόμενης επαναστατικής, θορυβώδους μουσικής. Οι Antisect διαμαρτυρήθηκαν για το παρόν ενώ κοίταξαν το μέλλον του ιδιώματος στα μάτια, φέρνοντας το λίγο πιο κοντά. Οι Λονδρέζοι δεν ξεπέρασαν απλώς την εποχή τους αλλά συνέγραψαν τον πρόλογο της μετέπειτα ακραίας κιθαριστικής μουσικής με ένα διαχρονικό αριστούργημα. Αιώνιος μύθος και παράδοξο. [Α.Ζ.]


The Mob - Let The Tribe Increase
(1983, All The Madmen Records)

The Mob - Let The Tribe Increase

O μοναδικός δίσκος των The Mob δεν είναι ένα ακόμη σημαντικό άλμπουμ. Δεν είναι μια ιστορική κυκλοφορία ανάμεσα στις πολλές. Δεν είναι ένα επιδραστικό λιθαράκι στο οικοδόμημα της σκηνής και του ευρύτερου ιδιώματος. Δεν είναι ένας δίσκος με μερικές μνημειώδεις στιγμές και singles. Αυτό που πέτυχε ο τεράστιος Mark Wilson και η παρέα του είναι να δημιουργήσουν ένα από τα πιο ενδοσκοπικά, αυτοκριτικά, σαγηνευτικά έργα της κιθαριστικής μουσικής. Το "Let The Tribe Increase", στη χειρότερη μέρα του, είναι ένας από τους καλύτερους (post-punk) δίσκους όλων των εποχών. Στην καλύτερη όμως, αυτή όπου θα το μελετήσεις, θα το αφήσεις να σκηνοθετήσει τις αναζητήσεις του μπροστά από τις αισθήσεις του, θα σε μετατρέψει. Δεν πετούν περιστέρια εδώ. Εκεί που θα σε μεταφέρει όμως, θα νιώσεις ον δημιουργικό, ονειροπόλο, ελεύθερο. Οι The Mob έφεραν το σκοτάδι γιατί κατείχαν τα σκήπτρα του φωτός με αυτό το αιώνιο αριστούργημα να ηχεί απαραίτητο μέχρι το πραγματικό τέλος της ιστορίας. [Α.Ζ.]


Omega Tribe - No Love Lost
(1983, Corpus Christi Records)

Omega Tribe - No Love Lost

Για να είμαστε απολύτως δίκαιοι, οι Omega Tribe ξεκίνησαν ως μια τίμια κόπια των Crass. Και αυτό δεν το λέω σε καμία περίπτωση για να τους μειώσω αλλά για να ενισχύσω το επιχείρημα υπέρ του πόσο καλό είναι το "No Love Lost". Ένα χρόνο μετά το ντεμπούτο τους, οι Λονδρέζοι επέστρεψαν με έναν αρκετά πιο μελωδικό δίσκο που, στα δικά μου αυτιά, στέκεται επάξια δίπλα στις κορυφαίες στιγμές των Sex Pistols και των The Clash. Στο δεύτερο άλμπουμ του, το συγκρότημα τόλμησε να ρίξει λίγο τους τόνους ενώ, παράλληλα, δεν φοβήθηκε να παντρέψει το anarcho-punk με ψυχεδελικές επιρροές και groove-άτες αναζητήσεις που, φυσικά, καταλήγουν σε μανιασμένα soundtrack για κλωτσομπουνίδια. Συνυπολογίζοντας τις εξαιρετικές ενορχηστρώσεις και τις συνεχείς ηχητικές εναλλαγές, γίνεται αντιληπτό γιατί το "No Love Lost" παραμένει σήμερα ένα από τους πιο επιδραστικούς punk δίσκους όλων των εποχών. Και αυτό το λέω έχοντας πλήρη επίγνωση της βαρύτητας αυτής της δήλωσης. Οι Omega Tribe εδώ κάνουν σαφές γιατί αυτή η μουσική ήταν, είναι και θα είναι η μουσική της αιώνιας νεότητας. [Α.Α.]


Subhumans - The Day The Country Died
(1983, Spiderleg Records)

Subhumans - The Day The Country Died

Ξεκινά ο δίσκος με το "All Gone Dead" και ακούγονται οι πρώτοι στίχοι από το λαρύγγι του εμβληματικού Dick Lucas. Ανατριχιάζεις, γιατί ξέρεις πως αναμένεσαι για 36 λεπτά να βρεθείς αντιμέτωπος/η με ένα επαναστατικό, δυστοπικό ντελίριο. Οι Subhumans με τον κλασικό αυτό δίσκο δεν άφησαν περιθώρια. Συνδύασαν τη μουσικότητα του βρετανικού punk rock, με hardcore υπόνοιες, επέδειξαν πλήθος μνημονικών ρυθμικών ξεσπασμάτων και leads και σε δεκαέξι συνθέσεις παρέδωσαν ένα από τα πιο συνειδητοποιημένα μανιφέστα που έχει βγάλει το ιδίωμα. Οργή, στόχευση, οργουελλικοί στίχοι και πολύπλευρες θεματικές. Δεν υπάρχουν πολλοί punk δίσκοι οι οποίοι μπορούν να περηφανεύονται πως δεν υστερούν πουθενά. Πως είναι άρτιοι, πλήρεις νοήματος και ιδεών, έμπνευσης και εκτελεστικής δεινότητας, που μπορούν να σταθούν, ή και να αναδειχθούν νικητές, σε κάθε σύγκριση, σε κάθε συζήτηση. Οι Subhumans με το "The Day The Country Died" παρέδωσαν το απόλυτο anarcho-punk άλμπουμ, σκοτώνοντας και τον Mickey Mouse στην πορεία, γιατί ήξεραν. [Α.Ζ.]


Lost Cherrees - All Part Of Growing Up
(1984, Fight Back Records)

Lost Cherrees - All Part Of Growing Up

Αν κάτι γίνεται αντιληπτό από αυτό το αφιέρωμα είναι το πως, όλα τα συγκροτήματα που συμπεριλάβαμε, τολμούσαν να πειραματιστούν, διευρύνοντας τα όρια του anarcho-punk. Αυτή η διαπίστωση βρίσκει τέλεια εφαρμογή στην περίπτωση των Lost Cherrees. Ακούγοντας εκ νέου το ντεμπούτο τους, ήταν αδύνατο να μην σκέφτομαι συνέχεια πόσα πράγματα έκαναν με τον τρόπο τους. Τι να πρωτοσχολιάσω; Τα εφτά μέλη και τις τρεις τραγουδίστριες; Τα πλήκτρα; Το μπόλιασμα του punk με τη reggae; Το ότι διαλύθηκαν μετά από συναυλία με αφορμή σεξιστικά σχόλια από το κοινό; Ίσως το καθένα από αυτά τα πράγματα από μόνο του να μην πρωτοτυπεί, όμως, όλα μαζί –ειδικά για εκείνη την εποχή- είναι σαφές πως καθιστούν τους Lost Cherrees μοναδικούς. Στο ντεμπούτο του, το συγκρότημα βρίσκεται στην καλύτερη φάση της πορείας του, θυμίζοντας μια λιγότερο «καλλιτεχνική» εκδοχή των Slits. Η μουσική, δηλαδή, των Lost Cherrees είναι απολύτως προσβάσιμη, αφού πετυχαίνουν να μένουν πιστοί στις anarcho-punk ρίζες τους, ενώ, παράλληλα, δείχνουν πως έχουν τα προσόντα να μεταδώσουν το άκρως ριζοσπαστικό τους μήνυμα σε mainstream ακροατήρια. Η πραγματικότητα, ως συνήθως, μπορεί να διέψευσε, όμως αυτό δεν μειώνει ούτε την αξία του συγκροτήματος, ούτε τη σπουδαιότητα του "All Part Of Growing Up". [A.A.]


Icons Of Filth - Onward Christian Soldiers
(1984, Mortarhate Records)

Icons Of Filth - Onward Christian Soldiers

Το 1984 καλωσορίζουμε κατευθείαν από το Cardiff, το "Onward Christian Soldiers", το οποίο περνάει στην ιστορία ως ένα από τα πιο διάσημα αγγλικά άλμπουμ εκείνης της δεκαετίας. Ο δεύτερος δίσκος τους μπορεί να μην αποτελεί κάτι ρηξικέλευθο ή να άνοιξε καινούριους δρόμους στη σκηνή, κατάφερε όμως με τη δυναμική του να κατακτήσει μία θέση ανάμεσα στα must του είδους, μιας και πρόκειται για ένα ποικιλόμορφο, αντισυστημικό συνονθύλευμα που έρχεται να «κάτσει» αρμονικά πάνω σε βίντατζ αγγλικούς ήχους, δίνοντας ένα σπουδαίο αποτέλεσμα, στο οποίο ακόμα και οι τίτλοι των κομματιών μιλούν από μόνοι τους ("Why So Limited?", "Mentally Murdered", "They've Taken Everything", "Fucked Up State", "Death Is The Only Release"). Δε λείπουν φυσικά οι σαρωτικοί στίχοι που εξυμνούν τις ιδέες του φεμινισμού, της προστασίας του περιβάλλοντος, τα δικαιώματα των ζώων, την αποστροφή για τον πόλεμο και τη θρησκεία, σε μία κυκλοφορία που συνολικά, θα σε αποζημιώσει. Αν αναζητάς μία hardcore εμπειρία, δε θα τη βρεις εδώ, αλλά θα έχεις την ευκαιρία να ανακαλύψεις ένα υπέροχα δεμένο και δυνατό άλμπουμ. [Ν.Π.]


Rubella Ballet - At Last It's Playtime
(1985, Ubiquitous)

Rubella Ballet - At Last It's Playtime

Έπειτα από τα πρώτα ασταθή χρόνια της ύπαρξής τους, όπου ανακατατάξεις μελών, αλλαγή ονόματος, ένα ντεμπούτο απευθείας σε κασέτα ("Ballet Bag", 1981), εμφανίσεις στα John Peel Sessions, στυλιστικές, day-glo επιλογές και αποτυχημένες περιοδείες έπλασαν τον χαρακτήρα τους, οι Rubella Ballet κυκλοφόρησαν το 1985 το πρώτο τους full length LP. Το "At Last It's Playtime", στα 32 λεπτά του ισορροπεί με εκνευριστική άνεση στο τραχύ anarcho-punk ηχόχρωμα και σε gothic rock συχνότητες. Ανάμεσα στον συναισθηματικό τυφώνα εναλλαγών ταχυτήτων και των χαρακτηριστικών φωνητικών της Zillah Minx στέκει επιβλητικό το έπος του "Twister". Οι Rubella Ballet με κάθε επίσκεψη και ξεσκόνισμα της δισκογραφίας τους, προβάλλουν μια εγγενή αντιδραστικότητα και διασταύρωση με άλλα ιδιώματα, όπου, η αυθάδης απόρριψή τους των στενών δογμάτων της σκηνής, τους οδήγησε να εξερευνήσουν και να μετατρέψουν σε σήμα κατατεθέν τους. Το συγκεκριμένο LP δε, ως ένα πεπλεγμένο απόκοσμο δίκτυ, στέκεται ως μελαγχολικός φάρος υπεράσπισης της διαφορετικότητας και εκτόνωσης της αστικής καταπίεσης. [Α.Ζ.]


Dirt - Just An Error
(1985, Self Released)

Dirt - Just An Error

Το "Just An Error" αποτελεί τη κυκλοφορία μεταξύ δύο «χωρισμών» της μπάντας και ταυτόχρονα το σημείο όπου οι Dirt (με δύο νέα μέλη πλέον) βρίσκουν τον ήχο τους και διαφοροποιούνται από τους Crass. Ένα ωραία δεμένο άλμπουμ, με δώδεκα συνθέσεις, σε μία πολύ τίμια ηχογράφηση και με τις σταθερές δύο φωνές, της Deno που δύσκολα θα αφήσει κάποιον αδιάφορο (είτε θα τη μισήσεις ή θα την αγαπήσεις) και εκείνη του Gary, να συνοδεύουν τους γεμάτους ενέργεια στίχους και τις εξίσου δυναμικές κιθάρες. Αντιπολεμικά μηνύματα στα φόρτε τους, όπως οι χαρακτηριστικοί στίχοι του "Anti-War", "Don't want to die a hero. Don't want to die a fool. Don't want to die in your war. But what the fucking hell are they fighting for. Power! Democracy? They can fuck off we want ANARCHY" και ένα σπουδαίο ομότιτλο τραγούδι, είναι αρκετά ώστε να το βάλουν χωρίς ενδοιασμούς στην εν λόγω λίστα. [Ν.Π.]


Conflict - The Ungovernable Force
(1986, Mortahate Records)

Conflict - The Ungovernable Force

Θα έπεφτε φωτιά να μας κάψει αν δεν υπήρχε δίσκος των Conflict σε αυτό το αφιέρωμα. Η επιλογή δεν ήταν εύκολη, με το "Increase The Pressure" (1984) να φωνάζει στο βάθος. Η τρίτη στουντιακή δουλειά όμως της μπάντας είναι ένα διαφορετικό κτήνος. Αποτελεί την πιο ποικιλόμορφη και ολιστική τους παρακαταθήκη. Διαφοροποιούνται, χωρίς να αποτάσσονται, από το street punk/Crass ηχόχρωμα των προγενέστερων κυκλοφοριών, ενσωματώνοντας τη μεταλλική αλητεία των Antisect, ενώ ταυτόχρονα, με τα διπλά φωνητικά των Colin Jerwood και Steve Ignorant, αιχμαλωτίζουν ένταση και κρισιμότητα. Απόδοση τιμών στους προπάτορες και επίθεση στους προγεννήτορες, ξεδίπλωμα του αντιμιλιταριστικού και αναρχικού στίχου, μαχητικός αντισπισισμός, εύρος ηχοχρωμάτων και φωνητικών στυλ, κρυφά μελωδικά περάσματα, εξαιρετική παραγωγή. Οι απολύτως επιδραστικοί Conflict φρόντισαν με αυτό τον δίσκο να εξασφαλίσουν μια θέση στην ιστορία, ως πολλά περισσότερα από μια απλώς πολιτικοποιημένη μπάντα. Η ανεξέλεγκτη, ακυβέρνητη δύναμη που τους διακατείχε έκανε το άστρο τους να λάμψει στο πάνθεον του ιδιώματος. [Α.Ζ.]

Spotify Playlist

   

  • SHARE
  • TWEET